Θεοδώρα Τσοτσορού πρώην μέλος της Διοικητικής Επιτροπής

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
1 Χ Ο υπό έκδοση νόμος για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά Χρήστος Βλ. Γκόρτσος Αναπληρωτής Kαθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, Πάντειο.
Advertisements

(α) Διάθεση Μεριδίων ΟΣΕΚΑ (β) Διαδικασία Κοινοποίησης
Ισχυρισμοί διατροφής και υγείας Παρόν και μέλλον Βασίλης Μαθιουδάκης
1. 2 Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ Ο.Α.Ε.Π. ΣΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ “ΕΞΩΣΤΡΕΦΕΙΑΣ“ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΊΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΗ  Είναι πλέον κατανοητό από όλους.
ΚΕΝΤΡΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ & ΑΝΕΡΓΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΡΓΑΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ.
 Από τις ανάγκες εκπαίδευσης της οικονομίας στις ανάγκες εκπαίδευσης του ατόμου : Το επαγγελματικό προφίλ ως στοιχείο σύζευξης της προσφοράς με τη ζήτηση.
Παραγωγα δικαιωματα – κυπριακη πρακτικη υπο το φως των ευρωπαϊκων και διεθνων υποχρεωςεων Νικολέττα Χαραλαμπίδου – ΚΙΣΑ – Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη,
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύλλογος Πτυχιούχων Μηχανικών Τ.Ε. / Ομίλου ΔΕΗ Εργολαβίες ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΕΡΓΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΔΙΑΝΟΜΗΣ.
Δικαιοσύνη και Χρηματιστηριακή Νομοθεσία ΝΕΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ο. ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΜΑΜΜΩΝΑΣ.
Η Ευρωπαϊκή K εντρική T ράπεζα ιδρύθηκε την 1 η Ιουνίου του 1998 και εδρεύει στη Φρανκφούρτη. Η ΕΚΤ είναι επιφορτισμένη με τη διαχείριση του ευρώ και.
1 Η νέα Οδηγία για την παροχή πιστώσεων σε καταναλωτές Χριστίνα Κ. Λιβαδά Ειδική Νομική Σύμβουλος ΕΕΤ.
ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ  Εκπαιδευτικό Κεφάλαιο 9.1 Εθνικές και Ευρωπαϊκές πολιτικές για την επικύρωση των εμπειριών τοποθέτησης.
Ενιαία Αρχή για τις Δημόσιες Συμβάσεις Ενιαία Αρχή για τις Δημόσιες Συμβάσεις
Διοίκηση της Μετανάστευσης και νομική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελλάδα Στάθης Καμπουρίδης Στέλεχος Δ/νσης Αστικής Κατάστασης Αθηνών Α & Κοινωνικών.
ΤΡΟΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ  Εκπαιδευτικό Κεφάλαιο 3.2 Εθνικά, διακρατικά και τοπικά δίκτυα.
Κωνσταντίνος Φρουζής, Πρόεδρος ΣΦΕΕ Το Όραμα της Φαρμακοβιομηχανίας για την Ανάπτυξη για την Ανάπτυξη
ΚΙΛΚΙΣ - ΝΟΜΕΒΡΙΟΣ 2004 «Διατοπική- Διακρατική συνεργασία στο πλαίσιο της LEADER+» 4η Σύνοδος Ελληνικού Δικτύου LEADER+ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΙΕΙΟΣ Γενικός.
Φορολογία ακινήτων Φορολογικές διατάξεις που αποτρέπουν πιθανές επενδύσεις και προτάσεις για βελτίωση 6 Οκτωβρίου 2014 Γεωργία Σταματέλου Επικεφαλής Φορολογικού.
ΒΟΛΟΣ 21/03/ Νέα νομοθεσία χημικών Reach – πρώτη φάση εφαρμογής Δημήτρης Τσίχλης Δ/νση Περιβάλλοντος Γ.Χ.Κ.
ΑΘΗΝΑ 5 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2006 ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΚΠΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
1 Προϋπολογισμός 2007 Δεκέμβριος Ποια είναι τα κριτήρια αξιολόγησης του Κρατικού προϋπολογισμού ; Ο προϋπολογισμός του 2007, όπως και κάθε προϋπολογισμός,
Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 7 η Νικόλαος Καρανάσιος Προσλήψεις.
Η εισφορά του δικαίου του ανταγωνισμού στην ανάπτυξη ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ν. ΤΖΟΥΓΑΝΑΤΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Βίκυ Σμπαρούνη Accounting & Taxation Manager ΕΒΕΑ - 14/04/2010
Μοντέλα και μορφές αξιολόγησης
6/2/2015Βασίλης Γ. Χατζόπουλος1 V. Συμπληρωματικά μέτρα για την ενίσχυση της κινητικότητας Βασίλης Γ. Χατζόπουλος Επίκ. Καθηγητής ΔΠΘ Επισκ. Καθηγητής.
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΚΑΙΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗ ΙΙ Μ. Δ. Χρυσομάλλης Αναπληρωτής Καθηγητής.
Μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών ιδιωτικού διεθνούς δικαίου Διδάσκουσα: Επίκουρη καθηγήτρια Χρ. Τσούκα 1 Η αρχή του κράτους προελεύσεως και η σημασία της.
2 ο ΜΑΘΗΜΑ Ο γάμος και το σύμφωνο συμβιώσεως στο πεδίο του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.
«Ξαναδιαβάζοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση με την έκθεση των πέντε προέδρων και την νέα δια-θεσμική συμφωνία: Νέα στρατηγική σε παλιό σκηνικό;» Λουτράκι
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Νομικής Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο Καθηγητής Χαράλαμπος Π. Παμπούκης.
1 2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΟΡΑΜΑ2. ΣΚΟΠΟΙ3. ΔΡΑΣΕΙΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ ΣΚΟΠΩΝ4. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΣΗ6. ΜΕΛΗ7.
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ - ΠΜΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΚΑΙΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Μ. Δ. Χρυσομάλλης Αναπληρωτής Καθηγητής.
ΟΡΙΣΜΟΣ Λογιστική είναι ο κλάδος της εφαρμοσμένης Οικονομικής επιστήμης που ασχολείται με την ανάλυση, κατάταξη, καταγραφή και συσχέτιση των οικονομικών.
Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Μακεδονίας - Θράκης ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ.
Δημόσιος Vs Ιδιωτικός Τομέας Διαφορές - Ομοιότητες.
Ελληνικά Ταχυδρομεία Α.Ε. Χρήστος Βαρσάμης Διευθύνων Σύμβουλος Ρυθμιστικό Πλαίσιο Ταχυδρομικής Αγοράς – Ρόλος της Ε.Ε.Τ.Τ. 1.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΛΙΑΔΟΥ – ΤΑΧΟΥ ΣΟΦΙΑ «Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ.
Σχέσεις δικαίου ΕΕ και εθνικών δικαίων. Σχέσεις εξελισσόμενες Η ΕΕ εξελίσσεται διαρκώς. Νέες αρμοδιότητες και νέα όργανα. Παράλληλα, νέα έννοια ήδη υφιστάμενων.
Ομιλία Σπύρου Βούγια Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων Αθήνα, 13 Απριλίου 2011 Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων 1.
ΣΥΝΘΗΚΗ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Άρθρο 218 (πρώην άρθρο 300 της ΣΕΚ) Ιωάννα Παπαδοπούλου.
Accounting for business combinations and consolidated financial statements Δρ Στέργιος Αθιανός.
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
Επιβλέπων Καθηγητής: Παναγιώτης Παντελίδης
Ευαγγελία Μαρία Θωμά, Πρωτοδίκης – Υποψήφια ΔΝ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 472/2013 για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται.
Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο
Η έξοδος κράτους μέλους από την Ε. Ε
ΦΟΡΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΡΙΑ-ΛΙΖΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΚΠΑ - Τμήμα Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών
Η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων
Ενδικοφανής προσφυγή
Το Δημόσιο αποκτά την κυριότητα και διαχείριση των χώρων αυτών μετά την ολοκλήρωση της απαλλοτριωτικής διαδικασίας. (π.χ. άρθρο 7 του ν. 2971/2001, υλοποίηση.
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΟΛΙΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Η έννοια της επιχείρησης
Διάλογος με τα δικαστήρια
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Καθηγητής Δημήτρης Γκίνογλου
Ευρωπαϊκός Πυλώνας Κοινωνικών Δικαιωμάτων:
Παντείου Πανεπιστημίου
Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας στη Δημόσια Διοίκηση και την Τοπική Αυτοδιοίκηση Ν.4440/2016 Γιάννης Σπηλιωτόπουλος ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ 
ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΠΛΑΙΣΙΟ.
ΠΜΣ Δίκαιο της ΕΕ Οικονομική και Νομισματική Ένωση Μανώλης Περάκης
Η ανοιχτή μέθοδος συντονισμού (ΑΜΣ)
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Ενιαία Ψηφιακή Πύλη.
Ψηφιακά Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών
ΘΕΜΑ 2016 Ανεργία και Απασχόληση και οι συνέπειες τους για την οικονομία. α) Αίτια και πολιτικές αντιμετώπισης της ανεργίας. β) Η επίδραση της σημερινής.
Μεταγράφημα παρουσίασης:

Θεοδώρα Τσοτσορού πρώην μέλος της Διοικητικής Επιτροπής ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΕ/ΕΟΧ/ΕΛΒΕΤΙΑ Κατηγορίες εργαζομένων, τάσεις και αίτια διακίνησης Σημαντικά ερμηνευτικά και διαδικαστικά ζητήματα εφαρμοστέας νομοθεσίας Ημερίδα trESS 2012, Αθήνα, 27.06.2012

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ, ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ Με δεδομένη την αδυναμία τόσο της αρμόδιας αρχής όσο και των φορέων για την ύπαρξη στατιστικών στοιχείων (τήρηση αρχείων αφενός μεν των εντύπων Ε 101/Α1, αφετέρου δε των συμφωνιών εξαίρεσης, που οφείλεται στην ελλιπή μηχανοργάνωση των Υπηρεσιών τους ή/και την σοβαρή μείωση του προσωπικού τους, λόγω μνημονίου, επιχειρείται μία πρωτότυπη και μοναδική έως τώρα απεικόνιση της κινητικότητας των εργαζομένων εντός της Ένωσης στους τομείς της οικονομίας, επί των οποίων κατά κύριο λόγο είχε επίπτωση η ελληνική οικονομική κρίση, με την παράθεση των κατηγοριών των διακινουμένων εργαζομένων, των τάσεων και των αιτίων της διακίνησής τους, βάσει πολυετούς εμπειρίας, συστηματικής παρακολούθησης, συγκριτικής μελέτης και ομαδοποίησης των επιμέρους περιπτώσεων κατά επαγγελματικό κλάδο και κράτος μέλος προέλευσης ή/και υποδοχής. Παρά την επιμελή, κατά τα ανωτέρω, παρατήρηση της κινητικότητας, η ένδεια σε ακριβή αριθμητικά δεδομένα θα κατέληγε σε μία ελλιπή απεικόνιση, εάν δεν βασιζόταν σε κατ’ εκτίμηση ποσοτικά και, πάντως, ποιοτικά στοιχεία (π.χ. ανάγκες, κίνητρα και στόχοι), που αναδείκνυε ο διάλογος, άλλοτε αυθόρμητος, πάντοτε καλόπιστος αλλά και στοχευμένος, εν είδει συνεντεύξεων, ο οποίος αναπτυσσόταν με τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους κατά την επαφή τους με την αρμόδια αρχή για ενημέρωση ή/και διεκπεραίωση της περίπτωσής τους. Στη βάση του εκατέρωθεν ειλικρινούς ενδιαφέροντος για την ανταλλαγή χρήσιμων πληροφοριών και εμπειριών, μία τέτοια πολύπλευρη προσέγγιση της εκάστοτε περίπτωσης αποδεικνυόταν όχι μόνον αναγκαία αλλά εποικοδομητική και εν πολλοίς “παιδαγωγική”, εφόσον η διακίνηση στην Ένωση, εάν δεν δημιουργεί ανυπέρβλητα προβλήματα, εντούτοις συνδέεται με πολύπλοκες διαδικασίες, που φέρουν σε δύσκολη θέση ή καταπονούν τους διακινούμενους, πέραν των συνηθισμένων προβλημάτων γλώσσας ή των πάσης φύσης αναστολών για την πρόσβαση στις εθνικές διοικήσεις κυρίως των κρατών απασχόλησης.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ, ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ Ωστόσο, ζητούμενο παραμένει να υπάρξει ζύμωση πάνω στις διαγραφόμενες μορφές, τάσεις και αίτια διακίνησης, μία αναζήτηση και επαλήθευση των ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, έτσι ώστε στο άμεσο μέλλον, η εθνική διοίκηση να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στη νέα υποχρέωση των κρατών μελών να συλλέγουν και επικαιροποιούν τα στατιστικά στοιχεία, που αφορούν στην εφαρμογή των εκσυγχρονισμένων Κανονισμών, εν προκειμένω ως προς τον νευραλγικό τομέα των κανόνων περί εφαρμοστέας νομοθεσίας, σύμφωνα με το υπό επεξεργασία σχέδιο και την μέθοδο, που θα ορίσει η Διοικητική Επιτροπή.

Άσκηση μίας δραστηριότητας [άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο β), Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 1.1. Από Ελλάδα 1.1.1. Δημόσιος τομέας Κατηγορία εργαζομένων Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι και προς αυτούς εξομοιούμενοι, απασχολούμενοι σε άλλα κράτη μέλη (χώρες ΕΟΧ και Ελβετία), ιδίως - στις πρεσβείες ή τα προξενεία της Ελλάδας ή - σε αμιγώς ελληνικά ή σε “εθνικά” σχολεία. Τάση Αισθητή μείωση του αριθμού των εντύπων Α1 (σε σχέση με τον αριθμό των παλαιών Ε 101). Αίτια Μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και των προς αυτούς εξομοιουμένων (λόγω μνημονίου. 1.1.2. Δημόσιος τομέας Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι και προς αυτούς εξομοιούμενοι, απασχολούμενοι σε εθνικούς Οργανισμούς άλλων κρατών μελών, οι οποίοι εντάσσονται σε προγράμματα των ενωσιακών Οργάνων και οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο ειδικό σύστημα ασφάλισης της Ένωσης (statut). Αισθητή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Εξειδίκευση – κατάρτιση και απόκτηση εμπειριών για την ποιοτική και ποσοτική βελτίωση του δημόσιου τομέα.

Άσκηση μίας δραστηριότητας [άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο β), Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 1.2. Προς Ελλάδα 1.2.1. Δημόσιος τομέας – τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Δημόσιοι υπάλληλοι και προς αυτούς εξομοιούμενοι άλλων κρατών μελών (ιδίως Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας), απασχολούμενοι σε σχολές/σχολεία ή ινστιτούτα (εκμάθησης της γλώσσας) – πολιτιστικά κέντρα των κρατών αυτών στην Ελλάδα. Τάση Μικρή μείωση (κατ’ ουσίαν διατήρηση) του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Παρά την σημαντική μείωση του εισοδήματος, σταθερή βούληση μίας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης για στοχευμένη σχολική εκπαίδευση των τέκνων ή, γενικότερα, σταθερή τάση – αναγκαιότητα εκμάθησης των βασικών ευρωπαϊκών γλωσσών.

Απόσπαση μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 ] 2.1. Από Ελλάδα 2.1.1. Κατασκευαστικός τομέας Κατηγορία εργαζομένων Ομαδικές αποσπάσεις μισθωτών (κλιμάκια/συνεργεία) από ελληνικές (υπ-)εργολαβικές επιχειρήσεις ή εταιρείες εντός ομίλων επιχειρήσεων, προς κράτη μέλη της (νοτιο-) ανατολικής Ευρώπης, για εκτέλεση δημοσίων (και μη) έργων. Τάση Αισθητή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Μείωση έως περικοπή των δαπανών για δημόσια έργα στην Ελλάδα (λόγω μνημονίου) και στροφή των εταιρειών σε έργα στο έδαφος άλλων κρατών μελών. 2.1.2. Ναυπηγοεπισκευαστικός τομέας Ομαδικές αποσπάσεις μισθωτών (κλιμάκια/συνεργεία) ελληνικών (υπ-)εργολαβικών εταιρειών, προς κράτη μέλη (λιμάνια) ιδίως της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Μικρή μείωση του αριθμού των εντύπων Α1. Μη πλήρωση, εκ μέρους των εταιρειών, της προϋπόθεσης άσκησης (συνήθως) ουσιώδους δραστηριότητας στην Ελλάδα (άρθρο 14, παράγραφος 2, Κανονισμού (ΕΚ) 987/2009, και Απόφαση Α2, σημείο 1, 5ο εδάφιο), λόγω μείωσης της ζήτησης (επισκευής πλοίων) στην αγορά σε ελληνικά λιμάνια, εξαιτίας της κρίσης.

Απόσπαση μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 2.1.3. Βιομηχανικός τομέας ή/και τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Απόσπαση (ανώτερου) προσωπικού μητρικών (εθνικών ή πολυεθνικών) εταιρειών για διοικητικό – οικονομικό μάνατζμεντ ή/και τεχνικό έλεγχο (συντήρηση και επισκευές μηχανημάτων) των θυγατρικών τους σε κράτη μέλη της (νοτιο-)ανατολικής Ευρώπης. Τάση Αισθητή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Μεταφορά της βιομηχανικής μονάδας της επιχείρησης (λόγω χαμηλότερου μισθολογικού κόστους), με διατήρηση των διοικητικών δραστηριοτήτων και των υπηρεσιών στην μητρική εταιρεία στην Ελλάδα ή, γενικότερα, ίδρυση θυγατρικής εταιρείας (λόγω χαμηλότερης φορολόγησης). 2.1.4. Τομέας υπηρεσιών (ιδίως τραπεζικός ή διατροφής) Η ίδια με το σημείο 2.1.3. μετακίνηση εργαζομένων. Μεγαλύτερη η αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1 από αυτήν του σημείου 2.1.3. Μείωση της ελληνικής αγοράς, λόγω διατήρησης της τιμής των υπηρεσιών – προϊόντων σε υψηλά επίπεδα, και αύξηση του κέρδους των θυγατρικών εταιρειών στα κράτη αυτά, λόγω διατήρησης της ποιότητας και μείωσης των τιμών (στα πραγματικά επίπεδα).

Απόσπαση μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 2.2. Προς Ελλάδα 2.2.1. Κατασκευαστικός τομέας Κατηγορία εργαζομένων Ομαδικές αποσπάσεις μισθωτών (κλιμάκια/συνεργεία) (υπ-)εργολαβικών επιχειρήσεων ή εταιρειών εντός ομίλων επιχειρήσεων από κράτη μέλη της (νοτιο-)ανατολικής Ευρώπης, για εκτέλεση δημοσίων έργων στην Ελλάδα. Τάση Κατακόρυφη μείωση του αριθμού έως διακοπή των εντύπων Α1. Αίτια Μεγάλη μείωση έως διακοπή των δημοσίων δαπανών, λόγω μνημονίου, για δημόσια έργα. 2.2.2. Εκμετάλλευση ορυκτού πλούτου Ομαδικές αποσπάσεις μισθωτών (κλιμάκια/συνεργεία) (υπ-)εργολαβικών επιχειρήσεων ή εταιρειών εντός ομίλων επιχειρήσεων από τα Βαλκάνια, για κατασκευή έργων – υποδομών εξόρυξης μεταλλευμάτων κ.λ.π. Νέος τομέας διακίνησης εργαζομένων και, συνεπώς, νέα περίπτωση εντύπων Α1. Νέες πολιτικές και ενθάρρυνση επενδύσεων για την αύξηση και των δημοσίων εσόδων.

Απόσπαση μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 2.2.3. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Ομαδικές αποσπάσεις μισθωτών (κλιμάκια/συνεργεία) από (υπ-)εργολαβικές επιχειρήσεις ή εταιρείες εντός ομίλων επιχειρήσεων για την κατασκευή υποδομών και εγκατάσταση μηχανημάτων εκμετάλλευσης ηλιακής και αιολικής ενέργειας, από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Δανία, Γαλλία και Ισπανία). Τάση Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση των επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Μετακίνηση μη μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 2, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 3.1. Από Ελλάδα 3.1.1. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση επιστημόνων (δικηγόρων και μηχανικών), ως μη μισθωτών (ανεξαρτήτων επαγγελματιών), προς κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ελβετία και Σουηδία) και άσκηση μισθωτής δραστηριότητας σε εταιρείες των κρατών αυτών. Τάση Κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Σημαντική μείωση τόσο του δημόσιου τομέα (πλην του δικαστικού), λόγω μνημονίου, όσο επίσης της αγοράς νομικών υπηρεσιών και του κατασκευαστικού τομέα, σε σχέση με τον μεγάλο αριθμό δικηγόρων και αρχιτεκτόνων – μηχανικών, λόγω σημαντικής μείωσης των εισοδημάτων (φυσικών προσώπων) ή του κύκλου εργασιών/κέρδους των επιχειρήσεων, με συνέπεια την αντίστοιχη μείωση της ζήτησης (στην αγορά) των υπηρεσιών των ανεξαρτήτων αυτών επαγγελματιών.

Μετακίνηση μη μισθωτού εργαζόμενου [άρθρο 12, παράγραφος 2, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 3.2. Προς Ελλάδα 3.2.1. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση μεμονωμένων μη μισθωτών τεχνικών ή μετόχων τεχνικών (υπ-)εργολαβικών επιχειρήσεων, που τίθενται επικεφαλής και συνοδεύουν ομάδες αποσπασμένων μισθωτών (κλιμακίων/συνεργείων) των ίδιων εταιρειών, από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Δανία, Γαλλία και Ισπανία), για επίβλεψη ή/και συμμετοχή στην κατασκευή υποδομών και εγκατάσταση μηχανημάτων εκμετάλλευσης ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Τάση Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση των επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Παράλληλη – διαδοχική ή εναλλασσόμενη άσκηση μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 4.1. Από Ελλάδα, ως κράτος κατοικίας και ουσιώδους μέρους της δραστηριότητας 4.1.1. Βιομηχανικός τομέας ή/και τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση κατά τακτά χρονικά διαστήματα (ανώτερου) προσωπικού μητρικών (εθνικών ή πολυεθνικών) εταιρειών για διοικητικό – οικονομικό μάνατζμεντ ή/και τεχνικό έλεγχο (συντήρηση και επισκευές μηχανημάτων) των θυγατρικών τους σε κράτη μέλη της (νοτιο-) ανατολικής Ευρώπης. Τάση Αισθητή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Μεταφορά και διοίκηση της βιομηχανικής μονάδας της επιχείρησης (λόγω χαμηλότερου μισθολογικού κόστους), με διατήρηση των διοικητικών δραστηριοτήτων και των υπηρεσιών στην μητρική εταιρεία στην Ελλάδα ή, γενικότερα, ίδρυση θυγατρικής εταιρείας (λόγω χαμηλότερης φορολόγησης). Μη επιλογή (λόγω μικρής σχετικά απόστασης) της μόνιμης απασχόλησης του προσωπικού αυτού στο κράτος της θυγατρικής εταιρείας και, αναγκαστικά έτσι, της προσφυγής στην εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004.

Παράλληλη – διαδοχική ή εναλλασσόμενη άσκηση μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 4.1.2. Τομέας υπηρεσιών (ιδίως τραπεζικός ή διατροφής) Κατηγορία εργαζομένων Η ίδια με το σημείο 4.1.1. μετακίνηση εργαζομένων. Τάση Μεγαλύτερη η αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1 από αυτήν του σημείου 4.1.1. Αίτια Μείωση της ελληνικής αγοράς, λόγω διατήρησης της τιμής των υπηρεσιών – προϊόντων σε υψηλά επίπεδα, και αύξηση του κέρδους των θυγατρικών εταιρειών στα κράτη αυτά, λόγω διατήρησης της ποιότητας και μείωσης των τιμών (στα πραγματικά επίπεδα). Μη επιλογή (λόγω μικρής σχετικά απόστασης) της μόνιμης απασχόλησης του προσωπικού αυτού στο κράτος της θυγατρικής εταιρείας και, αναγκαστικά έτσι, της προσφυγής στην εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004.

Παράλληλη – διαδοχική ή εναλλασσόμενη άσκηση μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 4.2. Προς Ελλάδα, από κράτος κατοικίας και ουσιώδους μέρους της δραστηριότητας 4.2.1. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Παράλληλη (διαδοχική – εναλλασσόμενη) δραστηριότητα (άρθρο 14, παράγραφος 5, στοιχείο β), Κανονισμού (ΕΚ) 987/2009) μισθωτών εργαζομένων (κλιμάκια/συνεργεία) σε (υπ-)εργολαβικές επιχειρήσεις ή εταιρείες εντός ομίλων επιχειρήσεων, από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Δανία, Γαλλία και Ισπανία) προς κράτη μέλη της νότιας Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, για την κατασκευή υποδομών και εγκατάσταση μηχανημάτων εκμετάλλευσης ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Τάση Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Παράλληλη άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 2, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 5.1. Από Ελλάδα, ως κράτος κατοικίας και ουσιώδους μέρους της δραστηριότητας 5.1.1. Τομέας υπηρεσιών (οδικών μεταφορών) Κατηγορία εργαζομένων Παράλληλη μη μισθωτή δραστηριότητα οδηγών – κατόχων φορτηγών αυτοκινήτων (δημόσιας χρήσης – διεθνών μεταφορών) προς κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, ιδίως, όμως της (νοτιο-)ανατολικής, για την μεταφορά ελληνικών προϊόντων. Τάση Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Λόγω της αυξανόμενης μείωσης της ζήτησης ελληνικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά, στροφή των εμπόρων και αγροτών προς την αγορά της Ευρώπης και ειδικότερα σε νέες αγορές, ιδίως της (νοτιο-)ανατολικής Ευρώπης, με συνέπεια την σταδιακή αύξηση των διεθνών οδικών μεταφορών. 5.2. Προς Ελλάδα, από κράτος κατοικίας και ουσιώδους μέρους της δραστηριότητας 5.2.1. Τομέας υπηρεσιών Ταυτόχρονη ή εναλλάξ δραστηριότητα (άρθρο 14, παράγραφος 6, Κανονισμού (ΕΚ) 987/2009) μη μισθωτών τεχνικών ή μετόχων – τεχνικών (υπ-) εργολαβικών επιχειρήσεων, που τίθενται επικεφαλής και συνοδεύουν ομάδες αποσπασμένων μισθωτών (κλιμακίων) των ίδιων εταιρειών, από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Δανία, Γαλλία και Ισπανία), για επίβλεψη ή/και συμμετοχή στην κατασκευή υποδομών και εγκατάσταση μηχανημάτων εκμετάλλευσης ηλιακής και αιολικής ενέργειας (παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος). Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Παράλληλη άσκηση μισθωτής και μη μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 3, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 6.1. Μετακίνηση από Ελλάδα αλλά απαλλαγή από την ελληνική νομοθεσία 6.1.1. Κατασκευαστικός τομέας Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση ελλήνων αρχιτεκτόνων – μηχανικών προς κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σουηδία) και άσκηση μισθωτής δραστηριότητας σε εταιρείες των κρατών αυτών, με παράλληλη μη μισθωτή δραστηριότητα στην Ελλάδα, μη πραγματική αλλά θεωρούμενη ως τέτοια. Τάση Κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1 ή μεγάλος αριθμός των εντύπων αυτών από Ελβετία[. Αίτια Σημαντική μείωση του δημόσιου τομέα, λόγω μνημονίου, και της αγοράς στον κατασκευαστικό τομέα, σε σχέση με τον μεγάλο αριθμό αρχιτεκτόνων και μηχανικών, λόγω σημαντικής μείωσης των εισοδημάτων (φυσικών προσώπων) ή του τζίρου/κέρδους των επιχειρήσεων, με συνέπεια την αντίστοιχη μείωση της ζήτησης στην αγορά των ανεξαρτήτων αυτών επαγγελματιών.

Παράλληλη άσκηση μισθωτής και μη μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 3, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 6.1.2. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση ελλήνων δικηγόρων προς κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο) και άσκηση μισθωτής δραστηριότητας σε εταιρείες των κρατών αυτών, με παράλληλη μη μισθωτή δραστηριότητα στην Ελλάδα, μη πραγματική αλλά θεωρούμενη ως τέτοια. Τάση Σημαντική αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Σημαντική μείωση του δημόσιου τομέα (πλην του δικαστικού), λόγω μνημονίου, και της αγοράς νομικών υπηρεσιών, σε σχέση με τον μεγάλο αριθμό δικηγόρων, λόγω σημαντικής μείωσης των εισοδημάτων (φυσικών προσώπων) ή του τζίρου/κέρδους των επιχειρήσεων, με συνέπεια την αντίστοιχη μείωση της ζήτησης στην αγορά των ανεξαρτήτων αυτών επαγγελματιών. 6.2. Μετακίνηση προς Ελλάδα και απαλλαγή από την ελληνική νομοθεσία 6.2.1. Τομέας υπηρεσιών Παράλληλη άσκηση μισθωτής δραστηριότητας, σε κράτος μέλος της κεντρικής ή βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία και Ελβετία) και μη μισθωτής δραστηριότητας στην Ελλάδα, από έλληνες ή από αυτούς (ως εταίρους) με συνεταίρους τους υπηκόους του ίδιου κράτους (της μισθωτής δραστηριότητας), οι οποίοι είναι αντίστοιχα κάτοχοι ή μέτοχοι εταιρειών εκμετάλλευσης ηλιακής ή αιολικής ενέργειας. Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Παράλληλη απασχόληση στον δημόσιο τομέα και άσκηση μισθωτής μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας [άρθρο 13, παράγραφος 4, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 7.1. Από Ελλάδα 7.1.1. Δημόσιος τομέας – τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Καθηγητές ελληνικών πανεπιστημίων, που διατηρούν το μισθολογικό και ασφαλιστικό τους καθεστώς και απασχολούνται (εξειδικευμένοι κύκλοι μαθημάτων) βάσει συμβάσεων σύντομης διάρκειας (κάτω των 24 μηνών) σε πανεπιστήμια κρατών μελών, ιδίως της (νοτιο-)ανατολικής Ευρώπης. Τάση Σταδιακή αύξηση του αριθμού των εντύπων Α1. Αίτια Μείωση των δαπανών του δημόσιου τομέα, που επέφερε μείωση των προϋπολογισμών των πανεπιστημίων, κυρίως στα προγράμματα των μεταπτυχιακών σπουδών. 7.2. Προς Ελλάδα 7.2.1. Τομέας υπηρεσιών Δημόσιοι υπάλληλοι σε κράτος μέλος της κεντρικής ή βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία) με μη μισθωτή δραστηριότητα στην Ελλάδα, είτε έλληνες είτε αυτοί (ως εταίροι) με συνεταίρους συναδέλφους τους ή, γενικότερα φίλους και γνωστούς, υπηκόους του ίδιου κράτους (της δημόσιας Υπηρεσίας), οι οποίοι είναι αντίστοιχα κάτοχοι ή μέτοχοι εταιρειών εκμετάλλευσης ηλιακής ή αιολικής ενέργειας. Στροφή της χώρας προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενθάρρυνση επενδύσεων για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

Συμφωνία εξαίρεσης κατά παρέκκλιση των λοιπών διατάξεων του Τίτλου ΙΙ [άρθρο 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 8.1. Μετακίνηση από Ελλάδα και εξαίρεση από τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους 8.1.1. Τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μακροχρόνια απόσπαση (3 έως 5 έτη και παρατάσεις) υψηλόβαθμων οικονομικών ή/και διοικητικών μισθωτών εργαζομένων, υπό την ιδιότητα στελέχους του μάνατζμεντ ή μισθωτού (υψηλών προσόντων και εξειδίκευσης), από θυγατρικές ή συνεργαζόμενες εταιρείες προς μητρικές ή/και πολυεθνικές εταιρείες σε κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία, Ελβετία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σουηδία), είτε για την απόκτηση εμπειριών και του know how είτε την ανάληψη ή/και συμμετοχή σε προγράμματα (projects) των μητρικών στην Ελλάδα και λοιπή νότια Ευρώπη. Τάση Αισθητή αύξηση του αριθμού των συμφωνιών εξαίρεσης. Αίτια Αύξηση των παραγομένων ή/και επέκταση σε παραγωγή νέων προϊόντων από ελληνικές επιχειρήσεις, που εξάγονται σε Ευρώπη και τρίτες χώρες, λόγω της διατήρησης της ποιότητάς τους αλλά με συγκριτικά χαμηλότερο μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος, οφειλόμενο και στο μνημόνιο. Επέκταση των δραστηριοτήτων των μητρικών εταιρειών μέσω των θυγατρικών τους, λόγω καλύτερης γνώσης εκ μέρους των τελευταίων της ελληνικής ή των άλλων αγορών της νότιας Ευρώπης.

Συμφωνία εξαίρεσης κατά παρέκκλιση των λοιπών διατάξεων του Τίτλου ΙΙ [άρθρο 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 8.1.2. Βιομηχανικός τομέας ή/και τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μακροχρόνια απόσπαση (ανώτερου – διευθυντικού) προσωπικού μητρικών (εθνικών ή πολυεθνικών) επιχειρήσεων για διοικητικό – οικονομικό μάνατζμεντ ή/και εποπτεία συντήρησης και επισκευής μηχανημάτων θυγατρικών εταιρειών σε κράτη μέλη της (νοτιο-) ανατολικής Ευρώπης. Τάση Αισθητή αύξηση του αριθμού των συμφωνιών εξαίρεσης. Αίτια Διοίκηση της μεταφερθείσας βιομηχανικής μονάδας (ως θυγατρικής) της επιχείρησης, λόγω χαμηλής φορολογίας στο κράτος έδρας της τελευταίας και εκ του γεγονότος της διατήρησης των διοικητικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών στην μητρική εταιρεία στην Ελλάδα ή, γενικότερα, της ιδρυθείσας θυγατρικής εταιρείας. Μη επιλογή της κατά τακτά χρονικά διαστήματα μετακίνησης του προσωπικού αυτού, παρά τη μικρή σχετικά απόσταση (άρθρο 13, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 83/2004).

Συμφωνία εξαίρεσης κατά παρέκκλιση των λοιπών διατάξεων του Τίτλου ΙΙ [άρθρο 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004] 8.1.3. Τομέας υπηρεσιών (ιδίως τραπεζικός ή διατροφής) Κατηγορία εργαζομένων Η ίδια με το σημείο 8.1.2. απόσπαση εργαζομένων. Τάση Μεγαλύτερη η αύξηση του αριθμού των συμφωνιών εξαίρεσης από αυτήν του σημείου 8.1.2. Αίτια Μείωση της ελληνικής αγοράς, λόγω διατήρησης της τιμής των υπηρεσιών – προϊόντων σε υψηλά επίπεδα, και αύξηση του κέρδους των θυγατρικών εταιρειών στα κράτη αυτά, λόγω διατήρησης της ποιότητας και μείωσης των τιμών (στα πραγματικά επίπεδα). Μη επιλογή της κατά τακτά χρονικά διαστήματα μετακίνησης του προσωπικού αυτού, παρά τη μικρή σχετικά απόσταση (άρθρο 13, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 83/2004).

Μετακίνηση από Ελλάδα αλλά εξαίρεση από την ελληνική νομοθεσία 8.2.1. Κατασκευαστικός τομέας Κατηγορία εργαζομένων Μετακίνηση ελλήνων αρχιτεκτόνων – μηχανικών κατ’ εξοχήν προς Ελβετία αλλά και Γαλλία καθώς και χώρες του ΕΟΧ (ιδίως Νορβηγία) και άσκηση μισθωτής δραστηριότητας σε εταιρείες των κρατών αυτών, με παράλληλη μη μισθωτή δραστηριότητα στην Ελλάδα, μη πραγματική αλλά θεωρούμενη ως τέτοια. Τάση Κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των συμφωνιών εξαίρεσης από την συνέχιση υπαγωγής τους στην ελληνική νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 17, Κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 και του νέου άρθρου 16, παράγραφος 1, Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004, για την Γαλλία. Αίτια Σημαντική μείωση του δημόσιου τομέα, λόγω μνημονίου και της αγοράς στον κατασκευαστικό τομέα, σε σχέση με τον μεγάλο αριθμό αρχιτεκτόνων και μηχανικών, λόγω σημαντικής μείωσης των εισοδημάτων (φυσικών προσώπων) ή του τζίρου/κέρδους των επιχειρήσεων, με συνέπεια την αντίστοιχη μείωση της ζήτησης στην αγορά των ανεξαρτήτων αυτών επαγγελματιών.

Μετακίνηση προς Ελλάδα και εξαίρεση από την ελληνική νομοθεσία 8.3.1. Τομέας υπηρεσιών (τομέας τουρισμού) Κατηγορία εργαζομένων Ομαδικές μετακινήσεις νεαρής ηλικίας ανέργων, που λαμβάνουν παροχές ανεργίας στο κράτος κατοικίας, από κράτη μέλη της κεντρικής Ευρώπης (κατ’ εξοχήν, από Γερμανία) σε επιχειρήσεις του τουριστικού τομέα, για άσκηση βραχυχρόνιας επαγγελματικής δραστηριότητας μερικής απασχόλησης (1 έως 3 μήνες) κατά την διάρκεια της θερινής περιόδου, κατ’ εφαρμογή της Σύστασης U1. Τάση Σημαντική αύξηση του αριθμού των συμφωνιών εξαίρεσης. Αίτια Πρόσληψη των εν λόγω ανέργων στην θέση Ελλήνων μισθωτών εργαζομένων (μερικής ή πλήρους απασχόλησης), εξαιτίας αφενός μεν του μνημονίου, αφετέρου δε της αισθητής πτώσης της ζήτησης τουριστικών υπηρεσιών (μείωση του αριθμού των τουριστών, με συνέπεια την σοβαρή μείωση των τιμών για προσέλκυση τουριστών (ελκυστικές τιμές), που με την σειρά της επιφέρει την αδυναμία του εργοδότη να διατηρήσει σε θέσεις εργασίας (δευτερευόντων καθηκόντων) Έλληνες μισθωτούς.

Μετακίνηση προς Ελλάδα και εξαίρεση από την ελληνική νομοθεσία 8.3.2. Βιομηχανικός τομέας ή/και τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Μακροχρόνια απόσπαση (ανώτερου – διευθυντικού) προσωπικού μητρικών (εθνικών ή πολυεθνικών) επιχειρήσεων για διοικητικό – οικονομικό μάνατζμεντ ή/και εποπτεία συντήρησης και επισκευής μηχανημάτων των θυγατρικών εταιρειών, από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία). Σημειωτέον, ότι η απόσπαση αυτή πραγματοποιείται μεταξύ των ίδιων μητρικών και θυγατρικών εταιρειών αλλά πέραν του “παραδοσιακού” (για την Ελλάδα) βιομηχανικού τομέα (και του συνδεόμενου με αυτόν τομέα υπηρεσιών), καθόσον αφορά στην επέκταση των δραστηριοτήτων της θυγατρικής στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ηλιακής και αιολικής), δηλαδή την κατασκευή υποδομών και εγκατάσταση μηχανημάτων) για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Τάση Νέα περίπτωση αρκετών συμφωνιών εξαίρεσης. Αίτια Στροφή της χώρας προς εναλλακτικές μορφές ενέργειας για αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, βασιζόμενη και σε εταιρείες ξένων συμφερόντων. Διατήρηση – επέκταση της διοίκησης – μάνατζμεντ και στον νέο τομέα δραστηριότητας της θυγατρικής εταιρείας από τη μητρική εταιρεία.

Μετακίνηση προς Ελλάδα και εξαίρεση από την ελληνική νομοθεσία 8.3.3. Βιομηχανικός τομέας ή/και τομέας υπηρεσιών Κατηγορία εργαζομένων Παράταση της απόσπασης (ανώτερου – διευθυντικού) προσωπικού μητρικών (εθνικών ή πολυεθνικών) επιχειρήσεων για διοικητικό – οικονομικό μάνατζμεντ ή/και εποπτεία συντήρησης και επισκευής μηχανημάτων των θυγατρικών εταιρειών, στον “παραδοσιακό” βιομηχανική τομέα (και συνδεόμενο με αυτόν τομέα υπηρεσιών), από κράτη μέλη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (ιδίως Γερμανία). Τάση Νέα περίπτωση αρκετών συμφωνιών παράτασης της εξαίρεσης. Αίτια Διατήρηση της διοίκησης – μάνατζμεντ της θυγατρικής εταιρείας από τη μητρική εταιρεία, και κατά την μέχρι σήμερα περίοδο αλλά και την προβλεπόμενη μελλοντική διάρκεια της κρίσης στην Ελλάδα, με ειδική αιτιολόγηση της παράτασης (1ης ή 2ης) την διατήρηση στις νευραλγικές θέσεις (top management) της θυγατρικής εταιρείας των έμπειρων πλέον, ως προς την ελληνική αγορά, ιδίως δε στην διαχείριση της κρίσης της, υψηλόβαθμων ή/και διευθυντικών στελεχών.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ Το ζήτημα, που απασχολεί την ελληνική δημόσια διοίκηση γύρω από τον Τίτλο ΙΙ του Κανονισμού 883/2004, θα μπορούσε συνοπτικά να παρουσιασθεί με την ακόλουθη δομή: τριβές πάνω σε ένα διαδικαστικό ζήτημα, ως σημείο εκκίνησης, το οποίο υποκρύπτει ένα μείζον θέμα ερμηνείας, που απαιτεί καλές πρακτικές από τους εμπλεκόμενους φορείς κατά το μεσοδιάστημα, που μεσολαβεί μέχρι την εξεύρεση ενιαίας ερμηνευτικής προσέγγισης, προς το συμφέρον των διακινουμένων προσώπων, την διαφάνεια και την ασφάλεια δικαίου για όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες. Τα συγκεκριμένα ερμηνευτικά και διαδικαστικά ζητήματα, που αναπτύσσονται και προβληματίζουν την ελληνική πλευρά ή/και τις διοικήσεις των εμπλεκομένων κρατών μελών, εντάσσονται σε ένα αρκετά (έως δυσανάλογα, έχοντας υπόψη την υπερ50ετή εφαρμογή των ενωσιακών Κανονισμών του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας) “ταραγμένο” περιβάλλον έντονων και εκτενών συζητήσεων, τόσο σε επίπεδο Επιτροπής, στο πλαίσιο της Διοικητικής Επιτροπής, όσο και σε επίπεδο Συμβουλίου. Η όλη αυτή κινητοποίηση δίνει την εντύπωση ενός ατέρμονος διαλόγου, μίας σύγκρουσης μεταξύ γενικών αρχών – οριζόντιων προσεγγίσεων (κατά τις παραμέτρους του εκσυγχρονισμού) και σειράς περιπτωσιολογικών, ειδικών ρυθμίσεων κατά υποκατηγορία διακινουμένων προσώπων, αναδεικνύοντας, με άλλα λόγια, μία σύγκρουση μεταξύ απλοποίησης και εκσυγχρονισμού, από την μία πλευρά, και πολυάριθμων ειδικών διατάξεων – οιονεί ad hoc λύσεων σε ανεξάντλητα (και αναπότρεπτα) εναλλασσόμενες μορφές κινητικότητας, από την άλλη. Φαίνεται να μην υπάρχει πολιτική συναίνεση ή να μην έχουμε συνειδητοποιήσει, ότι είναι αδύνατη η αντιμετώπιση με ad hoc διάταξη κάθε (αενάως εμφανιζόμενης) συγκεκριμένης περίπτωσης, στα πλαίσια των κανόνων του Τίτλου ΙΙ, ως γενικών ρυθμίσεων αμέσου, κατισχύοντος και αποκλειστικού αποτελέσματος.

Οι προβληματικές καταστάσεις διακίνησης εργαζομένων εντός της Ένωσης Με σειρά εγγράφων των φορέων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ (Τομείς Ασφάλισης Μηχανικών και Νομικών) αλλά και με προφορικά ερωτήματα των αρμοδίων υπαλλήλων τους, καθώς επίσης με αιτήματα και παράπονα των ενδιαφερόμενων (διακινούμενων εργαζομένων και ασφαλισμένων στους εν λόγω φορείς, εταιρειών και δικηγόρων ή/και φοροτεχνικών τους) διαπιστώθηκε ένα σοβαρό και διαρκώς διογκούμενο πρόβλημα, λόγω της συνεχώς αυξανόμενης τον τελευταίο καιρό διακίνησης ελευθέρων και ανεξαρτήτων επαγγελματιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προς χώρες του ΕΟΧ ή την Ελβετία και της έναρξης άσκησης μισθωτής δραστηριότητας στο εκάστοτε συγκεκριμένο κράτος μέλος. Το πρόβλημα συνίσταται, στο ότι οι αρμόδιοι φορείς περισσότερων κρατών μελών δεν χορηγούν στους ενδιαφερόμενους διακινούμενους εργαζόμενους το ενωσιακό (φορητό) έντυπο Α1, προκειμένου αυτοί να απαλλαγούν από την υποχρέωση (συνέχισης) της υπαγωγής τους στην ασφάλιση του οικείου ελληνικού φορέα. Πράγματι, όταν υποβάλλεται στους αρμόδιους φορείς των άλλων κρατών μελών (ιδίως του Ηνωμένου Βασιλείου, του Βελγίου, της Γαλλίας, της Σουηδίας, και της Ιταλίας) αίτημα χορήγησης του εντύπου Α1, λόγω της άσκησης στα κράτη αυτά είτε μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας είτε απασχόλησης σε δημόσια Υπηρεσία (συνήθως βάσει σύμβασης ορισμένου ή αορίστου χρόνου), για την απαλλαγή από την υποχρέωση (συνέχισης της) ασφάλισης στον ΟΑΕΕ ή το ΕΤΑΑ (Τομείς Ασφάλισης Μηχανικών ή Νομικών), λόγω της παράλληλης άσκησης μη μισθωτής (αυτοτελούς ή ανεξάρτητης αντίστοιχα) δραστηριότητας στη χώρα μας, οι φορείς αυτοί αρνούνται την έκδοση του εντύπου.

Οι προβληματικές καταστάσεις διακίνησης εργαζομένων εντός της Ένωσης Στις περιπτώσεις αυτές, οι ως άνω αρμόδιοι φορείς καλούνται να εφαρμόσουν, ανάλογα με την εκάστοτε συγκεκριμένη μορφή διακίνησης: - το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο α), του βασικού Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004, το οποίο, σε περίπτωση παράλληλης άσκησης μη μισθωτών δραστηριοτήτων σε δύο κράτη μέλη, προσδιορίζει ως εφαρμοστέα τη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας του κράτους μέλος κατοικίας του μη μισθωτού εργαζόμενου, εφόσον αυτός ασκεί εκεί ουσιώδες μέρος της δραστηριότητάς του (άνω του 25% της συνολικά ασκούμενης δραστηριότητας (του κύκλου εργασιών, του χρόνου εργασίας, του αριθμού των παρεχομένων υπηρεσιών ή/και του εισοδήματος), άρθρο 14, παράγραφος 8, του Κανονισμού εφαρμογής 987/2009), - το άρθρο 13, παράγραφος 3, του βασικού Κανονισμού, που προσδιορίζει ως εφαρμοστέα νομοθεσία, σε περίπτωση παράλληλης άσκησης μισθωτής δραστηριότητας σε ένα κράτος μέλος και μη μισθωτής – αυτοτελούς σε άλλο, τη νομοθεσία του κράτους της μισθωτής δραστηριότητας, ή - το άρθρο 13, παράγραφος 4, του ίδιου Κανονισμού, που προσδιορίζει ως εφαρμοστέα νομοθεσία, οσάκις ο διακινούμενος απασχολείται σε ένα κράτος ως δημόσιος υπάλληλος, δηλαδή πρόσωπο, το οποίο θεωρεί ως τέτοιον ή τον εξομοιώνει προς αυτόν το κράτος, στο οποίο υπάγεται η Υπηρεσία που το απασχολεί (άρθρο 1 “Ορισμοί”, στοιχείο δ) “δημόσιος υπάλληλος”, του ίδιου Κανονισμού), και ασκεί ταυτόχρονα μη μισθωτή δραστηριότητα σε άλλο, τη νομοθεσία του κράτους, στο οποίο ανήκει η δημόσια Υπηρεσία.

Η εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφοι 3 και 4, του Κανονισμού 883/2004, από τους αρμόδιους φορείς άλλων κρατών μελών Οι αρμόδιοι φορείς των άλλων κρατών μελών, κατά την εξέταση της κάθε συγκεκριμένης κατάστασης του διακινούμενου εργαζόμενου στο κράτος τους, και, αφού βεβαιωθούν για την εκεί άσκηση δραστηριότητας (μισθωτής ή μη μισθωτής), ζητούν (συνήθως με ειδικό έντυπο ερωτημάτων) από τον ενδιαφερόμενο να συμπληρώσει τα πλήρη στοιχεία της αντίστοιχα ασκούμενης δραστηριότητας στη χώρα μας. Ωστόσο, δεν χορηγούν το έντυπο Α1, οσάκις, διαπιστώνοντας μη ύπαρξη δραστηριότητας στην Ελλάδα, ερμηνεύουν τις ως άνω διατάξεις υπό το σκεπτικό, που ακολουθούν για κάθε άσκηση δραστηριότητας σε κράτος μέλος, επομένως και για κάθε διάταξη του Τίτλου ΙΙ “Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας” (άρθρα 11 έως 16, του Κανονισμού 883/2004), δηλαδή ότι για την εφαρμογή τους απαιτείται η άσκηση πραγματικής δραστηριότητας, την οποία συνήθως ταυτίζουν με φυσική μετακίνηση του εργαζόμενου από το ένα στο άλλο κράτος μέλος. Έτσι, ειδικά στην περίπτωση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Ελλάδα, οι εν λόγω φορείς θεωρούν τόσο για την ιδιότητα του μετόχου εταιρείας (οικείος φορέας ο ΟΑΕΕ) όσο και για την θεωρούμενη ή ενδεχομένως ευκαιριακά ασκούμενη (ή/και μακρόθεν ασκούμενη, π.χ. τηλεργασία) αυτοτελή απασχόληση μηχανικών ή νομικών (οικείος φορέας το ΕΤΑΑ), ότι δεν υφίσταται άσκηση πραγματικής δραστηριότητας. Τούτο δε σημαίνει, ότι η διαπιστωμένη άσκηση στο κράτος τους μίας και μόνον πραγματικής δραστηριότητας οδηγεί τους αρμόδιους αυτούς φορείς στην εφαρμογή του γενικού κανόνα του Τίτλου ΙΙ (lex loci laboris, άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχεία α) ή β), του Κανονισμού 883/2004), σύμφωνα με τον οποίο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, το οποίο είτε ασκεί στο έδαφος κράτους μέλους δραστηριότητα (μισθωτή ή μη μισθωτή) είτε απασχολείται εκεί ως δημόσιος υπάλληλος (ή εξομοιούμενος με αυτόν – θεωρούμενος ως τέτοιος) για λογαριασμό (δημόσιας) Υπηρεσίας, υπάγεται αποκλειστικά και μόνον στη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας του εν λόγω κράτους. Επομένως, η άσκηση μίας και μόνον δραστηριότητας δεν δημιουργεί υποχρέωση έκδοσης του εντύπου Α1.

Η εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφοι 3 και 4, του Κανονισμού 883/2004, από τους αρμόδιους φορείς άλλων κρατών μελών Συγκεκριμένα, το βασικό και τονιζόμενο, σε κάθε περίπτωση απόρριψης τους αιτήματος έκδοσης του Α1, επιχείρημα των αρμοδίων αυτών φορέων, ιδίως στην περίπτωση των μετόχων του ΟΑΕΕ, εστιάζεται στην απουσία φυσικής (σωματικής) μετακίνησης προς την χώρα μας. Η συμμετοχή με ποσοστό στο κεφάλαιο μίας επιχείρησης θεωρείται από τους εν λόγω φορείς, ότι συνιστά μεν διακίνηση εντός της Ένωσης αλλά στα πλαίσια της θεμελιώδους αρχής της Συνθήκης περί ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων και όχι αυτής περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (άρθρο 45 της νέας Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ΣΛΕΕ, με έναρξη ισχύος την 01.12.2009), στα πλαίσια της οποίας λειτουργεί ο ενωσιακός μηχανισμός του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας. Παρενθετικά δε αξίζει να σημειωθεί, ότι για την εγκαθίδρυση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στον τομέα της κοινωνικής ασφάλειας κλήθηκαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (της Ευρωπαϊκής Ένωσης) να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την θέσπιση ενός ενωσιακού συστήματος για την εξασφάλιση των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλειας των διακινουμένων εργαζομένων (μισθωτών και μη μισθωτών). Τα μέτρα αυτά ελήφθησαν υπό τη μορφή του ενωσιακού συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, δηλαδή των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009, οι οποίοι, ακριβώς επειδή, ως παράγωγο ενωσιακό δίκαιο, υλοποιούν στον τομέα της κοινωνικής ασφάλειας την θεμελιώδη αυτή επιταγή της Συνθήκης, έχουν ως νομική βάση το σχετικό άρθρο της νέας Συνθήκης 48 ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει πλέον ρητά και τους μη μισθωτούς εργαζόμενους, σε αντίθεση με τα προηγούμενα (αρχικό άρθρο 51, της Συνθήκης ΕΟΚ, μετέπειτα άρθρο 42 της Συνθήκης ΕΚ).

Η εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφοι 3 και 4, του Κανονισμού 883/2004, από τους αρμόδιους φορείς άλλων κρατών μελών Σημειώνουμε, ότι από την σκοπιά της διαδικασίας, το έντυπο Α1 εκδίδεται σε περίπτωση ταυτόχρονης – παράλληλης άσκησης δύο τουλάχιστον δραστηριοτήτων σε διαφορετικά κράτη μέλη, οπότε εμπλέκονται (“συγκρούονται”) δύο νομοθεσίες κοινωνικής ασφάλειας. Έτσι, το έντυπο Α1 σκοπό έχει να βεβαιώσει τη νομοθεσία του εκδίδοντα φορέα ως εφαρμοστέα, έναντι αυτής του εμπλεκόμενου φορέα του άλλου κράτους, (άρθρο 1 “Ορισμοί”, παράγραφος 2, στοιχείο γ) “έγγραφο”, καθώς και άρθρα 14 έως 18, του Κανονισμού εφαρμογής 987/2009, περί της διαδικασίας εφαρμογής των άρθρων 11 έως 16 του βασικού Κανονισμού, η οποία προβλέπει την υποχρέωση χορήγησης από τον αρμόδιο φορέα -και υποβολής στον εμπλεκόμενο φορέα του άλλου κράτους- του εν λόγω εντύπου). Έτσι, με δεδομένη την ύπαρξη μίας και μόνον δραστηριότητας στο οικείο γι’ αυτούς κράτος μέλος (μη “βλέποντας” δραστηριότητα στη χώρα μας, με κριτήρια αμιγώς της εθνικής τους νομοθεσίας), οι ως άνω αρμόδιοι φορείς θεωρούν ως πλήρως αιτιολογημένη την (διοικητική απόφασή τους για τη) μη έκδοση του εντύπου Α1 (με σήμανση, σε διαφορετική περίπτωση, του προσδιοριστικού της εκάστοτε εφαρμοστέας νομοθεσίας σημείου, είτε 3.4 “Μη μισθωτός σε δύο ή περισσότερα κράτη”, για την εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφος 2, ή 3.8 “Εργαζόμενος ως μισθωτός και μη μισθωτός σε διαφορετικές χώρες”, για την εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφος 3, είτε 3.9 “Εργαζόμενος ως δημόσιος υπάλληλος σε μία χώρα και ως μισθωτός/μη μισθωτός σε μία ή περισσότερες άλλες χώρες”, για την εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφος 4, του Κανονισμού 883/2004).

Η εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφοι 3 και 4, του Κανονισμού 883/2004, από τους αρμόδιους φορείς άλλων κρατών μελών Ωστόσο, προκειμένου οι αρμόδιοι αυτοί φορείς να ανταποκριθούν στην εφαρμογή του άρθρου 16, του Κανονισμού 987/2009, αφού τόσο ο ΟΑΕΕ όσο και το ΕΤΑΑ απαιτούν την έκδοση του εντύπου Α1, είτε παραπέμπουν τον ενδιαφερόμενο στον εργοδότη του, για την έκδοση από αυτόν σχετικής βεβαίωσης περί μισθωτής απασχόλησης και, έτσι, υπαγωγής στην ασφάλιση, είτε, υπό το πιεστικό αίτημα του διακινούμενου, προσφεύγουν στην βοήθεια – χρήση άλλων εντύπων ή τύπων πιστοποιητικών, με τα οποία, άμεσα ή (έστω και) έμμεσα, βεβαιώνεται η άσκηση δραστηριότητας στην επικράτειά τους. Έτσι χορηγούν στην καλύτερη περίπτωση είτε τα χρησιμοποιούμενα ακόμη (μέχρι την αντικατάστασή τους) παλαιά, λόγω εφαρμογής μέχρι 30.04.2010 των παλαιών Κανονισμών 1408/71 και 574/72, κοινοτικά έντυπα Ε 104 (βεβαίωση υπαγωγής στην ασφάλιση του κλάδου ασθένειας για τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας) ή Ε 205 (βεβαίωση για το ιστορικό ασφάλισης σε κράτος μέλος, δηλαδή των περιόδων ασφάλισης κ.λ.π. για συνταξιοδοτικούς λόγους), είτε, ως τελευταία εναλλακτική λύση, αντ’ αυτών, εκδίδουν μία απλή βεβαίωση για την ασφάλιση σ’ αυτούς. Σημειωτέον, ότι η έκδοση του εντύπου Ε 104 ή Ε 205 είναι ευνοϊκή για τον ενδιαφερόμενο, διότι, σύμφωνα με την φιλοσοφία – σκοπό όλων των ευρωπαϊκών (των παλαιών κοινοτικών και των νέων ενωσιακών, όπως το Α1) εντύπων, δεν απαιτείται μετάφρασή τους, εφόσον τα στοιχεία, που ζητούνται για την συγκεκριμένη διακίνηση του εργαζόμενου – προσώπου, αποδίδονται στο ίδιο έντυπο για κάθε άλλο κράτος μέλος στην επίσημη σ’ αυτό γλώσσα, στο ίδιο σημείο ή πίνακα και με την ίδια αρίθμηση του εντύπου, ώστε η διοίκηση κάθε φορέα να μπορεί στη γλώσσα της να γνωρίζει, ποιό στοιχείο αντιστοιχεί σε κάθε σημείο. Αντίθετα, η απλή γραπτή βεβαίωση συνιστά μειονέκτημα, καθόσον απαιτείται μετάφραση, την διεκπεραίωση και δαπάνη της οποίας, κατά εσφαλμένη πρακτική των ελληνικών φορέων και όχι μόνον, καλείται να αναλάβει και επιβαρυνθεί ο ενδιαφερόμενος, ενώ την διττή αυτή υποχρέωση έχουν οι φορείς, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 76 “Συνεργασία”, παράγραφος 7, του βασικού Κανονισμού, το οποίο απαγορεύει στις αρχές, τους φορείς και τα δικαστήρια ενός κράτους μέλους να απορρίπτουν αιτήσεις ή άλλα έγγραφα με την αιτιολογία, ότι έχουν συνταχθεί στην επίσημη γλώσσα άλλου κράτους μέλους, η οποία είναι αναγνωρισμένη ως τέτοια από τα Όργανα της Ένωσης.

Η άσκηση πραγματικής μη μισθωτής δραστηριότητας και η θεωρούμενη ως τέτοια 4.1. Η απόκλιση των εννοιολογικών προσεγγίσεων – η ratio legis των διισταμένων πρακτικών Ο τρόπος εφαρμογής των κανόνων περί άρσης συγκρούσεων αναδεικνύει προβλήματα όχι μόνον σε σχέση με τα κριτήρια προσδιορισμού της εφαρμοστέας νομοθεσίας αλλά και με αυτό καθαυτό το κοινωνικοασφαλιστικό κριτήριο, το οποίο είναι καθοριστικής σημασίας για τον ενωσιακό συντονισμό και εν προκειμένω χαρακτηρίζει ένα πρόσωπο ως ενεργό, μισθωτό ή μη μισθωτό, με τα δεδομένα του Κανονισμού 1408/71, ή εργαζόμενο, με τη νομολογιακή του όρου έννοια, και νυν, με τα δεδομένα του Κανονισμού 883/2004, ως πρόσωπο, που ασκεί μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα, ή υφίσταται για το πρόσωπο αυτό μία θεωρούμενη ως τέτοια ισοδύναμη κατάσταση. Το ανωτέρω περιγραφόμενο πρόβλημα δημιουργείται λόγω της ιδιομορφίας της ελληνικής νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλειας αλλά και άλλων κρατών μελών, η οποία ορίζει ως ασφαλιστέα όχι μόνον την πραγματική δραστηριότητα αλλά και την σχετιζόμενη με αυτήν ιδιότητα. Τούτο σημαίνει για τον ενδιαφερόμενο ελεύθερο ή ανεξάρτητο επαγγελματία, ότι η ιδιότητά του ως μετόχου εταιρείας ή απλά και μόνον ως εγγεγραμμένου στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας ή σε κάποιον Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας θεωρείται ως εν δυνάμει (με οικονομικούς όρους) άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην χώρα μας και συνεπάγεται την (υποχρεωτική) υπαγωγή του στον οικείο φορέα (ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ – Τομέας Ασφάλισης Μηχανικών ή Νομικών, αντίστοιχα).

Η άσκηση πραγματικής μη μισθωτής δραστηριότητας και η θεωρούμενη ως τέτοια Σημειωτέον, ότι, σε συνέχεια της επέκτασης του προσωπικού πεδίου εφαρμογής του Κανονισμού 883/2004 σε όλα τα ασφαλισμένα πρόσωπα, προς υλοποίηση του στόχου για απλοποίηση του συντονιστικού μηχανισμού, στο σύνολο των διατάξεων του Τίτλου ΙΙ χρησιμοποιείται πλέον ο όρος “μισθωτή” και “μη μισθωτή δραστηριότητα”, σε αντίθεση με τις κατακερματισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων, οι οποίες εισάγονταν σταδιακά στο προσωπικό πεδίο του παλαιού Κανονισμού (1408/71) και συνοδεύονταν από την ενσωμάτωση αντίστοιχων, πολυάριθμων εννοιολογικών προσδιορισμών στο άρθρο 1, του προηγούμενου αυτού Κανονισμού, για να είναι εφικτός ο συντονισμός των συστημάτων στα οποία υπάγονταν. Για την κατανόηση των δύο αυτών νέων και νευραλγικής σημασίας εννοιών, εισήχθησαν στο προαναφερθέν άρθρο 1, του νέου Κανονισμού, οι αντίστοιχοι ορισμοί τους, στοιχεία α) και β), του άρθρου αυτού). Λόγω δε των συγκεκριμένων ιδιομορφιών της εθνικής νομοθεσίας αρκετών κρατών μελών, μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας, στον ορισμό τόσο της “μισθωτής” όσο και της αφορώσας στο θέμα “μη μισθωτής δραστηριότητας” προστέθηκε στην άσκηση (πραγματικής) δραστηριότητας και η ιδιότητα του “εργαζόμενου” (με τη νομολογιακή έννοια), δηλαδή “η ισοδύναμη κατάσταση, την οποία θεωρεί ως δραστηριότητα η νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας του κράτους μέλους, στο οποίο […] υφίσταται η ισοδύναμη κατάσταση”. Όπως εξ αρχής διαπιστώθηκε, φαίνεται, την συνδυασμένη αυτή εφαρμογή των άρθρων 13 και 1, του Κανονισμού 883/2004, να μην ακολουθούν πολλά κράτη μέλη, ιδίως δε τα προαναφερθέντα. Ως προς τις διαδικαστικές δυσχέρειες, που αφορούν στην έγκαιρη και εμπεριστατωμένη ενημέρωση των εμπλεκομένων φορέων, πρέπει να αναγνωρισθεί σε ορισμένα από τα ενδιαφερόμενα κράτη, ότι εγγενείς δυσκολίες, που οφείλονται αφενός στη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλειας, που βασίζεται στην κατοικία σ’ αυτά (π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο, Δανία και Σουηδία) και αφετέρου στην διοικητική δομή του ενιαίου (συνήθως ή με ταυτόχρονες – παράλληλες διαδικασίες) δημόσιου φορολογικού ή εισφοροεισπρακτικού συστήματος, το οποίο προβλέπει ετήσια καταβολή ή έλεγχο (για το σύνολο του οικονομικού έτους) των από κοινού εισπραττόμενων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, δεν δίδουν σ’ αυτά την δυνατότητα να διαπιστώνουν άμεσα την ακριβή ημερομηνία έναρξης της μισθωτής δραστηριότητας, άρα και υπαγωγής στην ασφάλιση (σημεία 2.2 και 2.3 του εντύπου Α1, “Ημερομηνία έναρξης” και “Ημερομηνία λήξης”, αντίστοιχα, καθοριστικά για την έναρξη και λήξη της απαλλαγής των ενδιαφερόμενων από την ασφάλισή τους στους οικείους γι’ αυτούς ελληνικούς φορείς). Δηλαδή, μόνον εκ των υστέρων μπορούν να πιστοποιήσουν, ότι καταβλήθηκαν εισφορές (υπήρξε ασφάλιση) για το σύνολο του προηγούμενου έτους.

Η άσκηση πραγματικής μη μισθωτής δραστηριότητας και η θεωρούμενη ως τέτοια Ωστόσο, ανεξάρτητα από τους υποκειμενικούς ή αντικειμενικούς λόγους των κρατών μελών αυτών για την “μη εφαρμογή” του άρθρου 13, παράγραφος 2, 3 ή 4, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, στοιχείο β), του Κανονισμού 883/2004, καθώς και του άρθρου 16, του Κανονισμού 987/2009, η πρακτική των συγκεκριμένων ελληνικών φορέων να μην απαλλάσσουν από την ασφάλιση τους ενδιαφερόμενους χωρίς την υποβολή του εντύπου Α1, δεν είναι ορθή. Έτσι, η εμμονή των φορέων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ να ζητούν από αυτούς να προσκομίσουν, για την ευθεία απαλλαγή τους δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, αποκλειστικά και μόνον το έντυπο Α1, και όχι αντ’ αυτού, κατά τα προαναφερθέντα, είτε κάποια άλλη βεβαίωση από τον αρμόδιο φορέα του κράτους της μισθωτής τους δραστηριότητας ή τον εργοδότη είτε το παλαιό κοινοτικό έντυπο Ε 104 (άλλης χρήσης αλλά έμμεσης βεβαίωσης της ασφάλισης), αντιβαίνει στον γενικό κανόνα περί συνεργασίας του άρθρου 76, του Κανονισμού 883/2004, το οποίο υλοποιεί την θεμελιώδη αρχή της Συνθήκης περί καλόπιστης συνεργασίας των κρατών μελών.

Η ισοδύναμη με (πραγματική) άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας κατάσταση: τa κριτήρια υπαγωγής στην ελληνική νομοθεσία και οι ενωσιακές προεκτάσεις του προβλήματος Συνοψίζοντας από την σκοπιά της ελληνικής νομοθεσίας, η αυτοτελής δραστηριότητα για την υπαγωγή στην ασφάλιση των ανωτέρω φορέων τεκμαίρεται από την ιδιότητα ενός προσώπου ως μετόχου εταιρείας, ιδίως δε ως νομικού ή μηχανικού, η οποία επιβεβαιώνεται αντίστοιχα με την εγγραφή του στον Δικηγορικό Σύλλογο ή στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Οι εν λόγω φορείς θεωρούν την κατάσταση αυτή ως ισοδύναμη με άσκηση πραγματικής δραστηριότητας, γεγονός, το οποίο είναι συμβατό με τον ορισμό της “μη μισθωτής δραστηριότητας”, βάσει των διατάξεων του άρθρου 1, στοιχείο β), του Κανονισμού 883/2004. Πράγματι, για τους σκοπούς του συντονισμού, ο ορισμός αυτός είναι σκόπιμα “διευρυμένος”, έτσι ώστε να καταλαμβάνει τέτοιες ισοδύναμες καταστάσεις, τις οποίες θεωρούν ως (οιονεί) πραγματική μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα οι νομοθεσίες ορισμένων κρατών μελών. Μία τέτοια ένταξη, αναβαθμισμένη βάσει του κοινωνικοασφαλιστικού κριτηρίου, ορισμένων κατηγοριών διακινουμένων έχει μεγάλη σημασία μετά την επέκταση του προσωπικού πεδίου του Κανονισμού 883/2004 και σε μη ενεργά αλλά ασφαλισμένα πρόσωπα. Απόρροια του ανωτέρω ορισμού είναι, γενικότερα, η ένταξη στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 883/2004, και μάλιστα σε συγκεκριμένες διατάξεις στο πλαίσιο των κατ’ ιδίαν Κεφαλαίων αυτού, ως ενεργών ασφαλισμένων, προσώπων, τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση, η οποία ισοδυναμεί με άσκηση (συνήθως) μη μισθωτής δραστηριότητας. Ενδεικτικά, δυνάμει του εν λόγω ορισμού, κατά τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας βάσει μίας εκ των δύο γενικών αρχών του Τίτλου ΙΙ του ανωτέρω Κανονισμού lex loci laboris ή lex loci domicilii, τα συγκεκριμένα πρόσωπα εντάσσονται στον Κανονισμό ως ενεργά (ασκούντα μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα ανάλογα με την εκάστοτε εμπλεκόμενη νομοθεσία) και υπάγονται στη νομοθεσία του κράτους μέλους, που προσδιορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχεία α) έως δ) (κράτος απασχόλησης), αντίθετα με τα οικονομικώς μη ενεργά πρόσωπα, τα οποία υπάγονται στην οριζόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο ε), νομοθεσία (κράτος κατοικίας). Έτσι, για πρόσωπο, που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ ή του ΕΤΑΑ και διαμένει συνήθως (ενωσιακός ορισμός της έννοιας “κατοικία”) σε κράτος μέλος, η νομοθεσία του οποίου ορίζει την κατοικία ως μοναδική προϋπόθεση υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλεια, ορίζεται ως εφαρμοστέα η ελληνική νομοθεσία (άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο α)), αφού δυνάμει αυτής το εν λόγω πρόσωπο θεωρείται, ότι ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα (άρθρο 1, στοιχείο β)) και ως εκ τούτου προηγείται της υπαγωγής του στη νομοθεσία του κράτους κατοικίας, ως μη ενεργό πρόσωπο με μόνη την ιδιότητα του κατοίκου.

Η ισοδύναμη με (πραγματική) άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας κατάσταση: τa κριτήρια υπαγωγής στην ελληνική νομοθεσία και οι ενωσιακές προεκτάσεις του προβλήματος Συνεκτιμώντας την εξέλιξη των συζητήσεων στα ενωσιακά φόρα (στην Διοικητική Επιτροπή αλλά και στο Συμβούλιο με αφορμή την Πρόταση Κανονισμού “Διάφορες τροποποιήσεις 2010”), τίθεται το ερώτημα, εάν η εξομοιούμενη με (πραγματική) δραστηριότητα κατάσταση είναι δυνατόν να θεωρηθεί (αυτόματα και αυτονόητα) ως “περιθωριακή δραστηριότητα” (“marginal activity”). Από την σκοπιά των κριτηρίων της νομοθεσίας των εμπλεκομένων ελληνικών φορέων, η εν λόγω κατάσταση – επαγγελματική ιδιότητα, που πιστοποιείται με την εγγραφή στο αντίστοιχο επαγγελματικό σύλλογο ή επιμελητήριο, συνιστά, κατά πλάσμα δικαίου, πραγματική δραστηριότητα. Κατά μία άλλη άποψη, η εν λόγω εξομοιούμενη κατάσταση θα μπορούσε/έπρεπε να θεωρηθεί κατ’ ελάχιστον ως περιθωριακή (δηλαδή, ακόμη και ως μη -υφιστάμενη- δραστηριότητα), ιδίως όταν στο μέλλον, για τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο του άρθρου 13 επιφυλάσσεται ειδική μεταχείριση στην “περιθωριακή δραστηριότητα”. Το προαναφερθέν πλάσμα δικαίου έχει σημαντική από ελληνικής πλευράς εφαρμογή σε περιπτώσεις του άρθρου 13, και ειδικότερα, των παραγράφων 3 και 4 αυτού (π.χ. μηχανικός, ο οποίος απασχολείται ως δημόσιος ή δημοτικός υπάλληλος σε άλλο κράτος μέλος). Ωστόσο, τα κράτη μέλη, που δεν δέχονται την συνδυασμένη εφαρμογή του άρθρου 13 με το άρθρο 1, στοιχείο β), θεωρούν, ότι πρόκειται για περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο α), δηλαδή τις υπάγουν στην εφαρμογή του κανόνα lex loci laboris. Εξαίρεση αποτελεί η Γαλλία, η οποία θεωρεί την ελληνική περίπτωση ως ιδιόμορφη και γι’ αυτό ζητά συμφωνία εξαίρεσης από την ελληνική και προσδιορισμό της γαλλικής νομοθεσίας ως εφαρμοστέας, βάσει των διατάξεων του άρθρου 16, παράγραφος 1. Η ελληνική αρμόδια αρχή, ελλείψει αμοιβαίας συνεννόησης και προς το συμφέρον των ενδιαφερομένων προσώπων (αποφυγή εξαιρετικά χρονοβόρων διαδικασιών), δίδει την συγκατάθεση της, δηλαδή συμφωνεί, μέχρι την εξεύρεση ενιαίας ερμηνευτικής λύσης, με την ανωτέρω προσέγγιση της κατά περίπτωση εξαίρεσης βάσει διμερούς συμφωνίας.

Η ισοδύναμη με (πραγματική) άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας κατάσταση: τa κριτήρια υπαγωγής στην ελληνική νομοθεσία και οι ενωσιακές προεκτάσεις του προβλήματος Ωστόσο, το πλάσμα δικαίου αυτό δεν λειτουργεί στα πλαίσια του άρθρου 13, παράγραφος 2, ειδικότερα, ως προς το στοιχείο α) της παραγράφου αυτής. Τούτο σημαίνει, ότι δεν εξετάζεται, κατά πόσον στο (άλλο) κράτος κατοικίας ασκείται το ουσιώδες μέρος της δραστηριότητας, αλλά θεωρείται, ότι η περίπτωση αυτή εμπίπτει στο πεδίο των συγκεκριμένων διατάξεων, ανεξάρτητα από την άσκηση ή μη πραγματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να εκδίδεται το έγγραφο Α1, βεβαιώνοντας ως εφαρμοστέα τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους κατοικίας. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν η ασκούμενη στο κράτος κατοικίας δραστηριότητα υπό διαφορετικές συνθήκες/σε άλλες περιπτώσεις θα θεωρούνταν ως “περιθωριακή”, στην προκειμένη περίπτωση ο εμπλεκόμενος φορέας του κράτους κατοικίας αναγνωρίζει κατ’ αρχάς την ύπαρξη δραστηριότητας στην Ελλάδα, αλλά εκ του διαπιστωμένου μηδενικού εισοδήματος, κύκλου εργασιών ή υπηρεσιών (κατά δήλωση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην υποβαλλόμενη αίτηση) συνάγει, ότι βάσει των κριτηρίων του άρθρου 14, παράγραφος 8, του Κανονισμού 987/2009, δεν ασκείται πραγματική δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια. Από την πλευρά του, ο ελληνικός φορέας ουδέποτε προβάλλει αντίρρηση, αντίθετα αποδέχεται την προτεραιότητα της πραγματικά ασκούμενης στο άλλο κράτος δραστηριότητας (ανεξαρτήτως μεγέθους) και κάνει αποδεκτό το εκδοθέν έγγραφο Α1. Είναι σχεδόν αυτονόητο, ότι δεν έχει υπάρξει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 13, παράγραφος 2, στοιχείο β), π.χ. οσάκις το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατοικεί στην Ελλάδα, όπου δεν ασκεί δραστηριότητα, πολύ δε περισσότερο ουσιώδη. Σε σχέση με τις ευρύτερες ενωσιακές προεκτάσεις, το πρόβλημα θα εξακολουθήσει να υφίσταται και μετά την υιοθέτηση της νέας παραγράφου 5β του τροποποιηθέντος άρθρου 14, του Κανονισμού 987/2009 (Κανονισμός (ΕΕ) 465/2012), διότι, εάν δεχθούμε, ότι το άρθρο 13 κατά μείζονα λόγο δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση, που δεν ασκείται πραγματική (αυτοτελής) δραστηριότητα, τούτο παραπέμπει αποκλειστικά στο άρθρο 11, εξισώνοντας την ισοδύναμη (εξομοιούμενη με αυτοτελή δραστηριότητα) κατάσταση με κατώτερη της περιθωριακής δραστηριότητα, δηλαδή ακόμη και με ανυπαρξία δραστηριότητας, οπότε ανακύπτει ένα σοβαρό ερμηνευτικό πρόβλημα σε σχέση με τους ορισμούς του άρθρου 1, στοιχείο β) του Κανονισμού 883/2004.

Η ισοδύναμη με (πραγματική) άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας κατάσταση: τa κριτήρια υπαγωγής στην ελληνική νομοθεσία και οι ενωσιακές προεκτάσεις του προβλήματος Κατ’ ακολουθία, το ανωτέρω πρόβλημα, το οποίο ισοδυναμεί με νομικό κενό, απαιτεί πρόσθετη ρύθμιση ειδικά για τους σκοπούς προσδιορισμού της εφαρμοστέας νομοθεσίας, ιδίως με βάση τους κανόνες του άρθρου 13, παράγραφος 2, έτσι ώστε ρητή διάταξη να καθορίζει την προτεραιότητα σε περιπτώσεις, που συμπίπτει η άσκηση πραγματικής μη μισθωτής δραστηριότητας σε άλλο κράτος μέλος με ισοδύναμη κατάσταση, βάσει του κοινωνικοασφαλιστικού κριτηρίου, στην Ελλάδα ή σε κράτος με παρόμοια νομοθεσία. Εναλλακτικά, το ζήτημα θα μπορούσε να επιλυθεί, αποφεύγοντας τις χρονοβόρες διοικητικές διαδικασίες μεταξύ των εκάστοτε εμπλεκομένων φορέων, με ειδική ελληνική καταχώρηση στο Παράρτημα ΧΙ, του Κανονισμού 883/2004, στην οποία θα έπρεπε να διευκρινισθεί, ότι η εξομοιούμενη (ισοδύναμη με αυτοτελή δραστηριότητα) κατάσταση θεωρείται βάσει της ελληνικής νομοθεσίας ως πραγματική αυτοτελής δραστηριότητα, η οποία, όμως, δεν επηρεάζει τους κανόνες περί εφαρμοστέας νομοθεσίας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13, δηλαδή θεωρείται, ότι υπέχει θέση οιονεί περιθωριακής (ή “μη δραστηριότητας”) για τους σκοπούς του συντονισμού (της άρσης συγκρούσεων του Τίτλου ΙΙ) στην κρίσιμη αυτή μορφή άσκησης παράλληλων δραστηριοτήτων.

Συμπερασματικά 5.1. Από την σκοπιά του ενωσιακού δικαίου Αξίζει να μην λησμονούμε την αποφασιστική σημασία των ορισμών του άρθρου 1, του Κανονισμού 883/2004, γενικότερα, και των στοιχείων α) και β) του άρθρου αυτού, ειδικότερα, οι οποίοι λειτουργούν ως οι γέφυρες, που ενώνουν για τους σκοπούς του συντονισμού σημαντικές διαφορές των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας των κρατών μελών (χωρών ΕΟΧ/Ελβετίας). Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, την ιδιότητα του εργαζόμενου μισθωτού ή μη μισθωτού, υπό την έννοια του Κανονισμού 1408/71, ή του προσώπου, που ασκεί (μισθωτή ή μη μισθωτή) δραστηριότητα, υπό την έννοια του Κανονισμού 883/2004, έχει κάθε πρόσωπο, που είναι ασφαλισμένο, έστω και κατά ενός μόνον κινδύνου, δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης, στο πλαίσιο γενικού ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφάλειας εκ των αναφερομένων στο οικείο άρθρο των ανωτέρω Κανονισμών, ανεξάρτητα από την ύπαρξη εργασιακής σχέσης. Επομένως, για την υπαγωγή στο προσωπικό πεδίο των Κανονισμών ουδεμία επιρροή ασκεί η ύπαρξη (καθεστώς) εργασιακής σχέσης και, συνακόλουθα, ο χαρακτηρισμός ενός προσώπου ως μισθωτού ή μη μισθωτού εξαρτάται αποκλειστικά από το γεγονός – καθοριστικό αντικειμενικό κριτήριο, ότι το εν λόγω πρόσωπο θεωρείται (εξακολουθεί να θεωρείται) ή όχι ως τέτοιο για τους σκοπούς της κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας του κράτους μέλους, στο οποίο υφίσταται μία τέτοια (μισθωτή ή μη μισθωτή) δραστηριότητα ή ισοδύναμη κατάσταση. Άλλωστε, στην συνδυασμένη εφαρμογή του άρθρου 1, στοιχείο α) ή/και β), και του άρθρου 11, παράγραφος 3, στοιχείο α), του Κανονισμού 883/2004, έχει βασισθεί και η Απόφαση F1 της Διοικητικής Επιτροπής (σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 68, του Κανονισμού 883/2004), προκειμένου να χαρακτηρισθούν ως περίοδοι άσκησης μισθωτής ή μη δραστηριότητας, για την λήψη οικογενειακών παροχών, (ακόμη και) περίοδοι αναστολής ή διακοπής της δραστηριότητας αυτής, λόγω διακοπών, ανεργίας, προσωρινής ανικανότητας για εργασία, απεργιών ή ανταπεργιών, εφόσον συγκεκριμένες νομοθεσίες κρατών μελών θεωρούν τέτοιες περιόδους είτε ως περιόδους άσκησης μισθωτής ή μη δραστηριότητας είτε ως περιόδους μη άσκησης δραστηριότητας, από τις οποίες, όμως, αποκτάται κατά περίπτωση, είτε αυτό καθαυτό είτε ως αποτέλεσμα προηγούμενης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας, το δικαίωμα σε οικογενειακές παροχές.

Συμπερασματικά Είναι εξίσου σημαντικό να επισημάνουμε, ότι ο χαρακτηρισμός της δραστηριότητας ή της ισοδύναμης με αυτήν κατάστασης υπόκειται στην ευθύνη του κράτους μέλους, στο οποίο υφίσταται μία τέτοια δραστηριότητα ή κατάσταση. Με άλλα λόγια, αρμόδιο, για να προσδιορίσει, ποιό πρόσωπο θεωρείται, ότι ασκεί δραστηριότητα ως μισθωτός ή μη μισθωτός (με την ιδιότητα ως μισθωτού ή μη μισθωτού), είναι αποκλειστικά το συγκεκριμένο κράτος μέλος και, υπό αυτή την έννοια, ο χαρακτηρισμός της “μισθωτής δραστηριότητας” ή/και της “μη μισθωτής δραστηριότητας” γίνεται για τους σκοπούς της νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλειας και μόνον, λόγος, για τον οποίο διαφέρει από τον χαρακτηρισμό με γνώμονα το εργατικό δίκαιο. Τέλος, η δυνατότητα υπαγωγής στο προσωπικό πεδίο του Κανονισμού δεν εξαρτάται ούτε από την επέλευση του καλυπτόμενου από εθνικό σύστημα κινδύνου, και επομένως, ούτε από το ζήτημα, σε ποιό από τα εκάστοτε εμπλεκόμενα κράτη θα ληφθούν υπόψη οι πραγματοποιηθείσες περίοδοι κατά τον χρόνο τυχόν συνταξιοδότησης, αλλά το εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι πράγματι ασφαλισμένο, έστω και κατά ενός μόνον κινδύνου, δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης στο πλαίσιο γενικού ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφάλειας, όπως αυτά προβλέπονται δυνάμει των άρθρων 1, στοιχείο ιβ), και 3, του Κανονισμού 883/2004.

Από την σκοπιά της διαδικασίας Οι εμπλεκόμενοι ελληνικοί φορείς δεν πρέπει να λησμονούν, ότι οφείλουν να τηρούν απαρέγκλιτα τις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές απορρέουν από το πνεύμα και γράμμα του ενωσιακού νομοθέτη ως προς την γενική αρχή του ενωσιακού δικαίου για καλόπιστη, στενή και αποτελεσματική συνεργασία, η οποία, από πλευράς πρωτογενούς δικαίου, στηρίζεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ (της νέας Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση), το οποίο επιβάλλει, βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας συνεργασίας, την εκπλήρωση εκ μέρους τόσο της Ένωσης όσο και των κρατών μελών των καθηκόντων τους, και, ειδικότερα εκ μέρους των τελευταίων, την λήψη κάθε γενικού ή ειδικού μέτρου για την διασφάλιση της εκτέλεσης των απορρεουσών από τις Συνθήκες ή τις Πράξεις των θεσμικών Οργάνων της Ένωσης υποχρεώσεών τους (εν προκειμένω από τους Κανονισμούς 883/2004 και 987/209). Η ως άνω επιταγή της Συνθήκης εξειδικεύεται, από πλευράς παράγωγου δικαίου, με το άρθρο 76 “Συνεργασία”, του Κανονισμού 883/2004, το οποίο, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εγκαθιδρύει την αρχή της στενής και αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των αρχών και των φορέων των διαφόρων κρατών μελών, η οποία συνιστά έναν από τους βασικούς παράγοντες για την εύρυθμη λειτουργία των συντονιστικών κανόνων και συνίσταται στην ανταλλαγή πληροφοριών (ασφαλιστικού περιεχομένου) μεταξύ αρχών, φορέων και προσώπων, η οποία πρέπει να βασίζεται στις αρχές της χρηστής διοίκησης, της αποτελεσματικότητας, της ταχύτητας των ενεργειών και της δυνατότητας πρόσβασης στην πληροφόρηση – ενημέρωση όλων των εμπλεκομένων παραγόντων σε κάθε περίπτωση διακίνησης εντός της Ένωσης.

Από την σκοπιά της διαδικασίας Η υλοποίηση της γενικής αρχής της συνεργασίας συνεπάγεται ειδικότερα τις ακόλουθες υποχρεώσεις: - αμοιβαία ενημέρωση και συνεργασία για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής των Κανονισμών (άρθρο 76, παράγραφός 4, του Κανονισμού 883/2004), - εφαρμογή της αρχής περί εξομοίωσης γεγονότων και καταστάσεων ως προς τις διοικητικές διαδικασίες (άρθρο 76, παράγραφος 2), - διαδικασία άμεσου διαλόγου και συνδιαλλαγής σε διακριτές φάσεις και διακριτά επίπεδα συνεργασίας, δηλαδή απευθείας επικοινωνία μεταξύ των φορέων, σε 1ο επίπεδο, και σε περίπτωση μη επίλυσης του εκάστοτε συγκεκριμένου ζητήματος μεταξύ των αρχών σε 2ο επίπεδο (άρθρο 76, παράγραφος 3, και Απόφαση Α1, και - αναγνώριση της εγκυρότητας των εντύπων και δικαιολογητικών των φορέων (άρθρο 5, του Κανονισμού 987/2009). Η ratio legis των ανωτέρω εντάσσεται στο πνεύμα των απώτερων στόχων του ενωσιακού συντονισμού υπό την Συνθήκη, όπως τούτο αποδίδει πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, βάσει της οποίας οι διοικητικές περιπλοκές ή/και παραλείψεις των φορέων ή του εργοδότη δεν πρέπει να αποβαίνουν σε βάρος του διακινούμενου εργαζόμενου. Η νομολογία αυτή συμπληρώνει την περί του Τίτλου ΙΙ επίσης πάγια νομολογία, κατά την οποία ο ενωσιακός νομοθέτης θέσπισε στον Κανονισμό τον ειδικό αυτόν Τίτλο, ο οποίος συνιστά ένα συγκεκριμένο, πλήρες και ενιαίο σύστημα διατάξεων “αμέσου, αποκλειστικού και κατισχύοντος αποτελέσματος” για τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας και, έτσι, την άρση των συγκρούσεων των νομοθεσιών, οι οποίες θέτουν εμπόδια στην κατά το δυνατόν πληρέστερη εγκαθίδρυση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων εντός της Ένωσης, κατ’ επιταγήν της Συνθήκης, άρθρο 45 ΣΛΕΕ.