Cool Jazz Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, οι μουσικοί της jazz δημιούργησαν μια λιγότερο ξέφρενη, εκλεπτυσμένη και ατμοσφαιρική προσέγγιση στον αυτοσχεδιασμό, στηριγμένη στιλιστικά στο ανάλαφρο παίξιμο του τενορίστα του swing Lester Young. Το αποτέλεσμα ήταν ένας ήχος με ροή και χαλαρότητα που χαρακτηρίστηκε ως «cool». O τρομπετίστας Miles Davis ήταν από τους πρώτους μουσικούς του bebop που ακολούθησε το νέο ρεύμα και έγινε από τους μεγαλύτερους μεταρρυθμιστές του νέου στιλ. Το έργο του «Birth Of The Cool», ηχογραφημένο το με ένα εννεαμελές σχήμα και τη βοήθεια του φίλου του και ενορχηστρωτή Gil Evans, απετέλεσε το πρότυπο της cool jazz. Η cool jazz χαρακτηρίζεται από τη επιστροφή στη συνθετική προσέγγιση της μουσικής και στις ενορχηστρώσεις. Οι συνθέσεις τους επικεντρωνόταν στη δημιουργία ηχοχρωμάτων και σε αργή στην εξέλιξη της αρμονία που δημιουργούσε τη ψευδαίσθηση του χώρου. H cool jazz επέτρεπε μεγαλύτερα σχήματα, τα εννεαμελή και δεκαμελή σχήματα αντικατέστησαν τα κουαρτέτα και κουιντέτα των χρόνων του bebop. Mερικοί ενορχηστρωτές πειραματίστηκαν με την εισαγωγή και άλλων οργάνων πέραν των συνηθισμένων στις ενορχηστρώσεις τους, όπως το γαλλικό κόρνο το φλάουτο το τσέλο κα.
Cool Jazz Στην Cool Jazz χρησιμοποιείται ιδιαιτέρως η αντίστιξη. Απουσιάζουν δε μερικές φορές όργανα που παίζουν συγχορδίες όπως πιάνο και κιθάρα. Οι jazz μουσικοί που ηχογραφούσαν στα στούντιο του Los Angeles αμέσως ασπάστηκαν το νέο στυλ, στη δεκαετία του '50. Επηρεασμένοι κυρίως από το εννεαμελές σχήμα του Miles Davis, ανέπτυξαν αυτό που έγινε γνωστό σαν jazz της Δυτικής Ακτής (West Coast Jazz). Το μεγαλύτερο μέρος της νέας jazz ήταν γραμμένο σε παρτιτούρες, αλλά πάντα υπήρχαν ανοιχτοί χώροι για αυτοσχεδιασμούς. Αν και η West Coast jazz παιζόταν κυρίως στα στούντιο ηχογραφήσεων, υπήρχαν και ορισμένοι χώροι για live εμφανίσεις από κορυφαίους δημιουργούς. Μεταξύ τους o τρομπετίστας Shorty Rogers, ο σαξοφωνίστας Art Pepper, ο ντράμερ Shelly Manne και ο κλαρινετίστας Jimmy Guiffre. Σημαντικά ονόματα: Stan Getz, Chet Βaker, Dave Bruebeck, Gerry Mulligan, Paul Desmond, Lee Konitz. O Dave Bruebeck ήταν αυτός που με το δίσκο Time Out το 1959, εισήγαγε με εμφανή τρόπο τη χρήση μέτρων όπως 5/4, 9/8 κλπ. Αργότερα ήταν από τους πρώτους που πειραματίστηκαν με την πολυρυθμία στη Jazz. O Woody Herman διατήρησε για πολλά χρόνια τον ήχο της Cool Jazz με την ορχήστρα του και συνέβαλε στην εξέλιξη και αναγνώριση μουσικών του είδους όπως ο Stan Getz.
Modal Jazz Επισήμως η Modal jazz συστήνεται στο κοινό με τον δίσκο Kind of blue (1959), στον οποίο συμπράττουν μουσικά o Miles Davis, o John Coltrane, Cannonball Anderley, o Jimmy Cobb, o Bill Evans, ο Paul Chambers ενώ συμμετέχει και σε μερικά κομμάτια και ο Wynton Kelly. (Είχε προηγηθεί το κομμάτι Milestones ένα χρόνο πριν) Στο συγκεκριμένο δίσκο ο Bill Evans επηρεασμένος απ' τον ιμπρεσιονισμό, ουσιαστικά δημιουργεί τον νέο τρόπο συνοδείας για τη Modal jazz. Μάλιστα υπάρχει η συγχορδία "So what", η οποία φέρει το όνομα ενός από τα κομμάτια στον δίσκο Kind of Blue την οποία παίζει ο Bill Evans χτίζοντας τη, χρησιμοποιώντας διαστήματα τέταρτης. Ο Bill Evans και ο Miles Davis, επηρεάστηκαν από την ιμπρεσιονιστική μουσική και ενσωμάτωσαν με ευρηματικό τρόπο στις jazz συνθέσεις τους, στοιχεία τα οποία ο συνθέτης Claude Debussy είχε εισάγει. (το ίδιο και ο Gil Evans) Την τελευταία λέξη στην παραδoσιακή jazz αρμονία (δηλαδή την λειτουργική) είπε ο John Coltrane στον δίσκο "Giant steps" (1960) φτάνοντας την στα όρια της με τα λεγόμενα Coltrane's Changes (ή αλλιώς συγχορδιακή ακολουθία του Coltrane) Ένας απ' τους σημαντικότερους modal jazz δίσκους αλλά και ολόκληρης της jazz είναι ο δίσκος του, Love Supreme. Το επόμενο βήμα ήταν πλέον η διάλυση της ίδιας της τονικότητας.
Hard Bop Την εποχή που η cool jazz κυριαρχούσε στη δυτική Ακτή, οι μουσικοί της jazz από το Ντιτρόιτ, τη Φιλαδέλφεια και τη Νέα Υόρκη, άρχισαν να αγκαλιάζουν μια πιο «σκληρή» μορφή της bebop που ονομάστηκε Hard Bop. Αν και ήταν στενά συνδεδεμένη με το παραδοσιακό bebop, στην ενέργεια και τις τεχνικές απαιτήσεις, η hard bop της δεκαετίας του '50 και του '60 στηριζόταν λιγότερο στις καθιερωμένες φόρμες τραγουδιών και εστίαζε περισσότερο σε Μπλουζ και Γκόσπελ ακούσματα. Τα σόλος και οι αυτοσχεδιασμοί, παρέμειναν τα κύρια στοιχεία για τους πνευστούς ενώ, στο ρυθμικό τμήμα, τα ντραμς βγήκαν στο προσκήνιο ενώ το πιάνο και το μπάσο πήραν μεγαλύτερη ελευθερία ως προς τη συνοδεία. Το 1955 ο ντράμερ Art Blakey και ο πιανίστας Horace Silver σχημάτισαν τους Jazz Messengers, το πιο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα του hard bop. Ένα πενταμελές συνήθως σχήμα (αργότερα και επταμελές) που κράτησε μέχρι τη δεκαετία του '80, με πολλές βέβαια αλλαγές στις γραμμές του. Από τους Jazz Messengers παρέλασαν πολλοί από τους κορυφαίους μουσικούς του hard bop, όπως οι σαξοφωνίστες Hank Mobley, Wayne Shorter, Johnny Griffin και οι τρομπετίστες Donald Byrd, Woody Shaw, και Lee Morgan. To «Sidewinder» του Lee Morgan, που ηχογραφήθηκε το 1963, θεωρείται από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα τoυ hard bop. Επίσης σημαντικά ονόματα είναι και των: Charles Mingus, Joe Henderson, Kenny Dorham, Dexter Gordon, Freddie Hubbard, Sonny Rollins, Jackie McLean, Phil Woods.