Από τους μαθήτες ΧΡΗΣΤΟ ΚΑΙ ΕΥΦΡΟΣΥΝΟ Της Β’ Λυκείου Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΙΚΟΥ Από τους μαθήτες ΧΡΗΣΤΟ ΚΑΙ ΕΥΦΡΟΣΥΝΟ Της Β’ Λυκείου
Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΙΚΟΥ Το Αιτωλικό, η νερένια πόλη, καλούμενη και μικρή Βενετία της Ελλάδας, είναι κωμόπολη της Αιτωλοακαρνανίας, (Επαρχία Μεσολογγίου, δέκα χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μεσολογγίου), έδρα του ομώνυμου δήμου. Η πόλη του Αιτωλικού είναι ανεπτυγμένη σ’ ένα μικρό νησάκι ριζωμένο στο νερό στο μέσον περίπου της λιμνοθάλασσας Αιτωλικού-Μεσολογγίου. Συνδέεται ανατολικά και δυτικά με την ξηρά με δύο πέτρινα τοξοτά γεφύρια αρχικού μήκους περίπου 300 μέτρων το καθένα.
Δήμος Αιτωλικού Ο σημερινός Καποδιστριακός δήμος Αιτωλικού περιλαμβάνει, εκτός του Αιτωλικού τα δημοτικά διαμερίσματα (πρώην Κοινότητες): Αγίου Ηλία, Σταμνάς, Χρυσοβεργίου και των Φραγκουλαιϊκων, . Συνολικά έχει πληθυσμό περίπου 8.000 κατοίκων: εγγεγραμμένα άτομα στους εκλογικούς καταλόγους των Εθνικών εκλογών του 2004 είναι 7.736. Η απογραφή του 1991 δίνει συνολικά 7.744 και αυτή του 2001 7.279 (ακολουθεί σχετ. πίνακας). Ο αριθμός των μελών του δημ. Συμβουλίου είναι 19. Η έκταση του δήμου είναι 129.305 χιλ. στρέμματα, εξ αυτών μικρό ποσοστό είναι ημιορεινό, ενώ τα περισσότερα είναι εύφορη πεδινή έκταση όπου καλλιεργείται κατά το πλείστον η ελιά καλαμών.
Αντελικόν ή Αντλικό Η ονομασία αυτή είναι παλαιά, λαϊκή συντόμευση του Ανατολικόν, συναντάται στα τοπικά δημοτικά τραγούδια και είναι η ιδιαίτερα διαδεδομένη στους ντόπιους. «Τρεις σταυραητοί ροβόλαγαναπ’ τ’ Άγραφα σταλμένοιο ένας πάει στ’ Αντελικό,στο Βασιλάδι ο άλλος...Tο Βασιλάδι έπεσετ’ Αντελικό εχάθη...» Επίσης ο Κ. Παλαμάς γράφει: «Θα το γρικήσ’ η γειτονιάθα το βουήξ’ η χώρατα περιβόλια στ’ Αντλικόστο Μεσολόγγι οι μώλοι...» Αντελικό-Αντλικό, ίσως ετυμολογικά ή λέξη να προέρχεται από το ρήμα αντλώ – αντλικό , τόπος που αντλείται νερό, αφού το νησάκι μόλις ήταν υψηλότερο από την επιφάνεια της θάλασσας, με αποτέλεσμα όπου και να έσκαβες λίγο έβγαινε νερό. Αυτή την ετυμολογική προέλευση υποστήριξε και ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Μελέτιος ο Γεωγράφος, ιζ΄ Αιώνας 1690, ο οποίος επισκέφτηκε την πόλη.
Αιτωλικόν Κι αυτή η ονομασία της πόλης δεν είναι καινούργια όπως πολλοί ισχυρίζονται. Ο Μητροπολίτης Μελέτιος αναφέρει την πόλη με τα δύο ονόματά της: «Και νήσος εν λιμνοθαλάσση Αιτωλικόν ή κοινότερον Ανατολικόν» (Γεωγρ. Σ.329) αυτό σημαίνει ότι εκατό χρόνια περίπου πριν από την Επανάσταση του 1821 η πόλης λέγονταν επίσημα και Αιτωλικόν. Η ονομασία αυτή λέγεται ότι έλκει την καταγωγή της από τον εισβάλλοντα εις την Αιτωλίαν την οποία και κατέλαβε το 234 π.Χ. βασιλέα των Μακεδόνων Δημήτριον τον επικληθέντα Αιτωλικόν, διότι κατά την παράδοση, η μετοίκηση των κατοίκων από την Έξω Χώρα εις την νησίδα έγινε μετά την εκπόρθηση της Παλαιάς Πλευρώνας, την οποία ο Δημήτριος κατέσκαψε και αντ’ αυτής ανήγειρε την Νέα Πλευρώνα (κάστρο Κυρά Ρήνης). Τελικά το όνομα που επικράτησε είναι Αιτωλικόν.
Γεφύρια Αιτωλικού Το νησάκι επικοινωνεί με την προς ανατολή και δύση ξηρά δια δύο πολύτοξων πέτρινων γεφυριών μήκους εκάστου περίπου 300 μέτρων και πλάτους 8 μέτρων. Τα γεφύρια κατασκευάστηκαν το 1848 επί δημάρχου Κ.Ι. Κουρκουμέλη και διευρύνθηκαν στο σημερινό πλάτος το 1882-1885 επί δημάρχου Επαμ. Κ. Μπέλλια και κυβερνήσεως Χαρ. Τρικούπη, οπότε έγινε τότε και η περιμετρική του νοτίου τμήματος του νησιού. Για να κατασκευασθούν τα γεφύρια (1848) ο δήμος πήρε δάνειο το οποίο ξεπλήρωσε με χρήματα του δήμου και ζητώντας από το δημόσιο (Βασιλεύς Όθων) την άδεια επιβολής διοδίων, τα οποία φυσικά πλήρωναν οι δημότες Αιτωλικού, διότι τότε αυτοί σχεδόν αποκλειστικά έκαναν χρήση των γεφυριών.[3] Μόλις πρόσφατα τον Φεβρουάριο του 2002 και μετά από σχετική αίτηση του δημοσιογράφου και εκδότη της τοπικής εφημερίδας «ΝΕΑ του Αιτωλικού» κ. Σπύρου Χ. Κοτσάφτη, προς το υπουργείο Πολιτισμού, και υπεράσπισή τους στο Κεντρικό Συμ. Πολιτισμού, από τον ίδιον, τα γεφύρια αναγνωρίστηκαν ως «ιστορικά και διατηρητέα μνημεία που χρειάζονται ειδική κρατική προστασία, διότι παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό και ιστορικό ενδιαφέρον. Αποτελούν αξιόλογο δείγμα τεχνικού έργου υποδομής του τέλους του 19ου αιώνα και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής».