Κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα Ή του Άη Λάρκου.
Η ίδρυση κάστρων, τειχών και μοναστηριών ήταν η έμπρακτη εκδήλωση του ενδιαφέροντος των Κομνηνών για την Κύπρο που συνδυάστηκε με τις στρατιωτικοπολιτικές ανάγκες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Το σπουδαιότερο κάστρο της Κύπρου είναι εκείνο του Αγίου Ιλαρίωνα βρίσκεται στην κατεχόμενη επαρχία Κερύνειας. Κατασκευάστηκε από τους Βυζαντινούς τον 11ο αιώνα μ.Χ. στην ομώνυμη κορυφή του Πενταδάκτυλου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 725 μ. και ονομάστηκε έτσι επειδή στο σημείο αυτό είχε ασκητέψει ο Άγιος Ιλαρίωνας ο νέος. Είναι προσβάσιμο μόνο από τη νότια πλευρά του,στις υπόλοιπες περιβάλλεται από απρόσιτους γκρεμούς. Μέσα στο κάστρο υπάρχει ναός από την εποχή της κατασκευής του (11ος αιώνας). Στη διάρκεια της φραγκοκρατίας αποτέλεσε παραθεριστική κατοικία των φράγκων ηγεμόνων της Κύπρου. Εγκαταλείφθηκε και καταστράφηκε από τους Ενετούς τον 14ο αιώνα.
Αρχιτεκτονική Το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα διαιρείται σε τρία τμήματα: το μεγαλύτερο και χαμηλότερο καταλαμβάνει την νότια κλιτή κάτω από την βραχώδη βουνοκορφή. Το μεσαίο και κύριο τμήμα καταλαμβάνει την ανατολική πλαγιά. Το ανώτερο τμήμα είναι κτισμένο ανάμεσα σε δύο βραχώδεις κορυφές που αποτελούν την βουνοκορφή. Σ’ αυτό είναι κτισμένα τα βασιλικά διαμερίσματα των Λουζινιανών, του 14ου αιώνα.
Λαϊκή Παράδοση Το κάστρο συνδέεται με την παράδοση της Ρήγαινας. Σύμφωνα με αυτή το έχτισε μια όμορφη κυρά, η Ρήγαινα, η οποία όμως είχε κακή καρδιά και βασάνιζε τους εργάτες. Όταν τελείωσε η κατασκευή του διέταξε τους στρατιώτες της να πετάξουν στο γκρεμό τους εργάτες για να μην αποκαλύψουν τα μυστικά του κάστρου, όπως κι έγινε. Μία δεύτερη παράδοση λέει ότι το πολιορκούσαν εχθροί δύο χρόνια και κατάφεραν να το πάρουν με δόλο αφού ήταν απόρθητο. Έντυσαν έναν στρατιώτη γυναίκα που έκανε τη έγκυο και φώναζε από τους πόνους της γέννας, τότε η Ρήγαινα τη λυπήθηκε και άνοιξε την πύλη να περάσει μέσα. Σαν άνοιξε η πύλη όλος ο εχθρικός στρατός μπήκε μέσα και η Ρήγαινα για να μην πιαστεί αιχμάλωτη πήδηξε στον γκρεμό.
Το κάστρο του Βουφαβέντο Ή και κάστρο των Λεόντων.
Το Βουφαβέντο είναι κάστρο της Κύπρου στον Πενταδάκτυλο στην, κατεχόμενη σήμερα, επαρχία Κερύνειας. Κτίστηκε από τους Βυζαντινούς μετά την εδραίωση της κυριαρχίας τους στο νησί τον 11ο αιώνα. Βρίσκεται σε υψόμετρο 954 μέτρων στην ομώνυμη κορυφή. Το κάστρο αναφέρεται σε γραπτές πηγές για πρώτη φορά το 1191, ενώ στην περίοδο της φραγκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε σαν φυλακή. Τον 16ο αιώνα καταστράφηκε από τους Ενετούς. Η ονομασία του πιθανολογείται ότι δόθηκε από τους Φράγκους προς ανάμνηση του κάστρου Βουφάντ στη Γαλλία.
Ιστορία του κάστρου Δεν ήταν μεγάλο κάστρο, μα ήταν απόρθητο. Εκεί κατέφυγαν το 1232 οι συγγενείς του αντιβασιλέα Ιωάννη ντ' Ιμπελίν κι η γερμανόφιλη ομάδα του Έημερη Μπαρλέ δεν μπόρεσε να το κυριεύσει. Χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές σαν φυλακή κατά τη Φραγκοκρατία. ΄Ηταν το καλύτερο παρατηρητήριο της Κύπρου. Καταστράφηκε κι αυτό από τους Βενετσιάνους. Το Βουφαβέντο καταστράφηκε από τους Βενετούς στις αρχές του 16ου αι.(μετά το 1529) στην προσπάθεια τους να ενισχύσουν την άμυνα της Λευκωσίας και των παραλιών και να εμποδίσουν εχθρικές δυνάμεις να χρησιμοποιήσουν τα οχυρά. Κατά τις παραμονές της Οθωμανικής εισβολής, το 1570 ο Astorre Baglione ο οποίος προετοίμαζε την άμυνα της Λευκωσίας φέρεται να έστειλε στο κάστρο όσους δεν μπορούσαν να πολεμήσουν.
Αρχιτεκτονική Αποτελείται από δύο ζώνες και είναι περιτριγυρισμένο από τείχος . Η κατώτερη περιλαμβάνει το τείχος και τους πύργους. Στη δεύτερη που είναι πολύ ψηλότερα από την πρώτη περιλαμβάνονται οι χώροι διαμονής, το παρεκκλήσι και οι στέρνες. Σύμφωνα με την παράδοση, τα δωμάτια του φρουρίου ήταν εκατόν ένα, στο ένα απ’ αυτά, το μυστικό δωμάτιο, φυλάγονταν οι θησαυροί της Ρήγαινας.
Λαϊκή Παράδοση Το κάστρο συνδέεται με την παράδοση της Ρήγαινας. Σύμφωνα με αυτήν το έχτισε μια όμορφη κυρά, η Ρήγαινα, η οποία όμως είχε κακή καρδιά και βασάνιζε τους εργάτες. Όταν τελείωσε η κατασκευή του, διέταξε τους στρατιώτες της να πετάξουν στο γκρεμό τους εργάτες για να μην αποκαλύψουν τα μυστικά του κάστρου, όπως κι έγινε.
Ιστορία της Κύπρου. Σοφία Μπαρνιά. Βικτώρια Μπαρνιά. Ευχαριστούμε!