H εξέλιξη της ειδικής αγωγής στην Ελλάδα στον 20ο αιώνα
Το 1906 ιδρύεται στην Καλλιθέα «ο οίκος τυφλών» με διευθύντρια την Ειρήνη Λασκαρίδου, η οποία είχε εκπαιδευτεί στην εκπαίδευση τυφλών σε πανεπιστήμια του εξωτερικού. Το 1923 ιδρύεται στους Αμπελόκηπους το σχολείο Κωφαλάλων.
Με το νόμο 4397 της 16ης Αυγούστου 1929 «περί Στοιχειώδους ή Δημοτικής Εκπαίδευσης» προβλέπεται η απαλλαγή των παιδιών με νοητική καθυστέρηση από την υποχρεωτική φοίτηση στο σχολείο. Ακόμα στον ίδιο νόμο αναφέρεται ότι το Υπουργείο μπορεί να δώσει τη δυνατότητα σε σχολεία που έχουν ικανό αριθμό μαθητών με αναπηρίες – στο νόμο αναφέρονται ως «πνευματικώς ανωμάλους παίδας» -, δημιουργία τάξης που θα φοιτούν αυτά τα παιδιά.
Το 1937 ιδρύεται στην Αθήνα ειδικό σχολείο «προς σωματικήν, πνευματικήν και ηθικήν περίθαλψη των ανωμάλων και καθυστερημένων παίδων». Υπουργός παιδείας ήταν ο Κωνσταντίνος Γεωργακόπουλος. Με διάταγμα ένα χρόνο αργότερα, το σχολείο μετονομάστηκε σε «Πρότυπον Ειδικό Σχολείο». Πρώτη διευθύντρια του σχολείου ήταν η Ρόζα Ιμβριώτη.
Η Ρόζα Ιμβριώτη (1898 – 1977) ήταν φιλόλογος και μετεκπαιδεύτηκε στα παιδαγωγικά και στη φιλοσοφία στη Σορβόνη και στο Βερολίνο. Από το 1927 ήταν στην ίδια ομάδα με το Δ. Γλήνό. Η Ρόζα Ιμβριώτη ήταν η συγγραφέα του έργου «Ανώμαλα και καθυστέρημενα παιδιά» (1937).
Το σχολείο είχε έξι τάξεις και φοιτούσαν παιδιά με σοβαρή νοητική καθυστέρηση ενώ λειτουργούσε και οικοτροφείο. Οι σκοποί του σχολείου ήταν οι ίδιοι με τα γενικά σχολεία, αλλά οι διδακτικές μεθόδους που εφαρμοζόταν σχετίζονταν με τις ιδιαίτερες ανάγκες και δυνατότητες των μαθητών. Το σχολείο λειτουργούσε στα πρότυπα του «βοηθητικού Γερμανικού σχολείου» (Hilfschule), και επιτέλεσε σπουδαίο παιδαγωγικό και κοινωνικό έργο
Το 1937 με την 2043/38 απόφαση ιδρύεται η «Ελληνική Εταιρεία Προστασία και Αποκατάστασης Αναπήρων Παίδων» (ΕΛΕΠΑΑΠ). Είχε ως σκοπό τη παροχή βοήθεια σε ανάπηρα παιδιά έως το 16ο έτος τους. Το σχολείο περιελάμβανε και χώρους όπου λειτουργούσε και φυσιοθεραπευτικό κέντρο για τα ανάπηρα παιδιά. Το 1976 αναγνωρίστηκε το Νηπιαγωγείο ως ειδικό και τα επόμενα χρόνια ιδρύθηκα παραρτήματα της εταιρείας στην Κρήτη (1981), στα Ιωάννινα (1982) και στη Θεσσαλονίκη (1986).
Το 1946 ιδρύεται με ιδιωτική πρωτοβουλία, ο «Φάρος Τυφλών της Ελλάδας» (Αρ. Απόφ.: 1635/47). Σκοπός ήταν η παροχή βοήθειας στα τυφλά άτομα, η ανάπτυξη των ικανοτήτων τους και η λήψη μέτρων για την επαγγελματική αποκατάσταση των τυφλών. Το 1948 στη Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε η «Σχολή Τυφλών», η οποία εντάχθηκε αργότερα στο Υπουργείο Παιδείας
Το 1956 ιδρύθηκε το κέντρο Ψυχικής Υγιεινής με ιδρύτρια την Άννα Ποταμιάνου. Το 1966 ξεκινά η λειτουργία σχολείου για ασκήσιμα παιδιά, με την ονομασία «Στουπάθειο σχολείο». Το «Στουπάθειο» για την εποχή του ήταν πρότυπο στο είδος του και είχε συγκεκριμένα κριτήρια για την εισαγωγή μαθητών. Τη ίδια δεκαετία ξεκινά η λειτουργία του ιδρύματος η «Θεοτόκος», όπου και εδώ φοιτούσαν παιδιά με νοητική καθυστέρηση. Περιελάμβανε ειδικό σχολείο, οικοτροφείο και τμήμα εργασιοθεραπείας. Στη Θεσσαλονίκη ιδρύεται το «Ψυχολογικό Κέντρο Βορείου Ελλάδος», με ιατροπαιδαγωγικό κέντρο, ειδικό σχολείο και εργαστήρια επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Στο Υπουργείο Παιδείας με το ΦΕΚ 490 β/ 1969, αποφασίστηκε η ίδρυση «Γραφείου Ειδικής Εκπαίδευσης». Το γραφείο ειδικής αγωγής μεταξύ των άλλων εισηγήθηκε τη λειτουργία τιμήματος ειδικής αγωγής στο «Μαράσλειο Διδασκαλείο Δημοτικής εκπαίδευσης» στην Αθήνα, όπου θα προετοιμάζονταν οι εκπαιδευτικοί που επιθυμούσαν να εργαστούν με παιδιά με ειδικές ανάγκες. Επίσης εισηγήθηκε την εκπόνηση αναλυτικών προγραμμάτων και την εισαγωγή του μαθήματος σχετικού με τη νοητική καθυστέρηση στην ύλη των μαθημάτων των Παιδαγωγικών Ακαδημιών.
To 1972- 1973, ιδρύονται 43 ειδικά σχολεία στην Ελλάδα για παιδιά με νοητική καθυστέρηση, κωφά και βαρήκοα, με ψυχικές και συναισθηματικές διαταραχές, τυφλά και ανάπηρα. Το 1971 συστάθηκε «Επιτροπή Κοινωνικής Πρόνοιας», η οποία συνέταξε σχέδιο μακρόχρονης ανάπτυξης της Ελλάδας για το διάστημα από το 1973 – 1987.
Η επιτροπή αποτύπωσε την εικόνα της ειδικής αγωγής στην Ελλάδα και έθεσε περίγραμμα στόχων και δράσεων για το επόμενο χρονικό διάστημα, που συνοπτικά αναφέρονται στην πρόληψη και στην υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούσαν την εκπαίδευση, την ανάπτυξη επαγγελματικών δεξιοτήτων και ιατρική παρακολούθηση των ατόμων με αναπηρία (ΦΕΚ 252/1971)
Το 1975 η Αναθεωρητική βουλή στο άρθρο 21, κατοχυρώνει και συνταγματικά την εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Το 1981 εκδόθηκε ο νόμος 1143 για την «Ειδική Αγωγή, Ειδική Επαγγελματική Εκπαίδευση κι αποκατάσταση ατόμων που αποκλίνουν του φυσιολογικού». Στον ίδιο νόμο και με Προεδρικά Διατάγματα, προβλέπεται και η λειτουργία «Ειδικών Τάξεων» στα γενικά σχολεία, των οποίων η λειτουργία ξεκίνησε το 1983 – 1984.
Με τον νόμο 963/1979, η πολιτεία προωθεί μέτρα για την επαγγελματική εκπαίδευση και αποκατάσταση των αναπήρων. Αναφέρεται στον νόμο ότι τα ανάπηρα άτομα που έχουν ηλικία άνω των 15 ετών, απολαμβάνουν ευεργετικών διατάξεων. Ο Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), αναλαμβάνει τον επαγγελματικό προσανατολισμό και εκπαίδευση αυτών των ανθρώπων και φροντίζει για την εύρεση και τοποθέτηση σε θέσεις εργασίας, ανάλογα με τη διάγνωση του καθενός.
Στο νόμο 1566 του 1985, η Ειδική Αγωγή εντάσσεται στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το «αποκλίνον άτομο» ονομάζεται πλέον «άτομο με ειδικές ανάγκες». Έργο και ευθύνη της πολιτείας είναι η εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία και θεσπίζονται υποστηρικτικές υπηρεσίες οι οποίες στελεχώνονται από ειδικό προσωπικό ( λογο-εργο-φυσιοθεραπευτές, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, νοσηλευτές κ.ά). Στους εργαζόμενους στις δομές της ειδικής αγωγής καταβάλλεται επίδομα δυσμενών συνθηκών, το ύψος του οποίου ορίζεται στο 30% του βασικού μηνιαίου μισθού.
Ελληνική πολιτεία και Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση Μία από τις αρχές της δημοκρατίας είναι η παροχή ευκαιριών μάθησης σε όλους τους πολίτες. Συνεπάγεται, ότι κανένα παιδί δεν μπορεί να είναι εκτός του εκπαιδευτικού συστήματος. Ο τρόπος που εκπαιδεύει η κοινωνία τους πολίτες, αντανακλά την πολιτική της φιλοσοφία, αλλά και τον πολιτικό της πολιτισμό
Η υποχρέωση για τη φροντίδα και στήριξη των ανθρώπων για αναπηρία, είναι καταγεγραμμένη στο Σύνταγμα της Ελλάδας: Άρθρο 16, παρ. 4: «Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας σε όλες της βαθμίδες της στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Το κράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς κι αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους» Άρθρο 21, παρ. 2 «Όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο, έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το κράτος»
Άρθρο 21, παρ. 3 «Το κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και την περίθαλψη των απόρων». Άρθρο 21, παρ. 6 «Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και την συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας».
Υπηρεσίες και Δομές Ειδικής Αγωγής Η παροχή υπηρεσιών ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης σε παιδιά με ειδικές ανάγκες καθώς και η φοίτησή τους σε κάποια από τις δομές της ειδικής αγωγής, πρωτίστως έχει να κάνει με το είδος και της βαθμό σοβαρότητας της διάγνωσης του παιδιού. Για παράδειγμα σε παιδιά με τύφλωση, με κινητικά προβλήματα ή κωφά, δίνεται η δυνατότητα να φοιτήσουν στα αντίστοιχα σε σχέση με τις ανάγκες τους σχολεία
Νόμος 3699/2008 Με τον πρόσφατο για την ειδική αγωγή και στο άρθρο 3 ορίζεται ότι παιδιά με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες θεωρούνται όσοι παρουσιάζουν νοητική αναπηρία, αισθητηριακές αναπηρίες όρασης (τυφλοί, αμβλύωπες με χαμηλή όραση), αισθητηριακές αναπηρίες ακοής (κωφοί, βαρήκοοι), κινητικές αναπηρίες, χρόνια μη ιάσιμα νοσήματα, διαταραχές ομιλίας-λόγου, ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα, διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές (φάσμα αυτισμού), ψυχικές διαταραχές και πολλαπλές αναπηρίες.
Επίσης τα παιδιά με σύνθετες γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες, παραβατική συμπεριφορά λόγω κακοποίησης, γονεϊκής παραμέλησης και εγκατάλειψης ή λόγω ενδοοικογενειακής βίας καθώς και εκείνα που έχουν νοητικές ικανότητες και ταλέντα ανεπτυγμένα σε βαθμό που υπερβαίνει κατά πολύ τα προσδοκώμενα για την ηλικιακή τους ομάδα
Οι υπηρεσίες που δέχεται ένα παιδί που ανήκει στις παραπάνω περιπτώσεις – πλην των μαθητών με ιδιαίτερα αναπτυγμένες ικανότητες - μπορεί να υλοποιούνται ως εξής (Ν. 3699/2008): Εντός της γενικής τάξης: Το παιδί σε όλη τη διάρκεια του διδακτικού ωραρίου παραμένει εντός της τάξης του και μπορεί να στηρίζεται από τον εκπαιδευτικό της τάξης, ο οποίος σχεδιάζει και υλοποιεί διαφοροποιημένη διδασκαλία προσαρμοσμένη στο είδος των μαθησιακών δυσκολιών ή συμπεριφορών που παρουσιάζει το παιδί. Επίσης μπορεί να γίνεται συνδιδασκαλία σε συνεργασία με εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής (βλ. παρακάτω). Σε αυτή την περίπτωση ο δάσκαλος στηρίζει για συγκεκριμένες ώρες και σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα το παιδί, εξατομικευμένα ή εντός κάποιας ομάδας των συμμαθητών του.
Επίσης μπορεί το παιδί με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες να υποστηρίζεται εντός της τάξης από περιοδεύων εκπαιδευτικό. Ο εκπαιδευτικός της γενικής τάξης έχει την ευθύνη λειτουργίας της και ο περιοδεύων δάσκαλος ο οποίος είναι ειδικευμένος σε θέματα αξιολόγησης και υποστήριξης κάποιων κατηγοριών ειδικών αναγκών, βοηθάει το παιδί σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ακόμα μπορεί να συνεργάζονται με το δάσκαλο της τάξης σε μεθόδους διδασκαλία, στη επιλογή και χρήση κατάλληλου εποπτικού υλικού κ.ά.
Σε Τμήματα Ένταξης (T. E. )
α) Με κοινό και εξειδικευμένο πρόγραμμα, που καθορίζεται με πρόταση διαγνωστικών φορέων για τους μαθητές με ηπιότερης μορφής ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, το οποίο για κάθε μαθητή δεν θα υπερβαίνει τις δεκαπέντε (15) διδακτικές ώρες εβδομαδιαίως. Στα Τ.Ε. μπορούν να φοιτούν και μαθητές χωρίς γνωμάτευση από διαγνωστικό φορέα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του σχολικού συμβούλου ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης και των γονέων τους. Για την ίδρυση Τ.Ε. απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρχουν κατ’ ελάχιστον τρεις μαθητές και σχετική πρόταση από διαγνωστική υπηρεσία. Σε περιπτώσεις συστεγαζόμενων ή γειτονικών σχολικών μονάδων, τα Τ.Ε. συνενώνονται μέχρι του μέγιστου αριθμού δώδεκα (12) μαθητών ανά Τ.Ε.
β) Εξειδικευμένο ομαδικό ή εξατομικευμένο πρόγραμμα διευρυμένου ωραρίου, που καθορίζεται με πρόταση του διαγνωστικού φορέα για τους μαθητές με σοβαρότερης μορφής ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, οι οποίες δεν καλύπτονται από αντίστοιχες με το είδος και το βαθμό αυτοτελείς σχολικές μονάδες. Το εξειδικευμένο πρόγραμμα είναι ανεξάρτητο από το αναλυτικό πρόγραμμα και το περιεχόμενό του είναι σύμφωνα με τις ανάγκες των μαθητών.
Το παιδί εντός της τάξης του μπορεί να δέχεται πρόγραμμα παράλληλης στήριξης (co-teaching),
Στις περιπτώσεις που η φοίτηση των μαθητών με αναπηρία λόγω των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών τους καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη στα γενικά σχολεία ή στα τμήματα ένταξης, η εκπαίδευση των μαθητών αυτών παρέχεται σε ξεχωριστές σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ):
Α) Σε ειδικά σχολεία. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται ειδικά νηπιαγωγεία και δημοτικά όπου φοιτούν παιδιά με ειδικές ανάγκες από 4 έως 14 ετών, γυμνάσια για μαθητές έως 19 ετών και ενιαία λύκεια ειδικής αγωγής που μπορούν να φοιτήσουν μαθητές μέχρι το 23ο έτος της ηλικίας τους. Για τη δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση λειτουργούν ειδικά επαγγελματικά γυμνάσια στα οποία εγγράφονται απόφοιτοι δημοτικού σχολείου γενικής ή ειδικής εκπαίδευσης και στα οποία η φοίτηση διαρκεί πέντε έτη. Στα γυμνάσια αυτά εφαρμόζεται πρόγραμμα για την ολοκλήρωση της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την παροχή επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Τα ειδικά επαγγελματικά λύκεια όπου η φοίτηση διαρκεί τέσσερα έτη και ειδικές επαγγελματικές σχολές, στην οποία εγγράφονται απόφοιτοι επαγγελματικού γυμνασίου και ειδικού γυμνασίου και στην οποία η φοίτηση διαρκεί τέσσερα έτη. Τα εργαστήρια των ειδικών επαγγελματικών σχολών εξοπλίζονται από τα γραφεία επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Τα Εργαστήρια Ειδικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΕΕΚ), στα οποία η φοίτηση διαρκεί από πέντε μέχρι οκτώ χρόνια. Σε αυτά εγγράφονται απόφοιτοι δημοτικών σχολείων γενικής ή ειδικής εκπαίδευσης ύστερα από πρόταση των διαγνωστικών υπηρεσιών, καλύπτοντας την υποχρεωτικότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Β) Σε σχολεία ή τμήματα που λειτουργούν είτε ως αυτοτελή, είτε ως παραρτήματα άλλων σχολείων σε νοσοκομεία, κέντρα αποκατάστασης, ιδρύματα αγωγής ανηλίκων και ιδρύματα χρονίως πασχόντων. Ακόμα υπηρεσίες εκπαίδευσης και αποκατάστασης των Μονάδων Ψυχικής Υγείας, εφόσον σε αυτά διαβιούν άτομα σχολικής ηλικίας με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Γ) Με κατ΄οίκον διδασκαλία, όταν αυτή κρίνεται αναγκαία για σοβαρά βραχυχρόνια ή χρόνια προβλήματα υγείας, τα οποία δεν επιτρέπουν τη μετακίνηση και φοίτηση των μαθητών στο σχολείο. Η έγκριση της διδασκαλίας στο σπίτι γίνεται με απόφαση του περιφερειακού διευθυντή εκπαίδευσης της αντίστοιχης βαθμίδας στην οποία φοιτά ο μαθητής, κατόπιν αιτιολογημένης πρόσφατης ιατρικής γνωμάτευσης, στην οποία αναγράφεται η διάρκεια επιβεβλημένης παραμονής στο σπίτι.