ΣΕΞΙΣΜΟΣ - ΑΝΕΡΓΙΑ
Σεξισμό ονομάζουμε τις διακρίσεις εναντίον ανθρώπων οι οποίες βασίζονται στο φύλο τους, αλλά μπορεί επίσης να αναφέρεται σε οποιαδήποτε ή σε όλες τις διαφοροποιήσεις που βασίζονται στο φύλο. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη sexus που σημαίνει φύλο και –ισμός και χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται κυρίως από το φεμινιστικό κίνημα για να δηλώσει την εξουσιαστική τάση των ανδρών πάνω στις γυναίκες και τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, ως απόρροια της ανδροκρατικής νοοτροπίας.
Ο ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ Ο κόσμος αλλάζει συνεχώς. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με τις αντιλήψεις των ανθρώπων. Γι’ αυτό και ο σεξισμός συνεχίζει να διαδίδεται και να επηρεάζει σχεδόν όλους τους τομείς της ζωής των γυναικών στον σύγχρονο κόσμο. Με βάση την έρευνα Equality for Girls που διεξήγαγε η οργάνωση Girlguiding σε πάνω από 1.200 γυναίκες άνω των 21 ετών στην Μεγάλη Βρετανία αναφέρεται ότι «Η σεξουαλική παρενόχληση είναι κοινό φαινόμενο. Επίσης τα νεαρά κορίτσια και οι γυναίκες κρίνονται για την εμφάνισή τους, ενώ παραγνωρίζονται τα ταλέντα και οι ικανότητές τους». Η Julie Bentley μάλιστα, η οποία είναι η διευθύνουσα σύμβουλος της συγκεκριμένης οργάνωσης, σε συνέντευξή της στο BBC χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο φαινόμενο ως «ένα κάλεσμα για αφύπνιση ,μιας και είναι μια κατάσταση με την οποία δεν πρέπει να έρχονται αντιμέτωπα τα κορίτσια και οι νεαρές γυναίκες καθώς μεγαλώνουν», ενώ συμπλήρωσε ότι: «Πρέπει να ζουν σε μια κοινωνία όπου υπάρχει ισότητα, προκειμένου να ευημερήσουν και να εκπληρώσουν τις δυνατότητές τους και να είναι ηγέτες σε όλους τους τομείς της ζωής». Οι γυναίκες που συμμετείχαν στην συγκεκριμένη έρευνα που δημοσίευσε το BBC της οργάνωσης Girlguiding, τα μέλη της οποίας ξεπερνούν το μισό εκατομμύριο, αναγνώρισαν το σεξισμό ως ζήτημα υψίστης σημασίας για τη γενιά τους, ενώ τα τρία τέταρτα αυτών δήλωσαν ότι επηρεάζει τους περισσότερους τομείς της ζωής τους. Το 87% των κοριτσιών και γυναικών ηλικίας από 11 έως 21 ετών που ρωτήθηκαν, ανέφεραν ότι τις έκριναν περισσότερο βάσει της εμφάνισής τους, παρά βάσει των ικανοτήτων τους. Πάνω από το ένα τρίτο 36% δήλωσε ότι τους έχουν συμπεριφερθεί «συγκαταβατικά» ή τις έχουν κάνει να «νιώσουν χαζές» λόγω του φύλου τους, με το ποσοστό αυτό να φτάνει το 60% στις γυναίκες ηλικίας 16 έως 21 ετών. Τα περισσότερα κορίτσια 13 ετών που ρωτήθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας, ανέφεραν ότι έχουν βιώσει σεξουαλική παρενόχληση, με το ποσοστό να ανεβαίνει έως και στο 80% των γυναικών 19-21 ετών. Πάνω από τα τρία τέταρτα (78%) δήλωσαν ότι ένιωσαν να απειλούνται από αυτή τη συμπεριφορά αν ήταν μόνες.
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και το σεξ, το 76% των κοριτσιών και γυναικών 11-21 ετών ανέφεραν ότι τις έκριναν σκληρά για τη σεξουαλική τους συμπεριφορά, η οποία κρινόταν «αποδεκτή» για τα αγόρια. Επιπλέον, το 46% αυτών δήλωσαν ότι φοβούνται πως η απόκτηση παιδιών θα «καταστρέψει» την καριέρα τους, ενώ πολλές γυναίκες 16-21 ετών ανησυχούν ότι οι εργοδότες προτιμούν να προσλαμβάνουν άντρες. Η έρευνα ωστόσο καταλήγει στο ότι, παρά την επίγνωση των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν, οι περισσότερες γυναίκες που συμμετείχαν παραμένουν θετικές, με το 55% από αυτές να ελπίζει ότι θα καταφέρει να διακριθεί στον επαγγελματικό τομέα ενδιαφέροντός τους και με το 70% να θέλει να συνδυάσει την καριέρα με τη μητρότητα, έναντι μόλις 11% που επιλέγει την επαγγελματική σταδιοδρομία από την απόκτηση παιδιού.
Ο ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΣΕ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΛΙΜΑΚΑ Όταν αναφερόμαστε στον σεξισμό δεν αναφερόμαστε σε ένα αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Παγκοσμίως, το 2012 μόνο 17 χώρες είχαν γυναίκες πρωθυπουργούς ή αρχηγούς κρατών. Λιγότεροι από 1 στους 5 βουλευτές παγκοσμίως είναι γυναίκες και μόλις 16.7% των υπουργικών θέσεων καλύπτεται από γυναίκες. Στην Ελλάδα, μόλις το 21% των βουλευτών είναι γυναίκες και στην τωρινή κυβέρνηση μόλις έξι από τους 40 το σύνολο υπουργούς είναι γένους θηλυκού. Στον επιχειρηματικό τομέα, σύμφωνα με τη λίστα Fortune 500 με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κόσμο, μόνο 21 εξ αυτών έχουν για CEO γυναίκα. Στην ιστορία των βραβείων Νόμπελ, με στοιχεία του 2011, έχουν απονεμηθεί μόνο σε 44 γυναίκες (και 807 άνδρες). Κι αυτά, είναι μόνο μερικά από τα παραδείγματα. Ο ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ Γυναίκες-αφεντικά κατέχουν κάποιες φορές την φήμη ότι δεν είναι και πολύ καλές στο επάγγελμα που ασκούν. Κάποιες παρουσιάζουν αυτό που λέγεται συμπεριφορά «βασίλισσας μέλισσας», απομονώνοντας τους εαυτούς τους από τις άλλες γυναίκες με τις οποίες συνεργάζονται, αρνούμενες ακόμη και να βοηθήσουν εκείνες που αναρριχώνται σε αυτό που κάνουν. Όμως, μια νέα μελέτη του Psychological Science, ενός περιοδικού της Ένωσης Ψυχολογικής Επιστήμης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι λάθος να ενοχοποιούμε τις γυναίκες για αυτή τους την συμπεριφορά, ενώ, αντί για αυτό, ας ενοχοποιηθεί το σεξιστικό τους περιβάλλον. Η Belle Derks του Πανεπιστημίου Leiden στην Ολλανδία έχει ερευνήσει εκτενώς το πώς οι άνθρωποι απαντούν στο σεξισμό. Από τις παρατηρήσεις της για τις γυναίκες στον εργασιακό χώρο, πιστεύει ότι οι γυναίκες αυτές συχνά κρίνονται με διαφορετικά μέτρα και σταθμά από τους άντρες. Συμπεριφορά που θα γινόταν αντιληπτή θετικά για έναν άντρα, όπως η ανταγωνιστικότητα, γίνεται αντιληπτή αρνητικά όταν την φέρουν οι γυναίκες.
Η Derks και οι συνεργάτες της αναρωτήθηκαν αν αυτή η «βασιλική» συμπεριφορά - ειναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι οι διακρίσεις λόγω φύλου είναι ένα πρόβλημα, που μπορεί να προκύπτει ως απάντηση σε ένα δύσκολο ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Για την πραγματοποίηση της έρευνας έδωσαν διαδικτυακά ένα ερωτηματολόγιο σε 63 γυναίκες που εργάζονταν σε αστυνομικά τμήματα σε τρεις ολλανδικές πόλεις. Μια από τις πρώτες ερωτήσεις ήταν περί του πόσο σημαντική ήταν η ταυτότητα του φύλου τους στην εργασία. Για παράδειγμα, ερωτήθηκαν για το πόσο ταυτίζονταν με άλλες γυναίκες στο αστυνομικό σώμα όπου εργάζονταν. Για το πείραμα αυτό, στις μισές γυναίκες που συμμετείχαν ζητήθηκε να γραφτεί ένα παράδειγμα μιας κατάστασης όπου θεωρούσαν ότι το γεγονός ότι ήταν γυναίκες τους είχε στοιχήσει εργασιακά, δηλαδή ότι γίνονταν διακρίσεις εις βάρος τους, ή περιπτώσεις που άκουσαν άλλους ανθρώπους μέσα τον εργασιακό χώρο να μιλούν αρνητικά για τις γυναίκες. Στις άλλες μισές ζητήθηκε να γράψουν για μια στιγμή όπου το φύλο τους δεν ήταν εμπόδιο και είχαν θεωρηθεί πολύτιμες για τις προσωπικές τους ικανότητες. Έπειτα οι γυναίκες ρωτήθηκαν σχετικά με το στυλ ηγεσίας τους, για το πόσο δηλαδή διαφορετικές θεωρούσαν ότι ήταν από άλλες γυναίκες, και αν έχουν αισθανθεί ότι οι διακρίσεις λόγω φύλου ήταν πρόβλημα για τις γυναίκες εκείνες που εργάζονταν στην αστυνομία. Ο τρόπος που οι γυναίκες απάντησαν στα ερωτήματα αυτά εξαρτήθηκε από τη ισχύ της ταυτότητας του φύλου τους κατά την εργασία. Οι γυναίκες που είχαν ετοιμαστεί να σκεφτούν περί διακρίσεων λόγω φύλου απάντησαν «βασιλικά» - ότι είχαν δηλαδή ένα ανδρικό στυλ ηγεσίας, ότι ήταν πολύ διαφορετικές από τις άλλες γυναίκες και οι διακρίσεις λόγω φύλου δεν τις επηρέασαν. Εκείνες που προσδιορίστηκαν έντονα με βάση το φύλο τους στην εργασία είχαν αντίθετη απάντηση - σκεπτόμενες περί διακρίσεων απέναντι στις γυναίκες. Το γεγονός ότι μόνο ορισμένες γυναίκες συμπεριφέρονται ως «βασίλισσες μέλισσες», και αυτό αφού έχουν ωθηθεί στο να σκεφτούν τις σχετικές με το φύλο τους διακρίσεις ,υποδηλώνει πως, για τις επιχειρήσεις που επιθυμούν περισσότερες γυναίκες στην κορυφή και απλά τις τοποθετούν εκεί περιμένοντας από αυτές να γίνουν μέντορες προς τις άλλες γυναίκες-συνεργάτιδες τους, δεν θα λειτουργήσει.
Η Derks επισημαίνει ότι ,αν απλώς τοποθετήσουμε γυναίκες σε ανώτερες θέσεις, χωρίς να κάνουμε τίποτα για τις διακρίσεις λόγω φύλου στην επιχείρηση, οι γυναίκες αυτές θα αναγκαστούν να αποστασιοποιηθούν από την ομάδα, μπορούν δηλαδή να αρνούνται ότι υπάρχει προκατάληψη του φύλου, ή να αποφεύγουν την βοήθεια στις γυναίκες σε χαμηλότερες θέσεις. Αν κάποιος θέσει έτσι τις γυναίκες σε έναν εργασιακό χώρο ώστε να πρέπει να επιλέξουν μεταξύ των δυνατοτήτων τους και των δυνατοτήτων της ομάδας, μερικές γυναίκες θα επιλέξουν τους εαυτούς τους. Ο ΣΕΞΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ Έχει υποστηριχθεί πως η γλώσσα παίζει ρόλο στον σεξισμό, αν και υπάρχει διάλογος στο κατά πόσο μία συγκεκριμένη γλώσσα προκαλεί σεξισμό ή αν ο σεξισμός προκαλεί τη δημιουργία μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Στο πιο συνηθισμένο επίπεδο, τα σεξιστικά αστεία παίζουν μέρος στα νούμερα πολλών κωμικών, αντρών και γυναικών. Άλλο ένα παράδειγμα είναι η μη-σεξιστική γλώσσα – η αποφυγή επαγγελματικών τίτλων εξειδικευμένων ανάλογα με το φύλο, μη-παράλληλη χρήση, και άλλες χρήσεις που θεωρούνται από κάποιους ως σεξιστικές. Επίλογος: Ο σεξισμός στην Ελλάδα της κρίσης Σύμφωνα με όλες τις έρευνες, οι γυναίκες στην Ελλάδα σήμερα αποτελούν τα πρώτα θύματα των απολύσεων αλλά και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων ( π.χ. τετράωρες ) ή των μεσαιωνικών συνθηκών εργασίας ( π.χ. ανασφάλιστες, απλήρωτες για μεγάλο χρονικό διάστημα ). Ακόμα και κατακτήσεις τους, όπως η πρόωρη συνταξιοδότηση για τις μητέρες ανηλίκων τέκνων, που απλώς επιχειρούσαν να εξισορροπήσουν την ανισότιμη θέση της γυναίκας και την ανεπάρκεια της κοινωνικής πρόνοιας ( π.χ. παιδικοί σταθμοί), παρουσιάζονται ως υπεύθυνες για την κρίση του ασφαλιστικού συστήματος και καταργούνται στα πλαίσια δήθεν εξίσωσης γυναικών και ανδρών. Εξάλλου, και σε ιδεολογικό επίπεδο, ο σεξισμός κυριαρχεί, με μοντέρνο ή όχι περιτύλιγμα, όπως δηλώνουν τα μοντέλα-πρότυπα των κοριτσιών, οι χυδαίοι μισογυνικοί στίχοι των νεανικών μουσικών επιτυχιών και τα άκρως συντηρητικά best-seller βιβλία και ταινίες, τύπου άρλεκιν και Πενήντα αποχρώσεις του γκρι. Τελικά, απαιτούνται ακόμα πολλοί αγώνες για την νομική και κυρίως την οικονομική και κοινωνική ισοτιμία των γυναικών, με σκοπό την απελευθέρωσή τους από την σκλαβιά του ατομικού νοικοκυριού και την εξασφάλιση ελεύθερου χρόνου για την δημιουργική συμμετοχή τους σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, αλλά με μέτρα προστασίας για τις ιδιαίτερες ανάγκες τους, που προκύπτουν από την μητρότητα. Μόνο τότε θα οικοδομηθεί μια αληθινά ανθρώπινη κοινωνία –και για τις γυναίκες και για τους άνδρες.
Ανεργία είναι η κατάσταση ενός ατόμου, που, ενώ είναι ικανό, πρόθυμο και διαθέσιμο να απασχοληθεί, δεν δύναται να βρει εργασία. Το εργατικό δυναμικό αποτελείται από όσους έχουν εργασία (απασχολούμενοι) και εκείνους που δεν απασχολούνται (άνεργοι) αλλά έχουν δηλώσει ότι επιθυμούν και είναι διαθέσιμοι να εργασθούν. Το μη-εργατικό δυναμικό είναι το μέρος του ενήλικου πληθυσμού που ασχολείται με τα οικιακά, είναι συνταξιούχοι, ασθενούν σοβαρά ώστε απέχουν από την εργασία, ή δεν ψάχνουν για εργασία. ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ Το μέγεθος της ανεργίας μπορεί να μετρηθεί ως απόλυτο μέγεθος, για παράδειγμα, χιλιάδες άνεργοι. Η σημασία όμως του αριθμού αυτού εξαρτάται από το μέγεθος του εργατικού δυναμικού. Γι’ αυτό η ανεργία μπορεί να μετρηθεί ως ποσοστό επί τοις εκατό(%) του εργατικού δυναμικού, για παράδειγμα, 8%.
ΕΙΔΗ ΑΝΕΡΓΙΑΣ Υπάρχουν τέσσερα είδη ή κατηγορίες ανεργίας : η εποχιακή ανεργία , η ανεργία τριβής , η διαρθρωτική ανεργία και η ανεργία λόγω ανεπαρκούς ζήτησης (ή κεϋνσιανή ανεργία). Εποχιακή ανεργία: Πολλές επιχειρήσεις , π.χ. οι αγροτικές και οι τουριστικές, παρουσιάζουν συστηματικές μεταβολές στην παραγωγική τους δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του έτους. Οι μεταβολές της παραγωγής συνοδεύονται από αντίστοιχες μεταβολές της απασχόλησης εργατικού δυναμικού και, συνεπώς, από μεταβολές της ανεργίας. Αυτή η ανεργία ονομάζεται εποχιακή. Χαρακτηριστικά της εποχιακής ανεργίας είναι ότι επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο και είναι προσωρινή και μικρής σχετικά διάρκειας. Ανεργία τριβής: Οφείλεται στην αδυναμία της αγοράς να απορροφήσει άμεσα ανέργους, παρότι υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας, για τις οποίες οι άνεργοι έχουν τα απαραίτητα προσόντα και επαγγελματική εξειδίκευση. Η ανεργία τριβής οφείλεται στην αδυναμία των εργατών να εντοπίσουν αμέσως τις επιχειρήσεις με τις κενές θέσεις και στην αδυναμία των επιχειρήσεων να εντοπίσουν τους άνεργους εργάτες. Επίσης , μπορεί να οφείλεται στη γεωγραφική απόσταση μεταξύ της περιοχής όπου υπάρχει ανεργία και αυτής όπου υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας. Γενικότερα οφείλεται στην έλλειψη ενός επαγγελματικού συστήματος πληροφοριών για ύπαρξη ανέργων και επιχειρήσεων με κενές θέσεις εργασίας. Διαρθρωτική ανεργία: Όταν σε μια οικονομία υπάρχουν άνεργοι και κενές θέσεις εργασίας, αλλά οι άνεργοι δεν μπορούν να απασχοληθούν στις υπάρχουσες κενές θέσεις, επειδή υπάρχει αναντιστοιχία ανάμεσα στα προσόντα και την εξειδίκευση των ανέργων και σε αυτά που απαιτούνται για την κάλυψη των κενών θέσεων , η ανεργία αυτή ονομάζεται διαρθρωτική. Οφείλεται σε τεχνολογικές μεταβολές, οι οποίες δημιουργούν νέα επαγγέλματα και αχρηστεύουν άλλα, και σε αλλαγές στη διάρθρωση της ζήτησης , οι οποίες αυξάνουν τη ζήτηση ορισμένων προϊόντων και ταυτόχρονα μειώνουν τη ζήτηση άλλων. Όπως είναι φανερό, η διαρθρωτική ανεργία δημιουργείται από την δυσαναλογία που υπάρχει προσφοράς και ζήτησης των διαφόρων ειδικεύσεων. Η μείωσή της απαιτεί επανεκπαίδευση των ανέργων, ώστε να αποκτήσουν τις ειδικεύσεις στις οποίες υπάρχει έλλειψη. Διαφορετικά, η διαρθρωτική ανεργία μπορεί να είναι μεγάλης διάρκειας.
Κεϋνσιανή ανεργία: Η ανεργία λόγω ανεπαρκούς ζήτησης ονομαζόμενη και κεϋνσιανή ανεργία, είναι εκείνη που προέρχεται από την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στις φάσεις της καθόδου και της ύφεσης του οικονομικού κύκλου. Πρόκειται, δηλαδή, για αδυναμία της συνολικής ζήτησης της οικονομίας να απορροφήσει τη συνολική προσφορά του εργατικού δυναμικού. Η ανεργία αυτή έχει κυκλικό χαρακτήρα , δηλαδή επαναλαμβάνεται, και η διάρκειά της εξαρτάται από τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου. Αίτια : - Ο ίδιος ο βασικός κανόνας λειτουργίας του καπιταλισμού, δηλαδή η εξασφάλιση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κέρδους, που σε περιόδους ύφεσης και κρίσης εξυπηρετείται από την αύξηση της ανεργίας, γιατί έτσι το σύστημα περιορίζει τις απώλειές του και μειώνει το εργατικό κόστος, σε βάρος των εργαζομένων. - Ο ελλιπής επαγγελματικός προσανατολισμός των εφήβων έχει ως αποτέλεσμα τη μαζική διεκδίκηση συγκεκριμένων πανεπιστημιακών σχολών, και κατόπιν συγκεκριμένων επαγγελμάτων, τη στιγμή που άλλες επαγγελματικές επιλογές ή επιλογές επαγγελματικής κατάρτισης απομένουν χωρίς ουσιαστική ζήτηση. - Παρατηρείται η αδυναμία σύνδεσης της αγοράς εργασίας με το χώρο της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα οι απόφοιτοι των Λυκείων, αλλά ακόμη και των Πανεπιστημίων της χώρας, να μην κατέχουν τα επιθυμητά προσόντα και την αναγκαία κατάρτιση για την απρόσκοπτη επαγγελματική τους αποκατάστασης. Ενώ σταθερή είναι η ανισορροπία ανάμεσα στις επιλεγόμενες σπουδές και τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας. - Η εξέλιξη της τεχνολογίας είχε ως αποτέλεσμα την αυτοματοποιημένη εκτέλεση εργασιών που άλλοτε απασχολούσαν ανθρώπινο δυναμικό. Στη βιομηχανική παραγωγή η χρήση μηχανών έχει υποκαταστήσει πλήθος χειρωνακτών, όπως άλλωστε και η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών έχει καταστήσει περιττούς πολλούς υπαλλήλους της άλλοτε ακμάζουσας γραφειοκρατίας.
- Η βαθιά οικονομική κρίση εξώθησε, όχι μόνο τον ιδιωτικό τομέα, αλλά ακόμη και το δημόσιο, στη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού είτε με απολύσεις είτε με πάγωμα των προσλήψεων. - Η αδράνεια του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα κι ο περιορισμός των νέων επεκτατικών κινήσεων, λόγω της οικονομικής κρίσης, έχει επιφέρει μια οδυνηρή στασιμότητα στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και στην απορρόφηση εργαζομένων. - Καίριο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας παραμένει η απουσία ανταγωνιστικής παραγωγής σε βιομηχανικά προϊόντα, αλλά και προϊόντα τεχνολογικής πρωτοπορίας. - Πολλές παραγωγικές επιχειρήσεις, άλλωστε, επέλεξαν είτε να μεταφέρουν την έδρα τους σε χώρες όπου το κόστος εργασίας είναι πολύ χαμηλότερο είτε να μειώσουν το απασχολούμενο προσωπικό προκειμένου να αυξήσουν τα καθαρά τους κέρδη. - Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και της κοπιώδους γεωργικής εργασίας προκάλεσε αφενός την αύξηση του αστικού πληθυσμού κι αφετέρου την αποδυνάμωση ενός άλλοτε ανθηρού οικονομικού τομέα. - Οι κρατικοί προγραμματισμοί για την αντιμετώπιση του φαινομένου είναι συνήθως ευκαιριακοί, χωρίς μακρόχρονη στόχευση και χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις στην αναδιάρθρωση των δομών της ελληνικής οικονομίας. - Οι συχνά άσχημες συνθήκες εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, όπου τα εργασιακά δικαιώματα σπανίως γίνονται σεβαστά, εξωθούν πολλούς ανθρώπους στην αναζήτηση της εργασιακής ασφάλειας που παρέχει η απασχόληση στο δημόσιο.
Συνέπειες φαινομένου σε ατομικό επίπεδο: Η ανεργία επιφέρει την οικονομική εξαθλίωση του ατόμου, καθώς του στερεί τα έσοδα που του είναι απολύτως αναγκαία για την επιβίωσή του και για την κάλυψη των πάγιων οικονομικών του υποχρεώσεων. - Ειδικότερα, η ανεργία των νέων ανθρώπων σημαίνει την παρατεταμένη οικονομική τους εξάρτηση από την οικογένειά τους. Αδυνατούν, έτσι, οι νέοι να επιτύχουν την οικονομική αυτονομία που θα τους επιτρέψει να εκπληρώσουν τους στόχους τους και να βιώσουν τη ζωή τους, όπως πραγματικά το επιθυμούν. - Ο νέος αδυνατεί, λοιπόν, να λάβει μιαν αυτόνομη θέση στην κοινωνία· αδυνατεί να αξιοποιήσει τις γνώσεις και τις δυνατότητές του, και ως εκ τούτου αδυνατεί να προχωρήσει σε σημαντικά βήματα της ενήλικης ζωής, όπως είναι η δημιουργία της δικής του οικογένειας ή η εκπλήρωση άλλων προσωπικών του φιλοδοξιών, αφού δεν έχει τα απαραίτητα οικονομικά έσοδα. - Η μακροχρόνια ανεργία έχει εξαιρετικά επώδυνες συνέπειες στην ψυχολογία του ατόμου, διότι ο άνεργος τείνει να εκλαμβάνει το πρόβλημα αυτό ως προσωπική του αποτυχία. Κλονίζεται, επομένως, η αυτοπεποίθησή του κι έρχεται αντιμέτωπος με έντονα συναισθήματα άγχους, ανασφάλειας και κατάθλιψης. - Τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνει ο άνεργος μπορούν να τον καταβάλουν ψυχικά, αλλά και να τον ωθήσουν σε αναποτελεσματικές συμπεριφορές στην προσπάθειά του να διαχειριστεί το γεγονός ότι ζει σε μια κοινωνία που του αρνείται τη στοιχειώδη έστω αξιοπρέπεια μιας έντιμης εργασίας. - Ο άνεργος, άλλωστε, πέρα από το γεγονός ότι αισθάνεται μειονεκτικά, αδυνατεί να εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις, γεγονός που μπορεί να τον οδηγήσει είτε σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές είτε σε πράξεις βίας προκειμένου να διασφαλίσει τα αναγκαία χρήματα. - Η ανεργία καθηλώνει το άτομο σε μια κατάσταση στασιμότητας, καθώς του είναι αδύνατη οποιαδήποτε πορεία εξέλιξης είτε σε προσωπικό επίπεδο (δημιουργία οικογένειας, επίτευξη συναισθηματικής ευδαιμονίας, πνευματική καλλιέργεια) είτε σε κοινωνικό επίπεδο (αδυναμία ουσιαστικής συμμετοχής στα κοινά, διάθεση κοινωνικής απόσυρσης). - Ο άνεργος εξωθείται στην κοινωνική απομόνωση, αφού η απουσία εσόδων δεν του επιτρέπει τη συμμετοχή σε δραστηριότητες που απαιτούν χρηματική δαπάνη. Εξίσου αποτρεπτικά για τις κοινωνικές του συναναστροφές λειτουργεί και ο κλονισμός της συναισθηματικής του κατάστασης.
Συνέπειες φαινομένου σε κοινωνικό επίπεδο: - Τα αρνητικά συναισθήματα που εύλογα προκαλούνται στους ανέργους θέτουν σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή, υπό την έννοια πως πέρα από την πιθανότητα ακραίων συμπεριφορών ή εγκληματικής δράσης, οι άνεργοι αισθάνονται περιθωριοποιημένοι, και άρα μειώνεται το ενδιαφέρον τους για την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Ο ανταγωνισμός, η διάθεση υπονόμευσης του άλλου, η προσφυγή σε αθέμιτα μέσα (ρουσφέτια, παρανομίες), συνιστούν το κυρίαρχο κλίμα σε μια αγορά εργασίας που δεν επαρκεί για να καλύψει το σύνολο του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού. - Η αυξημένη ανεργία καθιστά ανενεργό και αφήνει ανεκμετάλλευτο ένα σημαντικό τμήμα του εργατικού δυναμικού, το οποίο έχει ενδεχομένως υψηλά εργασιακά προσόντα, άρτια κατάρτιση και πολλές δυνατότητες. Το γεγονός αυτό ζημιώνει το κοινωνικό σύνολο, αφού μειώνεται η παραγωγική δύναμη του τόπου. - Η οικονομική δυσπραγία των ανέργων οδηγεί σε πτώση της κατανάλωσης προϊόντων και ζήτησης υπηρεσιών, με αποτέλεσμα το γενικότερο κλονισμό της αγοράς. Σε περιπτώσεις, μάλιστα, που το ποσοστό των ανέργων είναι εξαιρετικά υψηλό, όπως συμβαίνει την παρούσα περίοδο στην Ελλάδα, η πτώση στην οικονομική απόδοση της αγοράς γίνεται ιδιαίτερα αισθητή και οδηγεί σε περαιτέρω αύξηση της ανεργίας λόγω του κλεισίματος ιδιωτικών επιχειρήσεων και εμπορικών καταστημάτων. - Η παρατεταμένη ανεργία εξωθεί ένα αξιοσημείωτο ποσοστό των νέων στην επιλογή της μετανάστευσης, με αποτέλεσμα η χώρα να ζημιώνεται απ’ την απώλεια εργατικού δυναμικού υψηλής μόρφωσης και κατάρτισης. - Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας σημαίνουν μεγάλη πτώση στις εισφορές των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά κι επιπλέον επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού προκειμένου να υλοποιηθούν προγράμματα πρόσκαιρης επαγγελματικής αποκατάστασης μέρους των ανέργων.
- Η αυξημένη ανεργία ανοίγει το δρόμο για την ανερυθρίαστη οικονομική εκμετάλλευση των νέων, οι οποίοι καλούνται να εργαστούν σε προσωρινές θέσεις με εξαιρετικά χαμηλές απολαβές, χωρίς ασφάλιση και χωρίς να γίνονται εν γένει σεβαστά τα εργασιακά τους δικαιώματα. - Η κοινωνία βιώνει μια περίοδο πνευματικής, καλλιτεχνικής και επιστημονικής στασιμότητας, καθώς οι νέοι που αποτελούν το πιο δυναμικό της κομμάτι απομένουν αποκομμένοι απ’ τον εργασιακό βίο, και κατ’ επέκταση εμποδίζονται απ’ το να προσφέρουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Ας μην λησμονούμε, άλλωστε, πως ένας νέος που βιώνει συνεχή εργασιακή ανασφάλεια, έρχεται αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο της ψυχικής εξουθένωσης. Η περιστασιακή επαγγελματική απασχόληση, η παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων, η προοπτική μιας νέας περιόδου ανεργίας, συνθέτουν ένα πλαίσιο που εκμηδενίζει τις ψυχολογικές αντοχές του νέου ανθρώπου και τον αποτρέπει απ’ τη δημιουργική και ουσιαστική ενασχόληση με την επιστήμη του ή τη γενικότερη συμμετοχή σε πνευματικές και καλλιτεχνικές ασχολίες. - Οι κοινωνικές ανισότητες που προκαλούνται απ’ την αυξημένη ανεργία επιφέρουν σημαντικό πλήγμα στη δημοκρατία, αφού η απελπισία των ανέργων γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από δημαγωγούς ή φασιστικά μορφώματα.
Τρόποι αντιμετώπισης: Η πλήρης αντιμετώπιση της ανεργίας είναι σαφώς μια δυσεπίτευκτη επιδίωξη, που συνδέεται με την ανατροπή και όχι απλώς την μεταρρύθμιση του υπάρχοντος κοινωνικού συστήματος. Υπάρχουν ωστόσο σχεδιασμοί και ενέργειες που μπορούν να μειώσουν την έκταση του φαινομένου. - Ένα πρώτο βήμα θα μπορούσε να είναι η ορθότερη συσχέτιση του εκπαιδευτικού συστήματος με τις ανάγκες της χώρας. Μέσω του έγκαιρου και αποτελεσματικού επαγγελματικού προσανατολισμού θα μπορούσε να αποφευχθεί ο συνωστισμός των νέων σε σχολές και επαγγελματικές επιλογές που έχουν ήδη πληθώρα αποφοίτων και εργαζομένων. - Επιθυμητή είναι και η αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης, ώστε οι νέοι να αποκτούν την κατάλληλη εκείνη κατάρτιση που θα τους επιτρέψει την ταχύτερη επαγγελματική αποκατάσταση, και μάλιστα σε επαγγελματικούς χώρους που συνιστούν πιο παραγωγικές επιλογές. - Συνάμα, θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για τη συνεχή κατάρτιση των ανέργων, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν μια διαφορετική εργασιακή αποκατάσταση χάρη στις νέες τους δεξιότητες και γνώσεις. - Ως μακροπρόθεσμη σκέψη θα πρέπει να τεθεί η ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας, ο εκσυγχρονισμός των δομών της ελληνικής παραγωγής και φυσικά η ενίσχυση των επενδύσεων σε νέους ή ήδη υπάρχοντες οικονομικούς κλάδους, προκειμένου να υπάρξει αύξηση των θέσεων εργασίας.
Επίλογος: Σύνταγμα της Ελλάδας Άρθρο 22: Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού. Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας. Τελικά, δεν μπορεί κανείς να ονομάζει δημοκρατικό έναν κόσμο όπου δεν εξασφαλίζεται ούτε καν το δικαίωμα στην εργασία και στην αξιοπρεπή διαβίωση.