Χαβάνα –Άρτεμις Αχιλλέως Πραστειό Μόρφου Χαβάνα –Άρτεμις Αχιλλέως Βρυώνης Θεοδώρου Ε΄ τάξη
Πληροφορίες για το χωριό Το κατεχόμενο χωριό Πραστειό Μόρφου σύμφωνα με την παράδοση προήλθε από τη λέξη Πναστειό γιατί στα παλιά χρόνια, οι κάτοικοι της Μαραθάσας που ερχόταν από τα βουνά σταματούσαν για να ξεκουραστούν [πνάσουν]. Με τα χρόνια η λέξη άλλαξε και έγινε Πραστειό. Το Πραστειό είναι ένα από τα πολλά χωριά του διαμερίσματος Μόρφου και βρίσκεται πολύ κοντά στη θάλασσα. Οι κάτοικοι του Πραστειού ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία. Το χωριό ήταν πλημμυρισμένο από πολλές πορτοκαλιές, μανταρινιές και λεμονιές. Μια άλλη ασχολία των κατοίκων του χωριού ήταν και η κτηνοτροφία. Τα σπίτια ήταν πολύ μεγάλα αλλά το χτίσιμο τους δεν ήταν παραδοσιακό. Στο χωριό έχει δυο εκκλησίες και ένα παρεκκλήσι. Η μια εκκλησία είναι αφιερωμένη στον Άγιο Στυλιανό και η άλλη στον Άγιο Γεώργιο. Το παρεκκλήσι είναι αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο. Ο πολιούχος Άγιος του χωριού ήταν ο Άγιος Γεώργιος για τον οποίο οι κάτοικοι του χωριού έκαναν πανηγύρι.
Το χωριό Πραστειόν βρίσκεται 39 χλμ. δυτικά της Λευκωσίας και 6 χλμ Το χωριό Πραστειόν βρίσκεται 39 χλμ. δυτικά της Λευκωσίας και 6 χλμ. νοτιοδυτικά της Μόρφου. Είναι κτισμένο σε μέσο υψόμετρο 25 μ. στο λεκανοπέδιο της Μόρφου προς τη θάλασσα. Συγκοινωνιακά το χωριό συνδέεται στα βορειοανατολικά μέσω του κυρίου δρόμου Πύργου – Καραβοστασίου – Μόρφου με τη Μόρφου (5,5χλμ.), στα νοτιοδυτικά με το χωριό Καζιβερά (2χλμ.) και στα ανατολικά συνδέεται με σκυρόστρωτο δρόμο με το χωριό Νικήτας (2χλμ.). Στους παλαιούς χάρτες το χωριό σημειώνεται ως Chochino Prostio ή Cochino Prestio (Κόκκινο Πραστειόν). Ίσως το χαρακτηρισμό του κόκκινου χωριού, να τον πήρε από το χρώμα του εδάφους της περιοχής. Επίσης απαντάται το χωριό και ως Καμένο Πραστειόν, πιθανώς εξαιτίας της χαμηλής βροχόπτωσης που δεχόταν. Το χωριό, κρίνοντας από την ονομασία του, πιθανώς υφίσταται από τα Βυζαντινά χρόνια. Η κυριότερη καλλιέργεια στο χωριό, πριν από την τουρκική εισβολή του 1974, ήταν τα εσπεριδοειδή (κυρίως πορτοκαλιές και κιτρομηλιές), η έκταση των οποίων, σύμφωνα με την απογραφή εσπεριδοειδών του 1966, ανερχόταν στα 291 εκτάρια (2.176 σκάλες). Σε μικρότερη έκταση καλλιεργούνταν επίσης τα λαχανικά και τα σιτηρά.
Όσον αφορά την κτηνοτροφία, το 1973 εκτρέφονταν 1 Όσον αφορά την κτηνοτροφία, το 1973 εκτρέφονταν 1.320 πρόβατα, 964 κατσίκες και 10.300 πουλερικά. Το χωριό γνώρισε σχεδόν συνεχή πληθυσμιακή αύξηση από το 1881 μέχρι το 1973. Το 1881 οι κάτοικοί του ήταν 190 που μειώθηκαν στους 182 το 1891, αλλά αυξήθηκαν στους 202 το 1901, στους 220 το 1911, στους 237 το 1921, στους 305 το 1931, στους 382 το 1946, στους 545 το 1960 και στους 1.364 το 1973. Η εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιο, είναι του τέλους του 18ου αιώνα. Ο R. Gunnis σημειώνει το 1936 ότι είχε δει έξω από το ναό μεγάλο κορινθιακό κιονόκρανο που πιθανόν να είχε χρησιμοποιηθεί ως αγία τράπεζα σε παλαιότερη εκκλησία. Στα βορειοδυτικά του χωριού, και μεταξύ αυτού και της παραλίας, υπήρχε το μοναστήρι του Πάρατζ’ι ή Μπάρατζ’η, που (ίσως μετά τη διάλυσή του) αποτελούσε μετόχι του μοναστηριού της Παναγίας του Κύκκου. Ο ναός του μοναστηριού είναι αφιερωμένος στον άγιο Νικόλαο.
Σε παλαιούς χάρτες (λ.χ. χάρτης του Abraham Ortelious, του 1573, στην περιοχή όπου το μοναστήρι, ευρίσκεται σημειωμένος μεσαιωνικός οικισμός με την ονομασία Bercha που φαίνεται να έχει ετυμολογική σχέση με την ονομασία Πάρατζ’ι ή και Μπάρατζ΄η του μοναστηριού. Ο οικισμός αυτός που θα πρέπει να διαλύθηκε στα χρόνια της τουρκοκρατίας, φαίνετια ότι κληροδότησε την ονομασία του στην περιοχή και στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, οι κάτοικοι του χωριού προσφυγοποιήθηκαν και οι Τούρκοι ακολουθώντας τη συνήθη τακτική τους να εξαφανίζουν κάθε τι ελληνικό τοπωνύμιο, μετονόμασαν το Πραστειόν αρχικά σε Aydinkoy, που σημαίνει λαμπρό χωριό και το 1976 σε Aydinli.
Πολυτελής μεσαιωνική κεραμική στη Σίγουρη Η ευμάρεια της Σίγουρης διαφαίνεται και μέσα από άλλα μεσαιωνικά έγγραφα που αναφέρονται στα μεγάλα έσοδα της περιοχής από τη σιτοκαλλιέργεια, αλλά και από τις φυτείες ζαχαροκάλαμου. Η Σίγουρη όμως, ήταν περισσότερο γνωστή για την προστασία που πρόσφερε σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές σε άρχοντες που κατέφευγαν στην εκεί βασιλική κατοικία, αλλά κυρίως για την ασφάλεια που παρείχε μετά την ανέγερση του περίφημου κάστρου της το 1391, το οποίο, όπως περιγράφει ο Φλώριος Βουστρώνιος, «βρίσκεται στο χωριό της Σίγουρης σε επίπεδο χώρο, είναι τετράγωνο με 4 πύργους στις γωνιές και μια ανυψωνόμενη γέφυρα στην είσοδό του και περιβάλλεται από μεγάλες και βαθιές τάφρους, οι οποίες γεμίζουν νερό από τον ποταμό Πεδιαίο».
Ag. Stylianos Ag. Georgios Ag. Nikolaos Mparatzi Πηγές: Διαδίκτυο