Ευρώτας και Λακεδαίμονα Ευρώτας και Λακεδαίμονα
Το όνομα του Ευρώτα Το όνομά του προέρχεται από τη λέξη ευρώς, που στα αρχαία ελληνικά σημαίνει μούχλα. Στα αρχαία χρόνια, πάντως, ονομαζόταν Ίρις.
Υγρότοπος Υγροβιότοπος (κατά την Βιολογία), ή αλλιώς υγρότοπος (κατά την Εδαφολογία) ονομάζεται κάθε τόπος που καλύπτεται μόνιμα ή εποχικά από ρηχά νερά ή που δεν καλύπτεται ποτέ από νερά αλλά έχει υγρό υπόστρωμα για μεγάλο διάστημα του έτους Υγρότοποι είναι φυσικές ή τεχνητές περιοχές αποτελούμενες από έλη με ποώδη βλάστηση, από μη αποκλειστικώς ομβροδίαιτα έλη με τυρφώδες υπόστρωμα, από τυρφώδεις γαίες ή από νερό. Οι περιοχές αυτές είναι μόνιμα ή προσωρινά κατακλυσμένες από νερό το οποίο είναι στάσιμο ή τρεχούμενο, γλυκό, υφάλμυρο ή αλμυρό και περιλαμβάνουν επίσης εκείνες τις εκτάσεις που καλύπτονται από θαλασσινό νερό το βάθος του οποίου κατά τη ρηχία δεν υπερβαίνει τα έξι μέτρα.
Ουσιώδη γνωρίσματα της μεταβατικής ζώνης που παρεμβάλλεται μεταξύ των μόνιμα κατακλυσμένων και των καθαρά χερσαίων περιοχών είναι η παρουσία υδροχαρούς βλάστησης και η ύπαρξη υδρομορφικών εδαφών, δηλαδή εδαφών που ανέπτυξαν ειδικά γνωρίσματα ως αποτέλεσμα της υψηλής υπόγειας στάθμης νερού (Ramsar).
Οικοσύστημα Κάθε σύστημα των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων μιας περιοχής, αλλά και οι σχέσεις που διαμορφώνονται μεταξύ τους, ονομάζεται οικοσύστημα. Το σύστημα αυτό αποτελείται από: Το σύνολο των οργανισμών που ανήκουν στο ίδιο είδος, δηλαδή τον πληθυσμό Το σύνολο των πληθυσμών ενός οικοσυστήματος και οι σχέσεις αλληλεπίδρασης μεταξύ τους, δηλαδή την βιοκοινότητα. Την περιοχή στην οποία ζει ένας πληθυσμός ή μια βιοκοινότητα, δηλαδή τον βιότοπο.
Υπάρχουν πολλοί τύποι οικοσυστημάτων Υπάρχουν πολλοί τύποι οικοσυστημάτων. Στην θάλασσα ονομάζονται θαλάσσια οικοσυστήματα, όσα απαντούν σε ακτές αποκαλούνται παράκτια οικοσυστήματα, ενώ στην ξηρά ονομάζονται Χερσαία οικοσυστήματα. Όταν σε μια έκταση ξηράς υπάρχουν μόνο γεωργικές καλλιέργειες, τότε μιλάμε για ένα αγροτικό οικοσύστημα. Υπάρχουν, επίσης, και τα οικοσυστήματα των γλυκέων υδάτων, οι υγρότοποι. Ο ρόλος των τελευταίων είναι σημαντικός, καθώς παρέχουν τροφή και προστασία σε ένα μεγάλο αριθμό πτηνών, θηλαστικών, ψαριών και άλλων οργανισμών
Οικοσύστημα Ευρώτα Στις όχθες του, αλλά και σε νησίδες στην κοίτη του, φύονται πολλά υδρόβια φυτά και καλαμιές. Στα νερά του ζουν επίσης πολλά χέλια και στις όχθες του βατράχια και διάφορα είδη πουλιών. Με τα χρόνια έχει λιγότερο νερό, ενώ το καλοκαίρι η κοίτη του ξεραίνεται σε πολλά σημεία, αφήνοντας νερόλακκους κατά μήκος της κοίτης του, όπου συγκεντρώνεται πρασινάδα (που μοιάζει στην όψη με μούχλα) και επιζούν υδρόβια φυτά μέχρι το φθινόπωρο, οπότε και ανεβαίνει ξανά η στάθμη των νερών. Στις εκβολές του σχηματίζει εκτεταμένο δέλτα έκτασης 1.800 στρεμμάτων, όπου υπάρχουν οι επιμέρους υγρότοποι του έλους Αστέριου και της λιμνοθάλασσας Βιβάρι
Η συμβολή του Ευρώτα στην ανάπτυξη του πολιτισμού Η κύρια συμβολή του Ευρώτα είναι κυρίως η άρδευση και η δυνατότητες που προσφέρει στην αγροτική ανάπτυξη. Επίσης ο Ευρώτας συμβάλλει στην ανάπτυξη του τουρισμού αφού δέχεται μεγάλο αριθμό ανθρώπων που ενδιαφέρονται για την ιστορία τόσο της Σπάρτης όσο και του ίδιου του ποταμού. Οι Σπαρτιάτες ήταν από την αρχαιότητα γνωστοί για την στρατιωτική τους δύναμη και σε αυτό έχει συμβάλλει σημαντικά ο Ευρώτας, στις όχθες του οποίου γυμνάζονταν και σκληραγωγούνταν.
Βιοτικό και αβιοτικό στοιχείο Βιοτικό: Κάθε στοιχείο που έχει ζωή Σύσταση νερού: Στα κύρια συστατικά των φυσικών νερών συγκαταλέγονται οι ενώσεις των οποίων οι συγκεντρώσεις κυμαίνονται μεταξύ 0,1 και 10 meq /l (ιόντα ασβεστίου, μαγνησίου, νατρίου, χλωρίου, καλίου, ανθρακικά και θειικά άλατα). Τα παραπάνω ιόντα και ενώσεις αποτελούν γενικά τα μακροθρεπτικά συστατικά των υδρόβιων οργανισμών, ενώ κάποια από αυτά παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του pH του νερού.
Στα δευτερεύοντα συστατικά των νερών συγκαταλέγονται ενώσεις με συγκεντρώσεις μικρότερες από 1mg/l (φωσφορικά, νιτρικά, πυριτικά ιόντα). Τα δευτερεύοντα ιόντα αποτελούν τα βασικά θρεπτικά συστατικά των φυτικών οργανισμών διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στην αφθονία των οργανισμών και συνεπώς στην παραγωγικότητα μιας υδάτινης έκτασης.
Αν και η παρουσία διαφόρων ειδών φυτοπλαγκτόν σε μια λίμνη σχετίζεται με τη συγκέντρωση ορισμένων κύριων ιόντων, η αύξηση των πληθυσμών τους εξαρτάται από τη σχετική αφθονία των δευτερευόντων ιόντων. Τα φωσφορικά, νιτρικά και πυριτικά ιόντα είναι αυτά που διαμορφώνουν κυρίως την τροφική κατάσταση των λιμνών και καθορίζουν τις ολιγότροφες, μεσότροφες και εύτροφες συνθήκες. Σε περιπτώσεις υψηλής ρύπανσης οι συγκεντρώσεις των δευτερευόντων ιόντων μπορεί να ξεπεράσουν κατά πολύ το 1mg/l.
Ηλεκτρική αγωγιμότητα νερού Η ηλεκτρική αγωγιμότητα του νερού αναφέρεται στην ικανότητά του να μεταφέρει - άγει ηλεκτρικά φορτία και είναι ανάλογη της συγκέντρωσης των ηλεκτρολυτών, των διαλυμένων δηλαδή στο νερό αλάτων. Η ηλεκτρική αγωγιμότητα εξαρτάται κυρίως από τη συγκέντρωση ιόντων στο νερό, το σθένος τους και την ευκινησία τους. Αυξημένες τιμές ηλεκτρικής αγωγιμότητας αντιστοιχούν σε μεγάλες συγκεντρώσεις θρεπτικών συστατικών (ευτροφικές καταστάσεις), σε αύξηση συνεπώς της παραγωγικότητας του οικοσυστήματος και υποδηλώνουν την ενηλικίωση (παλαίωση) της υδάτινης μάζας.
Ενεργός οξύτητα του νερού Η ενεργός οξύτητα ενός διαλύματος εξαρτάται από τη συγκέντρωση των ιόντων υδρογόνου και υποδηλώνει πόσο όξινο ή αλκαλικό είναι το διάλυμα σε μια συγκεκριμένη θερμοκρασία . Η τιμή του pH των φυσικών νερών κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 6,5 και 8,5, εύρος τιμών που επιτρέπει την επιβίωση των υδρόβιων οργανισμών. Ακραίες τιμές pH συναντώνται σε ηφαιστειακές λίμνες (pH <2) και σε μερικές κλειστές αλκαλικές νατριούχες λίμνες (pH > 12).Το pH του νερού μιας λίμνης, ενός ποταμού κ.ο.κ. καθορίζεται κυρίως από τη συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα, των όξινων ανθρακικών ιόντων, των ιόντων υδρογόνου και υδροξυλίου (σε ορισμένες περιπτώσεις υγροτόπων από τις συγκεντρώσεις των θειικών ιόντων, των μεταλλικών κατιόντων και ανιόντων όπως χλωρίου, θείου κ.ά.), από τη θερμοκρασία, από τη μεταβολική δραστηριότητα των υδρόβιων οργανισμών και τις διεργασίες αποσύνθεσης των συστατικών τους.
Αυξημένες συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα μειώνουν το pH του νερού (pH <5), ενώ τιμές pH μεγαλύτερες του 9,5 αντιστοιχούν σε αυξημένες συγκεντρώσεις δισανθρακικών ιόντων. Σε νερά με ουδέτερο ή σχεδόν ουδέτερο pH (7-9) η συγκέντρωση των όξινων ανθρακικών ιόντων υπερέχει αυτών του διοξειδίου του άνθρακα και των δισανθρακικών ιόντων οξύτητα του νερού καθορίζει τα είδη και την αφθονία των φυτικών και ζωικών οργανισμών ενός υγροτόπου και επηρεάζει τις οικολογικές διεργασίες που συμβαίνουν σε αυτόν.
Χαμηλές τιμές του pH περιορίζουν τη μακροφυτική βλάστηση και γενικότερα ακραίες τιμές του pH επιδρούν σημαντικά στην παραγωγικότητα του φυτοπλαγκτόν επηρεάζοντας έμμεσα και τη διαβίωση των ζωικών οργανισμών . Τα περισσότερα φυσικά νερά παρουσιάζουν σημαντική ρυθμιστική ιδιότητα, αντιστέκονται δηλαδή, μέσω σειράς χημικών αντιδράσεων, στις απότομες μεταβολές του pH.
Διαλυμένα αέρια Η συγκέντρωση του διαλυμένου οξυγόνου είναι ενδεικτική της ποιότητας - καθαρότητας του νερού, της τροφικής κατάστασης της υδάτινης περιοχής και των δυνατοτήτων ανάπτυξης ζωής σε αυτήν. Ο προσδιορισμός της καθαρότητας του νερού, του επιπέδου δηλαδή ευτροφισμού ή του βαθμού ρύπανσης, μπορεί να γίνει με βάση την παρουσία ή όχι οργανισμών (βιοδείκτες) διαφορετικής αντοχής και ευαισθησίας στη συγκέντρωση του οξυγόνου. Διαφορετικά είδη ζωικών οργανισμών έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε οξυγόνο. Η ύπαρξη σε έναν υγρότοπο, π.χ. σε μια λίμνη ή σε ένα ποτάμι, ειδών με υψηλές απαιτήσεις σε οξυγόνο (π.χ. είδη ασπόνδυλων ευαίσθητων στη μείωση της συγκέντρωσης οξυγόνου στο περιβάλλον τους) υποδηλώνει την "καλή" ποιότητα του νερού
Οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν τη συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα στο νερό είναι οι λειτουργίες της φωτοσύνθεσης και της αναπνοής. Η ελάττωση της συγκέντρωσης του CO2 στο νερό λόγω φωτοσύνθεσης συνεπάγεται αύξηση του pH, ενώ η παραγωγή CO2 με την αναπνοή οδηγεί σε μείωση του pH
Οι ρυθμοί φωτοσύνθεσης και αναπνοής είναι δυνατό να επηρεάσουν σημαντικά, μέσω σειράς χημικών αντιδράσεων, το pH μιας λίμνης, φαινόμενο που παρατηρείται κυρίως σε λίμνες χαμηλής συνολικής αλκαλικότητας. Η συγκέντρωση του CO2 μεταβάλλεται επίσης με το βάθος των νερών, την εποχή και τη σύσταση των φερτών υλικών μέσω απορροής.
Τοξικές ουσίες Φυσικές και συνθετικές ουσίες όπως ο μόλυβδος, ο υδράργυρος, το κάδμιο, οι φθοριούχες, οι ραδιενεργές ουσίες τα εντομοκτόνα κ.ά. μπορεί να είναι τοξικές για τους οργανισμούς του νερού. Η τοξικότητα των παραπάνω ουσιών είναι ανάλογη της συγκέντρωσής τους και εξαρτάται από τις συνθήκες που επικρατούν στον υδάτινο αποδέκτη (π.χ. στη λίμνη, στο ποτάμι κ.ά.). Οι μικρές ταχύτητες διάσπασης των παραπάνω ουσιών σε συνδυασμό με τη μεταβίβασή τους από το ένα τροφικό επίπεδο στο άλλο προκαλούν το φαινόμενο της βιοσυσσώρευσης.
Το περιμεσογειακό είδος Salaria fluviatilis είναι ένα κρυπτοβενθικό σαρκοφάγο είδος, που περνά τον περισσότερο χρόνο του ανάμεσα από φυτά, σε σχισμές ή κάτω από πέτρες. Είναι ίσως το ψάρι που έχει τα περισσότερα κοινά και τοπικά ονόματα από όσα έχουμε καταγράψει μέχρι σήμερα.
Κοινές ονομασίες Πετρόψαρο Ποταμοσαλιάρα Σαλιάρα Σκυλόψαρο Σγουδιός Μαρκόβα Γαϊδουρέλα Γλανός Γλιαντίνος Γλίνος Γλίτσα Γλιτσοκωβιός Λαβέρα Μελιχάνα Μελίχανος Μυξού Σαλιακούδα
Στοιχεία Διατήρησης pH: από 6.5 έως 7.5 Θέση: ζει στο μέσο και στο βυθό, κύριος σε ρηχά νερά µε πετρώδη βυθό και μέτρια έως μεγάλη ρευµατική κίνηση Θερμοκρασία: είναι ψάρι κρύου νερού, από 10 έως 19 βαθμοί είναι φυσιολογικά όρια.
Περιγραφή Το Salaria fluviatilis είναι ο μοναδικός αντιπρόσωπος της οικογένειας των Blenniidae που ζει αποκλειστικά σε γλυκά νερά (Παπακωνσταντίνου 1975, Moosleitner 1988), αν και σύμφωνα με τον Tortonese (1975) απαντά και σε υφάλμυρα ή θαλασσινά νερά. Ζει δύο έως τρία χρόνια και φθάνει σε μέγεθος τα 85 mm. Είναι είδος περιμεσογειακό, επίσης κοινό και στη Μαύρη Θάλασσα. Στη χώρα µας σύμφωνα µε αναφορές του Π.Οικονοµίδη (1991) ,την συναντάμε σε ποτάμια και λίμνες της Πελοποννήσου (Μύρας ποτ.), της Αιτωλοακαρνανίας (όπως ο Αχελώος κι η Τριχωνίδα) , της Ηπείρου, της Μακεδονίας ( Δοϊράνη) και της Θράκης (Economides 1995, Ψαρράς κ.συν.,1997, Perdices et al. 2000).Πρόσφατα υπήρξε και επίσημη αναφορά από την Κρήτη στην υπό μελέτη λίμνη του Κουρνά (Τίγκιλης 1999 & 2000).
Τα πτηνά του Ευρώτα.~! Ο κοκκινολαίμης είναι μικρόσωμο πουλί, το οποίο ανήκει στην οικογένεια των τσιχλών. Επίσης αναφέρεται ως αηδόνι του χειμώνα.
Η Αλκυόνη είναι μικρόσωμο με δυσανάλογα μεγάλο κεφάλι, θαλάσσιο αποδημητικό πτηνό. Έχει ισχυρό ράμφος που είναι οξύ στην άκρη. Αντίθετα προς το κακόσχημο μέγεθός της το φτέρωμά της παρουσιάζει ποικιλία χρωμάτων που σπάνια απαντάται σε άλλα πτηνά.
Η Λευκοσουσουράδα είναι ασπρόμαυρο πουλί, με μακρυά ασπρόμαυρη ουρά που όπως προκύπτει από το όνομά του κουνιέται συνεχώς πάνω κάτω. Το μήκος του σώματός του είναι 16.5 με 19 εκατοστά.
Ο τσοπανάκ0ς. Το όνομα αυτής της οικογένειας πτηνών προέρχεται από το κελάηδισμα του το οποίο παρομοιάζεται με το σφύριγμα του τσοπάνη όταν καλεί τα ζώα του. Το πτηνό αυτό διαθέτει άσπρο χρώμα στο θώρακα και γκρίζο στην πλάτη. Είναι μικρόσωμο πουλί και συνήθως συναντάτε μόνο του ή σε ζευγάρια.
Η Χαλκόκοτα είναι μεταναστευτικό είδος Η Χαλκόκοτα είναι μεταναστευτικό είδος. Έχει σκούρο καστανοκόκκινο φτέρωμα που από μακριά μοιάζει με μαύρο. Διαθέτει μακρύ ράμφος κυρτό προς τα κάτω.
Οι μελισσοφάγοι χαρακτηρίζονται από πολύχρωμα φτερά, μακρύ και στενό κορμί και συνήθως μακριά φτερά στην ουρά. Θεωρείται ένα από τα ομορφότερα πτηνά της Ελλάδος. Ο μελισσοφάγος είναι κοινωνικό είδος και φτιάχνει φωλιές ομαδικά σε τούνελ σε αμμώδεις λόφους.
Η καρακάξα είναι ξηροβατικό πτηνό, ενδημικό Η καρακάξα είναι ξηροβατικό πτηνό, ενδημικό. Έχει μήκος 40 με 44 εκατοστά. Ο λαιμός, το κεφάλι, και το στήθος είναι μαύρα με ίχνη μεταλλικού μπλε και μοβ. Οι άκρες των φτερών και τα φτερά στον ώμο έχουν καθαρό λευκό χρώμα και τα φτερά έχουν μαύρο χρώμα με πράσινες και βιολετί αποχρώσεις. Είναι μονογαμικό πουλί και τα ζευγάρια μένουν στην περιοχή τους όλο το χρόνο.
Αμφίβια του Ευρώτα. Ο βάτραχος είναι ένα από τα γνωστότερα αμφίβια. Μαζί με τους φρύνους αποτελεί την τάξη των άνουρων αμφίβιων. Το σώμα του βατράχου μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη: στο κεφάλι και τον κορμό. Το κεφάλι έχει σχήμα τριγωνικό και μπροστά υπάρχει το στόμα, που φτάνει μέχρι τα ' αυτιά. Το μέγεθος του βατράχου ποικίλει ανάλογα με το είδος του.
Η Σαλαμάνδρα είναι ένα αμφίβιο με ουρά που συναντάται στη κεντρική και νότια Ευρώπη. Ξεχωρίζει εξαιτίας των έντονων χρωματισμών (συνήθως κίτρινου χρώματος) που υπάρχουν πάνω στο δέρμα της. Η σαλαμάνδρα ζει στην ξηρά κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της και γίνεται υδρόβια την εποχή του πολλαπλασιασμού.
Υψομετρικό ανάγλυφο της λεκάνης απορροής του Ευρώτα. Το 41,1% της περιοχής έχει υψόμετρο μεγαλύτερο από 600m, το 46,2% έχει υψόμετρο 150 έως 600m, ενώ μόλις το 12,7% έχει υψόμετρο από 0 έως 150 m. Από τα ποσοστά αυτά, συμπεραίνεται ότι το μεγαλύτερο τμήμα του εδάφους της λεκάνης είναι ορεινό και ημιορεινό. Η υψηλότερη κορυφή του Ταΰγετου είναι ο Προφήτης Ηλίας (2.404m), η οποία βρίσκεται στα όρια της λεκάνης. Μέσα στη λεκάνη βρίσκονται δυο από τις υψηλότερες κορυφές του Πάρνωνα η Γαϊτανοράχη (1.891m) και η Μαδαρή (1.686m).
Παραποτάμια Δάση Ο Ευρώτας χαρακτηρίζονταν από πλούσια παραποτάμια δάση. Σήμερα απομένουν μόνο μικρές κηλίδες υπολειμματικού δάσους στον άνω ρου του Ευρώτα, όπου κυριαρχεί ο πλάτανος καθώς και στο μέσο ρου όπου αναπτύσσονται υπολείμματα μεικτών συστάδων με πλάτανο, ιτιά και ασημόλευκα. Στο εκβολικό σύστημα υπάρχουν εκτεταμένοι χαμηλοί θαμνώνες με αλμυρίκια καθώς και σε πολλούς παραποτάμους περιοδικής ροής κυριαρχούν συστάδες πικροδάφνης και λυγαριάς.
Παραπόταμοι του Ευρώτα. Ο σημαντικότερος παραπόταμος του ποταμού Ευρώτα είναι ο ποταμός Οινούντας ή Κελεφίνα ο οποίος αποτελείται από μικρότερα ρέματα όπως το Κακόρεμα, το Σωφρώνης ρέμα και το Δόξνια ρέμα. Άλλος σημαντικός παραπόταμος είναι η Μαγουλίτσα. Στο Βόρειο τμήμα της λεκάνης απορροής του Ευρώτα οι κυριότεροι παραπόταμοι είναι ο ποταμός Κάστορας και το Βαθύρρεμα ή διαφορετικά Βρυσσιώτικο ρέμα.
Υδατική χλωρίδα Ο Ευρώτας εμφανίζει μία ιδιαίτερα πλούσια υδατική χλωρίδα που περιλαμβάνει σημαντικό αριθμό υδρο- φύτων και ελοφύτων. Η έρευνα τις χλωρίδας δεν έχει ολοκληρωθεί αλλά είναι βέβαιο ότι σε σχέση με άλλους μεγάλους ποταμούς της Πελοποννήσου ο Ευρώτας έχει πολλά σημεία και σημαντικές εκτάσεις με υδρόβια και υγροτοπικά φυτά επειδή έχει σχετικά ομαλή κλίση και πολύ διευρυμένη παρόχθια ζώνη σε μεγάλο τμήμα του κύριου ρου του ποταμού.
Σημειακές και μη σημειακές πηγές ρύπανσης. Στη λεκάνη του Ευρώτα λειτουργούν 91 ελαιουργεία και 2 χυμοποιεία τα οποία είναι και οι σημαντικότερες πηγές σημειακής ρύπανσης ενώ έντονες είναι και οι διάχυτες πηγές ρύπανσης από την χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων.
Χρήσεις γης της λεκάνης απορροής Το 61,25% της λεκάνης είναι φυσικές επιφάνειες, δάση, λιβάδια κτλ., το 37,85% είναι καλλιεργήσιμη γη και το 0,7% είναι αστικές επιφάνειες.
Ποσοστά χρήσεων γης της Λεκάνης απορροής του Ευρώτα υδάτινα σώματα 0,21% μη καλλιεργήσιμη γη 61,24% αστικές επιφάνειες 0,70% αγροτική γη 37,85%
Νικολακάκου Ειρήνη Παναγέα Παναγιώτα Κορίνη Ελένη Καστάνη Δήμητρα Λυμπιωτάκου Άννα