ΟΙ ΠΡΟΚΟΛΟΜΒΙΑΝΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ
Ο όρος «Προκολομβιανοί πολιτισμοί» αποτελεί συμβατική ονομασία των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στην αμερικανική ήπειρο πριν από την έλευση του Χριστόφορου Κολόμβου και τον αποικισμό των Ευρωπαίων. Υπολογίζεται ότι την περίοδο άφιξης του Κολόμβου στην Αμερική, ζούσαν στην ήπειρο περίπου 90 εκατομμύρια άνθρωποι: περίπου 10 εκατ. άνθρωποι στα βόρεια του σημερινού Μεξικού (ΗΠΑ και Καναδάς), 30 εκατ. στο Μεξικό, 11 εκατ. στην Κεντρική Αμερική, 450.000 στα νησιά της Καραϊβικής, 30 εκατ. στην περιοχή των Άνδεων και 9 εκατ. στην υπόλοιπη Νότια Αμερική. Οι αριθμοί αυτοί αργότερα μειώθηκαν δραματικά λόγω των πολέμων, της εξαναγκαστικής εργασίας και των επιδημικών ασθενειών που εισήχθησαν στην ήπειρο με την έλευση των Ευρωπαίων. Οι μεγαλύτεροι και σημαντικότεροι προκολομβιανοί πολιτισμοί ήταν οι Αζτέκοι, οι Μάγια και οι Ίνκας.
ΟΙ ΑΖΤΕΚΟΙ Ιθαγενής λαός του Μεξικού, που από τον 14ο έως τον 16ο αι. επέβαλε την κυριαρχία του σε μεγάλο μέρος της Κεντρικής Αμερικής. Για την προέλευση και την αρχική ιστορία της φυλής αυτής έχουν δημιουργηθεί πολυάριθμοι θρύλοι. Σύμφωνα με έναν από αυτούς, οι Α. πίστευαν ότι προέρχονται από το Αζτλάν, περιοχή που άλλοι την ταυτίζουν με την Καλιφόρνια, άλλοι με τη σημερινή πολιτεία των ΗΠΑ Νιου Μέξικο, άλλοι με τη Φλόριντα και άλλοι με την Ασία. Η επικρατέστερη παράδοση θεωρεί ότι ξεκίνησαν από την αρχική τους κοιτίδα, μαζί με άλλες φυλές που μιλούσαν τη γλώσσα ναχούα, λίγο μετά το 1000 μ.Χ. Γύρω στο 1300 και ύστερα από αγώνες και στερήσεις, έφτασαν στη σημερινή Κοιλάδα του Μεξικού. Ως τόπο εγκατάστασης αξιοποίησαν το ύψωμα Τσαπουλτεπέκ και τις μεγάλες λίμνες και τους βάλτους της περιοχής. Tο 1325 μ.Χ. έχτισαν την πρωτεύουσά τους. Ο τότε αρχηγός τους, ο οποίος ονομαζόταν Τενότς τους διέταξε να οικοδομήσουν μια πόλη στην πιο μεγάλη λίμνη, να χτίσουν τα σπίτια πάνω σε πασσάλους και να τα συνδέσουν με την ξηρά με αναχώματα. Η πόλη ονομάστηκε Τενοτστιτλάν , από το όνομα του αρχηγού.
Το 1376, υπό την ηγεσία του βασιλιά Ακαμιπίτστλι, αρχίζει η ιστορία της αζτεκικής μοναρχίας, που αριθμεί έντεκα βασιλιάδες έως το έτος 1521, οπότε και εξαφανίστηκε τελικά από τους Ισπανούς. Το 1434 οι κυβερνήτες της πόλης των Αζτέκων Τενοτστιτλάν δημιούργησαν την αποκαλούμενη Τριπλή Συμμαχία με τους κυβερνήτες της Τεξκόκο και της Τλακόπαν. Όλα τα άλλα μικρά κράτη στη λεκάνη έγιναν φόρου υποτελή στη συμμαχία. Περί το 1500 υπολογίζεται ότι η Τριπλή Συμμαχία ήλεγχε μια περιοχή 200.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων και πιθανώς έναν πληθυσμό 10 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η πλήρης κυριαρχία των Αζτέκων επί της Συμμαχίας επετεύχθη περίπου το 1502. Από τότε παρατηρείται συνεχής ανάπτυξη του πολιτισμού ο οποίος στο απόγειό του υπέστη ολοκληρωτική καταστροφή από τους Ισπανούς κατακτητές. Ο ιστορικός Σπέγκλερ γράφει χαρακτηριστικά: «Ο πολιτισμός αυτός είναι το μοναδικό παράδειγμα ενός βίαιου θανάτου. Δε μαράθηκε, δεν καταπιέστηκε, ούτε παρεμποδίστηκε, αλλά σ' όλο το μεγαλείο της ανάπτυξής του δολοφονήθηκε, καταστράφηκε σαν ένα ωραίο λουλούδι που κάποιος περαστικός σκύβει και το κόβει».
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ - ΘΡΗΣΚΕΙΑ Η κοινωνία των Αζτέκων διαστρωματώθηκε σε τρεις κύριες κατηγορίες: τους ευγενείς (πίλλι), που ήταν συγγενείς του βασιλιά, τους πολίτες (μασεουάλες), που ανήκαν εκ γενετής σε μια από τις είκοσι φατρίες (Καλπούλι) και στους περιθωριοποιημένους ή κατακτημένους (μαγιέκες), που εργάζονταν ως μισθωτοί. Η καλλιεργήσιμη γη μοιραζόταν κληρονομικά στα μέλη της κάθε ομάδας, την οποία αντιπροσώπευε ο Καλπολέκ στην κεντρική εξουσία. Ο καταμερισμός της εργασίας στην κοινωνία των Α. ήταν επίσης κληρονομικός: σε ορισμένες οικογένειες των φατριών είχαν ανατεθεί έργα υψηλότερα, όπως η κατανομή της γης, η οργάνωση και η κατεύθυνση της φατρίας· τα μέλη άλλων οικογενειών, αντίθετα, είχαν ως απασχόλησή τους τη χειρωνακτική εργασία. Επιπλέον, οι δυνατότητες για μόρφωση καθορίζονταν επίσης με βάση την καταγωγή.
Η διοίκηση των Α. ήταν άριστα οργανωμένη Η διοίκηση των Α. ήταν άριστα οργανωμένη. Στην κορυφή του κυβερνητικού τους συστήματος υπήρχε ένα κρατικό συμβούλιο, το οποίο απαρτιζόταν από 12 μέλη της υψηλής αριστοκρατίας. Τον βασιλιά εξέλεγε ένα σώμα από αντιπροσώπους των φατριών. Στην αρχή τον εξέλεγαν από τα μέλη όλων των φατριών, αργότερα όμως εξέλεγαν πάντα ένα μέλος της ίδιας οικογένειας και έτσι δημιουργήθηκε μια πραγματική δυναστεία. Δίπλα στον βασιλιά, που ήταν ο ανώτατος αρχηγός σε καιρό πολέμου και έφερε τον τίτλο Τλακατεκούτλι (ηγεμόνας των ανθρώπων), υπήρχε ο Τσιχουακοάτλ, αρχηγός σε καιρό ειρήνης, με αρμοδιότητες στα θέματα εσωτερικής πολιτικής και στις δικαστικές υποθέσεις, που τον εξέλεγαν από τους συγγενείς του βασιλιά. Τόσο ο Τλακατεκούτλι όσο και ο Τσιχουακοάτλ ασκούσαν επίσης σημαντικά ιερατικά λειτουργήματα· αλλά και όλοι οι ανώτεροι λειτουργοί είχαν διπλά καθήκοντα, στρατιωτικά και θρησκευτικά.
Στη θρησκεία των Α. οι πιο σεβαστοί θεοί ήταν οι Ουιτσιλοποτστλί, Κουετζαλκοάτλ, Τλάλοκ, Χίπε, Τότεκ. Eπικεφαλής της λατρείας ήταν ένα οργανωμένο ιερατείο, με αιρετό αρχιερέα, το οποίο χωριζόταν σε διάφορες ειδικότητες (ιδιαίτεροι ιερείς κάθε θεού, ψάλτες, τελετάρχες, ειδικοί για παράξενες ιεροτελεστίες, ιέρειες ιεραρχικά κατώτερες) με προσωρινή θητεία. Οι εκδηλώσεις της λατρείας ήταν συχνά απάνθρωπες. Σημαντική θέση κατείχαν οι ανθρωποθυσίες. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος ανθρωποθυσίας (που γινόταν ωστόσο και με στραγγαλισμό, χτυπήματα βελών, θάψιμο ή κάψιμο κλπ.) ήταν η απόσπαση της καρδιάς του θύματος με μαχαίρι από πυρόλιθο. Υπολογίζεται ότι ετησίως θυσιάζονταν περίπου 15.000 άνθρωποι, τη σάρκα των οποίων έτρωγαν οι υψηλόβαθμοι πολεμιστές, οι ευγενείς και οι ιερείς. Οι Ισπανοί κονκισταδόρες ξαφνιάστηκαν όμως από μερικές ιεροτελεστίες που θύμιζαν τις χριστιανικές, όπως για παράδειγμα ένα είδος βαπτίσματος, η εξομολόγηση των αμαρτιών και η χρήση του συμβόλου του σταυρού.
Η αζτεκική κοσμολογία παραδεχόταν 13 ουρανούς, όπου κατοικούσαν ξεχωριστές θεότητες, και εννέα κάτω κόσμους. Όσο για τη μετά θάνατον ζωή, οι Α. πίστευαν πως διαφορετική μοίρα περίμενε τις διάφορες κατηγορίες: οι κοινοί νεκροί, έπειτα από μια περίοδο βασάνων, εξαφανίζονταν εντελώς· τα παιδιά, αφού περνούσαν μια περίοδο στον άλλο κόσμο, θα ξαναγεννιόνταν στη Γη· οι νεκροί από ορισμένες αρρώστιες, από κεραυνό ή από πνιγμό είχαν προνομιούχα μεταθανάτια ζωή· τέλος, τα θύματα των ανθρωποθυσιών πήγαιναν στον ουρανό του ήλιου, όπου ζούσαν σε τέλεια μακαριότητα.
ΤΕΧΝΕΣ Οι Α. δεν είχαν έναν όρο για να αποδώσουν την έννοια της τέχνης, αλλά ο πολιτισμός τους δεν ήταν άμοιρος καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μεγάλη σημασία. Στον τομέα της αρχιτεκτονικής οι σημαντικότερες εκδηλώσεις ανήκουν στον χώρο της θρησκευτικής αρχιτεκτονικής. Όλες οι πόλεις των Α. κοσμούνταν με μεγαλοπρεπείς ναούς. Μάλιστα, στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες αναφέρεται ότι η πυραμίδα στην κωμόπολη Τοσούλα στο κεντρικό Μεξικό, είναι η μεγαλύτερη του κόσμου. Ξεπερνά σε όγκο κατά ένα τρίτο αυτή της Γκίζας. Παράλληλα αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα που κατασκεύασε ποτέ ο άνθρωπος. Έχει πλάτος 450 μέτρα σε κάθε πλευρά και ύψος 66 μέτρα. Αποτελείται από 4,45 εκατομμύρια κυβικά μέτρα πέτρας. Η πυραμίδα της Γκίζας έχει πλάτος 231 μέτρα και ύψος 146. Ιδιαίτερα ανεπτυγμένες ήταν η γλυπτική και η χειροτεχνία ενώ ειδικευμένοι γραφείς σχεδίαζαν και ζωγράφιζαν τα περίτεχνα εικονογράμματα .
ΟΙ ΜΑΓΙΑ Ο πολιτισμός των Μάγια αποτελεί σήμερα σημείο αναφοράς, αλλά και πηγή μυστηρίου και έμπνευσης για τους μελετητές του αρχαίου κόσμου. Η παρουσία του σηματοδότησε σημαντικές εξελίξεις στην πορεία της ανθρωπότητας και αποτέλεσε ένα ορόσημο της παγκόσμιας ιστορίας. Πρόκειται για ένα λαό Ινδιάνων της Κεντρικής Αμερικής. Καταλαμβάνει μια συνεχή έκταση στο νότιο Μεξικό, στη Γουατεμάλα και στο βόρειο Μπελίζε και μιλά διάφορες γλώσσες της γλωσσικής οικογένειας των Μάγια. Οι αρχαιολόγοι και οι ερευνητές των Μάγια διαίρεσαν τις περιοχές που ζούσαν οι λαοί των Μάγια σε 3 ζώνες- βόρεια, κεντρική, νότια. Η γεωγραφική, αυτή, διαίρεση συμπίπτει και με την γλωσσική διαίρεση.
Οι ρίζες του πολιτισμού των Μάγια φτάνουν πολύ πίσω στην προϊστορία, πέρα από τα 2000 π.Χ. όπου αντιστοιχεί η Αρχαϊκή περίοδος. Μετά αρχίζει η Προκλασική περίοδος που χρονολογείται από το 2000 π.Χ. μέχρι το 250 μ.Χ. Ακολουθεί η Κλασική περίοδος μέχρι το 1000 μ.Χ. Τέλος από το 1000-1540 χρονολογείται η Μετακλασική περίοδος. Τα κέντρα των μεγάλων πόλεών τους περιλάμβαναν μια ορθογώνια πλατεία που περιβαλλόταν από τις τρεις ή τέσσερις πλευρές της από τεχνητούς λόφους ή εξέδρες. Πολλές φορές αυτές οι πλατείες ήταν χτισμένες σε τεχνητά επίπεδα αναχώματα. Στην επίπεδη επιφάνεια των ψηλών πυραμίδων χτίζονταν ναοί. Στις πλατείες υπήρχαν και χαμηλές πυραμίδες που χρησίμευαν για βάσεις ανακτόρων με πολλά δωμάτια που ανήκαν, κυρίως, σε αριστοκράτες. Τα μικρά κέντρα αποτελούνταν από μια πλατεία, τα μεγάλα, όμως, είχαν αρκετές που κάλυπταν τεράστιες εκτάσεις. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των πόλεων ήταν το γήπεδο όπου παίζονταν το πολύ διαδεδομένο παιχνίδι της μπάλας.
Η κοινωνία των Μάγια βασιζόταν σε σχέσεις συγγένειας και διαστρωματωνόταν με βάση τις σχέσεις αυτές. Οι ανώτατοι κυβερνήτες και οι βασιλείς θεωρούνταν απευθείας απόγονοι κάποιου θεοποιημένου προγόνου. Για κάθε νεογέννητο γίνονταν προγνώσεις, ενώ αστρονομικά συμβάντα συνόδευαν πάντα την εμφάνιση θεών που γίνονταν γενάρχες. Ο ύπατος δεσπότης είχε πάντα στο πλάι του έναν αδελφό η κοντινό συγγενή για τις εξωτερικές υποθέσεις. Υπολόγιζαν με βάση τη διαδοχή των αρρένων, αν και στις υψηλότερες κοινωνικές βαθμίδες υπήρχαν εξαιρέσεις. Από την κλασική εικονογραφία υπονοείται ότι η θέση της γυναίκας στη ζωή της αυλής ήταν σημαντική. Παραδοσιακά δε, και αυτό ισχύει μέχρι και σήμερα, το ζευγάρι μετά το γάμο, ζούσε το πρώτο διάστημα, στο πατρικό της νύφης. Στη θρησκεία, ο κυριότερος θεός των Μάγια ήταν ο Ζάμνα, ο μεγάλος πατέρας και δάσκαλος της σοφίας. Αυτός φαίνεται να αποτελούσε το πρωτότυπο για τον μετέπειτα Κοετζαλκοάτ-Κουκουλκάν τον οποίο επικαλούνταν οι πιστοί για το άναμμα της νέας φωτιάς. Ο Ζάμνα σχετιζόταν με τις Πλειάδες και παραλληλίζεται με τον Όσιρη που σχετιζόταν, αντίστοιχα, με τον αστερισμό του Ωρίωνα.
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που σχετίζονται με τη θρησκεία των Μάγια ήταν οι περίφημες θυσίες τους. Πέρα από την σημασία της θυσίας ως σπονδής αίματος στους θεούς, σε συνδυασμό με την λήψη ψυχότροπων παρασκευασμάτων ο πόνος οδηγούσε τους Ινδιάνους -τους ευγενείς κυρίως και τους ιερείς που ήταν επιφορτισμένοι με τα θρησκευτικά καθήκοντα- σε εκστατική επικοινωνία με το υπερφυσικό. Το αίμα συμβόλιζε το γονιμοποιό σπέρμα των θεών που γέννησε τον Κόσμο. Όταν το θύμα στη θυσία ήταν άνθρωπος, αυτός «αποκτούσε» τη μορφή των θεοτήτων και η θυσία αναπαρήγαγε ένα μυθικό αρχέγονο συμβάν σχετικό με την αναδημιουργία και την συντήρηση του σύμπαντος. Ο θυσιαζόμενος ήταν ο ίδιος ο θεός που στην αρχαιότητα είχε παραχωρήσει το σώμα του, βορά στο μαχαίρι η στη φωτιά, αποκτώντας με τον τρόπο αυτόν το χάρισμα του μεσολαβητή ανάμεσα στους αντιτιθέμενους κόσμους της ζωής και του θανάτου. Ο θάνατος-μεταμόρφωση του ήταν έργο δημιουργίας. Όλοι όσοι επρόκειτο να θυσιαστούν, ήταν θεοί στα μάτια τους. Η συγκεκριμένη τελετουργία επομένως ήταν επανάληψη του θείου δράματος. Η ανθρωποθυσία, όπως και η σπονδή κάθε άσπιλου όντος επέστρεφε στους θεούς μέρος του εαυτού τους, τους εμπλούτιζε και τους ολοκλήρωνε, κλείνοντας τον κύκλο της δημιουργίας τους.
Οι Μάγια ανέπτυξαν έναν πολύ προηγμένο πολιτισμό Οι Μάγια ανέπτυξαν έναν πολύ προηγμένο πολιτισμό. Ο ημερολογιακός τους κύκλος ήταν ένας τύπος θρησκευτικού ημερολογίου που εξυπηρετούσε θρησκευτικούς και θεολογικούς σκοπούς. Η ιερογλυφική γραφή αναπτύχθηκε, παρέχοντας πληροφορίες όχι μόνο για ημερολογιακά ζητήματα αλλά και για τους χρονικούς κύκλους, το ρόλο της σελήνης, του ήλιου και των πλανητών. Εκτός από τις άριστες αστρονομικές, το μαθηματικό σύστημα ήταν απαράμιλλο για τα δεδομένα της εποχής. Οι Μάγια ανέπτυξαν σύστημα αρίθμησης καθώς και την έννοια του μηδενός, που δεν υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα ή τη Ρώμη.
ΟΙ ΙΝΚΑΣ Η αυτοκρατορία των Ίνκας αποτελούσε το μεγαλύτερο κράτος της προκολομβιανής Αμερικής, περιλαμβάνοντας τα δυτικά 2/3 της σημερινής έκτασης του Περού, τη δυτική Βολιβία, το μεγαλύτερο μέρος του Εκουαδόρ, τη βόρεια Χιλή και τη βορειοδυτική Αργεντινή. Είχε έκταση1.000.000 τετρ. χλμ. και πληθυσμό της τάξης των 6.000.000 – 20.000.000 περίπου το 1520, σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις. Επίσημη γλώσσα του κράτους ήταν η κέτσουα. Σύμφωνα με τη μυθολογία των Ίνκας, ο βασιλιάς των Ίνκας Μάνκο Κάπακ ίδρυσε την αυτοκρατορία και είχε τον τίτλο του Αγιάρ. Παραδοσιακά ο διάδοχος του θρόνου ήταν και αρχηγός του στρατού. Ο διάδοχος Τούπακ Ίνκα Γιουπάνκι, που ήταν ο γιος του Πατσακούτι Ίνκα, άρχισε τις κατακτήσεις στο Βορρά το 1463 και τις συνέχισε ως αυτοκράτορας μετά από το θάνατο του Πατσακούτι το 1471. Η σημαντικότερη κατάκτησή του ήταν το βασίλειο Chimor, ο μόνος σοβαρός ανταγωνιστής του Ίνκα στην ακτή του Περού. Η αυτοκρατορία των Ίνκας καταλύθηκε το 1532 από τον Ισπανό Φρανσίσκο Πιζάρο.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΤΩΝ ΙΝΚΑΣ Εδώ και δεκαετίες οι επιστήμονες προσπαθούν να δώσουν λύση στο ακόλουθο παράδοξο: ενώ ο πολιτισμός των Ίνκας ήταν ένας από τους πλέον ανεπτυγμένους της αρχαιότητας με σπουδαία τεχνολογικά επιτεύγματα, δεν έχει βρεθεί σε αυτόν κανένα στοιχείο για χρήση γραφής.Για πολλά χρόνια οι ανθρωπολόγοι δυσκολεύονταν να δεχτούν ότι ο πολιτισμός, που δημιούργησε το Μάτσου Πίτσου, με ένα εξελιγμένο δίκτυο δρόμων και σύστημα υδροδότησης που θα ζήλευαν ακόμη και σύγχρονοι πολιτισμοί, δεν είχε σύστημα γραφής- έστω και στοιχειώδους. Η αλήθεια μάλλον βρίσκεται ακριβώς στην άλλη πλευρά αφού, όπως όλα δείχνουν, οι Ίνκας δεν είχαν μεν γραπτό τρόπο επικοινωνίας, χρησιμοποιούσαν όμως μια μέθοδο ανάλυσης δεδομένων που έχει πολλά κοινά στοιχεία με το σύστημα δυαδικού κώδικα που χρησιμοποιούν σήμερα οι υπολογιστές, 500 χρόνια πριν ανακαλυφθούν καν οι υπολογιστές.
Οι Ίνκας ήταν ένας πολιτισμός με ιδιαίτερη κουλτούρα και ανεπτυγμένη αρχιτεκτονική και αστρονομία. Για να υπάρξει σωστή διακυβέρνηση ενός τόσο μεγάλου πληθυσμού είναι σαφές ότι έπρεπε να υπάρχει ένα σύστημα "γραφειοκρατικού" ελέγχου όχι με την σημερινή έννοια του όρου αλλά με την μορφή της καταγραφής των εξουσιών. Καθημερινά οι Ίνκας μετέφεραν και παραλάμβαναν μηνύματα σε μια περιοχή που κάλυπτε σχεδόν όλες τις Άνδεις. Αυτό γινότανε μέσω ενός εκτεταμένου οδικού δικτύου και με την βοήθεια δρομέων. Το εργαλείο που χρησιμοποιούσαν για την μεταφορά των πληροφοριών πέρα από τον προφορικό λόγο ήταν τα Quipu. Τα Quipu ήταν ένα είδος διακοσμητικού υφαντού φτιαγμένο από χρωματιστά νήματα και επινοήθηκε αρχικά από τους Ινδιάνους. Το μεγαλύτερο μέρος των quipu καταστράφηκε από Ισπανούς κατακτητές ενώ όσα σώθηκαν βρέθηκαν κλεισμένα σε αεροστεγείς σπηλιές μαζί με μούμιες των Ίνκας. Σήμερα υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 600 quipu τα οποία βρίσκονται σε διάφορα μουσεία και συλλογές ανά τον κόσμο. Χάρη σε αυτά οι επιστήμονες κατάφεραν να ανακαλύψουν και να μελετήσουν ένα από τα πλέον εντυπωσιακά στοιχεία του πολιτισμού των Ίνκας: το σύστημα μεταφοράς δεδομένων.
Τα Quipu αποτελούνταν από έναν οριζόντιο σπάγκο μήκους περίπου ενός μέτρου, πάνω στον οποίο ήταν δεμένοι κατακόρυφα πολλοί άλλοι σπάγκοι διαφόρων χρωμάτων. Αρχικά τα quipu χρησιμοποιούνταν ως αριθμητική μέθοδος με την οποία κατέγραφαν τα διάφορα προϊόντα που μετακινούσαν από περιοχή σε περιοχή. Ανάλογα με το χρώμα ο κάθε σπάγκος μετρούσε ένα άλλο είδος. Οι λευκοί σπάγκοι αντιστοιχούσαν στο μαλλί, οι κίτρινοι στο χρυσό, οι καφετί στους καρπούς. Στην συνέχεια οι Ίνκας άρχισαν να χρησιμοποιούν την μέθοδο αυτή για να καταγράφουν τους φόρους, τις μετακινήσεις πληθυσμών, ακόμη και τον αριθμό των στρατιωτών που υπήρχε σε κάθε περιοχή στον οποίο αντιστοιχούσαν τα κόκκινα νήματα.
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Η απουσία γραπτών πηγών αποτελεί τροχοπέδη στην μελέτη πολλών πτυχών του πολιτισμού των Ίνκας. Ωστόσο, ο προηγμένος αυτός πολιτισμός είναι ονομαστός για τα υλικά του επιτεύγματα. Η αρχιτεκτονική τους αποδεικνύει τις εξαιρετικές τους ικανότητες στο σχεδιασμό και την κατασκευή. Ορθά προσαρμοσμένα πολυγωνικά τετράγωνα και τραπεζοειδείς πόρτες και παράθυρα επέτρεψαν στα κτίρια αυτά να επιβιώσουν από πολλούς καταστροφικούς σεισμούς. Χαρακτηριστικά δείγματα αρχιτεκτονικής απαντώνται στο Μάτσου Πίτσου.
Η υφαντουργία και η μεταλλουργία ήταν επίσης πολύ εξελιγμένες Η υφαντουργία και η μεταλλουργία ήταν επίσης πολύ εξελιγμένες. Ο χρυσός και το ασήμι, που ήταν γνωστά ως «ο ιδρώτας του Ήλιου» και «τα δάκρυα της Σελήνης», θεωρούνταν ιερά, Δεν χρησιμοποιούνταν ως νόμισμα αλλά για τη διακόσμηση των σπουδαίων και των ξεχωριστών κοσμημάτων.
Σύνταξη: Βαγγέλης Γιαγιάκος Β1 Πηγές: Εγκυκλοπαίδεια Δομή Εγκυκλοπαίδεια Grand Larousse greek_greek.enacademic.com www.livepedia.gr www.wikipedia.org mathcultures.weebly.com www.e-zine.gr