ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΗ ΤΡΙΤΗ ΗΛΙΚΙΑ
Στόχοι Η κατανόηση μερικών από τις φυσιολογικές μεταβολές που σχετίζονται με τη γήρανση. Η κατανόηση του μηχανισμού υποσιτισμού στους ηλικιωμένους. Η γνώση των επικρατούντων αιτίων και των συνεπειών τους στον υποσιτισμό των ηλικιωμένων. Η απόκτηση ικανότητας αναγνώρισης και εκτίμησης των ηλικιωμένων που υποσιτίζονται, ενώ πάσχουν από άλλη νόσο ή όχι. Η ικανότητα για χειρισμό και θεραπεία του υποσιτισμού στους ηλικιωμένους.
Τα άτομα άνω των 65 ετών αποτελούν ένα αυξανόμενο τμήμα του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις δυτικές χώρες. Πρόσφατη έρευνα που έγινε στον ευρωπαϊκό πληθυσμό έδειξε χαμηλά ποσοστά υποσιτισμού στους υγιείς ηλικιωμένους, ενώ ο ενεργειακός και πρωτεϊνικός υποσιτισμός αποτελεί πρόβλημα κυρίως στους μη υγιείς. Σε γενικευμένη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στη Νότια Αγγλία βρέθηκε ότι το 10% των ηλικιωμένων που ζουν στο σπίτι και υποφέρουν από χρόνιες παθήσεις πάσχουν από σοβαρή υποθρεψία, το 40% των ηλικιωμένων που κάνουν εισαγωγή στο νοσοκομείο είναι σοβαρά υποσιτισμένοι και μόνο στο 5% αναγνώρισαν το πρόβλημά τους και ζήτησαν διαιτολογική παρέμβαση.
Υποσιτισμός στην τρίτη ηλικία Όσον αφορά στους ηλικιωμένους, βρέθηκε ότι υπάρχει τυποποιημένη σχέση μεταξύ του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και της θνησιμότητας. Σε μικρότερες ηλικίες το μεγαλύτερο κίνδυνο για την υγεία τους διατρέχουν τα υπέρβαρα άτομα. Δεκαετία με δεκαετία η σχέση αυτή αλλάζει, με αποτέλεσμα, στην τρίτη ηλικία, να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θνησιμότητας τα άτομα με χαμηλό ΔΜΣ. Πλήθος ερευνών έδειξαν αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ της διατροφικής κατάστασης και της ταχύτητας ανάρρωσης. Περιεγχειρητικές έρευνες, που έγιναν σε ηλικιωμένους, έδειξαν χαμηλότερη συχνότητα μολύνσεων στους ασθενείς που χορηγήθηκαν συμπληρώματα διατροφής ή εντερική διατροφή, ιδιαίτερα σε όσους αντιμετώπιζαν προηγούμενο πρόβλημα υποσιτισμού.
Διάγνωση του υποσιτισμού στην τρίτη ηλικία Πολλές παρατηρήσεις και έρευνες έχουν γίνει με τη χρήση του ΔΜΣ και των ανθρωπομετρικών στοιχείων του βραχίονα για να ταξινομηθούν οι διατροφικές ομάδες. Υπάρχει έλλειψη στοιχείων για την ηλικιακή ομάδα των ηλικιωμένων άνω των 75 ετών, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να γίνει κάποια αξιόπιστη σύγκριση. Μια έρευνα που διεξάχθηκε σε 758 άτομα άνω των 79 ετών έδειξε ότι όσο μικρότερος είναι ο μυς του βραχίονα, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος θανάτου. Πρέπει επίσης να τονισθεί ότι το ύψος μικραίνει με την ηλικία και για αυτόν το λόγο ο ΔΜΣ έχει διαφορετικά φυσιολογικά όρια για τα ενήλικα και τα ηλικιωμένα άτομα. Ένας άλλος δείκτης υποσιτισμού είναι η μέτρηση της κρεατίνης του ορού και της κρεατίνης που απεκκρίνεται από τα ούρα. Οι τιμές αυτές αντανακλούν την μυϊκή μάζα και τα φυσιολογικά όρια καθορίζονται κυρίως από την ηλικία. Η νοητική λειτουργία μπορεί να εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας μια ταχεία δοκιμασία αξιολόγησης, ενώ και η συναισθηματική κατάσταση εκτιμάται με τη χρήση ενός αξιολογημένου αριθμητικού συστήματος.
Αλλαγές στη σύσταση και τη λειτουργία του σώματος Διατροφικά ο άνθρωπος έχει 4 ηλικίες: Της αύξησης και της ανάπτυξης, στην παιδική ηλικία και την εφηβεία. Της σταθεροποίησης, από τα 20 έως τα 30, κατά την οποία η μυϊκή μάζα και η πυκνότητα των οστών συνεχίζουν να αυξάνονται και η φυσική δραστηριότητα είναι στην αποκορύφωσή της. Από τα μέσα της 4ης δεκαετίας της ζωής, η μυϊκή μάζα αρχίζει να μειώνεται (ιδιαίτερα στην κοιλιακή περιοχή) και το μέγεθος του καταβολισμού εξαρτάται από τις διαιτητικές συνήθειες και τη φυσική δραστηριότητα. Αυτές οι αλλαγές συνοδεύονται από βαθμιαία απώλεια της μυϊκής μάζας, ενώ σε περίπτωση ασθένειας μπορεί να υπάρξει και παθολογική μείωση του βάρους, σε μικρό χρονικό διάστημα. Από το στάδιο αυτό και πέρα υπάρχει περαιτέρω απώλεια μυϊκής μάζας, συμπεριλαμβάνοντας τον μυϊκό ιστό, το κολλαγόνο (πχ. στο δέρμα και τα οστά), τα κύτταρα του ανοσοποιητικού, τα κύτταρα μεταφορείς και άλλες πρωτεϊνικές οντότητες. Αυτή η συνολική μείωση της σωματικής κυτταρικής μάζας οδηγεί σε ελαττωμένα αποθέματα για την καταπολέμηση των ασθενειών.
Η μείωση στο συνολικό σωματικό κάλιο με την ηλικία, είναι δυσανάλογα μεγαλύτερη από αυτή των πρωτεϊνών. Αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι η μάζα σκελετικών μυών, η οποία περιέχει την υψηλότερη συγκέντρωση καλίου, έχει μειωθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλους πρωτεϊνικούς ιστούς. Το σωματικό λίπος, ιδιαίτερα αυτό που κατανέμεται κεντρικά, αυξάνεται στη μέση ηλικία, αλλά με την αύξηση της ανορεξίας μετά τα 75, η λιπώδης μάζα τείνει να μειώνεται. Μια βαθμιαία ελάττωση της οστικής πυκνότητας συμβαίνει και στα δύο φύλα από την αρχή της 4ης δεκαετίας. Στις γυναίκες, ωστόσο, επιταχύνεται κατά την εμμηνόπαυση. Διαταραχή μπορεί να παρατηρηθεί στη θερμορύθμιση και το πρόβλημα εντείνεται από τον πρωτεϊνικό και ενεργειακό υποσιτισμό. Το συνολικό νερό του σώματος ελαττώνεται με την ηλικία (17% μείωση στις γυναίκες από την 3η δεκαετία ως την 8η, ενώ 11% μειώνεται στους άντρες κατά την ίδια περίοδο). Αυτή η μείωση αντανακλά στο ενδοκυττάριο νερό, καθώς το εξωκυττάριο διατηρείται σταθερό. Όσο αυξάνεται η ηλικία, οι ασθένειες γίνονται πιο κοινές και η χορήγηση φαρμάκων πιο συχνή. Και τα δύο αυτά γεγονότα μπορεί να τροποποιήσουν την σύσταση του σώματος, τα σωματικά υγρά και τη φυσιολογία των ηλεκτρολυτών.
Ισοζύγιο ενέργειας Καθώς η καθαρή μάζα σώματος μειώνεται, ο βασικός μεταβολικός ρυθμός (ΒΜΡ) μειώνεται, παρόλο που ανά kg λιπώδους μάζας ο ΒΜΡ διατηρείται σχεδόν σταθερός. Η ενεργειακή δαπάνη μειώνεται και λόγω της μειωμένης θερμογένεσης που προκαλείται από την διαιτητική μείωση της πρόσληψης τροφής. Η μείωση της φυσικής δραστηριότητας λόγω μη ικανότητας, συμβάλλει στην ολική μείωση της ενεργειακής δαπάνης στην τρίτη ηλικία. Οι παραπάνω αλλαγές, εκτός του ότι σχετίζονται με την μείωση της ενεργειακής πρόσληψης καθώς αυξάνεται η ηλικία, καταλήγουν σε θετικό ισοζύγιο ενέργειας στην μέση ηλικία και στις παραπάνω αλλαγές στη σύσταση του σώματος.
Η όρεξη στην τρίτη ηλικία Μείωση της λειτουργικότητας του οσφρητικού βλεννογόνου και των γευστικών καλύκων. Αλλαγές στη γευστική οξύτητα, μεταβολή συγκεντρώσεων αμινοξέων και κατεχολαμινών στον υποθάλαμο και σε ολόκληρο τον εγκέφαλο ως και αλλαγές στη διαπερατότητα των μεμβρανών και τη λειτουργία των υποδοχέων. Μείωση στη γαστρική κένωση μετά από μεγάλα γεύματα και αίσθημα όψιμου κορεσμού. Η καλύτερη στρατηγική για την βέλτιστη απορρόφηση των θερμίδων στους ηλικιωμένους είναι η λήψη ενός απεριτίφ μία ώρα πριν το γεύμα και όχι ακριβώς πριν από αυτό. Στους ηλικιωμένους άντρες, καθώς τα επίπεδα τεστοστερόνης πέφτουν, παρατηρείται αντιρροπιστική αύξηση της λεπτίνης, η οποία αντιστρέφεται με την χορήγηση τεστοστερόνης, γεγονός που μπορεί να συνεισφέρει στη μειωμένη όρεξη.
Βακτηριακή υπερανάπτυξη στο λεπτό έντερο των ηλικιωμένων Η ανώμαλη βακτηριακή αποίκιση του ανώτερου τμήματος του λεπτού εντέρου αποδείχθηκε ότι αποτελεί την υποκείμενη αιτία δυσαπορρόφησης. Βακτηριακή υπερανάπτυξη μπορεί να εμφανιστεί χωρίς ανατομική βλάβη στο λεπτό έντερο, σε περιπτώσεις γαστρικής αχλωρυδρίας και σε διάφορες κινητικές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένης της διαβητικής νευροπάθειας και του σκληροδέρματος. Η δυσαπορρόφηση είναι πλήρως διορθώσιμη με αντιβιοτική θεραπεία.
Το ανοσοποιητικό σύστημα κατά τη γήρανση Το ανοσοποιητικό σύστημα κατά τη γήρανση Η κλασσική εικόνα της γήρανσης του ανοσοποιητικού συστήματος οδηγεί σε ανοσοανεπάρκεια, που προδιαθέτει προοδευτικά σε δυσλειτουργία των Τ-κυττάρων. Παραδόξως, παρατηρείται αυξημένη σύμπτωση παραγωγής αυτοαντισωμάτων και καλοήθων μονοκλωνικών λεμφοκυττάρων με παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων. Το ανοσοποιητικό επηρεάζεται και από τα προσλαμβανόμενα λιπίδια, πού είναι πρόδρομοι της σύνθεσης εικοσανοειδών, προσταγλαδινών και λευκοτριενίων (η σύνθεση μπορεί να τροποποιηθεί από διαιτητικούς αντιοξειδωτικούς παράγοντες, βιταμίνη Ε και C, σελήνιο, χαλκός). Η αυξημένη ευαισθησία των ανθρώπων στις ασθένειες με την πάροδο της ηλικίας, υπογραμμίζει ανοσοποιητικής ικανότητας.
Προτείνονται πέντε βασικά συμπεράσματα σχετικά με τη διατροφή και την ανοσοποιητική ικανότητα στους ηλικιωμένους: Η ανοσολογική έκπτωση δεν είναι αναπόφευκτο παρεπόμενο της γήρανσης, κατά συνέπεια πολλοί ηλικιωμένοι διατηρούν επαρκή ανοσολογική αντίδραση, σε επίπεδο συγκρίσιμο με αυτό των νεώτερων ατόμων. Οι θρεπτικές ανεπάρκειες είναι αρκετά κοινές σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα. Περίπου 35% των ηλικιωμένων παρουσιάζουν Πρωτεϊνική Ενεργειακή Υποθρεψία (Protein Energy Malnutrition) ή συγκεκριμένες ανεπάρκειες θρεπτικών συστατικών. Η διόρθωση των θρεπτικών ανεπαρκειών βελτιώνει την απάντηση του ανοσοποιητικού συστήματος, ακόμα και σε μεγάλη ηλικία. Κατάλληλη διαιτητική θεραπεία και παροχή διατροφικών συμβουλών, μερικές φορές και με ιατρικά συμπληρώματα, συμβάλλει στον περιορισμό της νόσου. Η χορήγηση συμπληρωμάτων πολυβιταμινών και ιχνοστοιχείων στους ηλικιωμένους μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση της λειτουργίας των λεμφοκυττάρων και σε περιορισμό των λοιμώξεων.
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων στους ηλικιωμένους Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων στους ηλικιωμένους Ο μέσος ηλικιωμένος, που ζει στο σπίτι του με πολλαπλά προβλήματα, είναι πιθανόν να χρησιμοποιεί από τρία έως επτά (ή και περισσότερα) διαφορετικά φάρμακα καθημερινά. Τα φάρμακα επηρεάζουν συχνά τη διατροφική κατάσταση, την όρεξη, τη θρεπτική απορρόφηση, το μεταβολισμό και την απέκκριση. Οι ίδιες οι τροφές ή συγκεκριμένα συστατικά τους, καθώς επίσης τα βιταμινούχα, μεταλλούχα ή άλλα συμπληρώματα διατροφής, μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των φαρμάκων. Αν και έχουν περιγραφεί μεταβολές στο γαστρεντερικό σύστημα με την πάροδο των ετών, έχουν συνήθως μικρή επίδραση στην απορρόφηση των φαρμάκων. Όπως οι φαρμακοκινητικές, έτσι και οι φαρμακοδυναμικές αλλαγές είναι συνηθισμένες στους ηλικιωμένους. Μια ποικιλία από συνήθη συνταγογραφούμενα και μη φάρμακα απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, λόγω της επίδρασης τους στη διατροφική κατάσταση του ασθενούς ή στην επίδραση της δίαιτας στην δράση των φαρμάκων αυτών.
Αλλαγές στις θρεπτικές απαιτήσεις των ηλικιωμένων
Συνολική ενέργεια Οι συνολικές απαιτήσεις ενέργειας μικραίνουν και η δαπάνη ενέργειας/ kg βάρους σώματος ως και ο BMΡ ανά kg ελεύθερης λίπους μάζας σώματος, είτε παραμένει αμετάβλητος, είτε μειώνεται ελάχιστα. Πρωτεΐνες Διαιτητική πρωτεϊνική πρόσληψη της τάξεως του 12-15% της συνολικής ενέργειας γίνεται καλά ανεκτή. Το RDA (Recommended daily allowance) για 0.8g πρωτεΐνης/kg/ημέρα είναι αρκετό, υπό τον όρο ότι είναι συνήθως πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας και ότι οι ημερήσιες ενεργειακές ανάγκες καλύπτονται πλήρως. Λίπος Η κατανάλωση λίπους μπορεί να περιοριστεί σε 30% -ή λιγότερο- των συνολικών θερμίδων που καταναλώνονται, χωρίς αρνητικό αντίκτυπο στη θρεπτική ισορροπία. Η ολική χοληστερόλη του ορού και η LDL χοληστερόλη αυξάνουν γραμμικά μεταξύ της 3ης και της 5ης δεκαετίας. Στην 6η και 7η σταθεροποιούνται και μετά τα 70 έτη υποχωρούν. Η συγκέντρωση της υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης (HDL) παραμένει σταθερή σ' όλη τη διάρκεια ζωής.
Υδατάνθρακες Δεν έχει καθορισθεί RDA για τους απλούς ή σύνθετους υδατάνθρακες. Οι περισσότερες δίαιτες παρέχουν το 45-50% των καθημερινών θερμίδων τους ως υδατάνθρακες. Δεδομένου ότι η ανοχή στους υδατάνθρακες μειώνεται με την πάροδο της ηλικίας, οι υδατάνθρακες πρέπει να είναι από σύνθετες πηγές, όποτε αυτό είναι δυνατόν και να παρακολουθούνται τα επίπεδα σακχάρου του αίματος. Διαιτητικές ίνες Οι διαιτητικές ίνες αποτελούνται από πολυσακχαρίτες φυτικής προέλευσης, ανθεκτικούς στην πέψη από τα ένζυμα του λεπτού εντέρου. Οι διαλυτές ίνες, όπως η πηκτίνη, διασπώνται σε μικρής αλύσου λιπαρά οξέα π.χ. το οξικό και το βουτυρικό, που είναι σημαντικές θρεπτικές ουσίες για το βλεννογόνο του παχέος εντέρου. Οι μη διαλυτές ίνες παραμένουν άπεπτες και βοηθούν στη διόγκωση του περιεχομένου του εντέρου, αποτρέποντας τη δυσκοιλιότητα, μια συνηθισμένη κατάσταση στους ηλικιωμένους. Υγρά Το νερό ως θρεπτική ουσία είναι ιδιαίτερα σημαντικό στους ηλικιωμένους ασθενείς, λόγω της τάσης που έχουν για διαταραχή των υγρών στα διάφορα διαμερίσματα.
Βιταμίνες Οι απαιτήσεις σε βιταμίνες δεν έχουν προσδιοριστεί για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών και οι έρευνες διατροφής που αξιολογούν την πρόσληψη των θρεπτικών συστατικών στις διάφορες ομάδες πληθυσμών, σπάνια συμπεριλαμβάνουν αντιπροσωπευτικές ομάδες ατόμων άνω των 76 ετών. Τα ηλικιωμένα άτομα μπορεί να μην είναι σε θέση να μεταβολίσουν τους εστέρες ρετινόλης μέσω του ήπατος αρκετά γρήγορα, ώστε να αποφύγουν την τοξικότητα. Επομένως, έχει προταθεί όπως, οι απαιτήσεις για τη βιταμίνη Α να είναι χαμηλότερες, αν και δεν έχουν προσδιοριστεί συγκεκριμένα επίπεδα. Δεν υπάρχει ορισμένη σύσταση για τη β-καροτίνη και δεν έχει αναφερθεί τοξικό επίπεδο κατανάλωσης. Οι απαιτήσεις για τις βιταμίνες Ε και Κ δεν αλλάζουν, αλλά τα επίπεδα της βιταμίνης Κ μπορούν να επηρεαστούν από τη χρήση των αντιβιοτικών, των σουλφοναμίδων ή των ανταγωνιστών της βιταμίνης Κ. Οι απαιτήσεις για την πρόσληψη βιταμίνης D μπορεί να αυξηθούν με την πάροδο της ηλικίας και ο κίνδυνος ανεπάρκειας μπορεί να αυξηθεί σημαντικά. Οι απαιτήσεις σε υδατοδιαλυτές βιταμίνες παραμένουν αρκετά σταθερές σε όλη τη ζωή, αν και υπάρχουν μερικές ενδείξεις για αυξημένες ανάγκες στις βιταμίνες B12 και B6.
Μέταλλα Οι απαιτήσεις σε μέταλλα (ασβέστιο, φώσφορο, μαγνήσιο, σίδηρο, ψευδάργυρο, ιώδιο, χρώμιο, μολυβδαίνιο και σελήνιο) δε φαίνεται να αλλάζουν στη μεγάλη ηλικία, αλλά θα πρέπει να χορηγούνται με τα εντερικά και παρεντερικά σκευάσματα επαρκείς ποσότητες, ώστε να διατηρούνται τα επίπεδά τους στον ορό. Δύο σημαντικά προβλήματα αφορούν στην πρόσληψη του σιδήρου (αναιμία) και του ασβεστίου (οστεοπόρωση). Ο ψευδάργυρος, το μαγνήσιο και μερικά άλλα ιχνοστοιχεία μπορεί να υπάρχουν σε μικρότερες από τις βέλτιστες συγκεντρώσεις και χρειάζεται να μελετηθεί περαιτέρω η πρόσληψή τους. Η πρόσληψη νατρίου και ο ρόλος του στην υπέρταση έχει γίνει αντικείμενο ανησυχίας και αντιπαράθεσης.
Διατροφική παρέμβαση Στρατηγικές βελτίωσης της λήψης τροφής από τους ηλικιωμένους εντός του νοσοκομείου, χρειάζεται να ληφθούν υπόψη. Αυτές περιλαμβάνουν πιο κατάλληλα εδεσματολόγια (menus) και καταλληλότερο σχεδιασμό των γευμάτων, ώστε να ικανοποιούν τη συνήθη λήψη μικρών γευμάτων των ηλικιωμένων, τη λήψη κολατσιού μεταξύ των κύριων γευμάτων, την εκπαίδευση του προσωπικού, ώστε να βοηθούν τους ασθενείς στο φαγητό τους, και τη χορήγηση τροφής υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Για τους ηλικιωμένους χρονίως πάσχοντες, με στοματική ή εντερική σίτιση, η αύξηση του ποσού ινών στη διατροφή τους συμβάλλει στην ενίσχυση της κινητικότητας του εντέρου. Επίσης πρέπει να χορηγείται επαρκής ποσότητα υγρών, ώστε να συμβάλει στην κανονική λειτουργία του εντέρου. Συγκριτική αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των συμπληρωμάτων από το στόμα, της σίτισης μέσω ρινογαστρικού σωλήνα και της ενδοφλέβιας σίτισης, έχουν δείξει ότι οι ηλικιωμένοι μπορούν να έχουν βελτιωμένη πορεία με όλες τις παραπάνω διατροφικές παρεμβάσεις.
Απώλεια οστικής μάζας με τη γήρανση Απώλεια οστικής μάζας με τη γήρανση Η αποδεδειγμένη σύνδεση μεταξύ αρνητικού ισοζυγίου του ασβεστίου και απώλειας οστικής μάζας είναι ενδεικτική στους ηλικιωμένους. Πολλοί παράγοντες που συνδέονται με τη γήρανση μπορούν να συμβάλουν σε αρνητικό ισοζύγιο ασβεστίου και επακόλουθη απώλεια οστικής μάζας, όπως η ακινητοποίηση, οι ασθένειες, η έλλειψη άσκησης, ο υποσιτισμός, διάφορα φάρμακα (κορτικοστεροειδή, ορμόνες θυρεοειδή, ηπαρίνη, διουρητικά, αντιβιοτικά, σπασμολυτικά, αντιόξινα) και ενδοκρινικές διαταραχές (π.χ. υπερπαραθυρεοειδισμός, υπερθυρεοειδισμός και υπερλειτουργία των επινεφριδίων). Κατάγματα που έχουν σχέση με την οστική απώλεια και τη γήρανση, κατά βάση σχετίζονται με τη χαμηλή οστική μάζα/πυκνότητα που εμφανίζεται στις μεγαλύτερες ηλικίες. Η δια βίου υψηλή πρόσληψη ασβεστίου φαίνεται να οδηγεί στην ανάπτυξη υψηλότερης μέγιστης οστικής μάζας ως και στην επιβράδυνση της οστικής απώλειας κατά τη γήρανση. Η συμπληρωματική πρόσληψη ασβεστίου σε προχωρημένη ηλικία φαίνεται να διατηρεί τα επίπεδα οστικής μάζας, επιβραδύνοντας το ποσοστό απωλειών στη μεγαλύτερη ηλικία.
Ο διαβήτης στους ηλικιωμένους Η ανοχή στη γλυκόζη μειώνεται με την πάροδο των ετών, έτσι ο μη ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης (Νοn-insulin dependent diabetes mellitus - NIDDM) γίνεται κοινός, εμφανιζόμενος σε ποσοστό ανώτερο του 18% σε άτομα ηλικίας άνω των 65. Συμπεραίνεται ότι υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ παχυσαρκίας και ανάπτυξης μη ινσουλινοεξαρτώμενου διαβήτη (NIDDM), γεγονός που στηρίζεται στο ότι το 80% των ατόμων μέσης ηλικίας που πάσχουν από NIDDM είναι παχύσαρκοι. Η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί με την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και να επιδεινωθεί με την αύξηση του σωματικού βάρους και του ενδοκοιλιακού λίπους. Ο περιορισμός των θερμίδων, ώστε να μειωθεί το σωματικό βάρος, μπορεί να επαναφέρει το μεταβολισμό των υδατανθράκων στο φυσιολογικό σε ορισμένους ασθενείς.
Το καρδιαγγειακό σύστημα κατά τη γήρανση Το καρδιαγγειακό σύστημα κατά τη γήρανση Η αθηροσκλήρωση των στεφανιαίων αγγείων, που σχετίζεται κυρίως με τις διατροφικές συνθήκες και εξαρτάται και από άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα, η υπέρταση και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, ξεκινάει στη νεαρή ενήλικη ζωή και αυξάνει προοδευτικά με την πάροδο των ετών. Επιπλέον, επιτείνεται η στένωση των αγγείων και καταλήγει, σε περισσότερους από 50%, σε απόφραξη της μιας, τουλάχιστον, από τις τρεις κύριες στεφανιαίες αρτηρίες, στην ηλικία των 55– 64 ετών. Η αρτηριακή πίεση επίσης αυξάνεται με την ηλικία στις δυτικές κοινωνίες. Ο ακριβής μηχανισμός αυτής της αύξησης δεν είναι ξεκάθαρος, αλλά διατροφικοί παράγοντες, όπως η πρόσληψη αλατιού και λίπους είναι πολύ σημαντικοί.
Υποσιτισμός και διανοητική λειτουργία στην τρίτη ηλικία Η μακροχρόνια ανεπαρκής πρόσληψη μικροθρεπτικών συστατικών μπορεί να οδηγήσει, μέσα από μια σειρά μηχανισμών, σε μειωμένη αντίληψη. Αντιστρόφως, ο υποσιτισμός είναι το σύνηθες αποτέλεσμα προϋπάρχουσας διανοητικής έκπτωσης λόγω χρόνιας νόσου. Σοβαρή ανεπάρκεια που να οδηγεί σε βαριά νοητική στέρηση είναι σπάνια. Η ανεπάρκεια βιταμίνης Β κατά τον αλκοολισμό ή τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Β12, αποτελούν σοβαρές καταστάσεις και θα πρέπει να διερευνώνται.
Ο καρκίνος στους ηλικιωμένους Περίπου το ήμισυ των περιπτώσεων εμφάνισης καρκίνου στις δυτικές κοινωνίες αφορούν άτομα άνω των 65 ετών και συχνά έχουν διατροφική προέλευση. Παρόλο που τα περιστατικά του καρκίνου αυξάνουν με την ηλικία, αρχίζουν να μειώνονται στις ηλικίες μεταξύ 85-90 ετών. Η αύξηση του βάρος σώματος και η ανοσογήρανση πιθανόν να προδιαθέτουν για νεοπλάσματα στους ηλικιωμένους.
Ηθικοί στοχασμοί Η ιατρική ηθική βασίζεται στις αρχές της αυτονομίας (οι ασθενείς έχουν το δικαίωμα της αυτοδιαχείρισης), της ωφελιμότητας (γίνεται μόνο αυτό που είναι προς όφελος του ασθενή), της μη κακοποίησης (αποφυγή πρόκλησης βλαβών) και της δικαιοσύνης (ίση φροντίδα για όλους). Οι παραπάνω αρχές πρέπει να διαδραματίζουν μεγάλο ρόλο κατά το σχεδιασμό προγράμματος διατροφικής φροντίδας σε ηλικιωμένους. Πρόσφατη ανασκόπηση, για παράδειγμα, έφτασε στο συμπέρασμα ότι η τεχνητή διατροφική υποστήριξη δεν είχε κανένα όφελος σε παράφρονες ασθενείς, αφού οι κίνδυνοι αντισταθμίζουν τα οφέλη. Χρειαζόμαστε τεκμηριωμένη απόδειξη για την ωφελιμότητα της παρεντερικής σίτισης σε αυτή την ομάδα ασθενών, πριν από τη γενικευμένη χρήση της, παρόλο που κάποιοι ασθενείς έχουν καθαρά ωφεληθεί. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται πότε ο ασθενής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του και πότε η τεχνητή διατροφική υποστήριξη δεν έχει νόημα, είναι επιζήμια ή δυσάρεστη.
Οι ηλικιωμένοι είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στον υποσιτισμό και ειδικά όταν υποφέρουν από χρόνιες ψυχικές ή σωματικές παθήσεις. Όλοι οι ηλικιωμένοι ασθενείς θα πρέπει να εξετάζονται για ενδεχόμενο υποσιτισμό και να τους παρέχεται η κατάλληλη φροντίδα. Όταν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα υποσιτισμού, είναι βέβαιο ότι θα υπάρχει όφελος από τη διατροφική υποστήριξη. Στο σχεδιασμό οποιουδήποτε πλάνου φροντίδας θα πρέπει να λαμβάνονται πάντα υπόψη οι ηθικές αρχές, δηλαδή ο σεβασμός της αυτονομίας, η εξασφάλιση της ωφελιμότητας των πράξεων και η αποφυγή πρόκλησης βλαβών σε βάρος του ασθενή.