EΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΡΟΙΚΙΕΣ ΒΙΕΝΝΗΣ
ΕΜΠΟΡΙΟ ► Η πρωτεύουσα της αψβουργικής μοναρχίας, ακμαίο εμπορικό, τραπεζιτικό και πνευματικό κέντρο, αποτέλεσε σημαντικό πόλο έλξης για τους ορθόδοξους εμπόρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως από το 18ο αιώνα και εξής. Μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής της αψβουργικής μοναρχίας και της επιδίωξής της να διεισδύσει στις αγορές της Ανατολής δημιουργήθηκαν ευνοϊκότατες προϋποθέσεις για την εμπορική δραστηριοποίηση των ορθόδοξων βαλκάνιων εμπόρων στην ίδια την πρωτεύουσα του αυστριακού κράτους. Η αυστριακή κυβέρνηση χορηγώντας προνόμια και βραβεία στους καλύτερους εμπόρους προσέλκυε τους έλληνες εμπόρους, η παρουσία των οποίων στη Βιέννη μαρτυρείται από το 1600 περίπου αλλά έγινε πιο συστηματική και δυναμική κατά το 18ο αιώνα.
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
► Αρχικά οι έλληνες έμποροι ταξίδευαν οι ίδιοι μεταφέροντας και πουλώντας τα εμπορεύματά τους στην αυστριακή πρωτεύουσα. Σταδιακά όμως, οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Βιέννη και δημιούργησαν εμπορικές συντροφίες, όπου συνεταιριζόμενοι μερικοί έμποροι μεταξύ τους αναλάμβαναν κάποιοι την αγορά και άλλοι την προώθηση των εμπορευμάτων συμμετέχοντας από κοινού στα έξοδα και τα έσοδα. 'Αλλοι ίδρυσαν επίσης μεγάλους εμπορικούς οίκους με έδρα στη Βιέννη και υποκαταστήματα σε άλλες ευρωπαϊκές και βαλκανικές πόλεις
► Οι κυριότεροι τρόποι που χρησιμοποιούσαν οι έλληνες έμποροι για τη διευκόλυνση του εμπορίου ήταν η ασφάλεια, η πληρωμή δηλαδή από τον έμπορο ενός ποσού σε μια ασφαλιστική εταιρεία ώστε σε περίπτωση απώλειας ή βλάβης του εμπορεύματος να λάβει τα χρήματά του από την εταιρεία, η πρόβλεψη, δηλαδή η μεσιτεία ενός φίλου του εμπόρου προκειμένου να αγοραστεί και να πουληθεί το προϊόν, η συναλλαγματική όπου ένας έμπορος έβαζε τα χρήματα στον ένα τόπο ώστε να τα εισπράξει ο σύντροφός του σε κάποιον άλλο τόπο και η ομολογία, δηλαδή το γράμμα που πιστοποιούσε ότι ο έμπορος είχε δανειστεί από κάποιον χρήματα, όταν ο ίδιος δε διέθετε το απαιτούμενο κεφάλαιο. Τέλος, οι έμποροι διατηρούσαν ειδικά κατάστιχα, όπου κωδικοποιούσαν όλες τις εμπορικές τους δραστηριότητες για προσωπική τους διευκόλυνση. Παράλληλα, σημαντικοί λόγιοι έμποροι ανέλαβαν στη Βιέννη την έκδοση ειδικών εμπορικών εγχειριδίων με οδηγίες για την εύκολη διεξαγωγή του εμπορίου και τη σωστή κατάρτιση και συμπεριφορά του εμπόρου ► Οι κυριότεροι τρόποι που χρησιμοποιούσαν οι έλληνες έμποροι για τη διευκόλυνση του εμπορίου ήταν η ασφάλεια, η πληρωμή δηλαδή από τον έμπορο ενός ποσού σε μια ασφαλιστική εταιρεία ώστε σε περίπτωση απώλειας ή βλάβης του εμπορεύματος να λάβει τα χρήματά του από την εταιρεία, η πρόβλεψη, δηλαδή η μεσιτεία ενός φίλου του εμπόρου προκειμένου να αγοραστεί και να πουληθεί το προϊόν, η συναλλαγματική όπου ένας έμπορος έβαζε τα χρήματα στον ένα τόπο ώστε να τα εισπράξει ο σύντροφός του σε κάποιον άλλο τόπο και η ομολογία, δηλαδή το γράμμα που πιστοποιούσε ότι ο έμπορος είχε δανειστεί από κάποιον χρήματα, όταν ο ίδιος δε διέθετε το απαιτούμενο κεφάλαιο. Τέλος, οι έμποροι διατηρούσαν ειδικά κατάστιχα, όπου κωδικοποιούσαν όλες τις εμπορικές τους δραστηριότητες για προσωπική τους διευκόλυνση. Παράλληλα, σημαντικοί λόγιοι έμποροι ανέλαβαν στη Βιέννη την έκδοση ειδικών εμπορικών εγχειριδίων με οδηγίες για την εύκολη διεξαγωγή του εμπορίου και τη σωστή κατάρτιση και συμπεριφορά του εμπόρου ► Εκτός από τις εμπορικές, οι Έλληνες επιδόθηκαν στη Βιέννη και σε τραπεζιτικές και χρηματιστηριακές δραστηριότητες -με εξέχον παράδειγμα την οικογένεια Σίνα-, αλλά και σε τυπογραφικές κι εκδοτικές προσπάθειες, με σκοπό τη μεγιστοποίηση των κερδών τους. Το ελληνικό βιβλίο την εποχή αυτή -εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και της πνευματικής αφύπνισης- γνώριζε μεγάλη ζήτηση και απέφερε σημαντικά κέρδη. Έτσι, οι έλληνες έμποροι επένδυαν κεφάλαια στην ίδρυση και τον εξοπλισμό των τυπογραφείων, χρηματοδοτούσαν τη μετάφραση ξένων κι έκδοση ελληνικών βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών κι ενίσχυαν την κυκλοφορία τους συγκαταλεγόμενοι στους συνδρομητές που προμηθεύονταν τα έντυπα αυτά.