Πολεμικές Τεχνικές – Πολιορκητικές μηχανές
Πεζικό ΕΜΨΥΧΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ Αναφέρονται 4.937 βυζαντινούς και περίπου 2000 ξένους. Από τους ξένους ξεχώριζαν οι 700 κατάφρακτοι στρατιώτες που έφθασαν στην βυζαντινή πρωτεύουσα τον Ιανουάριο του 1453 με δύο γενουατικά πλοία. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος απένειμε στον αρχηγό τους Ιωάννη Ιουστινιάνη Λόνγκο, έμπειρο πολεμιστή, τον τίτλο του πρωτοστάτορος (αρχιστρατήγου) και του ανέθεσε την άμυνα της πόλης. Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός αριθμός δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 8.500.
Πεζικό Οι βυζαντινοί διέθεταν και πυροβολικό, μικρότερο σε μέγεθος διαμετρημάτων σε σχέση με το οθωμανικό. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις πρώτες μέρες τις πολιορκίας και μετά σίγησε λόγω της ελάχιστης ποσότητας πυρίτιδας και βλημάτων, αλλά και τις διαφωνίας στον τρόπο χρήσης αυτών των όπλων . Στην αρχή τις πολιορκίας υπήρχαν στον Κεράτιο κόλπο 26 πλοία πολεμικά. Από αυτά 10 ανήκαν στο Βυζάντιο, 5 ήταν βενετικά, 5 γενοβέζικα, 3 κρητικά, 1 από την Αγκώνα, 1 από την Καταλονία και 1 από την Προβηγκία. Υπήρχαν επίσης μικρότερα σκάφη και εμπορικά πλοία των Γενοβέζων που ήταν ελλιμενισμένα στο Πέραν.
Κατηγορίες και Εξοπλισμός Πεζικού Σκουτάτοι Ο κύριος όγκος του Βυζαντινού πεζικού ήταν οι σκουτάτοι, που έπαιρναν το όνομά τους από τη λέξη σκούτος, όπως λέγονταν η μεγάλη ελλειψοειδής ασπίδα τους. Ήταν επαγγελματίες στρατιώτες που πληρώνονταν από το κράτος. Αθωράκιστοι ελαφροί πεζοί , συχνά οπλισμένοι με ριπτάρια (ακόντια) ονομάζονταν όπως και στην αρχαιότητα πελτασταί.
Κατηγορίες και Εξοπλισμός Πεζικού Τοξόται ή Ψιλοί Το ελαφρύ πεζικό της αυτοκρατορίας, αποτελούσε τους τελευταίους τρεις ζυγούς κάθε χιλιαρχίας. Αυτοί οι στρατιώτες, άριστα εκπαιδευμένοι στην τέχνη του δοξαριού ήταν εξαιρετικοί τοξότες. Οι περισσότεροι αυτοκρατορικοί τοξότες προέρχονταν από τη Μικρά Ασία και κυρίως από τον Πόντο. Παρότι τα στρατιωτικά εγχειρίδια προέτρεπαν στη χρήση ελαφράς θωράκισης για τους τοξότες, το κόστος και η ανάγκη για ευκινησία θα είχαν αποτρέψει την ευρεία χορηγία της.
Κατηγορίες και Εξοπλισμός Πεζικού Βαράγγια φρουρά Η Βαράγγια φρουρά ήταν μία ξένη μισθοφορική δύναμη που αποτελούσε το επίλεκτο Βυζαντινό πεζικό. Συνίστατο κυρίως από Βίκινγκς, Σλάβους και Γερμανούς. Οι Βαράγγοι υπηρετούσαν ως σωματοφυλακή και συνοδεία του αυτοκράτορα από τα χρόνια του Βασιλείου Β'. Γενικά ήταν πειθαρχικοί και αξιόπιστοι εφόσον τουλάχιστον εξακολουθούσαν να πληρώνονται καλά. Αν και οι περισσότεροι έφεραν τα δικά τους όπλα όταν έμπαιναν στην υπηρεσία του αυτοκράτορα, σταδιακά προσεταιρίζονταν το Βυζαντινό στρατιωτικό εξοπλισμό. Το πιο χαρακτηριστικό τους όπλο ήταν ένας βαρύς πέλεκυς, απ’ όπου προέρχονταν κι ο χαρακτηρισμός τους πελεκυφόρος φρουρά.
Κατηγορίες και Εξοπλισμός Πεζικού Η κύρια μονάδα του Βυζαντινού πεζικού ήταν η χιλιαρχία, αποτελούμενη από χίλιους μάχιμους άνδρες. Μια χιλιαρχία αποτελούνταν συνήθως από 650 σκουτάτους και 350 τοξότες. Οι σκουτάτοι σχημάτιζαν μία φάλαγγα με βάθος 15-20 ζυγών, σε πυκνές τάξεις, ώμο με ώμο. Οι τελευταίοι ζυγοί σχηματίζονταν από τοξότες. Οι Χιλιαρχίες αναπτύσσονταν απέναντι στον αντίπαλο με το ιππικό αναπτυγμένο στα κέρατα της φάλαγγας. Το πεζικό θα παρέλαυνε για να σχηματίσει ένα αμυντικό κέντρο παράταξης, ενώ το ιππικό θα προστάτευε τα πλευρά ή θα επέλαυνε για να υπερφαλαγγίσει τον αντίπαλο. Αυτή η τακτική ακολουθούσε το πρότυπο του Αννίβα στις Κάννες.
Κατηγορίες και Εξοπλισμός Πεζικού Οι Χιλιαρχίες δεν παρατάσσονταν κατά το κλασσικό Χιαστί πρότυπο της λεγεώνας αλλά συνήθως σε επιμήκη φάλαγγα με αναδιπλούμενες πτέρυγες. Ωστόσο κάθε Χιλιαρχία μπορούσε να εκτελέσει διάφορους σχηματισμούς μάχης, ανάλογα με την κατάσταση, οι πιο συνήθεις από τους οποίους ήταν: Η γραμμική παράταξη Παράταξη βάθους, όπως η αρχαία Ελληνική φάλαγγα, που συνήθως χρησιμοποιούνταν ενάντια σε άλλο πεζικό ή για την αποτελεσματική αναχαίτιση επελαύνοντος ιππικού Σφηνοειδής, που χρησιμοποιούνταν για να διασπάσει τις εχθρικές γραμμές Αψιμαχίας, με τους τοξότες προωθημένους στην πρώτη γραμμή, ανάμεσα σε σκουτάτους, να παρέχουν κάλυψη με τα βέλη τους ενώ προστατεύονταν από τους σκουτάτους κατά την εκ του συστάδην μάχη.
Κατηγορίες και εξοπλισμός ιππικού Κατάφρακτοι Ο αυτοκρατορικός Κατάφρακτος ήταν ένας βαριά θωρακισμένος έφιππος τοξότης ή λογχοφόρος, που συμβόλιζε την ισχύ της Κωνσταντινούπολης, όπως ο Λεγεωνάριος αντιπροσώπευε την ισχύ της Ρώμης. Ο Κατάφρακτος φορούσε ένα κωνικό κράνος, με ένα λοφίο από τρίχες αλόγου στην κορυφή, βαμμένο με το χρώμα της μονάδας του. Φορούσε ένα χιτώνιο από δύο στρώσεις πλεκτού ή φολιδωτού θώρακα, που εκτείνονταν ως τους μηρούς του. Δερμάτινες μπότες ή περικνημίδες προστάτευαν τις κνήμες τους, ενώ γάντια προστάτευαν τα χέρια του. Διέθετε μία μικρή στρογγυλή ασπίδα, το θυρεό, που έφερε τα χρώματα και διακριτικά της μονάδας του, δεμένη στον αριστερό του βραχίονα, αφήνοντας και τα δυο του χέρια ελεύθερα για να χρησιμοποιεί τα όπλα του και να χαλιναγωγεί το άλογό του. Πάνω από το θώρακα, φορούσε ένα ελαφρύ, βαμβακερό κάλυμμα και μία βαριά κάπα, επίσης βαμμένα με τα χρώματα της μονάδας του. Επίσης τα άλογα συχνά φορούσαν πλεκτό θώρακα και κάλυμμα, για να προστατεύουν τα τρωτά τους μέρη, όπως κεφάλι, λαιμό και στήθος.
Κατηγορίες και εξοπλισμός ιππικού Τα όπλα του Καταφράκτου περιελάμβαναν: Σύνθετο τόξο: Σαν αυτό των Τοξοτών. Κοντάριον: Λίγο μικρότερο και λεπτότερο από αυτό που χρησιμοποιούσαν οι σκουτάτοι, που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και σαν ακόντιο. Σπαθίον: Επίσης παρόμοιο με το αντίστοιχο του πεζικού. Εγχειρίδιο Πολεμικό πέλεκυ: Συνήθως δεμένο στη σέλα σαν εφεδρικό όπλο κι εργαλείο. Βαμβάκιον: Παρόμοιο με του πεζικού αλλά με δερμάτινη επένδυση.
Κατηγορίες και εξοπλισμός ιππικού Ελαφρύ ιππικό Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν διάφορους τύπους ελαφρού ιππικού προς υποστήριξη των καταφράκτων τους, περίπου όπως οι και Ρωμαίοι υποστήριζαν τους λεγεωνάριούς τους με ελαφρύ πεζικό. Λόγω της μακράς εμπειρίας της αυτοκρατορίας, απέφευγαν να στηρίζονται υπερβολικά σε ξένους βοηθητικούς ή μισθοφόρους (με εξαίρεση τη Βαράγγια φρουρά). Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα συνήθως αποτελούνταν κατά κύριο λόγο από πολίτες και έμπιστους υπηκόους. Η Βυζαντινή στρατιωτική παρακμή κατά τον 11ο αιώνα συμπίπτει με την παρακμή του χωρικού-στρατιώτη, που οδήγησε στην εκτενή χρήση αναξιόπιστων μισθοφόρων.
Κατηγορίες και εξοπλισμός ιππικού Το ελαφρύ ιππικό χρησιμοποιούνταν κυρίως για αναγνώριση και αψιμαχίες. Ακόμη χρησίμευαν για δίωξη του αντιπάλου ελαφρού ιππικού που ήταν πιο γρήγορο από τους Καταφράκτους. Το ελαφρύ ιππικό ήταν πιο εξειδικευμένο από τους καταφράκτους, αποτελούμενο είτε από τοξότες και σφενδονίτες (ψιλοί ιππευτές) είτε λογχοφόροι και ακοντιστές (ψιλοί καταφράκτες). Οι διάφοροι τύποι ελαφρού ιππικού, ο εξοπλισμός και η προέλευσή τους ποίκιλαν ανάλογα με την εποχή και τις περιστάσεις.
Τείχη
Τείχη Η μορφή της περιτειχισμένης Κωνσταντινούπολης μπορεί να περιγραφεί ως τριγωνική. Ως βάση του τριγώνου ήταν τα χερσαία τείχη ενώ οι πλευρές του, που αποτελούσαν και την ακτογραμμή της πόλης, σχηματιζόταν από τα θαλάσσια τείχη. Τα χερσαία (ή Θεοδοσιανά) τείχη, που είχαν μήκος 5.570 μέτρων περίπου, εκτεινόταν από την αποβάθρα των Πηγών στην ακτή της Προποντίδας μέχρι τη συνοικία των Βλαχερνών. Σε όλο τους το μήκος ήταν διπλά, με εκείνο που έβλεπε προς την πόλη έφερε την ονομασία Έσω Τείχος και εκείνο που έβλεπε προς την πεδιάδα ονομαζόταν Έξω Τείχος. Η κύρια γραμμή άμυνας των βυζαντινών ήταν το Έσω τείχος, που είχε ύψος 12 μέτρα και πλάτος 5 μέτρα, και περιλάμβανε 96 πύργους ύψους 18 ως 20 μέτρα ο καθένας. Οι πύργοι αυτοί απείχαν μεταξύ τους 55 μ. περίπου.
Τείχη Το Έξω Τείχος είχε 8,5 μέτρα ύψος και 2 μ. πλάτος και είχε επίσης 96 πύργους, που είχαν ύψος 10 μ. περίπου και ήταν τοποθετημένοι έτσι ώστε να βρίσκονται στο κέντρο του κενού που άφηναν ανάμεσά τους οι εσώπυργοι. Τα τείχη απείχαν μεταξύ τους 15 έως 20 μ. ενώ ο χώρος που υπήρχε μεταξύ τους ονομαζόταν από τους βυζαντινούς «Περίβολος». Σε όλο το μήκος του Έξω Τείχους και σε απόσταση 15 έως 17μ. περίπου από αυτό υπήρχε τάφρος που το πλάτος της ήταν 19 μέχρι 21 μ. και το βάθος της περίπου 10 μ. Το τείχος της Προποντίδας, που ξεκινούσε από την Ακρόπολη και έφτανε ως την αποβάθρα των Πηγών, είχε ύψος 12 ως 15 μ., διέθετε 188 πύργους, περίπου 13 πύλες και είχε μήκος 8.900 μ. Σχεδόν σε όλο το μήκος το τείχος της Προποντίδας ήταν δίπλα στη θάλασσα, επομένως η αποβίβαση εχθρικών δυνάμεων ήταν αδύνατη και το έργο της άμυνας καθίστατο πιο εύκολο.
Τείχη Η πρόσβαση στην πόλη από την θάλασσα παρουσίαζε μεγάλες δυσκολίες χάρης σε ένα ισχυρό θαλάσσιο ρεύμα στον Βόσπορο, τους βόρειους ανέμους αλλά και μια σειρά από ξέρες και ύφαλους που υπήρχαν στην Προποντίδα. Έτσι, για την προστασία των ακτών αρκούσε μόνο μια σειρά τειχών. Το παραθαλάσσιο τείχος του Κερατίου κόλπου εκτείνονταν από την συνοικία των Βλαχερνών μέχρι την παλαιά Ακρόπολη και είχε ύψος 10μ. περίπου, 17 πύλες, 110 πύργους και μήκος 5.600 μ. Στην εξωτερική πλευρά του υπήρχε μια στενή λωρίδα γης.