Γεωγραφικά τοπία της ελληνικής βιομηχανίας: όψεις χωρικής ολοκλήρωσης πριν και μετά την ένταξη στην ΕΟΚ ( ) Γρηγόρης Καυκαλάς ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΕΕ: Αθήνα, 3-5 Ιουλίου 2006
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Σύνοψη: πλαίσιο και περιεχόμενο Η εισήγηση επανεξετάζει υπό το φως νεότερων θεωρητικών αντιλήψεων τη διαμόρφωση των γεωγραφικών ‘τοπίων’ της ελληνικής βιομηχανίας κατά την περίοδο από το 1978 (δηλαδή λίγο πριν από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε ΕΟΚ) το 1981) έως το 1988 (δηλαδή κατά τη σχεδόν παράλληλη έναρξη εφαρμογής της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης για την υλοποίηση της Ενιαίας Αγοράς και της μεταρρύθμισης των διαρθρωτικών ταμείων για την εφαρμογή της διαρθρωτικής πολιτικής και τη σύνταξη του Α’ ΚΠΣ).
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Σύνοψη: πλαίσιο και περιεχόμενο Ειδικότερα εξετάζονται οι τάσεις κατανομής της βιομηχανικής παραγωγής και μεταβολής της απασχόλησης καθώς και ο βαθμός ειδίκευσης - διαφοροποίησης της κλαδικής διάρθρωσης των παραγωγικών συστημάτων. Επιπλέον επιχειρείται η συνεκτίμηση της επίδοσης συγκεκριμένων περιοχών ως προς την παραγωγικότητα, τη μεταβολή της απασχόλησης και την παρουσία καινοτομίας κατά την περίοδο
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Σύνοψη: πλαίσιο και περιεχόμενο Η βασική υπόθεση που διατυπώνεται είναι ότι τα χαρακτηριστικά των ‘τοπίων’ της ελληνικής βιομηχανίας αντιστοιχούν σε συγκεκριμένους τύπους παραγωγικών συστημάτων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη χωρική κατανομή της ανάπτυξης κατά τη διαδικασία προσαρμογής στην Ενιαία Αγορά και τη δυναμική σύγκλισης/απόκλισης ως προς τα ευρωπαϊκά μεγέθη κατά τη δεκαετία του Στο πλαίσιο αυτό η εισήγηση αφού αναφερθεί συνοπτικά στο γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης παρουσιάζει πιο αναλυτικά τα χαρακτηριστικά των παραγωγικών συστημάτων και τη χωρική διαφοροποίηση των περιοχών.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Το γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης 1970: κρίση και αναδιάρθρωση Με την παγκόσμια κρίση των αρχών της δεκαετίας του 1970 και την αδυναμία του μέχρι τότε κυρίαρχου τρόπου ανάπτυξης να στηρίξει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, ενεργοποιούνται νέες δυνάμεις και διαδικασίες που χαρακτηρίζονται από μια διαφορετικού τύπου οικονομική γεωγραφία. Οι ρυθμοί ανάπτυξης των αναπτυγμένων περιφερειών ανακόπτονται δραστικά, ιδιαίτερα στο βαθμό που στηρίζονταν στους κλάδους μαζικής παραγωγής (π.χ. αυτοκίνητα, ηλεκτρικές συσκευές) και ενδιάμεσων εισροών (π.χ. χάλυβας, χημικά προϊόντα) ενώ οι μητροπολιτικές περιοχές αντιμετωπίζουν πρωτοφανή σε έκταση αποβιομηχάνιση και διόγκωση της διαρθρωτικής ανεργίας.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Το γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης 1980: ανάδυση νέων περιοχών ανάπτυξης Παράλληλα ορισμένες ενδιάμεσες περιοχές αναδεικνύονται σαν περιοχές εγκατάστασης μονάδων παραγωγής που έχουν διαχωριστεί από τις επιτελικές λειτουργίες των επιχειρήσεων στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου καθώς επίσης και σαν προνομιακό πεδίο εκδήλωσης νέων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Πολλοί μελετητές ανάγουν αυτό το φαινόμενο στη σχετική απομόνωση αυτών των περιοχών από την πλήρη διείσδυση του προηγούμενου μοντέλου ανάπτυξης και στη διατήρηση κάποιας βιομηχανικής παράδοσης που επιτρέπει τη γόνιμη εισαγωγή νέας τεχνολογίας και νέων μορφών οργάνωσης.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Κρίση, αναδιάρθρωση και ανάδυση νέων περιοχών ανάπτυξης στον ευρωπαϊκό χώρο
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Το γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης 1990: το τέλος του διπολισμού Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και της γεωπολιτικής διαίρεσης της Ευρώπης, ο δραστικός μετασχηματισμός του ρόλου των εθνικών κρατών και των γεωπολιτικών ισορροπιών σε συνδυασμό με την εμφάνιση νέων κοινωνικών και γεωγραφικών ανισοτήτων και μεταναστευτικών ροών, την ανάγκη διαχείρισης της περιβαλλοντικής κρίσης, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών σε κρίσιμους τομείς και την αναζήτηση νέων μορφών διακυβέρνησης αποτελούν χαρακτηριστικά πεδία του φάσματος των ζητημάτων, που συνδέονται με τον έλεγχο και τον προσανατολισμό της χωρικής ανάπτυξης καθώς η σύνθεση του τοπικού με το παγκόσμιο αποκτά κρίσιμο και καθοριστικό ρόλο.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Το γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης 2000: τόπος και παγκοσμιοποίηση Ο μηχανισμός της σύνθεσης του τοπικού με το παγκόσμιο ανάγεται στη λειτουργία της παγκόσμιας αγοράς και τη διαδικασία διεθνοποίησης του κεφαλαίου. Η εκ των πραγμάτων επιλεκτική και άνιση διείσδυση του κεφαλαίου σε κλάδους και περιφέρειες, διαφοροποιεί τις υλικές προϋποθέσεις της τοπικής ανάπτυξης αυξάνοντας τη χωροθετική ευελιξία του κεφαλαίου. Σε κάθε περίπτωση, η διαδρομή κάθε περιοχής παραμένει ανοιχτή προς κάθε κατεύθυνση καθώς η συνολική διαδικασία αποκαλύπτει την ενότητα του ‘οικονομικού’ και του ‘πολιτικού’ στοιχείου μέσα στον γεωγραφικό χώρο. Η επιβολή της ‘πειθαρχίας’ του κλάδου και της ελεύθερης αγοράς αντιπαρατίθεται στην περιφερειακή ή τοπική ολοκλήρωση που εκφράζει τις πολιτικές διεκδικήσεις για αυτοδύναμη και ανεξάρτητη ανάπτυξη.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Το γενικό πλαίσιο της χωρικής ανάπτυξης: παλιές και νέες θεωρητικές προσεγγίσεις Στο πλαίσιο αυτό εμφανίστηκαν πολλές νέες προσεγγίσεις για την κατανόηση της χωρικής ανάπτυξης εισάγοντας έννοιες όπως η ‘ευέλικτη εξειδίκευση, η ‘θεσμική πυκνότητα’, το ‘κοινωνικό κεφάλαιο’, οι ‘βιομηχανικές συνοικίες’, οι ‘περιοχές σύστημα’, οι ‘έξυπνες’ ή ‘καινοτόμες’ περιοχές, κλπ. Βασικές κατευθύνσεις που συνδέουν τη χωροθέτηση των οικονομικών δραστηριοτήτων με τη χωρική ανάπτυξη είναι αφενός η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος που αναφέρεται στη διαδικασία ειδίκευσης των διαφόρων παραγωγικών συστημάτων (κυρίως σε εθνικό επίπεδο) και η λεγόμενη ‘νέα οικονομική γεωγραφία’ που εστιάζεται στις τάσεις χωρικής συγκέντρωσης των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ πριν την ένταξη στην ΕΟΚ: περιοχές βιομηχανικής συγκέντρωσης Το 1978 υπήρχαν 17 νομοί που συγκέντρωναν τουλάχιστον το 1% της συνολικής βιομηχανικής απασχόλησης. Οι νομοί Αττικής (48.9%) και Θεσσαλονίκης (12.3%) κυριαρχούσαν ως τα πλέον σημαντικά και διαφοροποιημένα κέντρα βιομηχανικής συγκέντρωσης ακολουθούμενα από τους νομούς Μαγνησίας, Βοιωτίας, Λάρισας, και Αχαΐας ως κέντρα εθνικής ακτινοβολίας. Οι νομοί Φθιώτιδας, Καβάλας, Σερρών και Ηρακλείου είχαν επίσης σημαντική δραστηριότητα περιφερειακής ακτινοβολίας. Τέλος ορισμένα μικρότερα κέντρα όπως οι νομοί Ημαθίας, Καστοριάς, Μεσσηνίας, Εύβοιας, Κορινθίας και Κοζάνης έπαιζαν ένα σημαντικό ρόλο κυρίως λόγω της ειδίκευσης τους σε συγκεκριμένους κλάδους.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ πριν την ένταξη στην ΕΟΚ: πολώσεις και άξονες Οι διαπιστώσεις σχετικά με την κατανομή της βιομηχανικής δραστηριότητας στοιχειοθετούν τον σχηματισμό ενός συνεχούς αναπτυξιακού άξονα, ουσιαστικά του γνωστού σχήματος S από την Πάτρα έως την Καβάλα. Πιο προσεκτική ανάλυση τονίζει ότι η γεωγραφική αυτή κατανομή εμφανίζει μια διάχυτη πόλωση που οπωσδήποτε αποκλείει ένα μεγάλο τμήμα του ελλαδικού χώρου. Όμως δεν επιβεβαιώνει τις τότε κυρίαρχες και σε αντιπαράθεση αντιλήψεις περί πόλωσης γύρω από την πρωτεύουσα από τη μια πλευρά και της ρητορικής (διεκδικητικής ή προγραμματικής) για την ανάπτυξη του συνόλου του ελλαδικού χώρου.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η κατανομή της βιομηχανικής δραστηριότητας Το 1988 οι 20 από τους 52 νομούς της χώρας συγκεντρώνουν πάνω από το 1% της ακαθάριστης αξίας βιομηχανικής παραγωγής ή/και βιομηχανικής απασχόλησης. Συνολικά οι 20 αυτοί νομοί συγκεντρώνουν το 83,7% της συνολικής βιομηχανικής ακαθάριστης αξίας παραγωγής και το 86,3% της βιομηχανικής απασχόλησης. Μπορούμε δηλαδή να θεωρήσουμε ότι τα 20 αυτά κέντρα βιομηχανικής συγκέντρωσης συγκροτούν τον πυρήνα της βιομηχανικής δραστηριότητας της χώρας. Η εισήγηση αναφέρεται στη συνέχεια στα 20 αυτά κέντρα για την ανάλυση και απεικόνιση των υπολοίπων συνιστωσών των τοπικών παραγωγικών συστημάτων.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η κατανομή της βιομηχανικής δραστηριότητας Στο χάρτη φαίνονται οι 17 νομοί με ΑΠΑ >1%. Στα 20 κέντρα περιλαμβάνονται και οι νομοί Σερρών, Δράμας και Καστοριάς με βιομηχανική απασχόληση >1%.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η μεταβολή της βιομηχανικής απασχόλησης Ο δυναμισμός των τοπικών παραγωγικών συστημάτων καταγράφεται με τη μεταβολή της συνολικής βιομηχανικής απασχόλησης στους νομούς κατά την περίοδο από τους 20 νομούς χάνουν θέσεις εργασίας (σε ορισμένους -κυρίως γύρω από την Αττική – η μείωση είναι δραματική) ενώ 8 (οι 5 πρώτοι στην Βόρεια Ελλάδα) κερδίζουν θέσεις εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στις 11 πρώτες θέσεις με ρυθμό αύξησης της απασχόλησης πάνω από 4% οι 9 είναι νομοί της Βόρειας Ελλάδας.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η μεταβολή της βιομηχανικής απασχόλησης
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η μεταβολή της βιομηχανικής απασχόλησης Διαπιστώνεται η ‘διάλυση’ του αναπτυξιακού άξονα και η εμφάνιση δυνητικών εστιών ή πυρήνων αποβιομηχάνισης και νέο-εκβιομηχάνισης, κρίσης, στασιμότητας ή αναδιάρθρωσης στο τέλος της περιόδου που εξετάζεται. Α. Τοπικά παραγωγικά συστήματα με δυναμισμό (νέο-εκβιομηχάνιση) : νομοί Θεσσαλονίκης, Σερρών, Πέλλας και Δράμας Β. Τοπικά Παραγωγικά συστήματα σε στασιμότητα ή αναδιάρθρωση : νομοί Αττικής, Ηρακλείου, Καβάλας, Αρκαδίας, Λάρισας, Ημαθίας και Κοζάνης Γ. Τοπικά παραγωγικά συστήματα σε κρίση (αποβιομηχάνιση): νομοί Βοιωτίας, Μαγνησίας, Εύβοιας, Κορινθίας, Αχαΐας, Δωδεκανήσου, Αιτωλό-Ακαρνανίας, Φθιώτιδας και Καστοριάς.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η κλαδική διάρθρωση: ειδίκευση-διαφοροποίηση Στη συνέχεια εξετάζεται η κλαδική διάρθρωση των τοπικών παραγωγικών συστημάτων. Βάση της ανάλυσης είναι ο δείκτης ειδίκευσης/ διαφοροποίησης που αναφέρεται στην απόκλιση της κλαδικής διάρθρωσης κάθε περιφερειακού παραγωγικού συστήματος από την αντίστοιχη διάρθρωση του εθνικού παραγωγικού συστήματος. Με τον τρόπο αυτό εντοπίζονται τα περισσότερο διαφοροποιημένα πολυκλαδικά τοπικά παραγωγικά συστήματα καθώς και τα συστήματα που ειδικεύονται σε μικρό αριθμό κλάδων.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η κλαδική διάρθρωση: ειδίκευση-διαφοροποίηση
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η κλαδική διάρθρωση: ειδίκευση-διαφοροποίηση Α. Ειδικευμένα τοπικά παραγωγικά συστήματα α.1 Μεγάλης ειδίκευσης: Καστοριάς, Βοιωτίας, Δράμας και Κοζάνης α.2. Μεσαίας ειδίκευσης: περιοχές Ημαθίας, Εύβοιας, Πέλλας, Αρκαδίας και Κορινθίας. Β. Διαφοροποιημένα τοπικά παραγωγικά συστήματα β.1. Μεσαίας διαφοροποίησης: περιοχές Αιτωλό-Ακαρνανίας, Φθιώτιδας, Δωδεκανήσου, Ηρακλείου και Καβάλας. β.2. Μεγάλης διαφοροποίησης: περιοχές Πρωτεύουσας, Θεσσαλονίκης και Αχαΐας, Λάρισας, Μαγνησίας, Σερρών και υπ. Αττικής Σημειώνεται η εναλλαγή περιοχών ειδίκευσης και διαφοροποίησης κατά μήκος τους αναπτυξιακού άξονα της χώρας. Μένει να διερευνηθεί αν πρόκειται για συμπληρωματικές ανταγωνιστικές διαδικασίες.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η δυναμική της καινοτομίας Η δυναμική της καινοτομίας εξετάζεται με βάση τις δαπάνες των κλάδων για έρευνα και ανάπτυξη (R&D) και τις πληρωμές δικαιωμάτων για πατέντες (Royalties) το Με τον τρόπο αυτό προκύπτουν δυο δείκτες έντασης καινοτομίας με βάση τους οποίους ξεχωρίζουν 7 κλάδοι (χημικά, είδη μετάλλου, μεταλλουργία, ποτά, ηλεκτρικά, μη- μεταλλικά ορυκτά, τρόφιμα) οι οποίοι παρουσιάζουν ψηλές τιμές και στους δυο δείκτες. Οι 7 αυτοί κλάδοι θεωρούνται πύλες εισόδου της καινοτομίας στην ελληνική βιομηχανία και δυνητικά η παρουσία τους στο παραγωγικό σύστημα μιας περιοχής δημιουργεί θετικές προϋποθέσεις για μεταφορά τεχνολογίας και καινοτομική ανάπτυξη.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η δυναμική της καινοτομίας
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 Η δυναμική της καινοτομίας A. Παραγωγικά συστήματα με μεγάλη συμμετοχή καινοτομικών κλάδων (Βοιωτίας, Μαγνησίας, Αττικής, Εύβοιας, Θεσσαλονίκης, Κορίνθου). Β. Παραγωγικά συστήματα με μεσαία συμμετοχή καινοτομικών κλάδων (Αχαΐας, Δωδεκανήσου, Ηρακλείου, Αιτωλό-Ακαρνανίας και Καβάλας) Γ. Παραγωγικά συστήματα με μικρή συμμετοχή καινοτομικών κλάδων όπου διακρίνονται δυο υπό-ομάδες γ.1. Οι νομοί χαμηλής συμμετοχής (Σερρών, Αρκαδίας, Λάρισας, Φθιώτιδας). γ.2. Οι νομοί πλήρους απουσίας (Ημαθίας, Κοζάνης, Πέλλας, Δράμας και Καστοριάς)
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – παράμετροι και υποθέσεις Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επιχειρηθεί η διαφοροποίηση των περιοχών με βάση τη σύνθεση των βασικών χαρακτηριστικών τους και μεγαλύτερη εμβάθυνση με τη διατύπωση και τον έλεγχο θεωρητικών υποθέσεων. Στη συγκεκριμένη ανάλυση η μεταβολή της απασχόλησης, ο βαθμός ειδίκευσης και διαφοροποίησης και η ένταση καινοτομίας συνδυάζονται οδηγώντας σε υποθέσεις που δεν είναι ορατές στα επιμέρους χαρακτηριστικά των παραγωγικών συστημάτων. Η διατύπωση ερωτημάτων και υποθέσεων για τις περιφερειακές παραγωγικές δομές θα πρέπει να ικανοποιεί ταυτόχρονα την καταλληλότητα των εμπειρικών δεδομένων και την επάρκεια των θεωρητικών εννοιών.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – τυπολογία και βασικές έννοιες Οι βασικές θεωρητικές έννοιες που θα πρέπει να αναφέρονται σε μια συστηματική τυπολογία των παραγωγικών συστημάτων περιλαμβάνουν τα δίκτυα ενδοκλαδικών και διακλαδικών σχέσεων, την ενδοκλαδική και διακλαδική διαίρεση εργασίας και το βαθμό συνοχής (κάθετης και οριζόντιας ολοκλήρωσης) του παραγωγικού συστήματος. Καθώς οι εμπειρικές εκφράσεις αυτών των εννοιών διαφοροποιούνται και μεταβάλλονται κλαδικά, χωρικά και χρονικά είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διατηρήσει κανείς το ελάχιστο σταθερό περιεχόμενο που θα απαιτούσαν κάποιες διαπεριφερειακές και διαχρονικές συγκρίσεις.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – σύνθεση και εκτιμήσεις Η προσπάθεια που ακολουθεί περιλαμβάνει δυο βήματα: τη χαρτογράφηση της σχέσης ανάμεσα στη μεταβολή της απασχόλησης και τη δυναμική της καινοτομίας και στη συνέχεια την εισαγωγή της διάστασης του βαθμού χωρικής ειδίκευσης/ διαφοροποίησης. Στο πρώτο βήμα διαπιστώνεται ότι ο δυναμισμός ή η κρίση της βιομηχανικής δραστηριότητας δε συνδέεται με την παρουσία καινοτομίας, γεγονός που δείχνει το συγκυριακό χαρακτήρα της βιομηχανικής ανάπτυξης και την απουσία προοπτικής.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – μεταβολή απασχόλησης και καινοτομία
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – η συνιστώσα ειδίκευσης/διαφοροποίησης Η εισαγωγή της συνιστώσας της ειδίκευσης/ διαφοροποίησης δεν φαίνεται να οδηγεί σε συστηματική τυπολογία των παραγωγικών συστημάτων. Ένα χαρακτηριστικό σημείο είναι ότι όταν έχουμε μεγάλη παρουσία καινοτομίας και ψηλή ειδίκευση του παραγωγικού συστήματος παρατηρείται και μεγάλη μείωση βιομηχανικής απασχόλησης. Αντίθετα όταν έχουμε περιορισμένη παρουσία καινοτομίας, η ειδίκευση του παραγωγικού συστήματος συνδυάζεται με στασιμότητα ή και αύξηση της βιομηχανικής απασχόλησης. Από την άλλη πλευρά όμως δεν παρατηρείται συστηματική συσχέτιση ή επίδραση της ψηλής διαφοροποίησης στα άλλα δυο χαρακτηριστικά γεγονός που επιβεβαιώνει μάλλον τον συγκυριακό χαρακτήρα της χωρικής ανάπτυξης και των παραγωγικών συστημάτων των διαφόρων περιοχών.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Χωρική διαφοροποίηση – η συνιστώσα ειδίκευσης/διαφοροποίησης Μεταβολή απασχόλησης>+5% -5%<μεταβολή απασχόλησης<+5% μεταβολή απασχόλησης<-5% Ψηλή ένταση καινοτομίας ΘεσσαλονίκηςΑττικήςΒοιωτίας Μαγνησίας Εύβοιας Κορινθίας Μεσαία ένταση καινοτομίας Ηρακλείου Καβάλας Αχαΐας Δωδεκανήσου Αιτωλοακαρνανίας Χαμηλή ένταση καινοτομίας Σερρών Πέλλας Δράμας Αρκαδίας Λάρισας Ημαθίας Κοζάνης Φθιώτιδας Καστοριάς Σκούρο μπλε Μεγάλη Διαφοροποίηση, Μπλε Περιορισμένη διαφοροποίηση Σκούρο Κόκκινο Μεγάλη ειδίκευση Κόκκινο Περιορισμένη ειδίκευση
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Συμπεράσματα και προοπτικές - 1 Τα βιομηχανικά ‘τοπία’ της χώρας στην αρχή και το τέλος μια δεκαετίας που αρχίζει το 1978 πριν από την ένταξη στην ΕΟΚ και τελειώνει το 1988 με ορατή πλέον την προοπτική της Ενιαίας Αγοράς, διαφωτίζουν τη διαδικασία προσαρμογής και τη θεμελίωση των προοπτικών χωρικής ανάπτυξης στις συνθήκες ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και παγκοσμιοποίησης που ακολούθησαν την επόμενη δεκαετία του 1990 και έως σήμερα. Διαπιστώνεται και στην Ελλάδα η γενικότερη τάση συγκέντρωσης των βιομηχανικών κλάδων και η μεταβολή της χωροθετικής τους συμπεριφοράς καθώς τα περιφερειακά παραγωγικά συστήματα τείνουν να αποκτήσουν πιο σαφή και εξειδικευμένα χαρακτηριστικά, ακολουθώντας συγκριτικά πλεονεκτήματα, ευκαιρίες και διαδικασίες που επιβάλλονται από τις απαιτήσεις της αυξημένης διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Συμπεράσματα και προοπτικές - 2 Από ορισμένες απόψεις οι τάσεις αυτές εκφράζουν μια σχεδόν υποχρεωτική πορεία που αντιστοιχεί σε οικονομίες κλίμακας και χωροταξικής συγκέντρωσης. Οι εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν εδώ θα πρέπει να αποτελέσουν δευτερογενώς υποθέσεις για παραπέρα διερεύνηση και εμβάθυνση καθώς υπάρχουν τόσο θεωρητικά επιχειρήματα όσο και εμπειρικές ενδείξεις ότι η πορεία της ελληνικής βιομηχανίας και της χωρικής ανάπτυξης εξαρτάται από το χαρακτήρα και τη διαδρομή των τοπικών παραγωγικών συστημάτων. Σε κάθε περίπτωση οι τάσεις αυτές δείχνουν μια σειρά από παράγοντες που θα πρέπει να ενταχθούν στον πυρήνα γύρω από τον οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια συνολική πολιτική (αλλά και ερμηνεία) για την πορεία της βιομηχανικής και χωρικής ανάπτυξης.
Ελληνική Βιομηχανία: προς την οικονομία της γνώσης, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου Βιβλιογραφία Combes P.-Ph. and Overman, H.G. (2003): The Spatial Distribution of Economic Activities in the European Union, Centre for Economic Performance Globalization Programme, LSE Garofoli, G. (1991): The Italian model of spatial development in the 1970s and the 1980s. In Benko, G. and M. Dunford (eds.), Industrial change and re-gional development, London: Belhaven. Καυκαλάς, Γ., 1992, Περιφερειακή ανάπτυξη και χωρική ολοκλήρωση, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής Καυκαλάς, Γ. και Δ. Φουτάκης, 1998, Καινοτομία και μεταφορά τεχνολογίας στα παραγωγικά συστήματα των ελληνικών περιφερειών, στο Ε. Σεφερτζή, επιμέλεια, Καινοτομία: περιοχές σύστημα, μεταφορά τεχνολογίας και καινοτομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, Αθήνα: Gutenberg Κομνηνός, Ν. 1990: Τοπική ευελιξία και η κρίση της βιομηχανίας στην Ελλάδα. ΤΟΠΟΣ, 1/90, Piore, M. and C.F.Sabel (1984): The second industrial divide: possibilities for prosperity. New York: Basic Books. Porter, M.E., (2000), Location, Competition, and Economic Development: Local Clusters in a Global Economy, in ECONOMIC DEVELOPMENT QUARTERLY, Vol. 14 No. 1,