Κάζα Μπιάνκα
Η Κάζα Μπιάνκα (βρίσκεται στη συμβολή των οδών Βασ. Όλγας και Θεμιστ Η Κάζα Μπιάνκα (βρίσκεται στη συμβολή των οδών Βασ. Όλγας και Θεμιστ. Σοφούλη στη Θεσ/νίκη) Είναι πολυτελής κατοικία η οποία χτίστηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα από τον Ιταλοεβραίο βιομήχανο και εμπορικό αντιπρόσωπο Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ σε σχέδια του Πιέτρο Αρριγκόνι . Σήμερα στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη της Θεσσαλονίκης.
Η οικογένεια του Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ και η ιστορία της Κάζα Μπιάνκα Ο Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ ήταν γιός του τραπεζίτη Νταβίντ Φερνάντεζ και της Εσθέρ, το γένος Μισραχή, και είχε δύο αδερφές την Μαίρη (Assael) και τη Germaine. Ήταν συνέταιρος στη ζυθοποιία «Όλυμπος» (οι άλλοι συνέταιροι ήταν μέλη των οικογενειών Αλλατίνη και Μισραχή), η οποία το 1920 συγχωνεύτηκε με τη ζυθοποιία «Νάουσα» και στη συνέχεια εξαγοράστηκε από τον Φίξ. Επίσης είχε ένα μεγάλο οίκο εξαγωγών και μεταξύ άλλων εξήγαγε σιτάρι από τα Βαλκάνια προς την Αγγλία.
Παντρεύτηκε την Ελβετίδα Blanche de Mayer, την οποία είχε προσλάβει η μητέρα του ως liseuse, και απέκτησε τρία παιδιά: την Aline, την Νίνα και τον Pierre. Η πολυτελής έπαυλη που είναι γνωστή σήμερα ως Κάζα Μπιάνκα, ήταν το δώρο του προς τη γυναίκα του για το γάμο τους και πήρε το όνομά της από το όνομα της Blanche de Mayer (η Κάζα Μπιάνκα ήταν γνωστή και ως Villa Blanche και Villa Bianca αλλά και ως Villa Fernandez). Η πολυτελής αυτή έπαυλη φέρεται να χτίστηκε τη διετία 19111913. Ο Ιταλός αρχιτέκτονας Πιέτρο Αρριγκόνι πρέπει να είχε ολοκληρώσει την αρχιτεκτονική μελέτη το 1911, την περίοδο εκείνη όμως αναγκάστηκε, λόγω του ιταλοτουρκικού πολέμου, να εγκαταλείψει τη Θεσσαλονίκη. Κατά την απουσία του η κατασκευή της έπαυλης συνεχίστηκε από το συνεργείο του Ντεμπρελή Τζώρτζη Σιαγά ο οποίος, μαζί με τον πατέρα του Γιάννη, ολοκλήρωσε το κτίριο το 1913. Ο Αρριγκόνι επέστρεψε στην πόλη μετά την απελευθέρωσή της και την ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος.
Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το όνομα της οικογένειας του Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ έγινε γνωστό λόγω του ειδύλλιου της κόρης του Αλίνε με τον έφεδρο ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού Σπύρο Αλιμπέρτη που συγκλόνισε την κοινωνία της εποχής. Καθώς ο Αλιμπέρτης ήταν Καθολικός για να παντρευτεί την κόρη του Ντίνο Φερνάντεζ θα έπρεπε και εκείνη να βαπτιστεί Καθολική γεγονός που έβρισκε αντίθετη όλη της την οικογένεια. Έτσι οι δύο νέοι αποφάσισαν να φύγουν μαζί από τη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκαν αρχικά στην Αθήνα όπου αφού βαπτίστηκε χριστιανή η Αλίνε τελέστηκε ο γάμος τους. Λίγο αργότερα αφού αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις του ζευγαριού με την οικογένεια του Ντίνο Φερνάντεζ ο Σπύρος Αλιμπέρτης και η σύζυγός του επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκαν στην Κάζα Μπιάνκα.
Το 1941 η Κάζα Μπιάνκα επιτάχθηκε και ο όροφος του κτιρίου χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Ιταλού προξένου ενώ το ζεύγος Αλιμπέρτη συνέχισε να κατοικεί στο ισόγειο. Αργότερα η έπαυλη πέρασε στους Γερμανούς. Όταν ξεκίνησαν οι διωγμοί των Εβραίων το ζεύγος Αλιμπέρτη αναγκάστηκε να κρυφτεί ενώ ο Ντίνο Φερνάντεζ μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας του και με μέλη άλλων εβραϊκών οικογενειών της Θεσσαλονίκης διέφυγε στην Ιταλία. Εκεί εγκαταστάθηκαν σε ένα ξενοδοχείο στο χωριό Μέινα στην λίμνη Ματζιόρε όπου το 1943 δολοφονήθηκαν από άνδρες των SS. Για μερικά χρόνια τη δεκαετία του εξήντα, στον όροφο της έπαυλης λειτούργησε νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο ενώ το ζεύγος Αλιμπέρτη συνέχιζε να διαμένει στο ισόγειο. Το 1965 η έπαυλη αγοράστηκε από τους Ν. και Γ. Τριάρχου και τους Σουζάνα και Σολομών Μαλλάχ.
Το 1976 ολοκληρώθηκε η διαδικασία χαρακτηρισμού από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Κάζα Μπιάνκα ως έργο τέχνης. Στο μεταξύ όμως είχαν ξεκινήσει παράνομες ενέργειες, που συνεχίστηκαν και αργότερα, όπως η αφαίρεση των πατώματων του κτιρίου, των ξυλόγλυπτων πορτών, κουφωμάτων κ.α. και κυρίως των δοκαριών που οδήγησε στην κατάρρευση των ορόφων και του κεντρικού τμήματος της στέγης του κτιρίου. Ο σεισμός πάντως της Θεσ/νίκης το 1978 δεν προκάλεσε ζημιές στο κτίριο. Τρεις φορές το 1977, το 1981 και το 1983 έγιναν αιτήσεις αποχαρακτηρισμού του κτιρίου αλλά οι αντίστοιχες αποφάσεις ήταν αρνητικές. Τελικά το 1993 συντάχτηκε μελέτη αποκατάστασης του κτιρίου από ομάδα αρχιτεκτόνων και πολιτικών μηχανικών με επικεφαλής τον καθηγητή Νικόλαο Μουτσόπουλο και οι εργασίες αναστήλωσης έγιναν την τριετία 1994-1997. Σήμερα (2013) στην Κάζα Μπιάνκα στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη της Θεσσαλονίκης
Το κτίριο Στα τέλη του 19ου –αρχές 20ου αιώνα κυριάρχησε στη Θεσσαλονίκη το αρχιτεκτονικό ρεύμα του εκλεκτικισμού. Το αρχιτεκτονικό αυτό ρεύμα συνδύαζε στοιχεία από διαφορετικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, τα οποία όμως χρησιμοπούνταν με τέτοιο τρόπο ώστε το σύνολο που προέκυπτε να είναι ενιαίο. Η Κάζα Μπιάνκα είναι χαρακτηριστικό δείγμα αυτού του αρχιτεκτονικού ρεύματος. Αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο, έναν όροφο και ένα δεύτερο όροφο –σοφίτα (mansarde). Όταν στην έπαυλη έμενε η οικογένεια του Ντίνο Φερναντεζ και στη συνέχεια το ζεύγος Αλιμπέρτη στο ημιυπόγειο ήταν τα δωμάτια του υπηρετικού προσωπικού και άλλοι βοηθητικοί χώροι, στο ισόγειο ήταν δύο υπνοδωμάτια, το γραφείο, ένα σαλόνι, η τραπεζαρία, το μαγειρίο, ένα λουτρό και βοηθητικοί χώροι, στον πρώτο όροφο υπήρχαν κυρίως υπνοδωμάτια και χώροι που χρησιμοποιούνταν από το υπηρετικό προσωπικό (οι οποίοι διαμορφώθηκαν ανάλογα όταν τη δεκαετία του εξήντα λειτούργησε στον πρώτο όροφο της έπαυλης δημοτικό και νηπιαγωγείο) και στο δεύτερο όροφο –σοφίτα (mansarde) υπήρχαν δωμάτια στα οποία έπαιζαν τα παιδιά, η βιβλιοθήκη και χώροι που επίσης χρησιμοποιούνταν από το υπηρετικό προσωπικό. Η κεντρική είσοδος της έπαυλης, στην οποία οδηγεί ένα μαρμάρινο μπαρόκ κλιμακοστάσιο, βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του κτιρίου. Στη βόρεια πλευρά υπάρχει δευτερεύουσα είσοδος. Στην ανατολική και στη δυτική πλευρά υπάρχουν βεράντες, ημιυπαίθριοι και στεγασμένοι εξώστες και μπαλκόνια.