Μια εργασία από τα παιδιά της Α’2 Φεβρουάριος 2014 Αναδιήγηση και εικονογράφηση του παραδοσιακού παραμυθιού Η Γριά και το Παστέλι από το βιβλίο του Ανδρέα Κωνσταντινίδη «Με γέλια και με κλάματα…» Μια εργασία από τα παιδιά της Α’2 Φεβρουάριος 2014
Μια φορά κι έναν καιρό πριν από πολλά χρόνια, ζούσαν μαζί δυο γέροι, πολύ αγαπημένοι. Τα παιδιά τους παντρεύτηκαν και ξενιτεύτηκαν.
Μια μέρα, ο γέρος, όπως κάθε μέρα πήγε στον κοντινό λόφο για να βοσκήσει τα λιγοστά πρόβατά τους.
Η γριά, σαν καλή νοικοκυρά που ήταν, βγήκε έξω για να σκουπίσει την αυλή. Καθώς σκούπιζε με το φρουκάλι βρήκε ένα γρόσι στο πάτωμα.
Έσκυψε και το μάζεψε. Σκεφτόταν: «Τι να αγοράσω άραγε με αυτό; Να αγοράσω καρύδια; Είναι σκληρά και δεν μπορούμε να τα μασήσουμε».
Από τις σκέψεις την έβγαλε ένας παστελάρης που περνούσε εκείνη την ώρα από τη γειτονιά και διαλαλούσε την πραγμάτεια του: «Παστελάκι το καλό, ένα γρόσι το πουλώ…»
Ακούγοντας την κελαρυστή φωνή του παστελάρη, η γριά πολύ το πεθύμησε το παστέλι και βγήκε έξω για να αγοράσει λίγο. Δεν περνούσε δα και κάθε μέρα τέτοιος πραγματευτής από το χωριό τους…
Αφού αγόρασε το παστέλι η γριά το φύλαξε μέσα στο πιθάρι που ήταν δροσερό και περίμενε το γέρο της να επιστρέψει για να φάνε τον καλό μεζέ παρέα….
Μόλις ο γέρος επέστρεψε, η γριά του πρόφτασε τα νέα και αυτός με ανυπομονησία έτρεξε στο πιθάρι για να δοκιμάσει το παστέλι….
Έφαγε παστέλι και το απόλαυσε με την ψυχή του, μέχρι που χόρτασε Έφαγε παστέλι και το απόλαυσε με την ψυχή του, μέχρι που χόρτασε. Όταν προσπάθησε να βγει από το πιθάρι δεν τα κατάφερνε. Κόλλησε μέσα γιατί πάτησε εκεί που βρισκόταν το παστέλι.
Η γυναίκα του μπήκε μαζί του μέσα στο πιθάρι και προσπάθησε να τον βοηθήσει. Τον τραβούσε, τον έσπρωχνε με όλη της τη δύναμη, αλλά στο τέλος κόλλησε κι αυτή…
Τα δυο γεροντάκια έμειναν εκεί μέσα παγιδευμένα, σαν ποντίκια μέσα στη φάκα, για πολλή ώρα. Έκλαιγαν από την απελπισία τους. Με τα πολλά, τους άκουσαν οι γείτονες που έτρεξαν και τους βοήθησαν να βγουν από το πιθάρι.
Οι γέροι ήταν τώρα πια πολύ χαρούμενοι που γλίτωσαν, αλλά και πολύ ντροπιασμένοι για την ανοησία τους. Η είδηση για το πάθημά τους ταξίδεψε στα γειτονικά χωριά και τις πόλεις και από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε και σώθηκε μέχρι τις μέρες μας ώστε ακόμη μιλάμε για την περιπέτειά τους και γελάμε…