Το Δίκαιο του Καταναλωτή - ο Ασφαλιστικός Νόμος 2496/97 και Ν Το Δίκαιο του Καταναλωτή - ο Ασφαλιστικός Νόμος 2496/97 και Ν.489/77 - Αντιφάσεις Προβλήματα εφαρμογής ουσιαστικού δικαίου Γ.Δ.Τριανταφυλλάκης Αν.Καθηγητής Νομικής Δ.Π.Θ., Δικηγόρος ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών σε συνεργασία με την Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου "ΤΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ" Αστική ευθύνη των εμπλεκομένων μερών Ανάδειξη σύγχρονων προβλημάτων δικαστηριακής πρακτικής Πάτρα 24 - 25 Σεπτεμβρίου 2010
Ταυτόσημη με την πιο βιωματική έκφραση της ελευθερίας, την ελευθερία κίνησης Αυτοκίνηση Κορυφαία εκδήλωση της «κοινωνίας κινδύνων» (Beck), που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Αυτό εξηγεί την αποδοχή της τεράστιας διακινδύνευσης των πιο κρίσιμων αγαθών του ανθρώπου, ενόψει της αδήριτης κοινωνικής προσφορότητας του μέσου…
Η υποχρεωτική κάλυψη των κινδύνων αυτών συνιστά κοινωνική επιταγή πρώτου βαθμού για ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος (άρθρο 106 Σ), που προνοεί: για την απάλυνση των τραγικών συνεπειών που έχει για τα θύματα η εγγενώς επικινδυνώδης δράση των οχημάτων. για το συμφέρον όλων των εμπλεκομένων, αστικώς υπευθύνων προσώπων, και ιδίως της περιουσιακής ακεραιότητας τους, που απειλείται με καταστροφή. Όσο όμως κοινωνικά ευαίσθητη είναι η προστασία αυτή, τόσο από την άλλη πλευρά τείνει ο πολίτης-καταναλωτής –με την έννοια του τελικού χρήστη υπηρεσιών- να αισθάνεται πολύ συχνά τελείως εκτεθειμένος και αβοήθητος, όσο μάλιστα σε κανέναν άλλο τομέα της ζωής του, στην οποία γίνεται αποδέκτης υπηρεσιών: ούτε ενδεχομένως οι όροι στον τραπεζικό χώρο ή στο χώρο της κεφαλαιαγοράς, δεν μπορούν να συγκριθούν, παρά τις δυσμενείς περιουσιακές συνέπειες που κι αυτοί μπορεί να συνεπάγονται, με την έκθεση στον κίνδυνο οικονομικής καταστροφής που επιφέρει η θεωρούμενη ως δεδομένη ασφαλιστική προστασία που καταλήγει γράμμα κενό. - Αυτό οφείλεται στον ιδιάζοντα χαρακτήρα της ασφαλιστικής κάλυψης, η οποία συνδέεται με γεγονότα μέλλοντα, που ο χρόνος επέλευσής τους είναι αβέβαιος. Δύσκολα μπορεί να φαντασθεί κανείς δεινότερη κατάσταση απ' τη θέση του ασφαλισμένου που μετά από πολλά χρόνια ασφαλιστικών καταβολών "ανακαλύπτει", όταν επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος, ότι είναι απροστάτευτος, επειδή υπήρχε κάποιος όρος στα «ψιλά γράμματα», που έδινε τη δυνατότητα στην ασφαλιστική εταιρία να αρνηθεί την κάλυψή του και ο οποίος μάλιστα δεν αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσής του, ούτε υπέπεσε καν στην αντίληψή του, λόγω του μάλλον "πλασματικού" χαρακτήρα που συχνά έχει η πληροφόρηση και η παροχή συμβουλών (ως "άλλοθι« μάλλον παρά ως καθήκον πρόνοιας επαγγελματία εμπιστευμένου με την υποχρέωση επιμέλειας των συμφερόντων του πελάτη του, ο οποίος, κάθε άλλο παρά ενήμερος και πληροφορημένος είναι, δεδομένου ότι ούτε σχετικές γνώσεις κατέχει, διακατέχεται δε συνήθως με την κατανοητή ψυχολογική τάση να τακτοποιήσει εσπευσμένως την ασφάλισή του, υποτιμώντας τους κινδύνους και τις "παγίδες" των όρων που του επιφυλάσσονται, απευχόμενος κατά βάθος την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Πριν όμως προσεγγίσουμε το πρόβλημα, ας δούμε την αστικολογική τυπολογία της ιδιόμορφης αυτής σύμβασης
ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ Λήπτης/Ζημιώσας Ασφαλιστής Σχέση κάλυψης αυτονόμηση Αστική ευθύνη από ΓπΝ 1911 και 914ΑΚ Σχέση αξίας Ευθεία αξίωση Νομική βάση ευθύνης Α και Β έναντι Γ → Σωρευτική αναδοχή χρέους μελλοντικού και ενδεχόμενου και ευθύνη εις ολόκληρον (477, 481 ΑΚ) Τρίτος/Ζημιούμενος
Η ανάγκη προστασίας του ασφαλιζόμενου ως καταναλωτή Η κατάσταση που αντιμετωπίζει ο ασφαλιζόμενος είναι η ακόλουθη ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ INSURANCE 1. Στοιχεία Ασφαλιζομένου – Λήπτη της Ασφάλισης Ονοματεπώνυμο Ημερομηνία Γεννήσεως Διεύθυνση Τ.Κ. Πόλη Τηλέφωνο Κινητό Fax Α.Φ.Μ. Α.Δ.Τ. Επάγγελμα Αριθμός Διπλώματος Ημερομηνία Έκδοσης Κατηγορία Διπλώματος 2. Στοιχεία Ασφαλιζομένου Οχήματος Αριθμός Κυκλοφορίας Εργοστάσιο Κατασκευής/Τύπος Οχήματος Έτος Κατασκευής Οχήματος Χρήση Οχήματος Σημερινή Αξία Οχήματος Αριθμός Πλαισίου Αριθμός Κινητήρα Σύστημα Συναγερμού Ωφέλιμο Φορτίο 3. Ασφαλιζόμενοι Κίνδυνοι Καλύψεις Κεφάλαια Απαλλαγές Παρακαλούμε διαβάστε προσεκτικά πριν υπογράψετε Έχοντας υπόψη μου τις συνέπειες του νόμου για τη μη σωστή περιγραφή του ασφαλιστικού κινδύνου (Ν 2497/97, βεβαιώνω ότι οι απαντήσεις μου στην πρόταση αυτή είναι απολύτως ακριβείς και ανταποκρίνονται στην αλήθεια. [....] Παρακαλώ, με βάση τα στοιχεία που δήλωσα και σύμφωνα με τους Γενικούς/Ειδικούς όρους καθώς και τις εξαιρέσεις της ασφάλισης που διάβασα και αποδέχομαι, να εκδώσετε ασφαλιστήριο για τις καλύψεις που ζήτησα. Γνωρίζω ότι σύμφωνα με το Ν 2496/1997 (άρθρ. 6) για να ισχύσει η ασφάλιση που ζητώ θα πρέπει να αποδεχθεί η Εταιρία την πρότασή μου και να έχω απαραιτήτως εξοφλήσει το ασφάλιστρο εφάπαξ ή την πρώτη δόση αυτού, εφόσον έχει συμφωνηθεί η καταβολή του ασφαλίστρου με δόσεις. [.....] O Προτείνων και Δηλών Ώρα Ημερομηνία O Συνεργάτης (Κωδικός, Σφραγίδα, Υπογραφή)
Εύλογο είναι να αναρωτηθεί κανείς τι έχουν αντιληφθεί ως προς τους όρους ασφάλισης οι αντισυμβαλλόμενοι-πελάτες των ασφαλιστικών εταιριών, σε περιπτώσεις όπως η ανωτέρω. Ποιος είναι εξοικειωμένος με το ΦΕΚ και τα κανονιστικού περιεχομένου κείμενα και πώς θα τα αναζητήσει; Πόσοι από τους πελάτες των ασφαλιστικών εταιριών προσέρχονται με δικηγόρο; Γιατί παραλείπεται η αποτύπωση με σαφήνεια των κρίσιμων όρων και εξαιρέσεων σ' ένα συνοπτικό έντυπο που να εγχειρίζεται πριν από την υπογραφή της σύμβασης με την ιδιαίτερη επισήμανση των απροσδόκητων όρων; Είμαστε ικανοποιημένοι απ' αυτό το επίπεδο αντιμετώπισης, ενόψει και των κοινοτικών Οδηγιών που αφορούν στον καταναλωτή και την ασφαλιστική κάλυψη;
Είναι καταναλωτής ο ασφαλιζόμενος κατά το Ν 489/76; - Αποτελεί γεγονός ότι τα κείμενα των ελληνικών ασφαλιστικών νόμων (2496/1997, 489/76) δεν χρησιμοποιούν τη λέξη καταναλωτής - Αντίστοιχα και στη νομολογία σχεδόν συλλήβδην : ΑΠ 717/2009 Η σιωπηρή αποδοχή των ως άνω απαλλακτικών όρων, των διαλαμβανομένων στο ασφαλιστήριο που δεν υπογράφηκε από τον αντισυμβαλλόμενο-ασφαλισμένο, εκδηλώνεται είτε με την καταβολή των ασφαλίστρων, είτε με την παραλαβή του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, με τη χρήση του ασφαλιστηρίου ή την τοποθέτηση στο παρ-μπρίζ του αυτοκινήτου, του χορηγηθέντος σ` αυτόν σήματος ή της βεβαίωσης της ασφάλισης ή με την υποβολή δήλωσης ατυχήματος προς τον ασφαλιστή ή όταν στηρίζει τις αξιώσεις του στο ασφαλιστήριο και επικαλείται και προσκομίζει αυτό στο δικαστήριο. ΑΠ 1354/2008 (βλ. ακόμη ΑΠ 717/2009, 230/2008, 498/2005, 995/2005) Η σύμβαση ασφαλίσεως αστικής ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων αντιμετωπίζεται από τη νομολογία του ΑΠ ως μια κοινή σύμβαση ισότιμων μερών, η οποία συνάπτεται με απλή συμφωνία των συμβαλλομένων (πρόταση και αποδοχή), σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του αστικού δικαίου. Περαιτέρω, από την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (άρθρο 361 ΑΚ) προκύπτει η δυνατότητα των μερών στη σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων να συμφωνήσουν περιπτώσεις απαλλαγής του ασφαλιστή, όταν συντρέξουν οι συμφωνούμενες από τα μέρη περιπτώσεις. Eτσι, κατά το άρθρο 25 περ. 8 της Κ4/585/5-4-1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου (ΦΕΚ 795/8-4-1978) που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 6 παρ. 7 του ν. 489/1976, αποκλείονται από την ασφαλιστική κάλυψη ζημίες, που προξενήθηκαν σε χρόνο που ο οδηγός του αυτοκινήτου οχήματος τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών, κατά την έννοια και τις προϋποθέσεις του άρθρου 42 του ΚΟΚ. Ο όρος αυτός για να είναι δεσμευτικός για τα μέρη της ασφαλιστικής σύμβασης πρέπει να έχει καταστεί περιεχόμενο της σύμβασης ασφάλισης. Τούτο μπορεί να γίνει, είτε με ενσωμάτωση αυτούσιου του όρου στη σύμβαση ασφάλισης, είτε με παραπομπή της σύμβασης στους όρους της Κ4/585/1978 ΑΥΕ και συγκεκριμένα στον παραπάνω όρο.
Αρκεί και παραπομπή απευθείας στο ΦΕΚ που περιέχει την άνω υπουργική απόφαση. Για τη δέσμευση του ασφαλισμένου δεν είναι απαραίτητο να υπογράφεται το ασφαλιστήριο απ` αυτόν, αλλά αρκεί να καταβάλλει τα ασφάλιστρα και να παραλαμβάνει το ασφαλιστήριο, που είναι αποδεικτικό και όχι συστατικό της σύμβασης έγγραφο. Οι περιεχόμενοι σ` αυτό γενικοί και ειδικοί όροι, από τους οποίους οι ειδικοί επικρατούν των γενικών, δεσμεύουν τον ασφαλιζόμενο και όταν ακόμη δεν το υπέγραψε. Στους αναιρετικούς λόγους ότι: - ο ασφαλιστής δεν υπέδειξε στον ασφαλισμένο την ύπαρξη του συγκεκριμένου αυτού όρου και δεν του παρέσχε τη δυνατότητα να λάβει γνώση αυτού, - ο όρος αυτός δεν είναι εκτυπωμένος ευανάγνωστα σε εμφανές μέρος του ίδιου του εγγράφου της συμβάσεως ασφαλίσεως, ο ίδιος όρος: - διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του ασφαλισμένου, - περιορίζει τις ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις και ευθύνες του ασφαλιστή, - αποκλείει στη συγκεκριμένη περίπτωση ή, εν πάση περιπτώσει περιορίζει υπέρμετρα την ευθύνη του ασφαλιστή και - δεν απετέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου και εν πάση περιπτώσει, ο ασφαλισμένος δεδομένης της υποχρεώσεως ασφαλίσεως που έχει (άρθρο 2 παρ. 1 ν. 489/1976) δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό του ο ΑΠ έκρινε ότι στην περίπτωση ασφάλισης ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτου, υποκειμένης συμφωνίας μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου περί δεσμεύσεως των συμβληθέντων από τη ρήτρα απαλλαγής του ασφαλιστή σε περίπτωση μέθης του οδηγού του ασφαλισμένου αυτοκινήτου, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών, αφού η υποχρεωτική ασφάλιση της ευθύνης από αυτοκίνητα ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του ν. 489/1976 και την Κ4/585/1978 ΑΥΕ. ΤΟ ίδιο υποστηρίζει και μερίδα της θεωρίας "Δεν προσιδιάζει στη φύση των διατάξεων της υποχρεωτικής ασφάλισης αυτοκινήτων" (Ι.Ρόκας και Απ.Γεωργιάδης)
Όμως παραβλέπεται το γεγονός ότι ήδη στην Εισηγητική Έκθεση του Ν 2496/97 αναφέρεται ότι "Οι καταναλωτές, η ασφαλιστική αγορά και η συναλλακτική ζωή γενικότερα έχουν ανάγκη ενός σύγχρονου ειδικού νομοθετήματος για την ασφαλιστική σύμβαση, που θα παρέχει ένα υποχρεωτικό ελάχιστο όριο προστασίας στον καταναλωτή-ασφαλισμένο". Το ίδιο και στην Τρίτη Οδηγία 90/232 («θα πρέπει να ληφθεί ως βάση υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή», σκέψη 10), ή στην Οδηγία 2002/92 για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές (Σκέψη 21 και ιδίως Σκέψη 22 «πρέπει να υφίστανται επαρκείς και αποτελεσματικές διαδικασίες καταγγελιών και προσφυγών για το διακανονισμό των διαφορών μεταξύ ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και καταναλωτών»). Ομοίως και η νομολογία του ΔΕΚ που επιλέγει τη στενή ερμηνεία κατά την εξέταση των εξαιρέσεων από την ασφαλιστική κάλυψη, προκειμένου έτσι να προστατευθεί το αδύνατο μέρος της σύμβασης (π.χ. οι επιβάτης ή τα μέλη της οικογενείας του υπό την επήρεια μέθης οδηγού οχήματος, βλ. ΔΕΚ C-365/2005), όσον και η αντίστοιχη γερμανική νομολογία (βλ. BGH 24.5.2006, ZR 263/03, 29.1.2003, ZR 173/01, 24.6.2007, ZR 190/04 κλπ). Βλ. όμως και μεμονωμένα δείγματα στην ελληνική νομολογία παρά τη συλλήβδην αρνητική θέση της (ΑΠ 1101/2004, ΕλΔ 2007, 479).
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σ’ ένα χώρο τόσο έντονης ανισορροπίας στη διαπραγματευτική σχέση των δύο μερών, όπως στην ασφάλιση αυτοκινήτων, το δίκαιο του καταναλωτή μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αποκατάσταση μιας στοιχειώδους ισορροπίας. Το δίκαιο αυτό φαίνεται εκ πρώτοις όψεως να πλήττει την ιδιωτική αυτονομία, χάριν όμως (και υπέρ) της ιδιωτικής αυτονομίας και του δικαιοπρακτικού αυτοκαθορισμού του αδύνατου μέρους. Η αυτονομία βούλησης του ενός (ασφαλιστική εταιρία) δεν επιτρέπεται να υπονομεύει το δικαιοπρακτικό αυτοκαθορισμό του ασφαλιζόμενου. Ουσιαστικό περιεχόμενο προσλαμβάνει η ελευθερία των συμβάσεων (361 ΑΚ) όταν υφίσταται σχετική διαπραγματευτική ισότητα μεταξύ των μερών. Όπου η ισότητα αυτή είναι ανέφικτη, επεμβαίνει ο νομοθέτης, προκειμένου να την αποκαταστήσει, θέτοντας περιορισμό στη συμβατική ελευθερία του ισχυρότερου υπέρ του ασθενέστερου. Αντίθετα κανονιστική παρέμβαση που περιορίζει τα δικαιώματα του ασθενέστερου, στερώντας του μάλιστα και τον έλεγχο τους ως ΓΟΣ, είναι αδιανόητη και ανεπίτρεπτη. Είναι λοιπόν sedes materiae για τον έλεγχο ασφΓΟΣ που αφορούν καταναλωτές οι ασφαλιστικές Οδηγίες και νόμοι που τις μεταφέρουν στο ελληνικό δίκαιο, και ο Ν 2251/1994. Οι ασφΓΟΣ ακόμη και αυτοί που ενδύονται κανονιστικό μανδύα αποτελούν δικαιοπρακτικές συμφωνίες των μερών (κρατούσα άποψη πλέον). Κοινή η κεντρική ιδέα στα 2 δίκαια: Η προστασία του οικονομικά ασθενέστερου Το δίκαιο του καταναλωτή είναι το ειδικό δίκαιο προστασίας του οικονομικά ασθενέστερου συμβαλλομένου στη σύμβαση γενικώς, ενώ το δίκαιο ιδιωτικής ασφάλισης είναι το ειδικό δίκαιο προστασίας μιας κατηγορίας καταναλωτή, του ασφαλισμένου.
Σχέση Ν 2496/1997 και Ν 489/1976 (κωδ. π.δ 237/1986) Ν 2496/19997 Ν 489/76 (κωδ. π.δ 237/1986) σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, εναντίωση κλπ. εξειδίκευση κατά κλάδο ειδικοί ΓΟΣ εξαιρέσεις κλπ
Σχέση Ν 2251/1994 και Ν 489/1976 (κωδ. π.δ 237/1986) οι 3 εξαιρέσεις του Ν 489 που προστέθηκαν με το Ν 3557/2007 άρθρο 2 Ν 2251/1994 οι λοιποί ασφαλιστικοί όροι (σύναψη, λύση, καταγγελία, καταβολή ασφαλίστρων, αποζημίωση, αναγγελίες κλπ πριν τον Ν 3557 οι εξαιρέσεις της Κ4/585/78
Έτσι λοιπόν από τη συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων του ασφαλιστικού δικαίου και του δικαίου του καταναλωτή συνάγεται ότι: Οι εξαιρέσεις (ή ορθότερα κεκαλυμμένα ασφαλιστικά βάρη) από την ασφαλιστική κάλυψη είναι μόνο τρεις πλέον (άνευ αδείας οδήγηση, πρόκληση υπό την επίδραση οινοπνεύματος, διαφορετική χρήση του οχήματος από την καθορισθείσα στην ασφαλιστική σύμβαση), η δε εξακολούθηση της παραπομπής στην Κ4/585/5-4-1978 είναι παράνομη (επιβιώνει αυτή ακόμη στα ασφαλιστήρια πολλών εταιριών). Εξάλλου μετά το Ν 3557/2007, δεν μπορεί ούτε με ΓΟΣ να προβλεφθούν άλλες περιπτώσεις εξαίρεσης στην υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη, άλλως αυτές είναι αυτοδικαίως άκυρες (άρθρο 6β παρ. 2). Μέχρι την ισχύ του Ν 3557/2007, οι όροι της Κ4/585/5-4-1978 για να λειτουργήσουν ως ΓΟΣ, πρέπει να υπαχθούν στους αυστηρούς κανόνες ένταξης (βλ. κατωτέρω) –και όχι να ισχύουν οι νομικές ακροβασίες της νομολογίας (επικόλληση στο παρμπρίζ κτλ). Πλην των ανωτέρω 3 εξαιρέσεων που καλύπτονται και από το περιεχόμενο Οδηγιών (2ης κλπ), όλοι οι λοιποί όροι ασφάλισης υπάγονται στον έλεγχο ΓΟΣ του Ν 2251/1994. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διευρύνεται σημαντικά η προστασία του ασφαλιζομένου ως καταναλωτή έναντι του ασφαλιστή, που επιβάλλει όρους που συνήθως τείνουν σε απαλλαγή του έναντι του ασφαλιζόμενου σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου ή σε βελτίωση γενικώς της θέσης τους.
Έλεγχος ΓΟΣ 2. Εξακρίβωση διαφάνειας-σαφήνειας (κατ' άρθρο 2 Ν 2251/94) 1. Διαπίστωση ένταξης στη σύμβαση (2 §1) - προσυμβατική ενημέρωση - παροχή πραγματικής δυνατότητας γνώσης του περιεχομένου - ενσωμάτωση στη σύμβαση 2. Εξακρίβωση διαφάνειας-σαφήνειας (έλεγχος ερμηνείας) - στενή ερμηνεία υπέρ καταναλωτή (in dubio contra stipulatorem) (π.χ. όρος κάλυψης του καθαρού κόστους επισκευών (netto) κρίθηκε ως παραβίαση της αρχής διαφάνειας (Transparenzgebot ) BGH 24.5.2006 λόγω του έμμεσου αποκλεισμού του ΦΠΑ 3. Έλεγχος κύρους (2 §6) ως προς νομιμότητα, καταχρηστικότητα* (διατάραξη ισορροπίας δικαιωμάτων, υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος ασφαλιζόμενου-καταναλωτή * Κυρίως αυτοί που περιορίζουν τις ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις της ασφαλιστικής (εδ. β΄ του άρθρου 2παρ.7), που αποκλείουν ή περιορίζουν υπέρμετρα την ευθύνη ασφαλιστή (ιγ΄), παραίτηση ασφαλιζομένου από δικαίωμα (ιζ΄), αναστροφή βάρους απόδειξης ή περιορισμού των αποδεικτικών μέσων σε βάρος ασφαλιζομένου (κζ΄)
Σύναψη σύμβασης ασφάλισης [χρόνος] προσωρινή κάλυψη οριστική κάλυψη 1. Αυστηρή προσυμβατική ενημέρωση - Θέση ερωτημάτων - Αμερόληπτη ενημέρωση - ενημέρωση ως προς εξαρτήσεις-δεσμεύσεις του διαμεσολαβητή. - Παροχή συμβουλών - Πληροφόρηση ως προς ΓΟΣ (η ανάγκη για παροχή πληροφοριών μικρότερη όταν ο καταναλωτής είναι μια εταιρία που αναζητά ασφαλιστική ή αντασφαλιστική κάλυψη (Σκέψη 21 Οδηγίας 2002/92/ΕΚ) - Παροχή εξατομικευμένων συμβουλών και καταγραφή ατομικών στοιχείων (πριν τη σύναψη σύμβασης πρέπει, βάσει ιδίως των επιθυμιών και των αναγκών του πελάτη-καταναλωτή, να διευκρινίζει τους λόγους στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές του (άρθρ. 12 §3 2002/92/ΕΚ) - Σχέδιο σύμβασης (police) 2. Πρόταση (υποψήφιου ασφαλιζόμενου) για σύναψη σύμβασης 3. Έκδοση και παράδοση ασφαλιστηρίου 14 ημέρες προθεσμία εναντίωσης που έχει ως αφετηρία την παράδοση εις χείρας ασφαλιστηρίου και των ΓΟΣ και της τήρησης της διαδικασίας ενημέρωσης και πληροφόρησης κατά το (1). 4. Σύναψη σύμβασης
Όλες οι κρίσιμες πληροφορίες πρέπει να γνωστοποιηθούν στον υποψήφιο ασφαλισμένο ΠΡΙΝ την έκφραση της δήλωσης βουλήσεώς του πελάτη (invitatio ad offerendum). Το ελάχιστο περιεχόμενο πληροφόρησης είναι οι γενικοί και ειδικοί όροι συναλλαγών, όπως επίσης και οι λοιποί όροι της σύμβασης, δηλ. το περιεχόμενο της ασφαλιστικής σύμβασης. Ο υποψήφιος ασφαλιζόμενος πρέπει να ερωτηθεί για τις επιθυμίες και ανάγκες του και αντίστοιχα να του παρασχεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες, καταγεγραμμένες ειδικά γι’ αυτόν σε γραπτή μορφή (documentation) . Η ελληνική πρακτική βάσει των άρθρου 2§5 και 6 Ν 2496/1997 (που δεν στηρίζεται σε πρόβλεψη Κοινοτικής Οδηγίας) να καλύπτονται οι παρεκκλίσεις από την αίτηση για ασφάλιση, εφόσον ο λήπτης δεν προέβη σε εναντίωση εντός μηνός από την παραλαβή ασφαλιστηρίου ή εντός 14 ημερών από τη μη παράδοση των ΓΟΣ κλπ, παραβιάζει ευθέως τόσο την Οδηγία 2005/29/ΕΚ αλλά και την Οδηγία 2002/92/ΕΚ. Η ελληνική διάταξη, έχει ληφθεί από την πρώην §5b της γερμανικής VVO, η οποία επικρίθηκε σφόδρα ήδη στη Γερμανία ως η πλέον αποτυχημένη του γερμανικού ιδιωτικού δικαίου ("am meisten verunglückten Regelungen der deutschen Zivilrechtsgeschichte gehören"). H §5b, και η αντίστοιχη ελληνική του άρθρου 2§5 και 6, πέραν της τεράστιας ανασφάλειας δικαίου που προκαλεί, αποβαίνει καταφανώς σε βάρος των ασφαλιζομένων-καταναλωτών, στερώντας τους, προ του όγκου, της παρεχόμενης "κατόπιν εορτής" πληροφόρησης, της πραγματικής ενημέρωσης ως προς τα συμφέροντά τους. Διασώζει έτσι τα συμφέροντα των ασφαλιστικών εταιριών οι οποίες πραγματοποιούν όπως τονίζεται "Gewinne aus dem Geschäft mit der Unwissenheit", προκάλεσε δε τις μεγαλύτερες επιφυλάξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Generaldirektion XV) σε διαμαρτυρίες της Αrbeitsgemeinschaft der Verbraucherverbaende), η οποία επεσήμανε την έλλειψη, αντίθετα προς το περιεχόμενο των Οδηγιών, της υποχρεωτικής προσυμβατικής ενημέρωσης ("den Versicherungsnehmer zu informieren, bevor er eine Verpflichtung eingeht"). Το ορθό είναι : Αν δεν τηρηθεί η ανωτέρω διαδικασία να μην ξεκινά η προθεσμία εναντίωσης των 2 βδομάδων. Η υποχρέωση εξατομικευμένης καταγραφής υπηρετεί τη διευκόλυνση της απόδειξης εσφαλμένης παροχής συμβουλών. Αν αυτή η καταγραφή λείπει, επέρχεται αντιστροφή του βάρους απόδειξης.
Περιορισμός αναγωγικού δικαιώματος (Regressbegrenzung) Υπό την επιρροή των αντιλήψεων για την προστασία του ασθενέστερου μέρους (καταναλωτή), η διεθνής θεωρία, αλλά και νομολογία (βλ. BGH 24.6.1981, VersR 1982, 182), ώθησαν σε κατάργηση της αρχής όλα ή τίποτα (Alles-oder-nichts-Prinzip) κατά τη συνδρομή κεκαλυμμένων ασφαλιστικών βαρών κλπ. Οι ασφαλιστικές εταιρίες ελευθερώνονται μόνο στις περιπτώσεις πρόκλησης εκ δόλου ατυχήματος (συμπεριλαμβανομένης κλοπής κλπ), σ’ όλες τις άλλες περιπτώσεις (έλλειψη διπλώματος, μέθης κλπ) και εφόσον διαπιστώνεται η αιτιώδης συνάφεια και η υπαιτιότητα, η δυνατότητα αναγωγής (Regress) του ασφαλιστή κατά του ασφαλιζομένου είναι περιορισμένη στη Γερμανία μέχρι π.χ. 5.000 Ευρώ για κάθε παραβίαση και μέχρι του ποσού των 10.000 Ευρώ συνολικώς (βλ. §6 Kfz-PflVVV). Στις λοιπές περιπτώσεις ο περιορισμός της παροχής (Leistungspflicht) εκ μέρους της ασφαλιστικής κλιμακώνεται ανάλογα προς το βαθμό της βαριάς αμέλειας κατά την πρόκληση του ατυχήματος και ανέρχεται σύμφωνα με τη γερμανική νομολογία (mittelschwere 10-20% erhebliche 20-40%, schwere 40-60%, schwerste 60-80%).
Η επιρροή του βαθμού πταίσματος στην ασφαλιστική κάλυψη χωρίς πταίσμα (απόδειξη → ο λήπτης) απλή αμέλεια (απόδειξη → ο λήπτης) βαριά αμέλεια (απόδειξη → ο ασφαλιστής) πρόθεση (απόδειξη → ο ασφαλιστής) υποχρέωση ασφαλιστικής παροχής ποσόστωση απαλλαγή από 10%-99% ανάλογα με το βαθμό και την ένταση της αμέλειας Εκτός αν: Απόδειξη εκ μέρους λήπτη έλλειψης αιτιώδους συνάφειας Ανταπόδειξη εκ μέρους ασφαλιστή → Δόλος