Το 1908, εθνικιστές Τούρκοι αξιωματικοί -που θα γίνουν γνωστοί με το όνομα Νεότουρκοι- καταλαμβάνουν την εξουσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και περιθωριοποιούν το σουλτάνο.
Τον Οκτώβριο του 1911 οι Νεότουρκοι - ως κυβέρνηση της χώρας - αποφάσισαν σε συνέδριό τους την εξόντωση των μη μουσουλμανικών εθνοτήτων και τη βίαιη τουρκοποίηση των μουσουλμανικών πληθυσμών.
Το 1912 οι βαλκανικοί λαοί βρέθηκαν μπροστά σε ένα μεγάλο κίνδυνο: Οι Νεότουρκοι μετά την επιτυχία του κινήματός τους το 1908 προσπάθησαν να εκτουρκίσουν τα έθνη που βρισκόταν κάτω από το ζυγό της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Μπροστά σε αυτή την απειλή τα 4 χριστιανικά βαλκανικά κράτη Σερβία, Βουλγαρία, Μαυροβούνιο και Ελλάδα συμμάχησαν και κήρυξαν τον πόλεμο από κοινού στην Τουρκία.
Πρωθυπουργός και υπουργός στρατιωτικών αυτή την περίοδο στην Ελλάδα ήταν ο Ε. Βενιζέλος ο οποίος είχε φροντίσει για την καλή οργάνωση και τον εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεων. Στο θρόνο βρισκόταν ο Γεώργιος ο Α΄.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος θεωρώντας ότι, αν ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση στα Βαλκάνια χωρίς Ελληνική συμμετοχή θα χανόταν για πάντα η δυνατότητα να υλοποιηθούν οι ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπέγραψε τον Μάιο του 1912 αμυντική συμμαχία με τη Βουλγαρία.
Οι δύο χώρες επίσης δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν για το μοίρασμα των εδαφών της Μακεδονίας και συναίνεσαν απλώς στο να κρατήσει κάθε χώρα όσα εδάφη θα κατάφερνε να αποσπάσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Μετά την επανάσταση στο Γουδί ο Ελληνικός στρατός είχε βελτιώσει με πολύ γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο εκπαιδεύσεως, είχε ανανεώσει και εκσυγχρονίσει τον εξοπλισμό του, και είχε διοικητικά αναδιοργανωθεί με την βελτίωση του συστήματος των προαγωγών των αξιωματικών και την απομάκρυνση των Βασιλοπαίδων από την ηγεσία.
Ταυτόχρονα τέθηκε σε εφαρμογή και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στόλου με αποκορύφωμα την αγορά του Θωρηκτού «Αβέρωφ».
Τον Οκτώβριο του 1912 οι βαλκανικές χώρες έστειλαν τελεσίγραφο στην Τουρκία με το οποίο ζητούσαν την διασφάλιση της αυτονομίας των εθνικών μειονοτήτων που ζούσαν στο έδαφός της. Η Τουρκία όπως ήταν φυσικό απέρριψε το τελεσίγραφο και άρχισε ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος.
Ο πόλεμος στην ουσία ήταν τέσσερις διαφορετικοί πόλεμοι εντός της Βαλκανικής χερσονήσου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσπάθησε να μεταφέρει στρατιώτες από την Ασία, προς ενίσχυση των θέσεών της στην περιοχή των επικείμενων συγκρούσεων. Όμως, λόγω της ναυτικής υπεροχής της Ελλάδας στο Αιγαίο, αυτό δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί.
Ο ελληνικός στρατός με αρχηγό το διάδοχο Κωνσταντίνο κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις: την Ήπειρο και τη Μακεδονία.
Η πρώτη σπουδαία μάχη εναντίον των τουρκικών δυνάμεων διεξήχθη στο Σαραντάπορο κοντά στην Κοζάνη. Ο ελληνικός στρατός διέσπασε τις τουρκικές δυνάμεις και έτσι άνοιξε διάπλατα ο δρόμος προς τη δυτική Μακεδονία.
Όμως βασικός στόχος ήταν πάντα η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους και μάλιστα πριν να φτάσει σε αυτή ο βουλγαρικός στρατός, που είχε ξεκινήσει και αυτός από το Βορρά τις επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων.
Την άποψη αυτή υποστήριζε σθεναρά ο Βενιζέλος που για το λόγο αυτό ήρθε σε σύγκρουση με τον Κωνσταντίνο. Η αποφασιστική μάχη για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης έγινε στα Γιαννιτσά λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά.
Οι ελληνικές δυνάμεις επικράτησαν και έτσι στις 26 Οκτωβρίου 1912 ο ελληνικός στρατός μπήκε πρώτος και ελευθερωτής στην πόλη.
Για να δείξει τη σπουδαιότητα αυτής της επιτυχίας για το ελληνικό έθνος ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ εγκαταστάθηκε ο ίδιος στη Θεσσαλονίκη.
Στις 5 Μαρτίου 1913 στη Θεσσαλονίκη: δολοφονία του (αγγλόφιλου) Βασιλιά Γεώργιου Α΄ (συνεργασία μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας με τη Βουλγαρία)
Τη θέση του στο θρόνο θα πάρει ο γερμανόφιλος Κωνσταντίνος ο οποίος στο μεταξύ, ως αρχιστράτηγος, είχε απελευθερώσει τα Γιάννενα (21 Φεβρουαρίου 1913) και είχε προχωρήσει στη Βόρεια Ήπειρο.
Σημαντικές όμως επιχειρήσεις έγιναν την ίδια περίοδο και στη θάλασσα. Ο ελληνικός στόλος με αρχηγό το ναύαρχο Κουντουριώτη κυριάρχησε στο Αιγαίο.
Απελευθέρωσε πολλά νησιά και εμπόδισε τη μεταφορά τουρκικών στρατευμάτων αφού εγκλώβισε τον τουρκικό στόλο στα στενά των Δαρδανελίων.
Και οι υπόλοιπες βαλκανικές χώρες όμως σημείωσαν επιτυχίες εναντίον των Τούρκων:
Οι Σέρβοι κινήθηκαν νότια και κατέλαβαν τα Σκόπια και το Μοναστήρι, όπου συνάντησαν τον ελληνικό στρατό αργότερα.
Η Τουρκία αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει και να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις ειρήνης και στην υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου, στις 17 Μαΐου 1913, με την οποία λήγει ο Α΄Βαλκανικός Πόλεμος.
Η ρύθμιση όμως των συνόρων ανάμεσα στα βαλκανικά κράτη δημιουργεί προβλήματα μεταξύ τους.
Ο Α' Βαλκανικός πόλεμος είναι για την Ελλάδα αντιστρόφως ανάλογος, με τις απώλειες. Δηλαδή με μικρές απώλειες η Ελλάδα διπλασιάσθηκε. Αντίστοιχα και η Σερβία εκπλήρωσε όλους τους αντικειμενικούς στόχους της.
ενώ η Βουλγαρία ενώ είχε πολύ μεγάλες απώλειες ειδικά στο μέτωπο της Αδριανούπολης μετά τον Β΄ Βαλκανικό πόλεμο τον οποίο η ίδια προκάλεσε, δεν είχε μεγάλα εδαφικά κέρδη.
Παρόλο που οι βαλκανικές χώρες συμμάχησαν εναντίον ενός κοινού εχθρού (της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), η συμμαχία τώρα δεν στηριζόταν σε σταθερά θεμέλια και τελικά διασπάστηκε.
Ο Β' Βαλκανικός Πόλεμος ξέσπασε όταν η Βουλγαρία δεν μπορούσε να βρει μια κοινή γραμμή για την τύχη των νεοκατακτηθέντων περιοχών, που βρίσκονταν υπό σερβική, ελληνική και ρουμανική διοίκηση.
Η δυσαρέσκεια των Βουλγάρων ήταν εμφανής, ιδιαιτέρα επειδή τους πρόλαβαν οι Έλληνες όσον αφορά στην κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Σημειώθηκαν γενικά διάφορα επεισόδια στα κοινά πια σύνορα των Βουλγάρων με τους Έλληνες αλλά και με τους Σέρβους, και οι ένοπλες δυνάμεις όλων των πλευρών ήταν σε ετοιμότητα.
Η Ελλάδα και η Σερβία υπέγραψαν σύμφωνο συμμαχίας και από κοινού επιθέσεως σε περίπτωση που μία από τις δύο χώρες δεχτεί επίθεση από τρίτη χώρα (19 Μαΐου/1 Ιουνίου 1913). Στις 16 Ιουνίου 1913, ο Βούλγαρος Τσάρος Φερδινάνδος κήρυξε πόλεμο στην Σερβία και την Ελλάδα.
Η Ελλάδα στις μάχες που ακολούθησαν είχε σημαντικές επιτυχίες εναντίον των Βουλγάρων τα στρατεύματα των οποίων αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν.
Καθώς η Βουλγαρία είχε ήδη ανοικτά μέτωπα, η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποφάσισαν να επιτεθούν και αυτές.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η Βουλγαρία συνετρίβη και ζήτησε ειρήνη. Στις 10 Αυγούστου 1913 υπογράφεται στο Βουκουρέστι η συνθήκη μεταξύ των νικητών του Δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου (Σερβία, Ελλάδα, Ρουμανία) και της ηττημένης Βουλγαρίας.
Η οριστική ρύθμιση των συνόρων των βαλκανικών κρατών γίνεται με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, μετά το τέλος του πολέμου.
Τα βαλκανικά κράτη με τους δυο πολέμους κερδίζουν σημαντικά εδάφη και επεκτείνουν τα σύνορά τους. Η Β. Ήπειρος παραχωρήθηκε στο νεοσύστατο κράτος της Αλβανίας μετά την επιμονή των Μεγάλων Δυνάμεων.
Το τέλος των Βαλκανικών πολέμων βρήκε την Ελλάδα να έχει περιλάβει στα σύνορά της, Ήπειρο, Μακεδονία, νησιά Αιγαίου και Κρήτη. Το ελληνικό κράτος διπλασιάστηκε και σε έκταση και σε πληθυσμό με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν οι καλύτερες προϋποθέσεις για κοινωνική, πολιτική και οικονομική ανάπτυξη.
Αυτό επιτεύχθηκε χάρη στην ομοψυχία, τη γενναιότητα και την αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού, σε συνδυασμό με τις ικανότητες των ηγετών του (Βενιζέλου, Κωνσταντίνου, Γεωργίου Α΄) παρά τις όποιες διαφωνίες υπήρξαν κατά καιρούς.
Α΄ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ