φα ὁ δεινός ἡ δεινή τό δεινόν ὁ ὀλίγος ἡ ὀλίγη τό ὀλίγον ὁ ἅγιος ἡ δεινή τό δεινόν ὁ ὀλίγος ἡ ὀλίγη τό ὀλίγον ὁ ἅγιος ἡ ἁγία τό ἅγιον ὁ μικρός ἡ μικρά τό μικρόν ὁ ἄνανδρος ἡ ἄνανδρος τό ἄνανδρον φα
Αρσενικό Θηλυκό Ουδέτερο Ενικός Αριθμός Ονομ. ὁ φαιδρός ἡ φαιδρά τό φαιδρόν Γεν. τοῦ φαιδροῦ τῆς φαιδρᾶς τοῦ φαιδροῦ Δοτ. τῷ φαιδρῷ τῇ φαιδρᾷ τῷ φαιδρῷ Αιτ. τόν φαιδρόν τήν φαιδράν τό φαιδρόν Πληθυντικός Αριθμός οἱ φαιδροί αἱ φαιδραί τά φαιδρά τῶν φαιδρῶν τῶν φαιδρῶν τοῖς φαιδροῖς ταῖς φαιδραῖς τοῖς φαιδροῖς τούς φαιδρούς τάς φαιδράς τά φαιδρά