Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΔΟΤΙΚΗΣ
Ετερόπτωτος προσδιορισμός
Με ουσιαστικά ή επίθετα 1. αντικειμενική-κοντά σε επίθετα που δηλώνουν φιλία, έχθρα, ωφέλεια, βλάβη, ευπείθεια, υποταγή, το αρμόζον (φίλος, ἐχθρός, ὠφέλιμος, βλαβερός, εὐπειθής, ὑπήκοος, ἁρμόδιος, ἀπρεπής…), ισότητα, ομοιότητα, ταυτότητα, συμφωνία, ακολουθία, διαδοχή, προσέγγιση, ανάμειξη (ἴσος, ὅμοιος, ὁ αὐτός, ἀκόλουθος, διάδοχος…) και σύνθετα με τις προθέσεις ὁμοῦ, ἐν, σύν (ὁμόγλωσσος, ἔμφυτος…) 2. του κατά τι ή της αναφοράς (δηλώνει αυτό ως προς το οποίο ισχύει η έννοια του επιθέτου) Εἰ δέοι βασιλεῖ φίλους εἶναι… - ὁμοίαν ταῖς δούλαις εἶχεν τὴν ἐσθῆτα - Ἀκόλουθός ἐστι ὁ νῦν λόγος τῷ τότε ῥηθέντι - χώρα ὅμορος τῇ Λακεδαιμονίων - σύμμαχος ἦν Κυαξάρῃ. 2. Ἀλκιβιάδης ὁ Κλεινίου, ἀνὴρ ἡλικίᾳ ἔτι τότε νέος (ως προς την ηλικία) -συγγενεῖς ἐστὲ φύσει οὐ νόμῳ.
Με επιρρήματα αντικειμενική-κοντά σε επιρρήματα που παράγονται από επίθετα που συντάσσονται με δοτική αντικειμενική και στα επιρρήματα ἅμα, ὁμοῦ, ἑξῆς, ἐγγύς, πλησίον του ποσού, του μέτρου ή της διαφοράς- κοντά σε επιρρήματα ή επίθετα συγκριτικού ή υπερθετικού βαθμού. Είναι συνήθως οι ακόλουθες:πολλῷ , ὀλίγῳ, τοσούτῳ, τόσῳ, ὅσῳ Της αναφοράς –με τροπικά επιρρήματα +έχω 1. παραπλησίως ὑμῖν -ἅμα ἦρι -ὁμοῦ τινι 2. Ὀλίγῳ ὕστερον Οἱ ἐχθροί ἦσαν πολλῷ πλείονες. 3. Οὕτως ἔχει ταῦτα τῇ φύσει
ΔΟΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ Δηλώνει το πρόσωπο για το οποίο γίνεται κάτι. Η δοτική αυτή μπορεί να είναι: απλή δοτική προσωπική ή: Δηλώνει το πρόσωπο που έχει κάτι και συνήθως βρίσκεται κοντά στα υπαρκτικά ρήματα εἰμί, ὑπάρχω, γίγνομαι. Δηλώνει το πρόσωπο για χάρη, ωφέλεια του οποίου γίνεται κάτι (χαριστική) ή το πρόσωπο για βλάβη του οποίου γίνεται κάτι (αντιχαριστική). Συνήθως είναι προσωπική αντωνυμία α΄ και β΄ και σπανιότερα γ΄ προσώπου. Δηλώνει το πρόσωπο για χαρά ή λύπη του οποίου γίνεται κάτι. Συνήθως συνοδεύεται από τις μετοχές των ρημάτων βούλομαι, ἐθέλω, ἄχθομαι, ἥδομαι και το επίθετο ἄσμενος. Μέχρι του Στρυμόνος ἦν πάροδος τοῖς Λακεδαιμονίοις. Χρήματα γίγνεταί μοι. Ἐπειδὴ αὐτοῖς οἱ βάρβαροι ἐκ χώρας ἀπῆλθον. Ἐπειδὴ γὰρ ἡ ἐν Ἀμφιπόλει ἧττα τοῖς Ἀθηναίοις ἐγεγένητο. εἰ μη ἀσμένοις ὑμῖν ἀφῖγμαι… ἡδομένῳ μοι (προς ευχαρίστησή μου) δοτική προσωπική κτητική δοτική προσωπική χαριστική ή αντιχαριστική δοτική προσωπική ηθική
ΔΟΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ Δηλώνει το πρόσωπο για το οποίο γίνεται κάτι. Η δοτική αυτή μπορεί να είναι: Ἦν ἡμέρα πέμπτη ἐπιπλέουσι τοῖς Ἀθηναίοις. Ἐπίδαμνός ἐστι πόλις ἐν δεξιᾷ ἐσπλέοντι τὸν Ἰόνιον κόλπον. Οὐδὲ δίκαιόν μοι δοκεῖ εἶναι δεῖσθαι τοῦ δικαστοῦ. Ἄχρηστοι τοῖς πολλοῖς οἱ ἐπιεικέστατοι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ. Ταῦτα Θεμιστογένει τῷ Συρακοσίῳ γέγραπται. Πολύ μοι ἡ καρδία πηδᾷ. δοτική προσ. της αναφοράς δοτική προσ. του κρίνοντος προσώπου δοτική προσ. του ενεργούντος προσώπου (ποιητικό αίτιο) Δηλώνει το πρόσωπο αναφορικά με το οποίο αληθεύει ή συμβαίνει κάτι. Συνήθως με μετοχές για ορισμό του τόπου ή του χρόνου κατά τον οποίο συμβαίνει κάτι. Δηλώνει το πρόσωπο κατά την κρίση του οποίου ισχύει κάτι. Συνήθως κοντά σε δοξαστικά ρήματα και ιδιαίτερα το δοκεῖ. κοντά στα ρηματικά επίθετα σε –τος, -τέος και παθητικά ρήματα συντελικού χρόνου. δοτική προσωπική συμπαθείας (δηλώνει το πρόσωπο που υποφέρει ψυχικά ή σωματικά και αιτία είναι αυτό που δηλώνεται με την πρόταση
Δηλώνει το πρόσωπο για το οποίο γίνεται κάτι. ΔΟΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ Δηλώνει το πρόσωπο για το οποίο γίνεται κάτι. Η δοτική αυτή μπορεί να είναι: κοντά σε απρόσωπα ρήματα και εκφράσεις υπάρχει συνήθως απλή δοτική προσωπική από την οποία παίρνουμε το υποκείμενο του απαρεμφάτου σε πτώση αιτιατική Προσοχή Προσήκει ὑμῖν ἀγαθοῖς εἶναι (Υ.Α. ὑμᾶς). Ἀνάγκη ἐστί ἐμοὶ ἀποκρίνασθαι (Υ.Α. ἐμέ). Η δοτική ως ετερόπτωτος προσδιορισμός: Συντακτικό: Σελ. 33-34, 37-38, 40-42, 50-51
Επιρρηματικός προσδιορισμός
Η δοτική ως επίρρημα 1. του μέσου-δηλώνει το μέσο με το οποίο γίνεται κάτι, συνήθως κοντά σε ρήματα όπως το κολάζω, ζημιῶ, τιμωροῦμαι, κρίνω, γιγνώσκω, τεκμαίρομαι, εἰκάζω. 2. του οργάνου (δηλώνει το όργανο με το οποίο γίνεται κάτι) 3. του τρόπου (δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται κάτι). Συνήθως τα δοτικοφανή επιρρήματα όπως δημοσίᾳ, ἰδίᾳ, βίᾳ, κοινῇ, πεζῇ, τῷ ὄντι, σιγῇ, σιωπῇ, σπουδῇ… Ἡ ψυχή τρέφεται μαθήμασι -τὸν μὴ πειθόμενον ἀτιμίαις καὶ χρήμασι κολάζουσι. 2. Τὴν θύραν τῇ βακτηρίᾳ ἔκρουε -τοῖς ὀφθαλμοῖς ὁρῶμεν. 3. Ταῦτα πάντες μιᾷ γνώμῃ ἀπήντων-προηγόρευε τοῖς Ἀθηναίοις δημοσίᾳ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ.
Η δοτική ως επίρρημα 4. της συνοδείας (συνήθως στρατιωτικοί όροι που βρίσκονται κοντά σε ρήματα κινήσεως όπως ἔρχομαι, πορεύομαι, ἐλαύνω-συνηθισμένοι τέτοιοι όροι είναι οι στρατῷ, στρατεύματι, δυνάμει, πλήθει, πεζῷ, ναυτικῷ, ναυσί, ἱππεῦσι…) 5. της αιτίας (κοντά σε ρήματα ή φράσεις ψυχικού πάθους) 6. μέτρου ή διαφοράς ή του ποσού (συνήθως κοντά σε συγκριτικό βαθμό αυξάνει ή μετριάζει την έννοια του παραθετικού) 7. της αναφοράς (με ρήματα ή επίθετα που δηλώνουν διαφορά, σύγκριση, υπεροχή) 8. του τόπου 9. του χρόνου 4. Οἱ Ἀθηναῖοι ἦλθον ναυσί τριάκοντα και ἑξακοσίοις ὁπλίταις. 5. Θαυμάζω τῇ ἀποκλήσει -αἰσχυνόμενοι τοῖς πεπραγμένοις 6. Ὅσῳ φρονιμοτέρους ἔχει τοὺς ἐφεστῶτας, τοσούτῳ κάλλιον … 7. Ὑπερβαλεῖσθε (θα ξεπεράσετε) καὶ ἡμᾶς καὶ τοὺς πρόσθεν εὐκλείᾳ-τούτῳ διαφέρει νόμος. 8. Μαραθῶνι-Πλαταιαῖς 9. Τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ, τῇ ὑστεραίᾳ, χρόνῳ ἐπήλθομεν.
Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε: 1. Δοτική της αιτίας. Δηλώνει την αιτία και προσδιορίζει ρήματα ψυχικού πάθους. 2. Δοτική του τόπου. Εκφέρεται με: α) Δοτική τοπωνυμίων, όπως Δελφοῖς, Ἐλευσῖνι, Ἰσθμοῖ, Μαραθῶνι, κ.α. και δηλώνει στάση σε τόπο. β) Δοτικοφανή επιρρήματα, δηλαδή τη δοτική ονομάτων· και δηλώνουν στάση σε τόπο ή κίνηση διαμέσου ενός τόπου (διέλευση), όπως: ἄλλῃ (αλλού, από αλλού), ᾖ / ὅπῃ (όπου, από όπου), ταύτῃ (εδώ, μέσα από αυτό το μέρος), τῇδε (σ’αυτό εδώ το μέρος), αὐτοῦ , οὗ κ.α. Xαλεπῶς φέρω τοῖς παροῦσι πράγμασι. Ξέρξης ἥσθη τῇ ἐπιστολῇ. 2. Ἡ ἐν Μαραθῶνι μάχη Μήδων πρὸς Ἀθηναίους. Ἔρχεται ἄλλῃ .
Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε: 3. Δοτική του χρόνου. Τέτοιες είναι οι δοτικές ονομάτων εορτών, (όπως Ἐλευσινίοις, Παναθηναίοις) και οι δοτικές ονομάτων που δηλώνουν χρόνο, όπως: ἔτει, ἡμέρᾳ, θέρει, μηνί, νυκτί, χρόνῳ, τῇ προτεραίᾳ , τῇ ὑστεραίᾳ. 4. Δοτική της συνοδείας Προσδιορίζει κυρίως ρήματα που δηλώνουν κίνηση. 5. Δοτική της αναφοράς. Συντάσσεται με ρήματα που δηλώνουν σύγκριση, διαφορά, υπεροχή και μεταφράζεται με τα «ως προς», «σε». 3. Τετάρτῃ δὲ ἡμέρᾳ καταβαίνουσιν εἰς τὸ πεδίον. Ἐνίκησε τρίτῳ μηνί. 4. Ἐπορεύοντο τρισχιλίοις ὁπλίταις. 5. Ἐλένη καὶ τῷ γένει καὶ τῷ κάλλει πολὺ διήνεγκεν.
Η δοτική ως επιρρηματικός προσδιορισμός διακρίνεται σε: 6. Δοτική του οργάνου ή του μέσου. Δηλώνει το όργανο, (κάτι υλικό) ή το μέσο (κάτι αφηρημένο, τη βοήθεια) με το οποίο γίνεται αυτό που σημαίνει το ρήμα. 7. Δοτική του τρόπου. Εκφέρεται με τα δοτικοφανή επιρρήματα τρόπου, όπως: λόγῳ, ἔργῳ, δημοσίᾳ, σιγῇ, φύσει κ.α. 8. Δοτική του ποσού (του μέτρου ή της διαφοράς). Συντάσσεται με επιρρήματα ή άλλες λέξεις που έχουν συγκριτική σημασία, όπως: πολλῷ, ὀλίγῳ, τοσούτῳ κ.α. 6. Ἦν δὲ ᾠκοδομημένον (τὸ τεῖχος) πλίνθοις (Δοτική του οργάνου). Αἱ μάχαι κρίνονται ταῖς ψυχαῖς (Δοτική του μέσου). 7. Οἱ δὲ βάρβαροι […] πολλῇ βοῇ καὶ θορύβῳ προσέκειντο. 8. Πολλῷ κρεῖττὸν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος ἢ χρυσὸς ἀφανής.