1 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μάθημα: Οικονομικές Πολιτικές και Εξελίξεις στην Ελληνική Οικονομία Ακαδημαϊκό έτος: Διδάσκων: Π.Ε. Πετράκης Γραφείο: Σταδίου 5, (Γραφείο 110) Ώρες γραφείου: Τετάρτη 14:00-15:00 Τηλέφωνο: Site:
2 Διάλεξη 7 η Ανθρώπινο κεφάλαιο: Εκπαίδευση, καινοτομία και υγεία
Το ανθρώπινο κεφάλαιο, μολονότι άυλο, αποτελεί σημαντικό συντελεστή ανάπτυξης, ενώ ενσωματώνεται σε ποικίλα χαρακτηριστικά, όπως είναι οι γνώσεις και η παιδεία, η υγεία και η καινοτομία. Η ποσοτική διάσταση της εκπαίδευσης Ενώ παρατηρούνται υψηλά ποσοστά του πληθυσμού που έχει ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, παρατηρείται χαμηλό σχετικά ποσοστό που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Aυτό αντιστοιχεί στο δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες.
Η ποσοτική διάσταση της εκπαίδευσης Η θέση της Ελλάδας και των υπόλοιπων Μεσογειακών χωρών – πλην της Ισπανίας – είναι ιδιαίτερα δυσχερής αναφορικά με τα ποσοστά του πληθυσμού ηλικίας ετών με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Το 2007 ήταν για την Ελλάδα 19,2%, όταν ο μ.ο. για τις Σκανδιναβικές χώρες ήταν 27,86% και για τις Ιταλία και Πορτογαλία 12%. Παρατηρείται ότι οι Βόρειες οικονομίες κατέχουν ένα σοβαρό συγκριτικό πλεονέκτημα που ενσωματώνεται στην παραγωγικότητα της εργασίας. Όσον αφορά τα ποσοστά συμμετοχής στην εκπαίδευση ατόμων ηλικίας ετών, η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει θεαματική πρόοδο σε σχέση με τις Μεσογειακές χώρες. Το έτος 2007 βρίσκεται πρώτη ανάμεσα στις χώρες της Μεσογείου και σε υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με το μ.ο. της ΕΕ-19, ξεπερνώντας το 25%, εντούτοις υπολείπεται σημαντικά σε σχέση με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης περισσότερο σε επίπεδο απόλυτων μεγεθών, παρά σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς αύξησης.
Ποσοστό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στο σύνολο του πληθυσμού, 2005 και 2025 (πρόβλεψη)
Πραγματική και προβλεπόμενη συμμετοχή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση Το ύψος του δείκτη εμφανίζει την ποσοστιαία μεταβολή της συμμετοχής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε σχέση με το έτος βάσης.
Η ποσοτική διάσταση της εκπαίδευσης Εν αντιθέσει με την εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα στους προηγούμενους δείκτες, τα ποσοστά αποφοίτησης από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρουσιάζονται πολύ βελτιωμένα. Συνεπώς, το ζήτημα της ολοκλήρωσης της εκπαίδευσης και των σπουδών ανάγεται κυρίως σε πρόβλημα που αφορά τον προσανατολισμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά κυριότερα σε τρία σημεία: α) την ολοκλήρωση των σπουδών από τους φοιτητές, β) την εφαρμογή χρονικών ορίων στην ολοκλήρωση των σπουδών, και γ) την πλήρη απουσία σχεδόν της δια βίου εκπαίδευσης. Έντονο είναι το πρόβλημα που παρουσιάζει η Ελλάδα στη λήψη μέτρων για την ενθάρρυνση της ολοκλήρωσης των πανεπιστημιακών σπουδών. Το Ελληνικό πρόβλημα της διάστασης μεταξύ των αποφοιτούντων και των εισερχομένων θα πρέπει να οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στον τρόπο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ποσοστιαία συμμετοχή πληθυσμού 25 έως 64 ετών στη δια βίου εκπαίδευση
Τα ποιοτικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος Οι ποιοτικοί δείκτες που συνήθως υιοθετούνται περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την αξιολόγηση της παραγωγής των πανεπιστημίων, τις δεξιότητες των ενηλίκων, τις ικανότητες των μαθητών σε νέες τεχνολογίες κ.α.
Επιδόσεις 15-χρονων στο διάβασμα ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ
Επιδόσεις 15-χρονων στα μαθηματικά ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ
Επιδόσεις 15-χρονων στις επιστήμες ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ
Τα ποιοτικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος Υπάρχει μια θετική συσχέτιση ανάμεσα στο κατά κεφαλήν εισόδημα και στις επιδόσεις των μαθητών και στα τρία επίπεδα ανάλυσης. Η συσχέτιση, μολονότι δεν μπορεί να αποδείξει αιτιότητα, ωστόσο είναι πιθανό το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα που συνοδεύει το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες σχετίζεται με ανώτερο εκπαιδευτικό επίπεδο, να ενθαρρύνει και να βοηθά τις επιδόσεις των μαθητών. Όμως οι πληθυσμοί που χαρακτηρίζονται από υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και εξειδίκευση έχουν περισσότερες δεξιότητες και υψηλότερη παραγωγικότητα, η οποία εν δυνάμει καταλήγει σε υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα. Ενώ τα αποτελέσματα της αποτελεσματικότητας της έρευνας PISA για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δείχνουν μια σχετικά χαμηλή θέση για την Ελλάδα, όταν λαμβάνεται υπόψη το οικονομικό επίπεδο ανάπτυξης της, διαπιστώνεται ότι και στους τρεις δείκτες, η Ελλάδα έχει την αναλογική της θέση.
Τα ποιοτικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος Για την τριτοβάθμια εκπαίδευση οι αντίστοιχοι δείκτες αποτελεσματικότητας αναφέρονται στην ερευνητική παραγωγή (παραγωγή δημοσιεύσεων), στις ετεροαναφορές και τέλος στη συνολική αξιολόγηση των Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Διαπιστώνεται ότι το κόστος παραγωγής δημοσιεύσεων είναι από τα χαμηλότερα μεταξύ των εξεταζόμενων χωρών. Έτσι τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν ένα εξαιρετικά παραγωγικό και αποτελεσματικό σύστημα οργάνωσης της έρευνας.
Τα ποιοτικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος Η εικόνα της αποτελεσματικότητας διαφοροποιείται σχετικά, όταν παρατηρήσουμε τη διεθνή κατάταξη των Πανεπιστημίων σύμφωνα με τους Times. Ο δείκτης αξιολόγησης λαμβάνει υπόψη του θέματα όπως το ζήτημα της προσέλκυσης κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα, την αξιολόγηση της απόδοσης των καθηγητών και των φοιτητών και την πολυεθνικότητα αυτών, ενώ η Ελληνική ανώτατη εκπαίδευση έχει πολύ χαμηλούς δείκτες να παρουσιάσει. Η «ανάδελφη» γλώσσα και η νομική υποχρέωση της πρόσληψης καθηγητών που μιλούν την Ελληνική γλώσσα παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στη μη προσέγγιση αλλοδαπών φοιτητών και άρα στα χαμηλά σκορ στους δείκτες αξιολόγησης, τουλάχιστον όσον αφορά τον τομέα αυτής της αξιολόγησης. Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία της αξιολόγησης για το έτος 2009, παρατηρούμε ότι στη λίστα με τα 200 Πανεπιστήμια περιλαμβάνονται 32 χώρες. Η Ελλάδα συμμετέχει με μία μόνο θέση, η οποία αντιστοιχεί στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Αριθμός Πανεπιστημίων στη λίστα των 200 καλύτερων Πανεπιστημίων ανά εκατομ. πληθυσμού ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ Θετική συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου ανάπτυξης μίας χώρας με τον αριθμό των πανεπιστημίων που συμμετέχουν στην αξιολόγηση ανά εκατομ. πληθυσμού. Η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλότερα σε σχέση με την τάση. Να σημειωθεί ότι αν η ανάλυση περιοριστεί μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., η θέση της Ελλάδας βρίσκεται πάνω στην τάση.
Τα ποιοτικά αποτελέσματα του εκπαιδευτικού συστήματος Υπάρχει ένα αξιοσημείωτο πρόβλημα προσανατολισμού των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το οποίο σχετίζεται με: α) ιστορικές καταβολές διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής ζήτησης ειδικοτήτων, και β) την αδυναμία ερμηνείας των σημάτων προσαρμογής της ζήτησης αυτής (π.χ. παρόλο πλέον που παρατηρείται υπερπροσφορά δικηγόρων, η κατεύθυνση αυτή έχει εξαιρετικά υψηλή ζήτηση στις προτιμήσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ). Ενδείξεις ότι και το υπάρχον παραγωγικό πρότυπο αποφοίτων δεν αντιστοιχεί στις απαιτήσεις του υπάρχοντος παραγωγικού προτύπου, παρόλο που ένα παρόμοιο συμπέρασμα θα απαιτούσε περισσότερο λεπτομερή ανάλυση προσφοράς και ζήτησης αποφοίτων. Το ποσοστό των αποφοίτων ανά τομέα σπουδών επηρεάζει άμεσα το ύψος στα κόστη συναλλαγών στην κοινωνία και την οικονομική μεγέθυνση.
Ποσοστό αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ανά τομέα σπουδών, (2005)
Ποσοστό φοιτητών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά τομέα σπουδών, (2005)
Εκπαίδευση και αγορά εργασίας Διαπιστώνεται υψηλή ανεργία νέων, που σχετίζεται κυρίως με την παραγωγική αυτοαπασχολούμενη δομή. Το φαινόμενο της ανεργίας των νεότερων αποφοίτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης θα πρέπει να συνδεθεί με το φαινόμενο της αυτοαπασχόλησης και της στελέχωσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων από τις οποίες αποτελείται η Ελληνική οικονομία. Η ανάμειξη των νέων στη διαμόρφωση δομών αυτοαπασχόλησης και μικρών επιχειρήσεων συνδέεται με έναν ηλικιακό μ.ο. της τάξης των ετών. Συνεπώς, το φαινόμενο της ανεργίας των νέων ερμηνεύει και ερμηνεύεται από το βαθμό βαρύτητας της αυτοαπασχόλησης στον πληθυσμό.
Η σχέση έρευνας και καινοτομίας ως σοβαρό πρόβλημα στο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα Όταν αναχθεί η παραγωγή τεχνολογίας (κατοχύρωση πατέντων) σε όρους κατά κεφαλήν προϊόντος, διαπιστώνουμε ότι η σχέση κατοχυρωμένων πατέντων κατά κεφαλήν προϊόντος είναι μη γραμμική και ειδικότερα εκθετική.
Δημόσια χρηματοδότηση της εκπαίδευσης ανά εκπαιδευτική βαθμίδα (στοιχεία 2006, % του ΑΕΠ) Σε ότι αφορά στη δευτεροβάθμια και μετα-δευτεροβάθμια βαθμίδα της εκπαίδευσης, οι δημόσιες δαπάνες διαμορφώνονται προφανώς σε χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με τις υπόλοιπες Μεσογειακές χώρες.
Σύνοψη των προβλημάτων του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος 1) Η δαπάνη στα δημόσια ιδρύματα δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα χαμηλή. 2) Υπάρχει πολύ μικρή προσχολική εκπαίδευση. 3) Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρουσιάζει συγκρίσιμη (με τις υπόλοιπες χώρες) αποτελεσματικότητα, ανάλογα με το οικονομικό της επίπεδο ανάπτυξης, εφόσον λαμβάνεται ως ενιαίο το σύστημα παροχής γνώσεων (ιδιωτικό και δημόσιο). 4) Το ποσοστό των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις παραγωγικές ηλικίες (>29 ετών) είναι χαμηλό, ενώ πολύ χαμηλή είναι και η ανάπτυξη της δια βίου εκπαίδευσης. 5) Η μελλοντική παραγωγή πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι φθίνουσα. 6) Διαπιστώνεται υψηλή ανεργία νέων, ιδιαίτερα αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που σχετίζεται κυρίως με την παραγωγική αυτοαπασχολούμενη δομή.
Σύνοψη των προβλημάτων του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος 7) Διαπιστώνεται υψηλή απόκλιση μεταξύ εισερχομένων στην ανώτατη εκπαίδευση και εξερχομένων από αυτήν. 8)Υπάρχει πρόβλημα στο βαθμό εσωστρέφειας του συστήματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που συνδέεται κυρίως με την υποχρεωτική χρήση στης Ελληνικής γλώσσας. 9) Υπάρχει πρόβλημα στην παραγωγική δομή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ενδεχομένως υπάρχει και πρόβλημα εντός των ειδικότερων κατευθύνσεων σπουδών που δεν εντοπίζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία. Ενώ δηλαδή τα μαθηματικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν παραγωγική κατεύθυνση, μπορεί ο τρόπος ανάπτυξής τους στην Ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση να έχει χαρακτήρα που δεν συνδέεται με τις απαιτήσεις της παραγωγής ή της εφαρμοσμένης έρευνας. 10) Υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα διασύνδεσης της ανώτατης εκπαίδευσης με την παραγωγή. Κάθε παρέμβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να στοχεύει, κατά προτεραιότητα, στη θεραπεία των προβλημάτων αυτών.
Δείκτης ανθρωπίνου κεφαλαίου Ο δείκτης ανθρωπίνου κεφαλαίου αξιολογεί την ικανότητα των χωρών να αξιοποιούν και να αναπτύσσουν το εργατικό τους δυναμικό. Το μέγεθος του ανθρωπίνου κεφαλαίου μιας χώρας υπολογίζεται βάσει του κόστους του επίσημου και ανεπίσημου εκπαιδευτικού συστήματος σταθμισμένο με τον πληθυσμό. Ο δείκτης αυτός επικεντρώνεται στην ικανότητα των χωρών να αναπτύσσουν το ανθρώπινο κεφάλαιό τους σύμφωνα με τέσσερις έννοιες: το απόθεμα, την αξιοποίηση, την παραγωγικότητα του ανθρωπίνου κεφαλαίου και τέλος τις προβλέψεις για τις δημογραφικές εξελίξεις. Το απόθεμα του ανθρωπίνου κεφαλαίου προκύπτει βάσει πέντε χαρακτηριστικών, των οποίων η μέτρηση γίνεται για τα έτη για κάθε χώρα: α) εκπαίδευση από την οικογένεια, β) πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, γ) πανεπιστημιακή εκπαίδευση, δ) εκπαίδευση των ενηλίκων εκτός εργασίας, και ε) εκπαίδευση στην εργασία.
Η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού Η αξιοποίηση του ανθρωπίνου κεφαλαίου αφορά το ενεργό ανθρώπινο δυναμικό. Προκύπτει από το άθροισμα του απασχολούμενου ανθρωπίνου κεφαλαίου ανά ηλικιακή ομάδα προς το συνολικό ανθρώπινο κεφάλαιο ανά ηλικιακή ομάδα. Η διαφορά του από τους παραδοσιακούς δείκτες απασχόλησης είναι ότι αυτό το μέτρο σταθμίζεται με βάση τις διαφορετικές ηλικιακές ομάδες. Η παραγωγικότητα ανθρωπίνου κεφαλαίου ως δείκτης εξετάζει το οικονομικό αποτέλεσμα για κάθε ευρώ που έχει επενδυθεί σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Προκύπτει ως το πηλίκο του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μιας χώρας προς το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολείται σε αυτή. Ο δείκτης αυτός περιλαμβάνει την εκπαίδευση του ανθρωπίνου δυναμικού και όχι τις συνολικές ώρες εργασίας.
Απόθεμα και αξιοποίηση ανθρωπίνου δυναμικού
Παραγωγικότητα και αξιοποίηση ανθρωπίνου κεφαλαίου
Ο δείκτης ανθρωπίνου κεφαλαίου Η αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου από την Ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα φτωχή. Αυτή η διαπίστωση είναι μια άλλη όψη ανάλυσης του αναπτυξιακού προβλήματος της Ελληνικής οικονομίας.
Καινοτομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων Οι Ελληνικές επιχειρήσεις που παράγουν καινοτομία αντιστοιχούν μόλις στο 1,1% του συνόλου των Ελληνικών επιχειρήσεων. Αντίστοιχα, για τις Βορειοευρωπαϊκές χώρες το ποσοστό αγγίζει το 10% και για τις Μεσογειακές χώρες ξεπερνά το 7%. Αυτή είναι μια από τις σοβαρότερες αιτίες που η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, συγκρινόμενη με τις Βόρειες και τις Μεσογειακές χώρες. Στην Ελληνική επικράτεια δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις δυο ταχυτήτων. Από τη μια πλευρά υπάρχει η πολύ μικρή μειοψηφία των μεσαίων και μεγάλων καινοτόμων επιχειρήσεων που δείχνουν ικανές να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης και απαιτητικής παγκόσμιας αγοράς και από την άλλη υπάρχει η συντριπτική πλειοψηφία των πολύ μικρών επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται από μη καινοτόμες δραστηριότητες. Η έλλειψη καινοτομικής δραστηριότητας στις πολύ μικρές επιχειρήσεις οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη δυνατότητα πραγματοποίησης υψηλού όγκου επενδύσεων σε νέο τεχνολογικό εξοπλισμό, καθώς και στην αδυναμία επένδυσης σε ανθρώπινο κεφάλαιο και γνώση.
Επιχειρήσεις που παράγουν καινοτομία
Ποσοστό των επιχειρήσεων κατά τάξη μεγέθους απασχόλησης που επέδειξαν καινοτομική δραστηριότητα την περίοδο
Καινοτομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων (Δαπάνη για ΕΤΑ) Η απαραίτητη ώθηση στο Ελληνικό σύστημα καινοτομίας δεν προσφέρεται από τον αδύναμο (σε όρους καινοτομίας) ιδιωτικό τομέα. Αντιθέτως, ο δημόσιος τομέας και κυρίως οι εξωτερικοί πόροι προσπαθούν να τονώσουν τη ζήτηση για καινοτομία, επενδύοντας διαχρονικά μεγαλύτερα ποσά σε δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη. Η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τις άλλες χώρες στον τομέα των επενδυτικών δαπανών για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Δαπανά μόνο το 0,58% του ΑΕΠ για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη όταν το όριο - στόχος όπως πρεσβεύει και το σύμφωνο της Λισαβόνας, είναι το 3%. Η μεγάλη εισροή των εξωτερικών πόρων στις Ελληνικές επιχειρήσεις προκειμένου να καινοτομήσουν προέρχεται από κεφάλαια της Ε.Ε. Το ποσοστό των μεγάλων Ελληνικών επιχειρήσεων που έλαβαν χρηματοδότηση από την Ε.Ε. για ερευνητικές δραστηριότητες αυξήθηκε από 12,1% σε 22,33% και από την κεντρική κυβέρνηση από 11,2% σε 27,44%.
Σημαντικά εμπόδια στην καινοτομική δραστηριότητα των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων ( %)
Η υγεία του πληθυσμού Το επίπεδο της υγείας του πληθυσμού είναι αναμενόμενο να συνδέεται στενά με τη μεγέθυνση. Μάλιστα αναμένεται να συνδέεται και η συσσώρευση του επιπέδου υγείας αλλά και το ίδιο το επίπεδο υγείας. Ένα αρχικό επίπεδο και ένας υψηλότερος ρυθμός βελτίωσης του προσδόκιμου ορίου ζωής έχουν θετική επίδραση στη μεγέθυνση του κατά κεφαλήν ακαθαρίστου εγχωρίου προϊόντος.
Ποσοστά πολιτών που θεωρούν ότι έχουν καλή φυσική υγεία
Δείκτης ψυχικής υγεία ς Οι διαπιστώσεις αμφισβητούν την ευρέως διακινούμενη αντίληψη περί «ψυχικής υπεροχής» του Νοτίου Ευρωπαϊκού μοντέλου ζωής και οδηγούν σε μια εικόνα με μεγαλύτερη εσωτερική συνοχή μεταξύ του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου.
Η υγεία του πληθυσμού Το «απόθεμα υγείας» μπορεί να αυξηθεί με τις επενδύσεις που αναφέρονται στην παιδική ηλικία και τη διατροφή και διατηρείται ή διαβρώνεται ανάλογα με τις εμπειρίες που βιώνει κατά την επαγγελματική του ζωή κάθε άτομο. Είναι πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό και η διατήρησή του επιδρά θετικά στην παραγωγικότητα. Το επαγγελματικό άγχος απομειώνει το απόθεμα υγείας του ανθρώπινου δυναμικού. Είναι μείζονος σημασίας για την παραγωγικότητα των ανθρώπινων πόρων, καθώς τα συμπτώματά του δεν υποχωρούν μετά το τέλος του καθημερινού ωραρίου Η κύρια αιτία του επαγγελματικού άγχους είναι ο ανταγωνισμός που βιώνει ο εργαζόμενος στο επαγγελματικό του περιβάλλον. Εκδηλώνεται με μορφές, όπως αυξημένη ένταση, έλλειψη εργασιακής ικανοποίησης, επαγγελματική εξουθένωση και κατάθλιψη.
Η υγεία του πληθυσμού Η επαγγελματική εξάντληση διακρίνεται σε: α) συναισθηματική εξάντληση, β) αποπροσωποποίηση που αναφέρεται σε ανάπτυξη ουδέτερων και αρνητικών αισθημάτων, και γ) αίσθημα μειωμένης προσωπικής επίτευξης. Η επαγγελματική εξουθένωση συνδέεται με μειωμένη ικανοποίηση από την εργασία και μειωμένη δέσμευση για την εργασία ή τον οργανισμό. Η λήψη μέτρων για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί πολιτική που στοχεύει σε: προαγωγή και διατήρηση του υψηλότερου επιπέδου φυσικής, νοητικής και κοινωνικής ευεξίας των εργαζομένων σε όλα τα επαγγέλματα, πρόληψη των επιδράσεων των εργασιακών συνθηκών, στην υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο, και προστασία των εργαζομένων από τους επαγγελματικούς κινδύνους.