Η Ανάδειξη του Παραδοσιακού Πολιτισμού ως Παράγοντας Νέας Πολιτισμικής Δημιουργίας ΠΕΓΑ Ανάπτυξη δράσης σε μειονοτικά περιβάλλοντα μάθησης-πολιτισμική ανάπτυξη-ποιότητα ζωής
Πολιτισμός και παράδοση αποτελούν δύο αλληλένδετα φαινόμενα της κοινωνίας. Ο παραδοσιακός πολιτισμός είναι φορέας μετάδοσης αξιών που συγκροτούν την τοπική-εθνική και πολιτισμική ταυτότητα ενός λαού. Καθώς οι συνθήκες της ζωής μεταβάλλονται, μεταβάλλονται εύλογα και τα ήθη και οι αξίες του πολιτισμού που η μία γενιά παραδίδει στην άλλη (Κυριακίδου-Νέστορος, 1993).
Προκειμένου να υπάρξει νέα λαϊκή δημιουργία ο λαός - έστω ένα μικρό τμήμα του - θα πρέπει να αποκτήσει συνείδηση του εαυτού του, και ένα σύστημα αξιών ανεξάρτητο από το κυριάρχο υπερκαταναλωτικό πρότυπο ζωής. Επιπλέον, η λαϊκή δημιουργική δραστηριότητα προϋποθέτει ένα ελάχιστο κοινωνικής ολοκλήρωσης, όπου οι άνθρωποι δεν αρκεί να γνωρίζουν και να πράττουν, αλλά να υπάρχουν και να ζουν μαζί. (Delors, 1999).
Πολιτισμός και Παράδοση Όλοι οι μεγάλοι πολιτισμοί θεμελιώθηκαν πάνω σε πλούσια και ζωντανή παράδοση. Παράδοση, επομένως, δε σημαίνει οπισθοδρόμηση και αποσύνδεση από την πρόοδο, αφού πρόκειται για μία έννοια δυναμική από τη φύση της. Είναι μαζί επιστροφή και δεσμός, συνέχεια, συντήρηση, αλλά και προοπτική των διατηρημένων στο χρόνο (Κούγιαλη, 2000). Ο όρος πολιτισμός περικλείει την αδιάκοπη προσπάθεια και τον αγώνα του ανθρώπινου γένους να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του σε όλους τους τομείς, και να προοδεύσει. Πολιτισμός είναι ο βαθμός ανάπτυξης των υλικών και των πνευματικών συνθηκών της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων, η ημερότητα των ηθών στις ανθρώπινες σχέσεις, τα εκλεπτυσμένα ήθη και η πνευματική ανάπτυξη στη συμπεριφορά, στην αισθητική έκφραση και γενικά στον τρόπο ζωής ενός κοινωνικού συνόλου (Μπαμπινιώτης, 2002).
Οι κοινωνίες αλλάζουν στην πορεία του χρόνου Οι κοινωνίες αλλάζουν στην πορεία του χρόνου. Η αρχαία ελληνική πόλη-κράτος ελάχιστα κοινά έχει με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, όπως και με το σημερινό ελληνικό κράτος, το οποίο οργάνωθηκε το 19ο αιώνα στα πρότυπα των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών. Ανάλογες είναι και οι αλλαγές στη νοοτροπία. Η νοοτροπία και ο χαρακτήρας ενός λαού αποτελούν προϊόντα των κοινωνικών συνθηκών. Στις αγροτικές - παραδοσιακές κοινωνίες, η ίδια παράδοση αναπαράγεται από γενιά σε γενιά με ανεπαίσθητες αλλαγές, διότι οι κοινωνίες αυτές έχουν την ικανότητα να απορροφούν με κάποιο τρόπο τους κραδασμούς της ιστορίας. Ιδιαίτερα από τον 18ο αιώνα ως τις αρχές του 19ου ο ελληνικός αγροτικός πολιτισμός, καθώς έμεινε απομονωμένος, μακριά από ξενικές επιδράσεις, διατήρησε αναλλοίωτα τα αυθεντικά στοιχεία του εθνικού πολιτισμού, όπως η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, στα οποία μπορεί κάποιος να ανακαλύψει τις «ρίζες» του ελληνικού έθνους (Κυριακίδου-Νέστορος, 1993).
Στη σύγχρονη υπερκαταναλωτική κοινωνία ο λαός της υπαίθρου και των πόλεων εξαρτάται άμεσα από τον κυρίαρχο τρόπο ζωής, τον αστικό. Στον 21ο αιώνα, αιώνα της αυτοματοποίησης και της ταχύτητας διάδοσης των πληροφοριών η ζωή των σύγχρονων Ελλήνων είναι ολότελα διαφορετική από εκείνη των προηγούμενων γενεών. Για τον άνθρωπο του χθες δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον εργάσιμο και τον ελεύθερο χρόνο. Δεν υπάρχει καν η έννοια του ελεύθερου χρόνου. Ο χρόνος δεν είναι αγαθό εμπορεύσιμο. Δεν αποτιμάται σε χρήμα. Το ίδιο και ο κόπος. Δεν αγοράζονται, χαρίζονται. Και αυτό είναι που κάνει τα έργα των χεριών ανεκτίμητα. Αυτά τα έργα των χεριών θα χαρίσουν με τη σειρά τους στους κατασκευαστές τους το χαρακτηρισμό του άξιου, της (ε)πιτήδειας, με άλλα λόγια κύρος και αναγνώριση από τα άλλα μέλη της κοινότητας (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Εθνογραφική Συλλογή, σημείωμα). Η αποκοπή από τις πολιτισμικές ρίζες αποτελεί γεγονός με σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή και τον ψυχισμό προπάντων των νέων. Παράλληλα, η σύγχρονα επιδιωκόμενη παγκοσμιοποίηση έχει ως άμεση και ορατή συνέπεια την εξάλειψη των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, την επιβολή ομογενοποιημένων πολιτισμικών συμπεριφορών θέτοντας σε μεγαλύτερο κίνδυνο των άνθρωπο και τις ανθρώπινες ιδιότητές του (Delors, 1999).
Η αποστολή της λαογραφίας Η λαογραφία είναι ο επιστημονικός κλάδος ο οποίος ως αντικείμενό του έχει την αποτύπωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως παρουσιάζονται μέσα από τα υλικά στοιχεία και τις συγκεκριμένες νοοτροπίες των κατοίκων μιας συγκεκριμένης περιοχής. Η καταγραφή και η διδασκαλία παραδόσεων, όπως των δημοτικών τραγουδιών και της δημοτικής μουσικής, η αναβίωση των λαϊκών χορών, η ανάδειξη λαογραφικών συλλογών και η αναβίωση ηθών και εθίμων με τη μορφή αναπαραστάσεων και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, φέρνουν το σύγχρονο άνθρωπο εγγύτερα στη λαϊκή παράδοση και τον διδάσκουν. Είναι η παρακαταθήκη με την οποία οι νέοι και οι γενιές του μέλλοντος θα γνωρίσουν τη ζωή των προγόνων τους, για να αντλήσουν παραδείγματα και να οικοδομήσουν κάτι ανώτερο (Καραπατάκης, 1981).
Τα λαογραφικά φαινόμενα βρίσκονται σε συνάρτηση με τον κύκλο ζωής από τον οποίο προήλθαν. Στην εποχή της ακμής του λαϊκού πολιτισμού (1770-1820 ελληνικός διαφωτισμός) την κάθε ελληνική κοινότητα χαρακτήριζε ένα αυτοδύναμο και αυτόνομο σύνολο πολιτισμού, και ένας κύκλος ζωής που αγκάλιαζε και ρύθμιζε τη ζωή του ανθρώπου σε όλες τις εκφάνσεις της από τη γέννηση ως το θάνατο. Στην προνομιούχο κρητική φύση, ο Κρητικός καλλιέργησε τα ήθη και τα έθιμα του κρητικού χώρου. Από όλες τις κορυφές, τις πλαγιές, τις πεδιάδες και τις ακρογιαλιές του νησιού αναβλύζουν λαογραφικές πηγές πλούσιες σε θρύλους, τραγούδια, ιστορίες, γνωμικά και μαντινάδες. Εκεί μέσα βρίσκεται αποθησαυρισμένος όλος ο πλούτος των σκέψεων, των συναισθημάτων και των διανοημάτων του κρητικού λαού (Λαμπιθιανάκη-Παπαδάκη, 1979). Ενδεικτικό παράδειγμα τα ριζίτικα τραγούδια, έκφραση του παλμού και της ψυχής της Κρήτης, τα οποία συχνά έλκουν το θέμα τους από το θεσμό της φιλοξενίας, αντιπροσωπευτικό γνώρισμα του κρητικού πολιτισμού (Νικολακάκης, 1983) . Προκειμένου να τα γνωρίσει όλα αυτά κάποιος, χρειάζεται να τα ζήσει ή τουλάχιστον να τα διαβάσει. Εντούτοις, για να μπορέσει ο αναγνώστης να μπει στο πνεύμα και στην ατμόσφαιρα της εποχής στην οποία εντάσσονται, η παρουσίαση του λαογραφικού υλικού θα πρέπει να απευθύνεται στο πλατύ κοινό, και όχι μόνο στους ειδικούς, με σκοπό κυρίως παιδαγωγικό (Νικολακάκης, 1983).
“…ο κόσμος δεν είναι παρά ο καμβάς όπου από την παιδική ηλικία ζωγραφίζει η ανθρώπινη φαντασία τον κόσμο όπως τον «βλέπει». Μέσα από αυτές τις «ζωγραφιές» μας ζούμε, δημιουργούμε, αποκτούμε ταυτότητα, αντιλαμβανόμαστε και επικοινωνούμε. Πρωταρχική σημασία έχει λοιπόν το να αρχίσουμε να «βλέπουμε»: χαρούμενα, στωικά, προβληματισμένα, χιουμοριστικά, κριτικά, ποιητικά, βιαστικά, σωστά ή λανθασμένα, δεν έχει σημασία, αρκεί να ξαναρχίσουμε να «βλέπουμε» τον κόσμο μας και να διαβάζουμε εκεί τον εαυτό και τον πολιτισμό μας. “ (Τερκενλή, 1996, σ. 138)
Η ενσωμάτωση αρχών της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής στη σύγχρονη χωροταξική αντίληψη Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική, ταγμένη στη δημιουργία οικισμών απόλυτα ενσωματωμένων στο τοπικό, φυσικό τους περιβάλλον και συγχρόνως λειτουργικά και αισθητικά άρτιων, αποτελεί πολύτιμη πηγή γνώσεων και βάση αναφοράς για τη σύγχρονη βιοκλιματική δόμηση (http://www.ntua.gr). Θαυμαστή είναι στην κατασκευή των παραδοσιακών οικισμών και κτηρίων η αξιοποίηση και η ενσωμάτωση στοιχείων: της μορφολογίας του εδάφους των κλιματικών συνθηκών του προσανατολισμού της βλάστησης, κ.λπ. Η διάταξη των κτηρίων, όπως και των δρόμων και των μονοπατιών, ακολουθεί τις φυσικές κλίσεις του εδάφους. Τα κτίσματα και οι χαράξεις με τον τρόπο αυτό εντάσσονται ομαλά στο φυσικό τοπίο, ενώ γίνεται η βέλτιστη αξιοποίηση του χώρου επιτυγχάνοντας οικονομία κινήσεων. Τα κτίσματα επίσης διατάσσονται στο χώρο με τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η σχεδόν ανεμπόδιστη θέα από και προς καθένα από αυτά. Οι δημόσιες λειτουργίες (πλατεία, καφενείο, αγορά, σχολείο, εκκλησία, κ.λπ.) βρίσκονται συγκεντρωμένες είτε σε ένα κέντρο είτε σε περισσότερα του ενός, σε κεντρικά σημεία του οικισμού, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση και η εξυπηρέτηση όλων των κατοίκων (αυτόθι).
Ως προς την κατασκευή της κατοικίας, για να εξασφαλιστούν συνθήκες όπως ο ηλιασμός, ο αερισμός, η θερμομόνωση, ο δροσισμός, ο φωτισμός και ακόμα η αντισεισμικότητα του κτηρίου αξιοποιούνται δυνατότητες που η ίδια η φύση παρέχει: Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην πρόσοψη του κτηρίου τοποθετούνται κρεβατίνες, στεγάδια, πέργκολες, εξώστες εμποδίζοντας την υπερθέρμανση των τοίχων. Στον περιβάλλοντα χώρο φυτεύονται φυλλοβόλα δέντρα σε κατάλληλες θέσεις τα οποία προφυλάσσουν το κτήριο από τη ζέστη το καλοκαίρι, ενώ τα γυμνά κλαδιά το χειμώνα επιτρέπουν στις ακτίνες του ήλιου να το θερμαίνουν. Η αναζήτηση επίσης στο άμεσο φυσικό περιβάλλον των υλικών δόμησης (πέτρες, χώμα, άχυρα, φύκια, ελαφρόπετρες, ξύλα κ.λπ.) συμβάλλει αφενός στην ελαχιστοποίηση του κόστους παραγωγής και την μείωση κατανάλωσης ενέργειας για τη μεταφορά υλικών, αφετέρου στην απόλυτη ενσωμάτωση των κτηρίων στο φυσικό τοπίο. Η αξιοποίηση στις μέρες μας παραδοσιακών αρχών στη δόμηση, και η χρήση οικολογικών υλικών κατασκευής για την εξυπηρέτηση των πολυποίκιλων και νέων αναγκών στέγασης θα λειτουργούσαν κατασταλτικά στην αλλοτρίωση της ανθρώπινης υπόστασης καθώς και στην πρόκληση σοβαρών οικολογικών ανισορροπιών (ατμοσφαιρική ρύπανση, κλιματικές αλλαγές, φαινόμενο θερμοκηπίου, εξάντληση των φυσικών πόρων, κ.ά.) (http://morfologia.arch.duth.gr).
Η αξιοποίηση του λαογραφικού υλικού στη διδακτική πράξη Στο σχολείο, συντελείται: το πέρασμα από τα επιτεύγματα του παρελθόντος στα έργα του μέλλοντος είναι το εργαστήριο για τη μαθητεία κάθε νέου δημιουργού στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες είναι ο τόπος των πρώτων πολιτιστικών συναντήσεων, ανταλλαγών και εμπειριών (Γλύκατζη-Αρβελέρ, 2007). Η αξιοποίηση του λαογραφικού υλικού στη διδασκαλία φέρνει τα παιδιά σε ευεργετική επαφή: με τη μητρική τους γλώσσα το λαϊκό πολιτισμό τις εθνικές ρίζες τους Παράλληλα, καλλιεργείται ο σεβασμός για τη δημιουργία και τον πολιτισμό προηγούμενων γενεών και κατ’ επέκταση άλλων λαών (Σέργη, 2000).
η κοινωνικο-συναισθηματική η ηθική, θρησκευτική η αισθητική η νοητική Η αναφορά στο λαϊκό πολιτισμό μπορεί να αποτελέσει εμβόλιμη εκπαιδευτική διαδικασία στο πλαίσιο του κύριου μαθήματος, γεγονός που πολλαπλασιάζει τις αφομοιωτικές δυνατότητες του παιδιού. Μέσα από έναν κύκλο δραστηριοτήτων, εμπνευσμένων από τις ασχολίες και τις σχέσεις των ανθρώπων στις παραδοσιακές κοινωνίες, όπου η συνύπαρξη στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα, στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, με τον εαυτό του και με το θείο αντιμετωπίζονται ως μια ολότητα, το σχολείο μπορεί να συνεισφέρει στην ολόπλευρη ανάπτυξή των μαθητών. Συγκεκριμένα, μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα και δραστηριότητες πλαισίωσης θεμάτων εμπνευσμένων από το κοινό ταμείο του λαϊκού πολιτισμού μπορεί να υποβοηθηθούν η: η κοινωνικο-συναισθηματική η ηθική, θρησκευτική η αισθητική η νοητική η ψυχοκινητική ανάπτυξη των μαθητών η καλλιέργεια δεξιοτήτων κινητικών και νοητικών (προαναγνωστικό, προγραφικό, προμαθηματικό στάδιο)(Μωραΐτη,1997).
Ως προς το διδακτικό σχεδιασμό, οι κύριοι σκοποί της συστηματικής προσέγγισης στο σχολείο στοιχείων από την προφορική παράδοση, τη λαϊκή τέχνη και την εθιμική ζωή (λαϊκή λογοτεχνία, επαγγελματικές ασχολίες, παραστατικά λατρευτικά έθιμα, έθιμα από την κοινωνική ζωή, κ.λπ.) είναι οι εξής: -Η εξοικείωση των παιδιών με μορφές πολιτισμικής δημιουργίας, καθώς και κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που τις συμπαρέσυρε η τεχνολογική εξέλιξη (Μωραΐτη, 2000). -Η επαφή με όψεις του ελληνικού κυρίως παραδοσιακού πολιτισμού με βάση τα πορίσματα της σύγχρονης λαογραφικής επιστήμης. -Να γνωρίσουν τα παιδιά έργα λαϊκής τέχνης του δικού τους και άλλων πολιτισμών, ως μέσο για ταξίδια φαντασίας και προβληματισμού, ως έναυσμα για την ενασχόλησή τους με την τέχνη, και ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας. -Ανασυνθέτωντας τη ζωή και το έργο των ανθρώπων μιας άλλης εποχής να διαισθανθούν την αποτυπωμένη σκέψη του δημιουργού, και τη συγκίνηση δημιουργού και κατόχων. -Να κατανοήσουν και να θαυμάσουν την υπομονή και επιμονή των παλαιών και την αγάπη για τη λεπτομέρεια και το ωραίο. -Ενίσχυση της συλλογικότητας, της συνεργασίας και άλλων αξιών του πολιτισμικού παρελθόντος, οι οποίες έχουν λόγο ύπαρξης και λειτουργικότητα στο σύγχρονο πολιτισμό της Ελλάδας.
-Η κατά το δυνατόν μεγαλύτερη κατανόηση της διαδικασίας εξέλιξης του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. -Η συνειδητοποίηση της εθνικής και τοπικής ταυτότητας των σημερινών και αυριανών Ελλήνων πολιτών της Ενωμένης Ευρώπης. -Ο σεβασμός της δημιουργίας και του πολιτισμού προηγούμενων γενεών και κατ’ επέκταση άλλων λαών. -Η ενίσχυση της ιδέας μιας απώτερης κοινότητας των ευρωπαϊκών λαών, η οποία έχει τη δυνατότητα να δρα ενοποιητικά, με την αναζήτηση κοινών πολιτιστικών βάσεων παρά τις διαφορετικές ιστορικές συνθήκες και τις υφιστάμενες διαφορές ανάπτυξης μεταξύ των λαών αυτών (Κακάμπουρα-Τίλη, 2000).
Ο παραδοσιακός μας πολιτισμός αποτελεί αξία που διδάσκεται Ο παραδοσιακός μας πολιτισμός αποτελεί αξία που διδάσκεται. Η μεταβίβαση στα παιδιά, στην καίρια φάση οικοδόμησης της προσωπικότητάς τους, της πολιτισμικής τους κληρονομιάς αποτελεί την ευκαιρία για να επεξεργαστούν και να αφομοιώσουν τα θετικά στοιχεία που απορρέουν από αυτήν. Πρόκειται για τα ίδια παιδιά που ως αυριανοί πολίτες της κοινωνίας θα κληθούν να οικοδομήσουν ενστερνιζόμενοι τις νέες κοσμοϊστορικές αλλαγές που συντελούνται, ενώ θα ξέρουν και θα νιώθουν ότι αποτελούν τη συνέχεια του λαού που τους γέννησε (Σέργη, 2000).
Συμπεράσματα Οι παραδοσιακές κοινωνίες μπορούν να διδάξουν αληθινά μαθήματα πολιτισμού. Πρόκειται για μαθήματα ένταξης του ατόμου στην ομάδα, ένταξης της τέχνης στην καθημερινότητα, του θανάτου στη ζωή, του σώματος στο είναι, της φύσης στον πολιτισμό. Ο σύγχρονος αστός στερείται τη βιοσοφία του παλαιότερου αγρότη η οποία πήγαζε από το φόβο, αλλά και τη λατρεία για τη φύση. Η σημερινή απώλεια της επαφής με την παράδοση έχει απομακρύνει τον άνθρωπο από πηγές και δυνάμεις τροφοδότησης ενός πολιτισμού ο οποίος θα θελήσει να έρθει σε ρήξη με τον εαυτό του, που είναι έτοιμος να αμφισβητήσει τις βεβαιότητές του και να επεξεργαστεί καλύτερα το μέλλον του (Μάτσας, 1979). Η σύγχρονη έρευνα έχει καταδείξει ότι η έκθεση στη φύση και στα φυσικά ερεθίσματα συμβάλλει στο να δομηθούν υγιείς μορφές ανθρώπινου νου, άνθρωποι με βιολογικές αντοχές, με δυνατότητες να λύνουν προβλήματα και να πορεύονται στη ζωή αυτόνομα (Βαλιάντζα-Αυτιά, 2013). Η παραγωγή του παραδοσιακού δομημένου χώρου βασίζεται ανέξοδα και αποτελεσματικά ακριβώς στην αντίληψη του εαυτού ως μέρους του περιβάλλοντος και στην εμπειρία που αποφέρει η μελέτη παραμέτρων του περιβάλλοντος ευνοϊκών για την ποιότητα ζωής του ανθρώπου. Στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας η ενθάρρυνση της γνωριμίας με το λαϊκό πολιτισμό δίνει τη ευκαιρία στα παιδιά να αναπτύσσουν την ικανότητα για μάθηση, να ικανοποιούν την περιέργειά τους για την κτίση, να εισάγονται στον κόσμο των συγκινησιακών αξιών, να καλλιεργούν τα συναισθήματά και τη φαντασία τους, να αντιλαμβάνονται και να σέβονται τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των εθνικών πολιτισμών (Κάντζου, Νικολούδη, 2013). Καταλήγοντας, το ανθρωπολογικό και ανθρωπιστικό περιεχόμενο του παρελθόντος έχει λόγο ύπαρξης και στο παρόν. Οι νέες γενιές χρειάζεται να σκύψουν πάνω στα μνημεία της ελληνικής λαϊκής δημιουργίας όχι για να μιμηθούν, αλλά για να αποσπάσουν τα μυστικά της ελληνικής ψυχής (Μάτσας, 1979).
Βιβλιογραφία Βαλιάντζα-Αυτιά, Ε. (2013). Βιωματική Επικοινωνιακή Μάθηση κοντά τη Φύση υπό το πρίσμα των Επιστημών του Εγκεφάλου. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ.92, σσ.112-116. Γιαλουράκη, Σ. (2006). Κεντημένα λόγια αγάπης. Μια πρωτότυπη παρουσίαση γλωσσικών ασκήσεων και φαντασίας μέσα από λαογραφικά κεντήματα και φορεσιές. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 49, σσ. 61-67. Γλύκατζη-Αρβελέρ, Ε. (2007). Πολιτισμός και Ελληνισμός. Προσεγγίσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη. Κακάμπουρα-Τίλη, Ρ. (2000). Πρόγραμμα Διδασκαλίας του Λαϊκού Πολιτισμού στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση: Παρουσίαση και Αξιολόγηση. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 14, σσ. 16-24. Κάντζου, Ν., Νικολούδη, Φ. (2013). Οι κουλούρες με τα κόκκινα αβγά. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 92, σσ. 62-65. Καραπατάκης, Κ. (1981). Παλιά Χριστουγεννιάτικα Ήθη και Έθιμα (Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων). Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδήμας. Κούγιαλη, Γ. (2000). Το παραδοσιακό παιχνίδι στη σημερινή κοινωνία. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 14, σσ.9, 10. Κυριακίδου-Νέστορος, Α. (1989). Λαογραφικά Μελετήματα Ι. Αθήνα: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου. Κυριακίδου-Νέστορος, Α. (1993). Λαογραφικά Μελετήματα ΙΙ. Αθήνα: Πορεία. Λαμπιθιανάκη-Παπαδάκη, Ευ. (1979). Λαογραφία Κρήτης. τ. Α΄. Ηράκλειον: χ.ε. Μάτσας, Ν. (1979). Το Περιβόλι με τα χαμένα παραμύθια. Ελληνικός Λαϊκός Πολιτισμός και Παράδοση. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας». Μπαμπινιώτης, Γ. (2002). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε. Μπενέκος, Α. (2000). Τέχνη και Αγωγή: Ένα αίτημα, μια πρόκληση. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 17, σ. 27.
Μωραΐτη, Τζ. (1997). Λαϊκή Παράδοση και Σχολείο Μωραΐτη, Τζ. (1997). Λαϊκή Παράδοση και Σχολείο. Εκπαιδευτικό πρόγραμμα προσέγγισης των παιδιών του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού Σχολείου στον Παραδοσιακό Πολιτισμό. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Μωραΐτη, Τζ. (2000). Λαϊκή Παράδοση και Σχολείο. Η πρόταση, το πρόγραμμα κι ένας αέρας ανανέωσης και δημιουργίας στην τάξη … από το παρελθόν! Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 14, σσ.11-15. Νικολακάκης, Φ. (1983). Λαογραφικά Κρήτης. Ηράκλειο: τυπ. Παπαδάκη, Α. Παπαδόπουλος, Στ. (2002). Ο χώρος ως τόπος άγιος. Μια ανθρωπολογική προσέγγιση. Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, τ. ΚΓ΄, σσ.199-204. Διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: www.deltionchae.org/index.php/deltion/article/viewFile/353/352.pdf Παπαπέτρου, Μ. (2008). Αειφορία και Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. 4ο Συνέδριο ΠΕΕΚΠΕ, Ναύπλιο. Διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: http://kpe-kastor.kas.sch.gr/peekpe4/proceedings/synedria6/papapetrou.pdf Σέργη, Γ. (2000). Λαογραφική βιβλιοθήκη στο σχολείο. Σύγχρονο Νηπιαγωγείο, τ. 14, σσ.26-27. Τερκενλή, Θ. (1996). Το Πολιτισμικό Τοπίο: Γεωγραφικές Προσεγγίσεις. Αθήνα: Παπαζήση (σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου). Χαραλαμπάκης, Β. (2003). Ήθη και Έθιμα της Κρήτης. Αθήνα: Σμυρνιωτάκης. Delors, J. (1999). Εκπαίδευση: Η αναγκαία ουτοπία. Στο: Τσαούσης, Δ. (επιμ). Εκπαίδευση: Ο θησαυρός που κρύβει μέσα της. UNESCO, Έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής για την Εκπαίδευση στον 21ο αιώνα, υπό την προεδρία του Jaques Delors. Αθήνα: Gutenberg, σσ. 55-74. Lévi-Strauss, C. (1976). Structural Anthropology, v.II. New York: Penguin Books. Διαδικτυακές πηγές: http://morfologia.arch.duth.gr/3o_etos/3o_exam_VI/paradosiaka.pdf http://www.ntua.gr/MIRC/db/epirus_db/ARXITEKTONIKH/Perivallontikes%20parametroi.htm