Κατέβασμα παρουσίασης
Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε
ΔημοσίευσεLeah Paules Τροποποιήθηκε πριν 10 χρόνια
1
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Σχέδιο Νόμου «Αναθεώρηση Διατάξεων περί Ανταγωνισμού» Δημήτριος Σκιαδάς Γενικός Γραμματέας Εμπορίου
2
Γενικά επί του Σχεδίου Νόμου O Ν. 703/1977 «Περί προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού», όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα, θεσπίζει κανόνες για τη λειτουργία της αγοράς μέσα από υγιείς συνθήκες ανταγωνισμού και επιβάλλει κυρώσεις σε επιχειρήσεις, που εφαρμόζουν συμπεριφορές και πρακτικές που διαστρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Οι ουσιαστικές διατάξεις του νόμου ακολουθούν τις αντίστοιχες διατάξεις του δικαίου της ΕΟΚ και μετά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενώ όμως κατά το ουσιαστικό του μέρος ο νόμος αυτός ήδη από το 1977 εισήγαγε στο ελληνικό δίκαιο διατάξεις που μπορούσαν να αποτελέσουν την βάση όχι μόνο για την αντιμετώπιση περιοριστικών του ανταγωνισμού πρακτικών, αλλά και την αποφυγή της διάρθρωσης ολόκληρων τομέων της επιχειρηματικής και οικονομικής δραστηριότητας με τρόπο ολιγοπωλιακό και αδιαφανή, η εφαρμογή του και η εξέλιξη του, ιδιαίτερα στην δεκαετία του 1980, δεν απέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο Ν. 2996/1995 αποτέλεσε ένα ορόσημο καθώς με το νόμο αυτό η Επιτροπή Ανταγωνισμού απέκτησε τη μορφή ανεξάρτητης αρχής. Συνέχισε όμως να παρουσιάζει εκτεταμένες δυσλειτουργίες και ελλείψεις στην υποδομή της που δεν επέτρεψαν την εκπλήρωση του έργου που της ανατέθηκε. Πολύ μεγάλος αριθμός υποθέσεων παρέμεναν επί έτη ανοικτές λόγω της περιορισμένης υλικοτεχνικής υποδομής και της ανεπαρκούς στελέχωσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
3
Με τον Ν. 3373/2005 η Επιτροπή Ανταγωνισμού απέκτησε διακεκριμένη νομική προσωπικότητα που της επιτρέπει να παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλήψεις της, της αναγνωρίστηκε αρμοδιότητα κανονιστικής παρέμβασης σε κλάδους της οικονομίας (άρθρο 5 του Ν. 703/1977) και επί πλέον διευρύνθηκαν οι ελεγκτικές της εξουσίες όπως διευρυνθήκαν και οι αρμοδιότητες της στην εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού, συμφώνως προς τις διατάξεις του Κανονισμού 1/2003. Κυρίως ενισχύθηκε υλικοτεχνικά και σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού. Αυτό φαίνεται και από το έργο της. Κατά την περίοδο 2004-2005 η Επιτροπή Ανταγωνισμού χειρίστηκε 42 υποθέσεις εκ των οποίων 18 τέθηκαν τελικά στο αρχείο Κατά την περίοδο 2005-2006 η Επιτροπή Ανταγωνισμού χειρίστηκε 261 υποθέσεις εκ των οποίων 211 τέθηκαν στο αρχείο και Κατά την περίοδο 2006-2007 η Επιτροπή Ανταγωνισμού χειρίστηκε 193 υποθέσεις εκ των οποίων 102 υποθέσεις τέθηκαν στο αρχείο. Επιβολή κυρώσεων: την περίοδο 1996-2000 η Επιτροπή Ανταγωνισμού διαπίστωσε 52 παραβάσεις και επέβαλλε πρόστιμα συνολικού ύψους 2.580.000 ευρώ, την περίοδο 2001-2003 διαπίστωσε 22 παραβάσεις και επέβαλλε πρόστιμα συνολικού ύψους 11.099.000 ευρώ την περίοδο 2004-2007 διαπίστωσε 44 παραβάσεις και επέβαλλε πρόστιμα ύψους 102.014.000 ευρώ
4
Καθώς η ανάγκη παρουσίας και παρέμβασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού στην καθημερινότητα αυξάνεται, υπήρξε επιβεβλημένη η λήψη νέων μέτρων που να ενισχύουν τον θεσμικό ρόλο της Επιτροπής Ανταγωνισμού και να δημιουργούν τις συνθήκες για την ταχύτερη διεκπεραίωση των υποθέσεων που εισάγονται σε αυτή. Ο ρόλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την λειτουργία του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών, δεν πρέπει να περιορίζεται στην καταστολή. Ο στόχος της ορθής λειτουργίας του ανταγωνισμού προϋποθέτει σωστή χαρτογράφηση και μελέτη των αγορών που να επιτρέπει σωστότερη και πιο αποτελεσματική παρέμβαση στην διάρθρωση των αγορών, όπου και όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Η θεμελιώδης για την λειτουργία της οικονομίας επιχειρηματική δραστηριότητα πρέπει να εκδηλώνεται και να αναπτύσσεται χωρίς τους φραγμούς και τις στρεβλώσεις της ανέλεγκτης μεγάλης οικονομικής δύναμης. Μια κυβερνητική παρέμβαση είναι επιτυχής, όταν, χωρίς να εκτρέπεται στον προστατευτισμό και τον απομονωτισμό, επιτυγχάνει τα παραπάνω προς όφελος του καταναλωτή. Με τον τρόπο αυτό ενισχύονται όσοι επιθυμούν να επενδύσουν, εισέρχονται νέοι παίκτες στην αγορά και ανατρέπονται τα στεγανά, δημιουργούνται νέες δουλειές και αναπτύσσεται η καινοτομία στην πραγματική οικονομία και πρωτίστως προστατεύεται ο καταναλωτής.
5
Με τα ανωτέρω ως βασικό σημείο αναφοράς, και στο πλαίσιο υλοποίησης της ολοκληρωμένης στρατηγικής της για την διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού μηχανισμού εποπτείας της λειτουργίας μιας αποτελεσματικής οικονομίας προς όφελος του καταναλωτή, έχουμε ήδη προχωρήσει σε συγκεκριμένα βήματα, αναθεωρώντας τον Αγορανομικό Κώδικα με τον ν. 3668/2008 και δημιουργώντας την Υπηρεσία Εποπτείας της Αγοράς με τον. 3728/2008. Η κορύφωση της κυβερνητικής στρατηγικής στο πεδίο αυτό αφορά την ολοκλήρωση της νομοθετικής παρέμβασης της στην οργάνωση και λειτουργία του μηχανισμού ελέγχου της τήρησης συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά, της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στόχος της νομοθετικής μας πρωτοβουλίας είναι, έχοντας μελετήσει προσεκτικά την υφιστάμενη κατάσταση για τον τρόπο λειτουργίας των μηχανισμών τήρησης των συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού, τόσο σε ελληνικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να διαμορφωθεί ένα συνολικότερο θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας των μηχανισμών εποπτείας του ανταγωνισμού, που να καθιστά την Επιτροπή Ανταγωνισμού ένα μηχανισμό άμεσης και αποτελεσματικής παρέμβασης, αξιοποιώντας και άλλους ελεγκτικούς μηχανισμούς που αφορούν στην αγορά.
6
Ο στόχος αυτός εξειδικεύεται ως εξής: 1. Ολοκλήρωση της εναρμόνισης του ελληνικού δικαίου προς το κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού όπως αυτό έχει διαμορφωθεί με τον Κανονισμός 1/2003, ολοκληρώνοντας την εναρμόνιση που επιχειρήθηκε με τον Ν. 3373/2005. 2. Αποτελεσματικότερη και ταχύτερη λειτουργία της Επιτροπής, ώστε να ασχολείται ακόμα πιο ουσιαστικά με τις αρμοδιότητές της. Στόχος είναι η Επιτροπή να απεμπλακεί από γραφειοκρατικές διαδικασίες και να εστιάσει τη δράση της στην εφαρμογή του νόμου. 3. Ενίσχυση του θεσμικού ρόλου και της ανεξαρτησίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού
7
Επιμέρους Ρυθμίσεις του Σχεδίου Νόμου Βασική επιλογή που διέπει το σχέδιο νόμου είναι η εναρμόνιση προς το κοινοτικό δίκαιο, σε συνέχεια του ν. 3373/2005, καθώς καταργείται το «σύστημα της κατ’ αρχήν απαγορεύσεως με δυνατότητα εξαιρέσεως» και εισάγεται το σύστημα «εξαιρέσεων άμεσης εφαρμογής» (εκ του νόμου εξαιρέσεις). Βάσει αυτού οι συμπράξεις, οι οποίες εμπίπτουν κατ’ αρχήν στο άρθρο 1 παράγραφος 1, αλλά πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παράγραφος 3 του ν. 703/77, επιτρέπονται, προς τούτο δε δεν είναι αναγκαία η προηγούμενη έκδοση σχετικής αποφάσεως από διοικητική αρχή και συγκεκριμένα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Άμεση συνέπεια είναι ότι οι επιχειρήσεις φέρουν πλέον οι ίδιες την ευθύνη νομικής αξιολογήσεως των συμφωνιών που συνάπτουν και των πρακτικών που ακολουθούν ως προς τη συμβατότητά τους με το άρθρο 1 του ν. 703/77. Το άρθρο 3 του ν. 703/77 θα τροποποιηθεί αναλόγως. Έχει εκφραστεί ο προβληματισμός ότι το γεγονός της διατήρησης υποχρέωσης γνωστοποίησης ως όρος για εφαρμογή της εξαίρεσης αλλοιώνει το χαρακτήρα της εκ του νόμου εξαίρεσης. Επισημαίνεται ως αντεπιχείρημα το ότι η γνωστοποίηση, όπως ρυθμίζεται με το σχέδιο νόμου στα άρθρα 21, 22 και 23, δεν συνεπάγεται καμία πράξη της Επιτροπής (συνεπώς δεν υπάρχει διοικητική παρέμβαση), απλώς συνιστά εκ του νόμου όρο εξαίρεσης.
8
Επίσης στα πλαίσια της διαβούλευσης έχει τεθεί επανειλημμένως, ως κίνηση εναρμόνισης προς το κοινοτικό δίκαιο, η ανάγκη αφαίρεσης από το ν. 703/1977 στοιχείων που αφορούν την αντιμετώπιση φαινομένων αθέμιτου ανταγωνισμού, τα οποία πρέπει να διακρίνονται από τις παραβάσεις που αφορούν τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Προς αυτή τη κατεύθυνση εξετάζουμε το ενδεχόμενο να ενταχθεί η αντιμετώπιση της καταχρηστικής εκμετάλλευσης σχέσης οικονομικής εξάρτησης στο ν. 146/1914 περί αθέμιτου ανταγωνισμού, με ανάλογη τροποποίηση του ν. 703/1977. Αυτό εξετάζεται καθώς η νομική προστασία μικρών εταιρειών έναντι ισχυρότερων, από τις οποίες εξαρτώνται οικονομικά, ρυθμίζεται ήδη, σε γενικό επίπεδο, από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα (ιδιαιτέρως εκείνες περί κατάχρησης δικαιώματος). Η χρησιμότητα της ρύθμισης αυτής είναι η ύπαρξη ενός επιπλέον νομοθετικού μέτρου βάσει του οποίου μπορούν οι μικρές εταιρείες (π.χ. εμπορικοί αντιπρόσωποι ή διανομείς) να ασκήσουν πίεση σε μεγάλες εταιρείες (π.χ. παραγωγούς ή αποκλειστικούς αντιπροσώπους προϊόντων), από τις οποίες εξαρτώνται. Η μέχρι σήμερα ενασχόληση της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τη ρύθμιση αυτή έχει αναδείξει το γεγονός ότι η εν λόγω ρύθμιση αφορά συμπεριφορά αθέμιτου ανταγωνισμού και όχι συμπεριφορά παράβασης ελεύθερου ανταγωνισμού.
9
Στο πλαίσιο της ίδιας προσέγγισης, περί εναρμόνισης με το κοινοτικό δίκαιο, εξετάστηκε το ενδεχόμενο της κατάργησης των άρθρων 4 α, 21, 22 και 23 του ν. 703/77 περί γνωστοποιήσεων συγκεντρώσεων. Εκτιμήθηκε όμως ότι τα άρθρα αυτά του ν. 703/77 μπορούν να αποτελέσουν νομική βάση ώστε η Επιτροπή να αξιοποιήσει την ενημέρωση που έχει για τις συγκεντρώσεις και συμπράξεις επιχειρήσεων προς το σκοπό χαρτογράφησης της αγοράς. Για το λόγο αυτό, αντί για την κατάργηση των εν λόγω άρθρων, προκρίθηκε η τροποποίηση τους με το να τεθούν περιοριστικά τα στοιχεία τα οποία αποτελούν το περιεχόμενο της γνωστοποίησης, παρέχοντας στην Επιτροπή Ανταγωνισμού τη δυνατότητα περαιτέρω προσδιορισμού τους. Έτσι απλοποιείται η υποχρέωση γνωστοποιήσεως συγκεντρώσεων και συμπράξεων, ενώ η Επιτροπή καθορίζει τις παραμέτρους των γνωστοποιήσεων, κατά τρόπο που δεν θα δημιουργείται υπερβολικός φόρτος εργασίας και παράλληλα οι γνωστοποιήσεις θα συμβάλλουν ώστε η Επιτροπή να έχει σαφή εικόνα των συγκεντρώσεων, των συμπράξεων και γενικότερα της διαμόρφωσης της αγοράς. Η νέα μορφή των άρθρων 4α, 21, 22 και 23 του ν. 703/1977, με τη νέα φιλοσοφία τους, είναι συμβατή με τις ρυθμίσεις του κοινοτικού δικαίου. Παράλληλα η Επιτροπή μπορεί να προτείνει τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της διάταξης του άρθρο 4α ανάλογα με τις συνθήκες του ανταγωνισμού στις επιμέρους αγορές. Αντίστοιχη δυνατότητα της προβλέπεται και για το άρθρο 4β (γνωστοποιήσεις συγκεντρώσεων μεγάλης αξίας. Επίσης για το άρθρο 4β καθιερώνεται η δυνατότητα κάθε ενδιαφερομένου να παρέχει στοιχεία τα οποία θα είναι πιθανά χρήσιμα για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τηρώντας φυσικά τα όρια του επιχειρηματικού απορρήτου.
10
Ως συμμόρφωση με τις αλλαγές που γίνονται στο άρθρο 1 του ν. 703/1977 και γενικότερα στο πλαίσιο εναρμόνισης με το κοινοτικό δίκαιο, καταργούνται τόσο το άρθρο 10 όσο και το άρθρο 11 του ν. 703/1977 περί αρνητικών πιστοποιήσεων ως προς την παράβαση ή όχι των διατάξεων ανταγωνισμού, ενώ ρυθμίζεται και το ζήτημα της παρεμπίπτουσας κρίσης των (πολιτικών και ποινικών) δικαστηρίων ως προς το κύρος συμπράξεων μεταξύ επιχειρήσεων, ώστε να ανταποκρίνεται στις αλλαγές που γίνονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του ν. 703/77. Παράλληλα βελτιώνεται η διαδικασία προληπτικού ελέγχου των συγκεντρώσεων καθώς παρέχεται η δυνατότητα στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις να συμφωνούν και να προβαίνουν σε αλλαγές της συγκέντρωσης, ενημερώνοντας πάντα την Επιτροπή Ανταγωνισμού, εντός συγκεκριμένων χρονικών ορίων, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η έγκριση της συγκέντρωσης. Παράλληλα η Επιτροπή έχει την δυνατότητα να θέσει και η ίδια όρους και προϋποθέσεις, προκειμένου να καταστεί μια συγκέντρωση συμβατή με τις διατάξεις της νομοθεσίας. Στοιχείο ένδειξης της ενίσχυσης του ρόλου της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι το γεγονός ότι, με τις ρυθμίσεις του σχεδίου νόμου, πλέον, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει προσωρινά μέτρα στήριξης του υγιούς ανταγωνισμού σε περιπτώσεις συγκεντρώσεων που δεν έχουν ελεγχθεί ακόμη, ή έχει διαπιστωθεί παράβαση των όρων της απόφασης που εγκρίνει τη συγκέντρωση, ή η εν λόγω συγκέντρωση περιορίζει σημαντικά τον ανταγωνισμό. Επίσης ρυθμίζεται το κύρος των δικαιοπραξιών που γίνονται στα πλαίσια παρανόμων συγκεντρώσεων.
11
Ενισχύεται έτι περισσότερο η κανονιστική αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθώς καταργείται η πρόβλεψη για έκδοση υπουργικής απόφασης που να ενεργοποιεί τις κανονιστικές αποφάσεις της Επιτροπής και οι εν λόγω αποφάσεις ισχύουν αυτοδικαίως από την έκδοση τους. Επίσης διευρύνονται τα χρονικά όρια που έχει στη διάθεση της η Επιτροπή για να ελέγξει κατά πόσο τα μέτρα που έθεσε σε ισχύ έχουν επιφέρει αποτελέσματα και ορίζονται οι κυρώσεις που έχει στη διάθεση της για όσες επιχειρήσεις δεν συμμορφώνονται προς τις αποφάσεις της. Παράλληλα ρυθμίζονται τα μέσα ένδικης προστασίας των ενδιαφερομένων. Προβλέπεται ρύθμιση κατά την οποία η ομαδική εξαίρεση συμπράξεων από την εφαρμογή του άρθρου 1 καθίσταται αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κάτι που συνιστά περαιτέρω ενίσχυση του ρόλου της. Λαμβάνεται μέριμνα για την τροποποίηση του άρθρου 11α του 703/1977 ώστε να επιταχύνεται η διαδικασία και να μην επιβαρύνεται η Επιτροπή σε περιπτώσεις όπου προφανώς δεν έχει αρμοδιότητα ή δεν τίθεται ζήτημα περιορισμού του ανταγωνισμού. Ενισχύονται οι εξουσίες ελέγχου από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως προς τις δυνατότητες εύρεσης αποδεικτικών στοιχείων για την μελέτη των υποθέσεων που ερευνά. Λόγω της ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, ενισχύεται ανάλογα η υποχρέωση εχεμύθειας που έχουν όλοι όσοι αναλαμβάνουν να μελετήσουν υποθέσεις για λογαριασμό της Επιτροπής.
12
Προβλέπεται δυνατότητα της Επιτροπής να αποδέχεται, εφόσον πιθανολογείται παράβαση των διατάξεων περί ανταγωνισμού, την ανάληψη δεσμεύσεων από επιχειρήσεις, καθιστώντας αυτές τις δεσμεύσεις υποχρεωτικές. Τον τρόπο υλοποίησης αυτής της δυνατότητας θα τον ορίσει η ίδια η Επιτροπή. Επίσης εξετάζεται το ενδεχόμενο η Επιτροπή Ανταγωνισμού να καταστεί αρμόδια για να θέτει τους όρους και τις προϋποθέσεις υπαγωγής μιας επιχείρησης στο πρόγραμμα επιεικείας, η οποία υπαγωγή θα συνεπάγεται και άρση του αξιοποίνου για την επιχείρηση. Βασική επιλογή του σχεδίου νόμου είναι η καλύτερη επιβολή του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού και η εμπέδωση νοοτροπίας ανταγωνισμού στην Ελλάδα, μέσω της επί το αυστηρότερο διαμόρφωσης των ποινών για παραβάσεις του ν. 703/1977. Επισημαίνεται ότι η παράβαση του νόμου περί ελεύθερου ανταγωνισμού ήταν ήδη αξιόποινη πράξη. Έτσι επιβάλλεται για πρώτη φορά στερητική της ελευθερίας ποινή, ήτοι ποινή φυλακίσεως για την παράβαση των απαγορεύσεων του ν. 703/1977 (μελετάται η κλιμάκωση της ποινής αναλόγως του τύπου της παράβασης). Παράλληλα η σωρευτικά επιβαλλόμενη χρηματική ποινή για τις ίδιες παραβάσεις αυξάνεται στο ποσό των 15.000-150.000 €. Επίσης, για θέματα παρακώλυσης ελέγχου, άρνησης παροχής πληροφοριών ή παροχής ψευδών πληροφοριών, άρνησης καταθέσεως ή καταθέσεως ψευδών στοιχείων, η ποινή φυλακίσεως διπλασιάζεται (τουλάχιστον έξι (6) μήνες), η δε χρηματική ποινή αυξάνεται σε 10.000-50.000€.
13
Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει ρυθμίσεις που επιφέρουν αλλαγές στη δομή και την οργάνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι οποίες ανταποκρίνονται στην ανάγκη για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία της. Τα μέλη της περιορίζονται από 11 τακτικά & 11 αναπληρωματικά (σύνολο 22) σε 9 τακτικά & 5 αναπληρωματικά (σύνολο 14). Από τα μέλη της Επιτροπής ο Πρόεδρος και τέσσερα μέλη, που ονομάζονται Εισηγητές, είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Για τον Πρόεδρο απαιτείται η γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Εξετάζεται το ενδεχόμενο να υπάρξει ανάλογη απαίτηση και για τους τέσσερεις Εισηγητές. Κριτήριο για τον ορισμό κάποιου ως μέλος της Επιτροπής δεν είναι η κατοχή κάποιας τυπικής ιδιότητας (π.χ. δικαστικός ή μέλος Δ.Ε.Π.) αλλά η κατάρτιση και εμπειρία σε νομικά και οικονομικά θέματα που αφορούν στον ανταγωνισμό. Πάντως λαμβάνεται πρόνοια σε περίπτωση που τα μέλη της Επιτροπής έχουν κάποια τυπική ιδιότητα ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα για τη συμμετοχή τους στην Επιτροπή. Επίσης, προβλέπεται να μην υπάρχει εκπροσώπηση των συνδικαλιστικών φορέων (ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ) στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, ώστε τα αντίστοιχα μέλη της επιτροπής να μην έρχονται σε κατάσταση «σύγκρουσης συμφερόντων», καλούμενα να ψηφίζουν για υποθέσεις που αφορούν κλάδους που εκπροσωπούν (βλ. και European Antitrust Review 2009 – Report on Greece). Σε κάθε περίπτωση οι φορείς μπορούν να καλούνται από την Επιτροπή για να εκφέρουν την άποψη τους κατά τη συζήτηση των υποθέσεων.
14
Η θητεία των μελών παραμένει τριετής με δυνατότητα μόνο μιας ανανέωσης (το ενδεχόμενο να γίνει η θητεία 4ετής – κατ’ αναλογία με τις συνταγματικά προβλεπόμενες ανεξάρτητες αρχές – εξετάζεται). Γίνεται ρητή πρόβλεψη για τα ασυμβίβαστα των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού ώστε να μην υπάρχει ζήτημα μεροληψίας ή άλλης επιρροής στην άσκηση των καθηκόντων τους. Καθιερώνεται νέος τρόπος εξέτασης των υποθέσεων από την Επιτροπή καθώς πλέον ένα μέλος της Επιτροπής επιλαμβάνεται άμεσα μιας υπόθεσης, επικουρούμενος από στελέχη της ΓΔ Ανταγωνισμού. Προβληματισμός ότι η ρύθμιση αυτή πλήττει την ανεξαρτησία της Επιτροπής - δεν φαίνεται βάσιμος: Η νομική φύση της Επιτροπής (ανεξάρτητη αρχή – όχι δικαστήριο) και η σχέση της ΓΔ Ανταγωνισμού με την Επιτροπή (η ΓΔ υπάγεται στην Επιτροπή και λογοδοτεί υπηρεσιακά στον Πρόεδρο αυτής στα πλαίσια ενιαίας διοικητικής δομής, που έχει ακόμη και χωριστό υπηρεσιακό συμβούλιο – Επισημαίνεται ότι το ΔΕΚ στην υποθ. C-53/03 ΣΥΦΑΙΤ έκρινε ότι η Επιτροπή «συνδέεται λειτουργικά» με τη ΓΔ και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρείται τρίτος έναντι της ΓΔ) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ανεξαρτησία της Επιτροπής πρέπει να ελέγχεται έναντι τρίτων και όχι έναντι της ίδιας της διοικητικής υποδομής της, καθώς συναποτελούν ενιαίο υπηρεσιακό-διοικητικό σύνολο (ενιαία νομική προσωπικότητα) όπου κάθε υποσύνολο έχει τη δική του αρμοδιότητα. Πάντως, επειδή στα πλαίσια της ΕΣΔΑ έχει δεκτό ότι επιβάλλεται να υπάρχει διάκριση μεταξύ εισηγητικής και αποφασιστικής αρμοδιότητας (έστω κι αν οι περιπτώσεις που εξέτασε το ΕΔΑΔ αφορούν δικαστικά όργανα και όχι διοικητικά όργανα) εξετάζουμε τη δυνατότητα ο Εισηγητής να μην έχει δικαίωμα ψήφου στην υπόθεση για την οποία εισηγείται π.χ. να μην είναι μέλος του Τμήματος που εξετάζει την υπόθεση (βλ. κατωτέρω).
15
Αντίθετα, η προσέγγιση που γίνεται στα πλαίσια της ΕΣΔΑ, ότι τα πρόστιμα που επιβάλλει η Επ.Αντ. είναι ποινικής φύσεως, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού που δίνει η εθνική έννομη τάξη, δημιουργεί προβληματισμούς καθώς α) παραγνωρίζει ότι ήδη προβλέπονται κυρώσεις ποινικού χαρακτήρα και β) καταργεί τελείως τη διοικητική διάσταση του πλαισίου κυρώσεων περί ανταγωνισμού και εάν υιοθετηθεί συνεπάγεται την μεταφορά των αρμοδιοτήτων περί προστίμων στην εισαγγελία και κατάργηση κυρωτικού ρόλου της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Κατά το σχέδιο νόμου η Ολομέλεια της Επιτροπής προτεραιοποιεί την σπουδαιότητα των υποθέσεων χρησιμοποιώντας διάφορα κριτήρια. Η Επιτροπή εξετάζει τις υποθέσεις κατά κανόνα σε 3μελή Τμήματα και η Ολομέλεια επιλαμβάνεται μόνο επί υποθέσεων μείζονος σημασίας και επί θεμάτων άσκησης κανονιστικής αρμοδιότητας της Επιτροπής. Γίνεται λεπτομερής ρύθμιση των κανόνων απαρτίας και λειτουργίας των Τμημάτων και της Ολομέλειας της Επιτροπής, ακόμη και ως προς θέματα παρουσίας των ενδιαφερομένων μερών ενώπιον της Επιτροπής. Εξουσιοδοτούνται οι Υπουργοί Ανάπτυξης και Οικονομίας και Οικονομικών να ρυθμίσουν με απόφαση τους τις αποδοχές και τυχόν άλλες αποζημιώσεις των μελών και των στελεχών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της αντίστοιχης Γενικής Διεύθυνσης, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Θεσμοθετείται Κώδικας Δεοντολογίας για τα μέλη και τα στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
16
Για την αποφυγή καταχρηστικής συμπεριφοράς εις βάρος των μελών και των στελεχών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την άσκηση ποινικών διώξεων και αστικών αξιώσεων, προβλέπεται νομική προστασία τους, πλην των περιπτώσεων του δόλου και της βαρειάς αμέλειας. Διατηρείται η δυνατότητα της Επιτροπής να συγκροτεί ειδικές ομάδες εργασίας για την ενδελεχέστερη μελέτη θεμάτων που την αφορούν. Προβλέπεται η νομική εκπροσώπηση των μελών και των στελεχών της Επιτροπής να ανατίθεται σε εξωτερικό δικηγόρο που θα επιλέγει η Ολομέλεια της Επιτροπής, και όχι στο αυτοτελές γραφείο νομικής υποστήριξης. Διατηρείται η υποχρέωση των μελών της Επιτροπής να μην καταλαμβάνουν θέσεις ή να παρέχουν υπηρεσίες σε επιχειρήσεις των οποίων υποθέσεις είχε χειριστεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού κατά τη θητεία τους. Το άρθρο 8β (ιδίως η παρ. 2) ν.703/1977 περί αρμοδιοτήτων της Επιτροπής θα τροποποιηθεί ώστε να αντανακλά συνολικά τις αλλαγές που επιφέρει το σχέδιο νόμου. Λαμβάνεται μέριμνα για να προσαρμοστούν οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού στη νέα οργανωτική και λειτουργική δομή της Επιτροπής. Για την καλύτερη δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ανασυντίθεται το γραφείο νομικής υποστήριξης του οποίου πλέον προΐσταται πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και το οποίο θα στελεχωθεί από δικηγόρους που θα επιλεγούν για τον σκοπό αυτό. Παράλληλα η Επιτροπή διατηρεί τη δυνατότητα να αναθέσει σε εξωτερικό δικηγόρο ιδιαίτερα σημαντικές υποθέσεις που την αφορούν ως όργανο, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.
17
Προβλέπεται η διοικητική αναδιάρθρωση της ΓΔ Ανταγωνισμού σε τέσσερις Διευθύνσεις (Διεύθυνση Νομικής Τεκμηρίωσης, 2 Διευθύνσεις Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μια Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης) ενώ τελικά διατηρείται σε επίπεδο Τμήματος η παρακολούθηση του ανταγωνισμού στο χώρο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Στόχος είναι η ύπαρξη μιας επαρκούς υποστηρικτικής δομής για το έργο της Επιτροπής σε νομικό, οικονομικό και διοικητικό επίπεδο. Πάντως με τον Οργανισμό της ΓΔ μπορεί να γίνει αναδιάρθρωση. Επίσης προβλέπεται ότι ο Γενικός Διευθυντής θα ορίζεται από την Ολομέλεια της Επιτροπής και όχι από τον Υπουργό Ανάπτυξης, ως στοιχείο ενίσχυσης της ανεξαρτησίας της Επιτροπής. Αυξάνονται οι οργανικές θέσεις της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού σε διακόσιες με ανώτατο όριο περαιτέρω αύξησης τις διακόσιες πενήντα. Καθορίζεται τέλος εκ νέου η διαδικασία απόσπασης και μετάταξης υπαλλήλων στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Τέλος δημιουργείται Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, κάτι που αποτελεί αίτημα της ίδιας της Επιτροπής, με στόχο τη συστημική παρακολούθηση και βελτίωση της λειτουργίας και της απόδοσης της, το οποίο εκτιμάται ότι μπορεί να λειτουργήσει και ως μηχανισμός προστασίας της Επιτροπής από φαινόμενα και συμπεριφορές που πλήττουν το κύρος της, όπως έδειξε η πρόσφατη εμπειρία.
Παρόμοιες παρουσιάσεις
© 2024 SlidePlayer.gr Inc.
All rights reserved.