10. Σύνταξη
Η δομή της πρότασης Η Μορφολογία μελετά τη συνάρθρωση μορφημάτων για τη δημιουργία λέξεων. Η Σύνταξη μελετά τη συνάρθρωση λέξεων για τη δημιουργία φράσεων (ή συνόλων) και προτάσεων. Το ανώτατο όριο ανάλυσης είναι η πρόταση.
Δυσκολίες στον ορισμό της έννοιας πρόταση Κριτήρια γραφής ή σημασιολογικά κριτήρια. Διαφορετικά είδη προτάσεων, διαφορετικό μήκος, π.χ.:
Marcel Proust Sodome et Gomorrhe, πρόταση με περισσότερες από 800 λέξεις Sans honneur que précaire, sans liberté que provisoire, jusqu’à la découverte du crime ; sans situation qu’instable, comme pour le poète la veille fêté dans tous les salons, applaudi dans tous les théâtres de Londres, chassé le lendemain de tous les garnis sans pouvoir trouver un oreiller où reposer sa tête, tournant la meule comme Samson et disant comme lui : “Les deux sexes mourront chacun de son côté” ; exclus même, hors les jours de grande infortune où le plus grand nombre se rallie autour de la victime, comme les juifs autour de Dreyfus, de la sympathie – parfois de la société – de leurs semblables, auxquels ils donnent le dégoût de voir ce qu’ils sont, dépeint dans un miroir, qui ne les flattant plus, accuse toutes les tares qu’ils n’avaient pas voulu remarquer chez eux-mêmes et qui leur fait comprendre que ce qu’ils appelaient leur amour (et à quoi, en jouant sur le mot, ils avaient, par sens social, annexé tout ce que la poésie, la peinture, la musique, la chevalerie, l’ascétisme, ont pu ajouter à l’amour) découle non d’un idéal de beauté qu’ils ont élu, mais d’une maladie inguérissable ; comme les juifs encore (sauf quelques-uns qui ne veulent fréquenter que ceux de leur race, ont toujours à la bouche les mots rituels et les plaisanteries consacrées) se fuyant les uns les autres, recherchant ceux qui leur sont le plus opposés, qui ne veulent pas d’eux, pardonnant leurs rebuffades, s’enivrant de leurs complaisances ; mais aussi rassemblés à leurs pareils par l’ostracisme qui les frappe, l’opprobre où ils sont tombés, ayant fini par prendre, par une persécution semblable à celle d’Israël, les caractères physiques et moraux d’une race, On recommande aux enfants, en cours de français, de ne pas faire des phrases trop longues, mais certains auteurs classiques tels que Victor Hugo ou Marcel Proust n’ont pas vraiment respecté ce principe. Chez Proust, par exemple les phrases comptent en moyenne 43 mots contre une vingtaine en moyenne chez les écrivains de langue française. Dans les Misérables de Victor Hugo la phrase la plus longue contient 823 mots mais Marcel Proust fait mieux dans La Recherche puisque on trouve dans Sodome et Gomorrhe une phrase de 856 mots. http://proust-personnages.fr/?page_id=8986 Phrase la plus longue (SG 614/16 ) A noter que la phrase, peut-être la plus connue de l’œuvre de Proust, la première phrase de son œuvre majeure «
parfois beaux, souvent affreux, trouvant (malgré toutes les moqueries dont celui qui, plus mêlé, mieux assimilé à la race adverse, est relativement, en apparence, le moins inverti, accable celui qui l’est demeuré davantage), une détente dans la fréquentation de leurs semblables, et même un appui dans leur existence, si bien que, tout en niant qu’ils soient une race (dont le nom est la plus grande injure), ceux qui parviennent à cacher qu’ils en sont, ils les démasquent volontiers, moins pour leur nuire, ce qu’ils ne détestent pas, que pour s’excuser, et allant chercher comme un médecin l’appendicite l’inversion jusque dans l’histoire, ayant plaisir à rappeler que Socrate était l’un d’eux, comme les Israélites disent de Jésus, sans songer qu’il n’y avait pas d’anormaux quand l’homosexualité était la norme, pas d’anti-chrétiens avant le Christ, que l’opprobre seul fait le crime, parce qu’il n’a laissé subsister que ceux qui étaient réfractaires à toute prédication, à tout exemple, à tout châtiment, en vertu d’une disposition innée tellement spéciale qu’elle répugne plus aux autres hommes (encore qu’elle puisse s’accompagner de hautes qualités morales) que de certains vices qui y contredisent comme le vol, la cruauté, la mauvaise foi, mieux compris, donc plus excusés du commun des hommes ; formant une franc-maçonnerie bien plus étendue, plus efficace et moins soupçonnée que celle des loges, car elle repose sur une identité de goûts, de besoins, d’habitudes, de dangers, d’apprentissage, de savoir, de trafic, de glossaire, et dans laquelle les membres mêmes, qui souhaitent de ne pas se connaître, aussitôt se reconnaissent à des signes naturels ou de convention, involontaires ou voulus, qui signalent un de ses semblables au mendiant dans le grand seigneur à qui il ferme la portière de sa voiture, au père dans le fiancé de sa fille, à celui qui avait voulu se guérir, se confesser, qui avait à se défendre, dans le médecin, dans le prêtre, dans l’avocat qu’il est allé trouver; tous obligés à protéger leur secret, mais ayant leur part d’un secret des autres que le reste de l’humanité ne soupçonne pas et qui fait qu’à eux les romans d’aventure les plus invraisemblables
semblent vrais, car dans cette vie romanesque, anachronique, l’ambassadeur est ami du forçat : le prince, avec une certaine liberté d’allures que donne l’éducation aristocratique et qu’un petit bourgeois tremblant n’aurait pas en sortant de chez la duchesse, s’en va conférer avec l’apache ; partie réprouvée de la collectivité humaine, mais partie importante, soupçonnée là où elle n’est pas, étalée, insolente, impunie là où elle n’est pas devinée; comptant des adhérents partout, dans le peuple, dans l’armée, dans le temple, au bagne, sur le trône; vivant enfin, du moins un grand nombre, dans l’intimité caressante et dangereuse avec les hommes de l’autre race, les provoquant, jouant avec eux à parler de son vice comme s’il n’était pas sien, jeu qui est rendu facile par l’aveuglement ou la fausseté des autres, jeu qui peut se prolonger des années jusqu’au jour du scandale où ces dompteurs sont dévorés ; jusque-là obligés de cacher leur vie, de détourner leurs regards d’où ils voudraient se fixer, de les fixer sur ce dont ils voudraient se détourner, de changer le genre de bien des adjectifs dans leur vocabulaire, contrainte sociale, légère auprès de la contrainte intérieure que leur vice, ou ce qu’on nomme improprement ainsi, leur impose non plus à l’égard des autres mais d’eux-mêmes, et de façon qu’à eux-mêmes il ne leur paraisse pas un vice.
Marcel Proust « Longtemps je me suis couché de bonne heure ». A la recherche du temps perdu Μέσο μήκος πρότασης στον Proust : 43 λέξεις. Μέσος όρος γάλλων συγγραφέων: 20
Τυπικός ορισμός: με βάση τη δομή της πρότασης: a
b. ανήκει υποχρεωτικά σε κάποιον «τύπο». Α
Η βασική πρόταση είναι αποφαντική, καταφατική και ενεργητική Η βασική πρόταση είναι αποφαντική, καταφατική και ενεργητική. Ο μαθητής διαβάζει την άσκηση Χρησιμεύει ως βάση για την περιγραφή όλων των άλλων τύπων προτάσεων.
πρόταση και εκφώνημα Όταν μιλάμε και όταν γράφουμε δεν χρησιμοποιούμε τέτοιου είδους προτάσεις, αλλά εκφωνήματα.
Πρόταση και εκφώνημα Τα εκφωνήματα εντάσσονται μέσα σε μία συγκεκριμένη περίσταση επικοινωνίας και συνήθως δεν έχουν τη μορφή μιας βασικής πρότασης: Δώσ' το μου. Φύγε! Τι μου λες βρε παιδάκι μου, Για κοίτα τι κάνει! κλπ.
Πρόταση και εκφώνημα Η βασική πρόταση είναι μια κατασκευή του γραμματικού και του γλωσσολόγου για να περιγραφεί η γλώσσα.
Σκοπός της Σύνταξης Είναι δυνατόν να περιγραφούν όλες οι προτάσεις μιας γλώσσας; (όπως περιγράφονται όλα τα φωνήματά της;)
Σκοπός της Σύνταξης Περιγραφή μοντέλων, κανόνων που επιτρέπουν την παραγωγή όλων των γραμματικών προτάσεων και τον αποκλεισμό των αντιγραμματικών. Νoam Chomksy, 1957, Syntactic structures
Γραμματικές και αντιγραμματικές προτάσεις Το αίσθημα του φυσικού ομιλητή για το τι είναι σωστό, τι λέγεται (γραμματικές προτάσεις) και τι δεν λέγεται (αντιγραμματικές προτάσεις) στη γλώσσα του. Αποφυγή της έννοιας του "λάθους" που είναι αξιολογικά και πολλές φορές ακόμα και ηθικά φορτισμένη.
Γραμματικές και αντιγραμματικές προτάσεις Όλοι οι ομιλητές μιας γλώσσας, χωρίς να το έχουν διδαχθεί στο σχολείο, μπορούν να κρίνουν αν μια πρόταση είναι γραμματική ή αντιγραμματική. Το γλωσσικό αίσθημα των ομιλητών. Οι γνώσεις που μοιράζονται οι ομιλητές μιας γλώσσας για τη γλώσσα τους.
Γνώση των ομιλητών μιας γλώσσας Ο επισκέπτης κατέστρεψε τον πίνακα Ο πίνακας καταστράφηκε 1. Γνώση για τη λογική δομή των προτάσεων
To αγόρι χάιδεψε τον σκύλο Αντιστροφή;
Γνώση των ομιλητών μιας γλώσσας * Επισκέπτης τον κατέστρεψε ο πίνακα 2. Γνώση για τη γραμμική δομή ή τη γραμμικότητα της πρότασης
Ο Γιώργος σκότωσε τον Γιάννη Τον Γιάννη σκότωσε ο Γιώργος Georges a tué Jean Jean a tué Georges
Γνώση των ομιλητών μιας γλώσσας Ο επισκέπτης κατέστρεψε τον πίνακα ??? κατέστρεψε τον πίνακα
Ο επισκέπτης κατέστρεψε τον πίνακα Ο Γιάννης Αυτός Το μικρό παιδί Η μαμά μου Ο απρόσεκτος επισκέπτης που κρατούσε ένα ζεστό καφέ
Tα στοιχεία που αντικαθιστούν το ένα το άλλο αποτελούν ένα παράδειγμα και συνεπώς ανήκουν στην ίδια γραμματική κατηγορία. Ονοματικές Φράσεις ή Oνοματικά Σύνολα 3. Γνώση για την παραδειγματική δομή των προτάσεων
Το αγόρι βρήκε τη μπάλα. γρήγορα. στο σπίτι Το αγόρι βρήκε τη μπάλα *γρήγορα *στο σπίτι *Ø Το αγόρι έφαγε το μήλο Ø γρήγορα στο σπίτι
Γνώση των ομιλητών μιας γλώσσας Η Μαρία ισχυρίστηκε [ότι άκουσε [τον Γιάννη να λέει [ότι η Κατερίνα δεν θέλει [να πάει εκδρομή μαζί μας]]]]] (ομαδοποιήσεις) 4. Γνώση για την ιεραρχική δομή των προτάσεων
Ο μαθητής της τρίτης Λυκείου βρήκε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο στη βιβλιοθήκη του σχολείου του.
Ανάλυση σε άμεσα συστατικά Analyse en constituants immédiats Απεικόνιση της ιεραρχικής δομής των προτάσεων. L. Bloomfield, Language 1933, Poor John run away Το αγόρι είδε τον Γιάννη Η Άννα τρέχει πολύ γρήγορα Mαθητές του Bloomfield: Zellig Ηarris, Rulon Wells
Ο Noam Chomsky (Syntactic structures, 1957, Aspects of the theory of syntax, 1965), βελτίωσε την ανάλυση σε άμεσα συστατικά των δομιστών, προτείνοντας τους κανόνες της Φραστικής Δομής.
Πέντε βασικές λεξικές κατηγορίες: Ονομα (Ο), Ρήμα (Ρ), Επίθετο (Ε), Πρόθεση (Πρ) και Επίρρημα (Επιρ), που είναι και οι κεφαλές των αντίστοιχων φραστικών κατηγοριών: Ονοματική φράση: ΟΦ, Ρηματική Φράση: ΡΦ, Επιθετική φράση: ΕΦ, Προθετική φράση: ΠρΦ και Επιρρηματική φράση: Επιρ Φ.
Ο φραστικός δείκτης μιας πρότασης αποτυπώνει την ανάλυσή της σε άμεσα συστατικά και έχει τη μορφή ενός δέντρου- διαγράμματος.
Kριτήρια για την αναγνώριση των συνόλων, δηλαδή για το ποιες λέξεις αποτελούν σύνολο (groupe ou syntagme). Δεν είναι κριτήρια σημασιολογικά, αλλά τυπικά: π.χ. Υποκατάσταση: H Άννα τρέχει πολύ γρήγορα Αυτή τρέχει πολύ γρήγορα Μετακίνηση: Τρέχει πολύ γρήγορα η Άννα
Aπεικόνιση της ιεραρχικής δομής με δέντρο-διάγραμμα
Αμφισημία και δομική αμφισημία: δύο διαφορετικές βαθιές δομές που στην επιφάνεια συμπίπτουν: Ο Γιάννης κτύπησε τον κύριο με το μπαστούνι. Η Μαρία αγόρασε καπέλο από την Αφρική.