Λογοτεχνία Πρότυπο Γυμνάσιο Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης Ποιήματα με θέμα τη «θάλασσα» Ονοματεπώνυμο: Χονδρόπουλος Αλκιβιάδης Τμήμα: Β3 Ν. Σμύρνη 7/10/2017
Κώστας Βάρναλης «Να σ’ αγναντεύω θάλασσα» Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω απ’ το βουνό ψηλά στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά. Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερο, όντας μετ’ άξαφνη νεροποντή χυμάει μες απ’ τα σύννεφα θαμπωτικά γελώντας ήλιος χωρίς μαντύ. Να ταξιδεύουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, τ’ ακρόγιαλα σαν μεταξένιοι αχνοί και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί. Ξανανιωμένα απ’ το λουτρό να ροβολάνε κάτου την κόκκινη πλαγιά χορευτικά τα πεύκα, τα χρυσόπευκα, κι ανθός του μαλαμάτου να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά. Κι αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους ως μέσα στο νερό τα ερημικά χιονόσπιτα κι αυτά μες στ’ όνειρό τους να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό. Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτεινέ έρωτά μου με μάτια να σε χαίρομαι θολά και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά. Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ, στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους και να με πας πολύ μακρυά απ’ τη μαύρη τούτη Κόλαση, μακρυά πολύ κι από τους μαύρους κολασμένους
Κ. Π. Καβάφης, «Φωνή απ’ την Θάλασσα» Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — φωνή που μπαίνει μες στην καρδιά μας και την συγκινεί και την ευφραίνει. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη, όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός. Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό. Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε, αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό. Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει, τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι, ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός. Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα, σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα, τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά. Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά. Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; — το τραγικό παράπονο των πεθαμένων, που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό, και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των, και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των, ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό, σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει, τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει, κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα, και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα, από την αγωνία των την υστερνή. Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων;— το τραγικό παράπονο των πεθαμένων που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό. Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν, και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν, και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό. Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει, που κάποτε κανένας ιερεύς θα παή θυμίαμα να κάψη και να ‘πη ευχή. Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται. Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή
Γιώργος Σαραντάρης, «Άλλοτε η θάλασσα» Άλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα Τις μέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα Τα βραδιά ξαπλώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και τα σύννεφα Τις νύκτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε Ήταν τότε ο καιρός τρικυμία χαλασμός κόσμου Και μονάχα ύστερα ησυχία Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς Να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά Από τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας Και όταν έλειπε η θάλασσα ήταν κοντά ο θεός
Γεώργιος Δροσίνης Θαλασσινά τραγούδια Γεώργιος Δροσίνης Θαλασσινά τραγούδια Χιονοπλασμένοι γλάροι, πόχουν φτερούγια ατίμητα και για κανένα ψάρι τα μάτια τους ακοίμητα, στα ξάρτια τριγυρίζοντας ακούραστοι πετούνε ή με χαρά σφυρίζοντας στο πέλαγος βουτούνε. Γλυκά φυσά ο μπάτης, η θάλασσα δροσίζεται, στα γαλανά νερά της ο ήλιος καθρεφτίζεται· και λες πως παίζουν μ’ έρωτα πετώντας δίχως έννοια ψαράκια χρυσοφτέρωτα σε κύματ’ ασημένια. Και γύρω καραβάκια στη θάλασσ’ αρμενίζουν σαν άσπρα προβατάκια που βόσκοντας γυρίζουν με χαρωπά πηδήματα στους κάμπους όλη μέρα, κι έχουν βοσκή τα κύματα, βοσκό τους τον αέρα. Στου καραβιού το πλάι ένα τρελό δελφίνι γοργόφτερο πετάει και πίσω μάς αφήνει. και σαν να καμαρώνεται της θάλασσας το άτι με τους αφρούς του ζώνεται και μας γυρνά την πλάτη.
Ντίνος Χριστιανόπουλος, «Η ΘΑΛΑΣΣΑ Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις. Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους – μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις, γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα, ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες. Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι. Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει. Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα: χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.
ΤΕΛΟΣ Πηγές https://itzikas.wordpress.com/2014/01/11/%CF%80%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CE%B5-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-41%CE%BF-%CE%B8%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%83%CE%B1/ http://www.tsemperlidou.gr/basiliki-fatourou/saturday-music-books-cinema-tv/9-piimata-gia-na-oniropolisis-ti-magia-tis-thalassas http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-A107/391/2581,21813/