ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Διδάσκουσα: Ευμορφία Κηπουροπούλου Δρ. Παιδαγωγικής Α.Π.Θ. Μεταδιδάκτωρ Παιδαγωγικής Α.Π.Θ. Ειδική Επιστήμων ΠΤΔΕ
Μοντέλα Πολυπολιτισμικής Εκπαίδευσης- Εξέλιξη Το αφομοιωτικό μοντέλο Το μοντέλο της ενσωμάτωσης Το πολυπολιτισμικό μοντέλο Το αντιρατσιστικό μοντέλο Το διαπολιτισμικό μοντέλο
Η αφομοίωση ως μια διαδικασία «συγχώνευσης των πολιτισμών». Το αφομοιωτικό μοντέλο Η αφομοίωση ως μια διαδικασία «συγχώνευσης των πολιτισμών». Στόχος: η ενσωμάτωσή τους σε ένα κοινό πολιτισμό, αυτόν της κυρίαρχης πολιτισμικής ομάδας, δηλαδή της χώρας υποδοχής
Τα παιδιά των μεταναστών: πρόβλημα καθώς παρεμποδίζουν την πρόοδο των υπόλοιπων παιδιών και δυσκολεύουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Άρα: επιβάλλεται η εκμάθηση της επίσημης γλώσσας και η παραμέληση της μητρικής σε δημόσιους τουλάχιστον φορείς, όπως είναι το σχολείο. Το ζήτημα του «πολιτιστικού ελλείμματος»
Το μοντέλο της ενσωμάτωσης Βασικότερος στόχος : η θετική αναφορά στον πολιτισμό των μειονοτικών ομάδων η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας ως μέσου εκμάθησης της γλώσσας της χώρας υποδοχής δημιουργούνται -εκτός από την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας- πιο λεπτομερή και σχεδιασμένα προγράμματα σχολικής και κοινωνικής ενίσχυσης για την αποτελεσματικότερη ενσωμάτωση στο σχολείο και την κοινωνία.
Το πολυπολιτισμικό μοντέλο (δεκαετία του ’70) Μετατόπιση από τα εθνοκεντρικά μοντέλα εκπαίδευσης (αφομοιωτικό-ενσωμάτωσης) προς τον πολιτισμικό πλουραλισμό Η κοινωνία πρέπει να διέπεται από πολιτική και πολιτισμική ομοιογένεια. Ενθαρρύνει τη διατήρηση των ιδιαίτερων πολιτιστικών στοιχείων των εθνικών ομάδων και τονίζει την ενότητα μέσα από τη διαφορετικότητα
Το αντιρατσιστικό μοντέλο (δεκαετίας του’80) Ασκήθηκε έντονη κριτική προς το πολυπολιτισμικό μοντέλο εκπαίδευσης καθώς τονίζει περισσότερο τις ατομικές στάσεις και όχι τις κοινωνικές δυνάμεις Βασικοί στόχοι Ισότητα δικαιοσύνη χειραφέτηση
Το διαπολιτισμικό μοντέλο Με τον όρο «διαπολιτισμική εκπαίδευση» από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την UNESCO: ισότητα ευκαιριών στην εκπαίδευση και την κοινωνία. Αρχές: αρχή της ισοτιμίας των πολιτισμών, αρχή των ίσων ευκαιριών, αρχή της αποδοχής και αξιοποίησης διαπολιτισμικού-διγλωσσικού κεφαλαίου των μαθητών
Βασικά χαρακτηριστικά διαπολιτισμικής αγωγής: πεδίο αναφοράς η άμεση εμπειρία των παιδιών στις χώρες υποδοχής, αμοιβαία επίδραση των πολιτισμών των χωρών καταγωγής και υποδοχής, αναθεώρηση των κοινωνικοκεντρικών και εθνικοκεντρικών κριτηρίων του σχολείου
μέσο για την αξιολόγηση των ευκαιριών στη ζωή και την επίτευξη της μέγιστης δυνατής, κοινωνικής και οικονομικής ένταξης Η διαπολιτισμική εκπαίδευση μπορεί να ωφελήσει τόσο τα παιδιά των μεταναστών όσο και τα παιδιά που φοιτούν ήδη στο γενικό σχολείο.
UNESCO (2008): «Η πολυπολιτισμική εκπαίδευση χρησιμοποιεί τη γνώση για άλλους πολιτισμούς με στόχο την καλλιέργεια της αποδοχής ή τουλάχιστον την ανεκτικότητας για αυτούς τους πολιτισμούς. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση στοχεύει ένα βήμα πιο μπροστά: να ξεπεράσει αυτή την παθητική συνύπαρξη, να επιτύχει έναν εξελισσόμενο και σταθερό τρόπο συμβίωσης για όλους τους ανθρώπους με την καλλιέργεια της κατανόησης, του σεβασμού και του διαλόγου ανάμεσα στις διαφορετικές πολιτισμικές ομάδες»
Από το μονοπολιτισμικό στο επίσημα πολυπολιτισμικό σχολείο-Οι Τάξεις Υποδοχής, τα Φροντιστηριακά Τμήματα και τα Διαπολιτισμικά Σχολεία: σύντομη παρουσίαση των σχετικών νόμων και διαταγμάτων
«Φροντιστηριακά Τμήματα» Στα 1980 δημιουργήθηκαν ειδικές τάξεις με δύο βασικούς στόχους: την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και τη διδασκαλία της ιστορίας και των μαθηματικών. «Τάξεις Υποδοχής» και «Φροντιστηριακά Τμήματα» Βασικός στόχος: η όσο το δυνατόν γρηγορότερη ένταξη των αλλοδαπών μαθητών στις «κανονικές» τάξεις.
οι Τάξεις Υποδοχής «αναλαμβάνουν στην ουσία το έργο της αντιστάθμισης του «ελλειμματικού» πολιτισμικού και γλωσσικού κεφαλαίου των μαθητών αυτών με στόχο την πολιτισμική και γλωσσική τους αφομοίωση στην ελληνική πραγματικότητα». Βασικός στόχος των Τάξεων Υποδοχής παραμένει η προσαρμογή και η ένταξη των μαθητών στις κανονικές τάξεις.
Για το έτος 2001-2002 λειτούργησαν 500 τάξεις υποδοχής και 700 φροντιστηριακά τμήματα σε Δημοτικά και Γυμνάσια. Ιδρύθηκαν, επίσης, σχολεία για τους παλιννοστούντες ομογενείς, τα οποία μετατράπηκαν σύντομα σε «γκέτο» και όχι σε κέντρα δίγλωσσης εκπαίδευσης και πολυπολιτισμικότητας, καθώς δεν προσέλκυαν και ντόπιους μαθητές προκειμένου να αποτελέσουν πιλοτικά μοντέλα δίγλωσσης εκπαίδευσης
Το 1996 ιδρύθηκαν τα Διαπολιτισμικά Σχολεία με βασικό στόχο να ενθαρρύνουν τους αλλοδαπούς μαθητές να εκφράσουν τη διαφορετικότητά τους σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον όπου αντιμετωπίζεται θετικά το διαφορετικό «πολιτισμικό κεφάλαιο». Για αυτό τον λόγο, η ελληνική γλώσσα διδάσκεται ως δεύτερη γλώσσα και –αν γίνει αποδεκτό από την αντίστοιχη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης– ξένοι εκπαιδευτικοί προσλαμβάνονται για να συνεργαστούν με τους Έλληνες εκπαιδευτικούς. Για την πρόσληψη των δεύτερων στα Διαπολιτισμικά Σχολεία πλεονέκτημα αποτελεί η γνώση μιας βαλκανικής γλώσσας ή της ρώσικης.
Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο (Νόμος 2413/96, ΦΕΚ 124 τ. Α/17. 6 Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο (Νόμος 2413/96, ΦΕΚ 124 τ.Α/17.6.1996), τα Διαπολιτισμικά Σχολεία μπορούν να έχουν διαφορετικό αναλυτικό πρόγραμμα (curriculum) με την παροχή πρόσθετων μαθημάτων στους μαθητές, διαθέτοντας, επιπλέον, τη δυνατότητα μικρού αριθμού μαθητών στις αντίστοιχες τάξεις και με το μειωμένο ωράριο των εκπαιδευτικών. Το σχολικό πρόγραμμα συμφωνεί με το σχολικό πρόγραμμα των υπόλοιπων σχολείων, στηρίζεται στην ίδια ιδεολογία και νομοθεσία.
Σύμφωνα με το άρθρο 34 του αντίστοιχου νόμου 2413/96: «Σκοπός της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης είναι η οργάνωση και λειτουργία σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την παροχή εκπαίδευσης σε νέους με εκπαιδευτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές ή μορφωτικές ιδιαιτερότητες. Στα σχολεία διαπολιτισμικής εκπαίδευσης εφαρμόζονται τα προγράμματα των αντίστοιχων δημόσιων σχολείων, τα οποία προσαρμόζονται στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές ή μορφωτικές ανάγκες των μαθητών τους».
Στα Διαπολιτισμικά Σχολεία, με βάση σχετική υπουργική απόφαση, επιτρέπεται στον Σύλλογο διδασκόντων των σχολικών μονάδων να αναπροσαρμόζει το σχολικό πρόγραμμα σύμφωνα με τις ανάγκες των αλλοδαπών μαθητών να επιλέγει εκείνο το «σχήμα που μπορεί να λειτουργήσει ουσιαστικά και αποδοτικά» (Φ10/20/Γ1/708/7-9-1999). δύο Τάξεις Υποδοχής, από τις οποίες η Τάξη Υποδοχής 1 διαρκεί έναν χρόνο και δίνει έμφαση στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ως δεύτερης και η Τάξη Υποδοχής 2 όπου πραγματοποιούνται πρόσθετα μαθήματα και η οποία διαρκεί για δύο χρόνια ή σε «εξαιρετικές περιπτώσεις» τρία χρόνια.
«το πρόγραμμα εφαρμόζεται με παράλληλη Στο σχετικό ΦΕΚ δεν αναφέρονται συγκεκριμένες ώρες διδασκαλίας όσον αφορά την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό που αναφέρεται είναι ότι: «το πρόγραμμα εφαρμόζεται με παράλληλη παρακολούθηση μερικών μαθημάτων στην κανονική τάξη όπως: Φυσική Αγωγή, Εικαστική Αγωγή, Μουσική Αγωγή, Ξένη Γλώσσα, Σχολική Ζωή ή και άλλο μάθημα σύμφωνα με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων, σε συνεργασία με το Σχολικό Σύμβουλο».
Στα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευση οι μαθητές παρακολουθούν Στα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευση οι μαθητές παρακολουθούν την Τάξη Υποδοχής 1 : δεκατέσσερις ώρες εβδομαδιαίως τη Νέα Ελληνική Γλώσσα, τέσσερις ώρες Μαθηματικά τέσσερις ώρες άλλα σχολικά μαθήματα. Παρακολουθούν στις «κανονικές» τάξεις τα μαθήματα των Μαθηματικών, της Φυσικής Αγωγής, της Πληροφορικής, της Ξένης Γλώσσας και των Καλλιτεχνικών. Σύνολο:14 ώρες ελληνικά, 4 ώρες μαθηματικά (προαιρετικά, με απόφαση του συλλόγου των καθηγητών), 4 ώρες στοιχεία από τα υπόλοιπα μαθήματα. Τα μαθήματα κοινής παρακολούθησης πραγματοποιούνται σε 7-13 ώρες.
εξακολουθούν να διδάσκονται την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα Στην Τάξη Υποδοχής 2: εξακολουθούν να διδάσκονται την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα παράλληλα παρακολουθούν τα μαθήματα στις «κανονικές» τάξεις με ενίσχυση των γλωσσικών δεξιοτήτων τους. Εάν έχει δημιουργηθεί τάξη για το μάθημα της γλώσσας τους και της κουλτούρας των μαθητών αφιερώνονται 4 πρόσθετες και εκτός σχολικού ωραρίου ώρες. Παράλληλα με τα σχολικά εγχειρίδια που εκδίδονται για τα σχολεία από το Υπουργείο Παιδείας, οι εκπαιδευτικοί στο μάθημα της γλώσσας χρησιμοποιούν και ειδικά βιβλία που εκδίδει το Κέντρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.
Στις τάξεις υποδοχής και τα φροντιστηριακά τμήματα δε λαμβάνεται υπόψη η ηλικία των μαθητών. Αυτό συμβαίνει και στην ένταξη των μαθητών στις «κανονικές» τάξεις –ιδιαίτερα σε σχολεία όπου δε λειτουργούν φροντιστηριακά τμήματα ή τάξεις υποδοχής Συχνά μη ένταξη των μαθητών στις τάξεις ή και στην εγκατάλειψη του σχολείου. Ο αρμόδιος φορέας για την ίδρυση σχολείων διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και τη λειτουργία των τάξεων υποδοχής και των φροντιστηριακών τμημάτων ήταν το Ινστιτούτο Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης (Ι.Π.Ο.Δ.Ε.) που αποτελούσε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (σήμερα ο φορέας έχει καταργηθεί και έχει ενσωματωθεί στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής).
2010-2013: υλοποίηση πράξης 10 δράσεων «Εκπαίδευση αλλοδαπών και παλιννοστούντων μαθητών» από Α.Π.Θ. Σκοπός: η καταπολέμηση της σχολικής αποτυχίας των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών στο ελληνικό σχολείο και η όσο το δυνατόν ισότιμη εκπαίδευση των ομάδων αυτών με τους γηγενείς μαθητές
Βιβλιογραφία (πρόσθετη) Baker, Colin (2001). Εισαγωγή στη διγλωσσία και τη δίγλωσση Εκπαίδευση. Αθήνα: Gutenberg Γεωργογιάννης, Παντελής (1997). Εκπαίδευση και διαπολιτισμική επικοινωνία. Αθήνα: Gutenberg. Γεωργογιάννης, Παντελής (1999). Θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Κοινωνικές προσεγγίσεις στην εκπαίδευση-Διαπολιτισμική αγωγή. Αθήνα: Gutenberg. Γκόβαρης, Χρήστος (2001). Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ατραπός. Γκότοβος, Ε. Αθανάσιος (2002) Εκπαίδευση και Ετερότητα, Εισαγωγή στο πεδίο της Διαπολιτισμικής Παιδαγωγικής, Αθήνα: Μεταίχμιο. Ζωγράφου, Ανδρέας (2003). Διαπολιτισμική Αγωγή στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Αθήνα: Δαρδανός. Μάρκου, Π. Γιώργος (1995). Εισαγωγή στη διαπολιτισμική εκπαίδευση: Ελληνική και Διεθνής εμπειρία. Αθήνα: Αυτοέκδοση. Μάρκου, Π. Γιώργος (1996). Η πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση στο σχολείο. Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μάρκου, Π. Γιώργος (2001). Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. Αθήνα: Αυτοέκδοση. Νικολάου, Γεώργιος (2005). Διαπολιτισμική διδακτική. Το νέο περιβάλλον, βασικές αρχές. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα Τουλιάς, Ηλίας (2005). Η διαπολιτισμική & πολυπολιτισμική αγωγή στην Ελλάδα, Μύθος & πραγματικότητα. Αθήνα: Διονικός.
Ευχαριστώ
Διαμόρφωση πολυεθνικού τοπίο στην Ελλάδα: Διαμόρφωση πολυεθνικού τοπίο στην Ελλάδα: Μετανάστευση και ταυτοτική αποδόμηση-Μειονοτικός λόγος
Ο αριθμός των μεταναστών που ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές του 1990 ήταν 600.000 (Δαμανάκης 1997: 46-47), που σημαίνει ότι το 5% του πληθυσμού στην Ελλάδα αποτελείτο από «πολιτισμικά διαφορετικούς» ανθρώπους. Αυτός ο αριθμός, ωστόσο, αυξήθηκε στη διάρκεια των επόμενων ετών με 1.115.000 μεταναστών το 2004 που αντιπροσωπεύει το 10,3% του συνολικού ελληνικού πληθυσμού.
Η πλειονότητα των μεταναστών προέρχεται από την Αλβανία με ποσοστό περίπου 56% και ακολουθούν οι επαναπατριζόμενοι μετανάστες από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, που αριθμούνται στους 350.000. Η μεγάλη πλειοψηφία των μεταναστών που προέρχονταν από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ταυτοποιήθηκαν ως Πόντιοι Ομογενείς Παλιννοστούντες
πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής Η Ελλάδα δεν ήρθε αντιμέτωπη για πρώτη φορά με τις ροές των μεταναστών στη δεκαετία του ’90 αλλά είχαν προηγηθεί μετακινήσεις μεταναστευτικών ομάδων προς την Ελλάδα πολύ νωρίτερα. πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης το 1950 μετακίνηση ελληνικών πληθυσμών από την Αίγυπτο, δεκαετία του 1970 μεγάλος αριθμός Αφρικανών και Πακιστανών οικονομικών μεταναστών.
Η μεγάλη, όμως, ροή μεταναστών η οποία οδήγησε και σε μια προσπάθεια νομοθετικής ρύθμισης και επίσημης χάραξης μιας επίσημης μεταναστευτικής πολιτικής –χωρίς ωστόσο ουσιαστικές αλλαγές από το προηγούμενο πεπαλαιωμένο νομοθετικό πλαίσιο–[1] εντοπίζεται στη δεκαετία του 1990 με μετακινήσεις πληθυσμών από τα Βαλκάνια και τις χώρες της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης. [1] Στοιχεία για το νομοθετικό πλαίσιο της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα αναφέρονται στο κείμενο του Στράτου Γεωργούλα (2003) «Το νομικό πλαίσιο της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα τον εικοστό αιώνα –μια ιστορική, κριτική οπτική» στο Πολιτικές Μετανάστευσης και Στρατηγικές Ένταξης, επιμ. Κούλα Κασιμάτη, Αθήνα: gutenberg, 91-119.
Ποικίλοι λόγοι παλιννόστησης: η πτώση των καθεστώτων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η αίσθηση της απειλής της ελληνικής μειονότητας στις νεοσύστατες χώρες, η φτώχεια και ο πόλεμος, το όνειρο του επαναπατρισμού και το σύνδρομο της μειονότητας για τις πρώτες γενιές.
Οι μετανάστες με ποντιακή καταγωγή που πολιτογραφήθηκαν ως παλιννοστούντες, προέρχονται από τον Πόντο, την περιοχή στις νοτιοανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας που κατοικούνταν από Έλληνες στη διάρκεια του Μεσαίωνα και της Ύστερης Βυζαντινής εποχής (10ος-15ος αι. μ.Χ.).
Στις αρχές τους 20ου αι. η περιοχή αυτή ανήκε στην Τουρκία Στις αρχές τους 20ου αι. η περιοχή αυτή ανήκε στην Τουρκία. Στη διάρκεια των ετών 1920-1930 οι ποντιακοί πληθυσμοί εκδιώχθηκαν από το καθεστώς των Νεότουρκων και μετακινήθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου κατ’ αρχήν και, στη συνέχεια, στις δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, κυρίως στη Γεωργία και τη Νότια Ρωσία.
Από το 1980 αυξήθηκε ο επαναπατρισμός[1] των Ομογενών, τόσο από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης όσο και από την Αλβανία, λόγω της «αποδιάρθρωσης του κοινωνικού ιστού». 1991-1992 συνεχή μεταναστευτικά ρεύματα παλιννοστούντων και Αλβανών οικονομικών μεταναστών λόγω του φόβου των εθνικιστικών ταραχών και του πολέμου στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης αλλά και για οικονομικούς λόγους. Στην εισροή μεταναστών από τις χώρες της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης συνέβαλε και το καθεστώς της Περεστρόικα επί Γκορμπατσώφ
1997-2000: ο αριθμός των ομογενών που ήρθαν στην Ελλάδα σύμφωνα με την απογραφή του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης ανέρχεται στα 155.319 άτομα. Λόγω του εθνικού ή εθνο- πολιτισμικού ή εθνο-θρησκευτικού δεσμού που έχουν με τη χώρα υποδοχής η οποία προσδιορίζεται ως πατρίδα δε θεωρούνται από την ελληνική πολιτεία αλλοδαποί αλλά επαναπατριζόμενοι –και τότε αναφερόμαστε σε παλιννόστηση και όχι σε μετανάστευση.
Στην Ελλάδα οι ομάδες των παλιννοστούντων αντιμετωπίζουν διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με όσους εντάσσονται στην ομάδα των αλλοδαπών. Συγκεκριμένα, δεν απαιτούνται δικαιολογητικά για την απόκτηση ιθαγένειας, παρέχεται η δυνατότητα εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας, καθώς και η δυνατότητα μετεγγραφής στο Δ.Π.Θ., ενώ χαίρουν δικαιωμάτων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, κοινωνικής ασφάλειας και πρόσληψης σε δημόσιες υπηρεσίες
Αποσαφηνίζοντας τους όρους, ο όρος παλιννοστούντες μπορεί να αποδοθεί μόνο στην πρώτη γενιά, αφού τα μέλη των επόμενων γενεών γεννήθηκαν εκτός Ελλάδας και ανήκουν στη διασπορά. Το ελληνικό κράτος ονοματίζει τους Έλληνες από την πρώην Σοβιετική Ένωση ως παλιννοστούντες και τους Έλληνες από την Αλβανία ως αποδήμους. O αριθμός των μεταναστών στη χώρα εκτιμάται στο 1.100.000- 1.200.000. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μεταναστών μετά το Λουξεμβούργο στο σύνολο του πληθυσμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όσον αφορά τον μαθητικό πληθυσμό για τη σχολική χρονιά 2002-2003 ήταν εγγεγραμμένοι 98.241 αλλοδαποί και παλιννοστούντες μαθητές στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, 6,7% του μαθητικού πληθυσμού για τη συγκεκριμένη χρονιά. Το ποσοστό των αλλοδαπών μαθητών για τα έτη 2004-2006 ήταν 8,8%. Σε συγκεκριμένα σχολεία στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη το ποσοστό των αλλοδαπών μαθητών αγγίζει το 45% .
Τα Διαπολιτισμικά Σχολεία έχουν πλέον μετονομαστεί σε Πειραματικά Διαπολιτισμικά Σχολεία.
Τα βασικά στάδια στην ανάπτυξη της ταυτότητας των παιδιών των αλλοδαπών στη χώρα υποδοχής, είναι τα εξής: α) πρωτογενείς προσκολλήσεις του ατόμου, οι οποίες οδηγούν ή σε πρωταρχική εμπιστοσύνη ή σε δυσπιστία και στις οποίες τίθενται οι βάσεις για την ανάπτυξη της ταυτότητας,
β) ενσωμάτωση συγκεκριμένων τρόπων σκέψης, συμπεριφοράς και συναισθημάτων ενός (ομοεθνούς) πολιτισμικού περιβάλλοντος, των στάσεων και των αξιών μέσω της γλώσσας. Στο στάδιο προσαρμογής και αφομοίωσης του ατόμου στη νέα κουλτούρα προκύπτει η νέα ερμηνεία της ταυτότητας του ατόμου. Στην περίπτωση στην οποία οι δεσμοί του ατόμου με την οικογένεια είναι ιδιαίτερα ισχυροί, δημιουργείται η κουλτούρα της μειονότητας, με την οποία ταυτίζεται το άτομο.
Κίνητρα Ενσωμάτωσης (βαθιά γνώση του πολιτισμού της χώρας) Λειτουργικά Κίνητρα (χρησιμότητα και χρηστικότητα γλώσσας και πολιτισμικών θεσμών για πρόοδο)
Η ενσωμάτωση των μεταναστών εξαρτάται και από Η ενσωμάτωση των μεταναστών εξαρτάται και από την επαγγελματική αποκατάσταση, την οικονομική σταθερότητα, τα κίνητρα, τον προσωρινό ή μόνιμο χαρακτήρας της μετακίνησης, την ατομική ή η οικογενειακή μετανάστευση, την ηλικία, Τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες και τα χαρακτηριστικά της οικονομίας και της αγοράς εργασίας της χώρας υποδοχής, την εγκατάσταση σε πόλη ή χωριό
Τα μέλη, συγκεκριμένα, της δεύτερης γενιάς μεταναστών βιώνουν μια διφορούμενη κοινωνικοποίηση, γεγονός που αποτελεί και βασικό διαφοροποιητικό παράγοντα ανάμεσα στα μέλη της πρώτης και της δεύτερης γενιάς μεταναστών: τα μέλη της πρώτης γενιάς μεταναστών έχουν ήδη κοινωνικοποιηθεί στην κουλτούρα τους πριν από την άφιξή τους στη χώρα υποδοχής. Ανεξάρτητα από την όποια τυπολογία ένα παιδί που έρχεται σσε μικρή ηλικία με τους μετανάστες γονείς του (πρώτη γενιά) στις περισσότερες έρευνες θεωρείται μετανάστης δεύτερης γενιάς (Παλαιολόγου 2011: 136)
τα παιδιά ενσωματώνονται πρώτα πολιτισμικά και κοινωνικά με την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος, του σχολείου και τον μέσων μαζικής ενημέρωσης και στη συνέχεια οικονομικά και επαγγελματικά.
Με τα μέλη της πρώτης γενιάς μεταναστών συμβαίνει το αντίθετο Με τα μέλη της πρώτης γενιάς μεταναστών συμβαίνει το αντίθετο. Η τρίτη γενιά είναι αυτή που συνήθως αναζητά την επανασύνδεση με την ιδιαίτερη κουλτούρα της. Σε όλες τις περιπτώσεις η ταυτότητα δεν είναι στατική αλλά διαρκώς υπό διαπραγμάτευση μέσω της αλληλεπίδρασης του υποκειμένου με το κοινωνικό περιβάλλον
Στην περίπτωση του επαναπατρισμού η επιστροφή στην πατρίδα αποτελεί απόφαση των γονέων και ενσαρκώνει το όνειρο μιας καλύτερης ζωής στην πατρίδα. Τα παιδιά όμως είναι προσανατολισμένα στο παρελθόν και στη ζωή τους στον τόπο όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν προτιμώντας να προσδιορίζουν τους εαυτούς τους ως «ξένους»
Οι πολιτισμικές και γλωσσικές διαφορές εντείνουν το αίσθημα αλληλεγγύης των αλλοδαπών μαθητών αλλά και τη διαφοροποίησή τους από τον γηγενή μαθητικό πληθυσμό. Οι αλλοδαποί μαθητές ερμηνεύουν τις γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές όχι ως όρια που πρέπει να ξεπεράσουν αλλά ως σύμβολα της ταυτότητάς τους που πρέπει να διατηρήσουν, αισθάνονται ότι το σχολείο είναι αυτό που θα αλλοιώσει την πολιτιστική τους ταυτότητα
Σχετικά με την εκμάθηση της γλώσσας του κράτους υποδοχής, μεγάλο μέρος του σχηματισμού εννοιών πραγματοποιείται στην ξένη γλώσσα, η οποία όμως είτε μαθαίνεται από το παιδί ως εχθρική είτε ως αμφίσημη, με αποτέλεσμα τις διαταραχές στη μάθηση και την ετικετοποίηση του παιδιού ως «κακού μαθητή» με όλες τις επιπτώσεις τις οποίες έχει αυτή η ταυτότητα στο σχολείο.
Στους μετανάστες και τους πρόσφυγες εμφανίζεται συχνά και το αίσθημα της υποτίμησης το οποίο προκαλείται από την υποτίμηση που βιώνουν σε κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο αλλά και στο επικοινωνιακό λόγω του χαμηλού γλωσσικού τους επιπέδου, το οποίο αποκαλύπτει άμεσα την προέλευσή τους
Οι μετανάστες βιώνουν μια «ταυτοτική αποδόμηση», καθώς αφήνουν τον οικείο χώρο του σπιτιού, της εργασίας τους, της πατρίδας τους και μεταβαίνουν σε ξένα κοινωνικά περιβάλλοντα αποξενώνονται και αναζητούν την αλληλεγγύη σε αντίστοιχες ομάδες ή κοινότητες με τις οποίες μοιράζονται τις εμπειρίες, τα προβλήματα και συμμετέχουν σε συλλογικές πρωτοβουλίες και δράσεις με στόχο την κοινωνική τους ένταξη και αποκατάσταση
η επικοινωνιακή αδυναμία των μεταναστών στη χώρα υποδοχής ρατσιστική αντίδραση σε αυτή των μελών της κυρίαρχης πολιτισμικής ομάδας της χώρας υποδοχής η επικοινωνιακή αδυναμία των μεταναστών στη χώρα υποδοχής έκφραση του «νεορατσισμού» (Balibar & Wallerstein 1991), ενός «ρατσισμού χωρίς φυλές» Η αδιαφάνεια των λέξεων ρατσισμός που δεν έχει ως κυρίαρχο θέμα τη βιολογική υπεροχή αλλά τις πολιτισμικές διαφορές η προσπάθειά τους να ενταχθούν στα νέα επικοινωνιακά περιβάλλοντα
να διατηρήσει τη μητρική του γλώσσα και Ειδικά για τους αλλοδαπούς μαθητές το πρόβλημα της γλώσσας είναι καίριο. Ο μαθητής θα προσπαθήσει να προσεγγίσει τη σχολική εργασία με τη γλωσσική ικανότητα που ήδη διαθέτει, να διατηρήσει τη μητρική του γλώσσα και να μάθει όσο το δυνατόν καλύτερα τη γλώσσα της χώρας υποδοχής. Τα παιδιά των μεταναστών παρουσιάζουν προβλήματα κοινωνικής προσαρμογής.Τα κυριότερα συμπτώματα είναι το άγχος, η κατάθλιψη, οι φοβίες, η απόσυρση
Μειονοτικός Λόγος Ερ: Ποιος είναι, από ποιους εκφέρεται και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;
Η αναφορά στον μειονοτικό λόγο μπορεί να λάβει τις εξής διαστάσεις: Μειονοτικός Λόγος Η αναφορά στον μειονοτικό λόγο μπορεί να λάβει τις εξής διαστάσεις: α) μπορεί να αποτελεί αιτία-πρόβλημα, δηλαδή το λεγόμενο μειονοτικό ζήτημα και β) μπορεί να αντιμετωπίζεται με την έννοια της γλωσσικής εκφοράς του, ως λόγος των μειονοτήτων.
Η ύπαρξη του μειονοτικού λόγου εξαρτάται κατ’ αρχήν από την τυπολογία, η οποία επιβάλλεται από τη διοίκηση του κράτους και μέσω της οποίας μια μειοψηφική πολιτισμική ομάδα αναγνωρίζεται ως μειονότητα, όπως συμβαίνει με τη μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης.
Απαραίτητο συστατικό του μειονοτικού λόγου αποτελεί Απαραίτητο συστατικό του μειονοτικού λόγου αποτελεί η διεκδίκηση της κατοχύρωσης της ύπαρξης και του ιδιαίτερου εθνοτικού χαρακτήρα της μειονότητας και των δικαιωμάτων της, καθώς και η διεκδίκηση της νομικής προστασίας της, η οποία υπονοεί ταυτοχρόνως την αυτοαναγνώριση της κοινωνικής μειονεξίας της μειονότητας.
Η επίδραση της μειονότητας στην κοινωνία καθορίζεται από Η επίδραση της μειονότητας στην κοινωνία καθορίζεται από τη συνοχή στη συμπεριφορά των μελών της, καθιστώντας έτσι εντονότερη την επίδρασή της από αυτήν της κυρίαρχης πολιτισμικά ομάδας, αφού μέσω της αλληλεγγύης δημιουργεί αντιθέσεις, με αποτέλεσμα είτε την ενεργητική παρουσία της μέσω των διεκδικήσεών της είτε την έμμεση υπόδειξη τάσεων αλλαγής.
Η μειονοτική ομάδα επιτυγχάνει άλλωστε την επίδρασή της με την άρνηση του συμβιβασμού και της αφομοίωσής της στην κυρίαρχη ομάδα – χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η κοινωνία των Τσιγγάνων– και με την έλξη ενός μέρους του πληθυσμού για την επίτευξη κάποιου είδους νομιμοποίησης της ύπαρξής της
Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο μειονοτικός λόγος ηθικοποιείται και γίνεται λόγος ειρήνης, ασφάλειας και συνεργασίας, λόγος δικαιωμάτων και διάσωσης της πολιτισμικής κληρονομιάς της ηπείρου βασική επιφύλαξη } η πιθανότητα αναγωγής των πολιτισμικών διαφορών στο επίπεδο του γραφικού φολκλόρ, η προώθηση της γραφικότηας και της γοητείας της γνωριμίας των μελών της κυρίαρχης πολιτισμικής ομάδας με την κουλτούρα των –κατά τα άλλα– «φτωχών», «κατώτερων», «αγράμματων» και αδύναμων πολιτισμικών ομάδων
Παράδειγμα οριενταλισμού Edward Said
Ευχαριστώ