Ποσοτικές Μέθοδοι Έρευνας Αρχική μέθοδος στην οποία στηρίχτηκε η συγκρότηση της εμπειρικής ή πειραματικής παιδαγωγικής ήταν το πείραμα, κάτω από την επίδραση του θετικισμού και από την προσπάθεια εφαρμογής των μεθόδων των θετικών επιστημών στις κοινωνικές επιστήμες. Συχνότερα χρησιμοποιούμενες ποσοτικές μέθοδοι θεωρούνται σήμερα το γραπτό ερωτηματολόγιο και η συνέντευξη (που συγκροτούν τη λεγόμενη «επισκόπηση πεδίου»), ενώ αρκετά συχνές είναι και η παρατήρηση, η κοινωνιομετρική μέθοδος και η ανάλυση περιεχομένου (ποσοτική), όπως και τα τεστ.
Η ποσοτική μεθοδολογική προσέγγιση, ακολουθώντας τη μεθοδολογία των θετικών/φυσικών επιστημών, έχει ως κεντρική επιδίωξη την ανακάλυψη των καθολικών νόμων που προσδιορίζουν την ατομική και κοινωνική συμπεριφορά και συνεπώς την παραγωγή γενικών, νομοτελειακών προτάσεων. Η εστίαση στις μεθόδους των φυσικών επιστημών και στην άποψη ότι η κοινωνική πραγματικότητα είναι αντικειμενικά παρατηρήσιμη σηματοδοτεί την υιοθέτηση του θετικισμού στις κοινωνικές επιστήμες από την πλευρά της ποσοτικής προσέγγισης.
Αυτό σημαίνει ότι ο ερευνητής, ακολουθώντας το αναλυτικό παράδειγμα στο πλαίσιο της ποσοτικής έρευνας, απομονώνει τον υπό διερεύνηση τομέα της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, με στόχο να τον περιγράψει, να δώσει αιτιολογημένες εξηγήσεις και να διατυπώσει προγνωστικά για πιθανές μελλοντικές εξηγήσεις. Το χρησιμοποιούμενο μεθοδολογικό πρίσμα είναι η υπαγωγή των διαπιστώσεων στο σχήμα αίτιο-αποτέλεσμα. Διαμόρφωση της εμπειρικής παιδαγωγικής : υποστηρίζει τη μεθοδολογική ενότητα ανάμεσα στις κοινωνικές και στις θετικές επιστήμες.
Υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητη η παραγωγή γενικεύσιμης γνώσης, ώστε να υπάρχει επαρκής βεβαιότητα για την αποτελεσματικότητα των χρησιμοποιούμενων παιδαγωγικών μέσων και τη μείωση της αοριστίας στην πρόγνωση των αποτελεσμάτων της ανθρώπινης δράσης και των συνεπειών των φαινομένων του εξωτερικού κόσμου. Στην πράξη, ο ερευνητής που ακολουθεί την ποσοτική προσέγγιση συγκεντρώνει με αμερόληπτο τρόπο δεδομένα που δηλώνονται αριθμητικά, τα οποία υφίστανται στατιστική επεξεργασία.
Αναζητά εξηγήσεις χρησιμοποιώντας την παραγωγική (deductive) συλλογιστική σκέψη (Καρτεσιανή λογική), επιζητώντας την εύρεση νόμων με γενική ισχύ και εφαρμόζοντας κοινές μεθόδους για όλες τις επιστήμες. Η έρευνα ξεκινά παραγωγικά (deductively) με τη διατύπωση υποθέσεων με υψηλό εμπειρικό περιεχόμενο, οι οποίες θα πρέπει κατά το δυνατό να συνάγονται από ένα θεωρητικό πλαίσιο και οι οποίες καθοδηγούν τη διαδικασία συλλογής των δεδομένων με την έννοια ότι την κατευθύνουν προς τη μεθοδική συλλογή εκείνων των δεδομένων με τα οποία μπορεί να διαψευστεί ή να επιβεβαιωθεί η υπόθεση.
Η έρευνα οφείλει να παράγει γενικεύσιμη γνώση και επομένως πρέπει να χρησιμοποιούνται αντίστοιχες μέθοδοι δειγματοληψίας (όπως η στατιστικά τυχαία δειγματοληψία) και όχι δείγματα ευκολίας. Μόνο τότε επιτρέπεται η γενίκευση των αποτελεσμάτων της. Στηρίζεται σε αναδίφιση της σχετικής βιβλιογραφίας. Ο σκοπός της έρευνας έχει συγκεκριμένη και δομημένη διατύπωση. Τα δεδομένα-που είναι αριθμητικά-συλλέγονται με προκαθορισμένα εργαλεία από ένα κατά το δυνατόν μεγάλο αριθμό υποκειμένων. Στο πλαίσιο της στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων περιγράφονται τάσεις και αναδεικνύονται σχέσεις μεταξύ μεταβλητών και ομάδων
Ποσοτική Προσέγγιση Α)Φιλοσοφικές Παραδοχές Ρεαλισμός(η πραγματικότητα έχει αντικειμενική φύση). Αντικειμενικότητα ,τα φαινόμενα υπάρχουν ανεξάρτητα από τον ερευνητή. Νομοθετική προσέγγιση
Β)Μεθοδολογικά Χαρακτηριστικά Ερευνητικές υποθέσεις(καθοδηγούν τη διαδικασία συλλογής δεδομένων και λειτουργούν ως έναυσμα για την έρευνα προς επιβεβαίωση ή διάψευση των υποθέσεων) Επαγωγικός και παραγωγικός τρόπος έρευνας Περιγραφή και εξήγηση του ερευνητικού προβλήματος, εξαγωγή αιτιακών σχέσεων σε συγκεκριμένους τομείς της κοινωνικής πραγματικότητας.
Αριθμητικά δεδομένα ,τα οποία υφίστανται στατιστική επεξεργασία Αριθμητικά δεδομένα ,τα οποία υφίστανται στατιστική επεξεργασία. Δείγμα της έρευνας. Συλλογή δεδομένων με προκαθορισμένα και κατάλληλα κατασκευασμένα ερευνητικά εργαλεία από μεγάλο αριθμό υποκειμένων ή κειμένων κοκ. Το ερευνητικό εργαλείο παραμένει σταθερό κατά την υλοποίηση της έρευνας, επομένως απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην κατασκευή του και στην επιλογή των εμπειρικών δεικτών για τους θεωρητικούς όρους και σταθερές αποφάσεις, αυστηρός σχεδιασμός.
Στατιστική ανάλυση των δεδομένων, περιγραφή τάσεων, συγκρίσεις και ανάδειξη σχέσεων μεταξύ μεταβλητών, επανέλεγχος των υποθέσεων. Αμερόληπτος τρόπος διεξαγωγής της έρευνας, όχι στενή επαφή ερευνητή και υποκειμένων της έρευνας. Συμπεράσματα/πορίσματα (κατά το δυνατόν γενικεύσιμα στον πληθυσμό της έρευνας ή στο σώμα κειμένων) Αυστηρά κριτήρια ελέγχου της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας, η έννοια των οποίων είναι σαφώς προσδιορισμένη.
Η εξέλιξη των ποσοτικών προσεγγίσεων οφείλεται στην εφαρμογή της μαθηματικής λογικής και ειδικότερα στην ανάπτυξη της στατιστικής σκέψης, η οποία , σημειωτέον, είναι και αυτή προϊόν και κατάκτηση της ανθρώπινης νόησης, όπως και κάθε είδους φιλοσοφικοί στοχασμοί και θεωρήσεις για την πραγματικότητα. Η εφαρμογή της στατιστικής σκέψης δεν αποτελεί «θετικιστική» προσέγγιση αλλά στοχασμό για το τυχαίο έναντι της αιτιότητας.
Η εφαρμογή της στατιστικής δεν περιορίζεται μόνο στις πλέον γνωστές ποσοτικές μεθοδολογίες, αλλά επεκτείνεται και στην ανάλυση κειμένων. Για παράδειγμα, εξελίξεις στην ανάλυση περιεχομένου έχουν να κάνουν με την ανάδειξη «ποιοτήτων», εκφρασμένων με μοτίβα, τα οποία στη βάση τους έχουν ποσοτικές ιδιότητες και επιδέχονται στατιστικές αναλύσεις ( text mining, text/network analysis ), χωρίς να εκτοπίζεται η ερμηνευτική.