2. Μορφή και οργάνωση του μαθήματος 4.1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ 2. Μορφή και οργάνωση του μαθήματος Πρόκειται για ένα μάθημα γνωριμίας με την εξέλιξη στο χώρο των εκπαιδευτικών λογισμικών όπως και με την οπτική παιδαγωγική γωνία στην οποία βασιζόταν τόσο ο σχεδιασμός όσο και η χρήση τους.
Αναλυτική περιγραφή του μαθήματος Α. Μοντέλο διάδοσης Οι πρώτοι τρόποι χρήσης του υπολογιστή για εκπαιδευτικούς λόγους ήταν επηρεασμένοι από τον συμπεριφορισμό (behaviourism) και η πιο προφανής ένδειξη είναι η χρήση των προγραμμάτων πρακτικής και εκγύμνασης (drill and practice) που κυρίως στοχεύουν στην εξάσκηση των μαθητών για την ανάπτυξη συγκεκριμένης, συχνά αρκετά περιορισμένης, επάρκειας και ικανοτήτων.
Βέβαια και αυτά τα προγράμματα έχουν υποστεί εξελίξεις Βέβαια και αυτά τα προγράμματα έχουν υποστεί εξελίξεις. Από τα πρώτα συστήματα, όπου όλες οι πιθανές απαντήσεις ήταν από πριν προγραμματισμένες, τώρα στα συστήματα, όπου η χρήση τεχνικών και μεθόδων της τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπει την εξατομίκευση της διεπαφής, τον τύπο των προτεινόμενων ασκήσεων και την ανατροφοδότηση που επιτυγχάνεται. Ακόμη και σήμερα τα συστήματα αυτά περιέχουν λίγο διδακτικό υλικό και κυρίως χρησιμοποιούνται για να εξεταστεί η απόκτηση συγκεκριμένων δεξιοτήτων που προβλέπονται από τα αναλυτικά προγράμματα.
Σε αντίθεση τα tutorial systems περιέχουν διδακτικό υλικό σχετικό με κάποιο θέμα. Σε αυτά αποδίδεται σπουδαιότητα σε παράγοντες όπως η απομνημόνευση, η ενίσχυση, η παρουσίαση αντικειμένων, οι οποιεσδήποτε ερωτήσεις απαιτούν εφαρμογή εννοιών που έχουν καλυφθεί από το διδακτικό υλικό και η ανατροφοδότηση είναι διαγνωστικού χαρακτήρα. Αξιοποιούνται κυρίως από το δάσκαλο ως ένα εργαλείο βοηθητικό στη δουλειά του.
Και στις δυο περιπτώσεις πρόκειται για περιβάλλοντα όπου η γνώση διαβιβάζεται προκειμένου να αποκτηθεί από το χρήστη.
Β. Μαθητοκεντρικό μοντέλο Η παραδοχή αργότερα ότι η ουσία της μάθησης χάνεται αν αυτή περιοριστεί απλά στην διάδοση της γνώσης και ότι η μάθηση βασίζεται σε μια ενεργή εξερεύνηση και προσωπική κατασκευή (οπτική γωνία του κονστρουκτιβισμού – constructivism) οδήγησε σε αλλαγές και στη χρήση της εκπαιδευτικής τεχνολογίας.
Οι Μικρόκοσμοι (microworlds) είναι ένα παράδειγμα συστήματος σχεδιασμένου με αυτό το γενικό πλαίσιο. Σε σχέση με τον ορισμό ενός μικρόκοσμου οι ερευνητές συμφωνούν ως προς έναν αριθμό χαρακτηριστικών που θεωρούνται συνήθως απαραίτητα στο να αποδοθεί σε ένα σύστημα ο χαρακτηρισμός μικρόκοσμος.
Παρέχει στο χρήστη έναν αριθμό πρωταρχικών αντικειμένων ή συναρτήσεων που μπορούν να συνδυαστούν προκειμένου να παράγουν ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Επιτρέπουν την άμεση διαχείριση αντικειμένων. Ο μικρόκοσμος δομείται γύρω από μια δοσμένη γνώση η οποία πρέπει να εξερευνηθεί μέσω μιας αλληλεπίδρασης του χρήστη με το σύστημα. Συνεπώς έχει δοθεί μια αυξημένη σπουδαιότητα στην επιστημολογία ως βάσης του μικρόκοσμου που το καθιστά πρόσφορο περιβάλλον προς εξερεύνηση (πχ η περίπτωση του Cabri).
Γ. Μοντέλο συμμετοχής Προοδευτικά στις μέρες δίνεται μια αυξημένη βαρύτητα στις ανάγκες του διδάσκοντα που θα χρησιμοποιήσει την τεχνολογία, στους τρόπους με τους οποίους αυτή θα χρησιμοποιηθεί, τα αντικείμενα του αναλυτικού προγράμματος, το κοινωνικό πλαίσιο και τους τρόπους οργάνωσης της διδασκαλίας. Αυτά έχουν αναμενόμενα συνέπειες στον τομέα της εκπαιδευτικής τεχνολογίας. Έχει σημειωθεί στο θεωρητικό επίπεδο μια στροφή από το τις γνωστικές θεωρίες και την έμφαση στο μεμονωμένο μαθητή και τη σκέψη του προς μια έμφαση στην κοινωνική φύση της γνώσης και του νοήματος της. Αυτή η μετακίνηση έχει επιδράσεις στην εφαρμογή της μαθησιακής τεχνολογίας.
Τα μαθησιακά περιβάλλοντα πολλαπλών περιβαλλόντων (multi-environment learning systems) μπορούν να θεωρηθούν ως η νέα γενιά συστημάτων ανοικτής μάθησης και είναι καταλληλότερα να μεσολαβήσουν για την εφαρμογή των νέων τρόπων θεώρησης της διδακτικής και μαθησιακής διαδικασίας. Καθιστούν διαθέσιμα εργαλεία ικανά να υποστηρίξουν όχι μόνο τη σχέση του μαθητή με την προσδοκώμενη γνώση αλλά και τη σχέση μεταξύ των συμμετεχόντων στη διδακτική αυτή δραστηριότητα, υποστηρίζοντας έτσι την κοινωνική αλληλεπίδραση (πχ το ARI-LAB, σύστημα που αναπτύχθηκε για να υποστηρίξει το δάσκαλο στο σχεδιασμό δραστηριοτήτων επίλυσης αριθμητικών προβλημάτων στην τάξη αλλά και για να υποστηρίξει και τους μαθητές στη λύση των προβλημάτων αυτών)