Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΣΑΪΑΣ Θεοδόσης Χαρίτος Α3 – 6\4\2015 Υπεύθυνος Καθηγητής : Γεώργιος Καπετανάκης
Λίγα πράγματα για αυτόν Ο Ησαΐας ήταν Εβραίος και ένας από τους Μεγάλους Προφήτες, ο πρώτος που αναφέρεται στη σειρά, της Παλαιάς Διαθήκης, στον οποίο και αποδίδεται παραδοσιακά η συγγραφή του ομώνυμου βιβλίου της Αγίας Γραφής. Ειδικότερα ο Ησαΐας χαρακτηρίζεται ο σημαντικότερος προφήτης τόσο από τους θεολόγους μελετητές, ακόμη και της Καινής Διαθήκης, όσο και από τους ιστορικούς ερευνητές επί της ζωής των Εβραίων της εποχής του.
Η Ζωή του Ο Ησαΐας που το όνομά του στην εβραϊκή γλώσσα σημαίνει «ο Θεός σώζει» ήταν γιος του Αμώς (συνώνυμου του Προφήτη Αμώς). Γεννήθηκε πιθανώς στην Ιερουσαλήμ περί το 765 π.Χ.. Σύμφωνα με κάποια ραβινική παράδοση ήταν ανεψιός εκ πατρός του Βασιλέως των Ιουδαίων Αμασίου, η δε κόρη του είχε παντρευτεί τον Βασιλέα Μανασσή. Από τις παραδόσεις αυτές καθίσταται εμφανές πως, αν και δεν διασταυρώνονται ιστορικά, τουλάχιστον αποδίδουν στον Ησαΐα σπουδαία και αριστοκρατική καταγωγή. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται και από το ύφος των κειμένων του βιβλίου του, πλούσιο, εκφραστικό, ελκυστικό και αναντίρρητα κλασικά σοβαρό για έναν Προφήτη. Ο Ησαΐας ήταν έγγαμος και είχε δύο γιους που συμβολικά ονομάζονταν ο ένας Ιασούβ (Σιεάρ Ζασιούβ), που σημαίνει «το υπόλοιπο θα επιστρέψει», και ο άλλος Μαχέρ Σχαλάλ-χας-βαζ, που σημαίνει «ταχέως σκύλευσον, οξέως προνόμευσον».
Η Θεϊκή Κλήση Η επίσημη θεϊκή πρόσκληση του Ησαΐα στο προφητικό αξίωμα όπως ο ίδιος μαρτυρεί προσδιορίζεται περί το 738 π.Χ., στο τελευταίο δηλαδή έτος της βασιλείας του Οζίου και του πρώτου της βασιλείας του Ιωάθαμ. Μάλιστα κατά τον ίδιον τούτο συνέβη όταν κάποια μέρα ευρισκόμενος στο ιερό: «είδε τον Κύριον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου» ενώ ο ναός πλημμύριζε από φως δόξας. Τα δε εξαπτέρυγα Σεραφείμ στέκονταν γύρω από το θρόνο που προσφωνούσαν και αντιφωνούσαν μεταξύ τους δοξολογώντας τον Θεό λέγοντας: «άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η Γη της δόξης αυτού». Κάτω από αυτό το θείο όραμα ο Ησαΐας αναλογιζόμενος την αναξιότητά του, προς αυτά όπου και αναφώνησε έκπληκτος: «Άνθρωπος ων και ακάθαρτα χείλη έχων» αξιώθηκε να ιδεί «τον Βασιλέα Κύριον, Σαβαώθ». Τότε συνέβη το ακόλουθο συμβάν: Θεωρούμενη η παραπάνω δήλωση ως έκδηλο σημείο ταπείνωσης, ένα από τα εξαπτέρυγα έχοντας λαβίδα στο χέρι έλαβε ένα αναμμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο, που έκαιγε θυμίαμα και αγγίζοντας μ΄ αυτό τα χείλη του Ησαΐα του είπε: «Ιδού ύψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί». Μετά από αυτό τον τρόπο κάθαρσης ο Ησαΐας πλήρης πίστης, θείου φωτισμού και πραγματικά ακατανίκητου θάρρους προθυμοποιήθηκε να αναλάβει το προφητικό έργο του, ήταν ηλικίας τότε 27 ετών.