Δομή και Λειτουργία του Αίματος

Slides:



Advertisements
Παρόμοιες παρουσιάσεις
Ο Ρόλος της Κυτταρομετρίας Ροής
Advertisements

Δομή και Λειτουργία του Αίματος
1 /11/05 ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΥΚΝΩΤΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ & ΚΑΤ ΌΙΚΟΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΦΥΛΛΑΔΙΟ.
ΤΡΟΦΙΚΕΣ ΑΛΛΕΡΓΙΕΣ ΓΟΠΝ ΚΟΙΛΙΟΚΑΚΗ ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑ
ΤΟ ΑΙΜΑ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ Μεταφορά Ο 2 και θρεπτικών ουσιών Μεταφορά CO 2 και αζωτούχων προϊόντων του μεταβολισμού Μεταφορά αντισωμάτων, παραγόντων.
Διαφορική διάγνωση ερυθραιμίας, λευκοκυττάρωσης, θρομβοκυττάρωσης
Eπείγοντα Παθολογικά Προβλήματα Κ. Κωνσταντόπουλος Α’ Παθολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών (ΛΑΪΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ) Aθήνα Ιούνιος 2006.
ΛΕΠΤΟ ΕΝΤΕΡΟ Το λεπτό έντερο αποτελεί τη συνέχεια του στομάχου και εκτείνεται από τον πυλωρό μέχρι το παχύ έντερο. Διακρίνεται σε δωδεκαδάκτυλο, νήστιδα.
ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΙΜΑ /ΠΗΞΗ-ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΕΓΑΚΗΣ.
Ανθελμινθικά φάρμακα. Γενικά… Τρεις κυρίως ομάδες ελμίνθων (ή σκωλήκων) μολύνουν τους ανθρώπους: 1.Νηματώδεις: είναι επιμήκεις νηματέλμινθες που έχουν.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΞΑΠΛΑΝΤΕΡΗ, M.D., PhD. ΔΕΡΜΑ. Είναι το βαρύτερο όργανο του ανθρώπινου σώματος Αποτελεί το 16% περίπου του σωματικού βάρους Στον ενήλικα η ελεύθερη.
ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΖΩΩΝ 39-40, 28 Μα ΐ ου 2015 Π.Παπαζαφείρη Βασικοί μηχανισμοί προσαρμογής Προσαρμογή σε μοριακό και γονιδιακό επίπεδο Επίπεδα ελέγχου.
Αγωνιστές-Ανταγωνιστές. Ενδογενής Νουκλεοζίτης: αδενίνη (πουρίνη + ριβόζη) Παίζει ρόλο σαν μεταφορέας ενέργειας με την μορφή ATP & ADP, σηματοδοτεί γενετικές.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑΣ Εύα Γραμουστιάνου ΜSc, PhD ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ POWER POINT ΔΗΜΟΥΡΓΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ : ΑΛΑΦΟΥΖΟΥ ΜΑΡΙΑΝΝΑ (Α1) ΑΡΓΥΡΟΣ ΠΕΤΡΟΣ (Α1) ΜΠΙΣΜΠΗ ΧΡΥΣΟΥΛΑ (Α2) ΦΥΤΡΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΕΛΑ (Α2) ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ.
Θρομβοπενίες και θρομβασθένειες Α. Μούγιου Αιματολόγος ΠΓΝΠ.
Γενική αίματος Μ. Καρακάντζα /µl= κυτταρα 5.000/µl /µl Αίμα 5 lt.
Μεταβολισμός και θερμορύθμιση Φυσιολογία ΙΙ 2014.
Δρ. Ευριπίδου Πολύκαρπος Παθολόγος-Διαβητολόγος
Γενική αίματος και φυσιολογικός αιμοποιητικός μυελός Αργύρης Συμεωνίδης Απαρτιωμένη διδασκαλία Αιματολογίας 2014.
Κ. Γαϊτανάκη, Καθηγήτρια Τομέας Φυσιολογίας Ζώων & Ανθρώπου
ΤΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ.
ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΖΩΩΝ Κεφάλαιο 20: ΑΝOΣΟΛΟΓΙΑ
Πρότυπα ιστολογικών αλλοιώσεων αναπνευστικού συστήματος
ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΕΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΒΛΑΣΤΟΚΥΤΤΑΡΩΝ
Διοικητικη πρακτικη 6ο μαθημα
ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ Η τεχνολογία που αναλαμβάνει να προστατέψει τους επιβάτες αφού το κακό έχει ήδη γίνει. Βασίζεται στην κατασκευή ενός ασφαλούς πλαισίου,
ΚΥΤΤΑΡΑ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΜΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΝΟΣΙΑΣ
Β' ΠΡΟΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΑ Π.Παπαζαφείρη
Σ. Παπαβασιλείου, Α. Φωτεινοπούλου
ΙΣΠΑΝΙΑ Ιάκωβος Θωμάς.
Συγκριτική Αιματολογία αιματολογικών παραμέτρων σε διάφορα είδη ζώων
Προγραμματισμός και Διαχείριση Επιχειρηματικών Πόρων - ERP
ΜΥΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ & ΜΥΙΚΟΣ ΙΣΤΟΣ
ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ Κ. ΚΑΝΕΛΛΑΚΗ ΣΠΥΡΙΔΩΝ
ΑθλητικΗ Ενωση ΛΑρισαΣ
Aνοσολογική Απόκριση στις Ιογενείς Λοιμώξεις, Διαφυγή, Εμβόλια
Ένας ρυθμιζόμενος διακόπτης εναλλασσόμενου ρεύματος τροφοδοτεί ωμικό φορτίο R=11Ω, οδηγούμενο από το δίκτυο της ΔΕΗ ( u(t)=220sinωt ). Η ελάχιστη ισχύς.
Παθοφυσιολογία ανοσοποιητικού συστήματος
Μηχανισμοί Ανοσολογικής Βλάβης
ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΥΓΡΩΝ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
φυσική ή μη ειδική ανοσία (Innate, Natural, Non-Specific Immunity)
Κακή θρέψη - Υποθρεψία Η κακή θρέψη (υποθρεψία) αναπτύσσεται σε περιπτώσεις όπου οι καθημερινές διατροφικές ανάγκες δεν καλύπτονται εξ αιτίας: Μειωμένης.
Γενικό Λύκειο Σκύδρας Α’ τάξη
Ανοσολογία 31-32/ Π.Παπαζαφείρη ανοχή και αυτοανοσία
ANAIMIA.
Νοσηλευτική φροντίδα ασθενών με καρκίνο
ΟΣΦΥΟΝΩΤΙΑΙΑ ΠΑΡΑΚΕΝΤΗΣΗ
Θωμάς Αχτσής Πολιτικός Μηχανικός Γενικός Διευθυντής
ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ - ΜΕΘ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΥΣ (Κ105)
دندانپزشکی نیمسال دوم دانشگاه ع پ شهید صدوقی یزد
1- محلول در چربي: A, D, E, K 2 - محلول در آب: B complex, C
Υφή και Δομή του Εδάφους
ATP το ενεργειακό νόμισμα του κυττάρου
מחלות אוטו-אימוניות immune = חיסון Auto = עצמי
ارگونومی فصل نهم.
Проф. Др Радивоје Митровић
Παναγιώτης Γ. Βλαχογιαννόπουλος Καθηγητής Παθολογίας-Ανοσολογίας
ΙΣΤΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ-ΑΙΤΙΑ ΝΟΣΩΝ
ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ Η ινσουλίνη παράγεται από τα β-κύτταρα των νησιδίων του Langerhans του παγκρέατος και ελευθερώνεται σε καταστάσεις που δημιουργούν υπεργλυκαιμία.
ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ Τ ΚΥΤΤΑΡΩΝ –
Микроэкономика: Өндірістік шығындар
ΠΑΘΟΛΟΓΟΑΝΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΩΝ
ΚΥΤΤΑΤΟΜΕΣΟΛΑΒΗΤΙΚΕΣ ΚΥΤΤΑΡΟΤΟΞΙΚΕΣ ΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ
ΡΥΘΜΙΣΗ ΓΛΥΚΟΛΥΣΗΣ ΚΑΙ ΓΛΥΚΟΝΕΟΓΕΝΕΣΗΣ
ΟΡΜΗ –ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΟΡΜΗΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Project Α' Γενικού Λυκείου Κρανιδίου​ ​ Θέμα: "Οι υπερτροφές των Αρχαίων Ελλήνων"​ Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μαρία Λιώση​
Μεταγράφημα παρουσίασης:

Δομή και Λειτουργία του Αίματος

Λευκοκύτταρα Τα λευκοκύτταρα είναι πολύ λιγότερα στο αίμα σε σύγκριση με τα ερυθροκύτταρα Περιέχουν πυρήνα και υποκυτταρικά οργανίδια Εκτός από το αίμα, βρίσκονται και σε διάφορους ιστούς του οργανισμού

Εξωαγγειακά Λευκοκύτταρα Η παρουσία των λευκοκυττάρων έξω απο το αιμοφόρο αγγείο είναι αποτέλεσμα της κινητικότητάς τους Μετακινούνται μέσω των πόρων στα τριχοειδή και μεταναστεύουν στους ιστούς Η ικανότητα μετακίνησής τους είναι βασική για να διεκπεραιώνουν τον ρόλο τους: την άμυνα του οργανισμού έναντι εξωτερικών παραγόντων (πχ βακτήρια και ιούς)

Ταξινόμηση Με βάση τη δομή και τη χημική τους συγγένεια Χρήση μικροσκοπίου Αντίδραση με διάφορες χρωστικές (π.χ. Wrights, Romanowsky)

Λευκοκύτταρα Μη-κοκκιώδη Κοκκιώδη λεμφοκύτταρα 20-25% μονοκύτταρα 3-8% ουδετερόφιλα 50-70% βασεοφιλα <1% ηωσινόφιλα 1-4%

Πολυμορφοπύρηνα κοκκιοκύτταρα Μορφολογία Είδος Λειτουργία Ουδετερόφιλα Φαγοκυτταρώνουν μικροοργανισμούς, μη φυσιολογικών κυττάρων και ξένων σωματιδίων Ηωσινόφιλα Εκκρίνουν παρασιτοκτόνα ένζυμα , συνεισφέρουν στην αλλεργική αντίδραση Βασεόφιλα Εκκρίνουν χημικούς μεσολαβητές της φλεγμονής και των αλλεργικών αντιδράσεων Μονοκύτταρα Μακροφάγα Εκκρίνουν κυτταροκίνες, φαγοκυτταρώνουν μικροοργανισμούς Λεμφοκύτταρα Τα πλασματοκύτταρα εκκρίνουν αντισώματα Τα Τ-βοηθητικά λεμφοκύτταρα εκκρίνουν κυτταροκίνες που ενεργοποιούν πολλά είδη κυττάρων Τα Τ-κυτταροτοξικά λεμφοκύτταρα εκκρίνουν παράγοντες που οδηγούν στο θάνατο τα μολυσμένα κύτταρα και τα καρκινικά κύτταρα Πολυμορφοπύρηνα κοκκιοκύτταρα 1 ουδετερόφιλα: μικρή συγγένεια με τις χρωστικες. 40-70% Ο κύριος ρόλος των ουδετερόφιλων είναι η φαγοκυττάρωση και η καταστροφή των βακτηρίων και νεκρωμένων κυττάρων. Ωστόσο, τα ουδετερόφιλα μπορούν να καταστρέψουν ιούς, ακόμη και μύκητες. Τα ουδετερόφιλα αποτελούν τον κύριο κυτταρικό τύπο (μαζί με τα μακροφάγα) της οξείας φλεγμονής και φέρουν μεμβρανικούς υποδοχείς για το Fc τμήμα των αντισωμάτων, για παράγοντες συμπληρώματος ( C 3 b ) ενωμένους με ξένα σωματίδια και για πολυσακχαρίτες βακτηρίων. Η μετακίνηση των ουδετερόφιλων από την αιματική κυκλοφορία στην περιοχή της φλεγμονής ή της ιστικής καταστροφής, με τη διεργασία της διαπίδυσης, οφείλεται στην αυξημένη συγκέντρωση των χημειοτακτικών ουσιών στις παραπάνω περιοχές. Οι χημειοτακτικές ουσίες περιλαμβάνουν ουσίες που είναι προϊόντα διάσπασης του συμπληρώματος, ουσίες που διαφεύγουν από νεκρωμένα κύτταρα και πολυσακχαρίτες που προέρχονται από βακτήρια. Η κάλυψη των μικροοργανισμών με αντισώματα και συμπλήρωμα, ένα φαινόμενο γνωστό ως οψωνινοποίηση, ενισχύει σημαντικά τη φαγοκυτταρική δραστηριότητα των ουδετερόφιλων. Για τούτο, οι μικροοργανισμοί που δεν εκλύουν χημειοτακτικές ουσίες ή δεν οψωνινοποιούνται είναι σχετικά ανθεκτικοί στη φαγοκυττάρωση από τα ουδετερόφιλα και επομένως έντονα παθογόνοι. 2. Αυξημένος αριθμός κυκλοφορούντων ηωσινόφιλων ( ηωσινοφιλία ) παρατηρείται σε αρκετές παρασιτώσεις. Έτσι, η άμυνα του οργανισμού έναντι των παρασίτων αποτελεί μία από τις βασικές λειτουργίες των ηωσινόφιλων. Επίσης, αύξηση του αριθμού τους στους ιστούς (ρινικό και βρογχικό βλεννογόνο) παρατηρείται και σε αλλεργικές καταστάσεις, όπως σε άσθμα, πυρετό από χόρτο και αντιδράσεις από φάρμακα. Η μικροβιοκτόνος δράση τους είναι μικρότερη από αυτή των ουδετερόφιλων, επειδή φυσιολογικά δεν φαγοκυτταρώνουν βακτήρια, αλλά είναι ικανά να τα αποδομούν υπό την παρουσία αντιβακτηριακών αντισωμάτων. Για τούτο, μια από τις κύριες λειτουργίες των ηωσινόφιλων είναι η φαγοκυττάρωση και η αποδόμηση συμπλεγμάτων αντιγόνου-αντισώματος, τα οποία σχηματίζονται σε αλλεργικές καταστάσεις, όπως στο άσθμα και στον πυρετό του χόρτου. 3. Αν και τα βασεόφιλα έχουν την ικανότητα της φαγοκυττάρωσης, αποτελούν κυρίως εκκριτικά κύτταρα που διαμεσολαβούν στις αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Δεν είναι γνωστό εάν τα βασεόφιλα είναι τελικά διαφοροποιημένα κύτταρα ή οι πρόδρομες μορφές των σιτευτικών κυττάρων που οδεύουν προς τους περιφερικούς ιστούς. Τα βασεόφιλα του αίματος και τα σιτευτικά κύτταρα του ινοκολλαγονώδους (συνδετικού) ιστού παρουσιάζουν μερικές κοινές ιδιότητες. Και οι δύο αυτοί κυτταρικοί τύποι φέρουν μεταχρωματικά κοκκία, τα οποία περιέχουν θειωμένες πρωτεογλυκάνες , όπως θειϊκή χονδροϊτίνη, ηπαρίνη, ισταμίνη, λευκοτριένη 3 (βραδείας αντίδρασης ουσία της αναφυλαξίας, SRS - A ) και ηωσινόφιλο χημειοτακτικό παράγοντα της αναφυλαξίας ( ECF - A ).. Τα σιτευτικά κύτταρα έχουν μεγαλύτερα και περισσότερα κοκκία. Τα βασεόφιλα έχουν μικρό χρόνο ζωής, ενώ τα σιτευτικά κύτταρα μεγάλο χρόνο ζωής. Τα σιτευτικά κύτταρα είναι σχετικά ακίνητα, ενώ τα βασεόφιλα παρουσιάζουν μεγαλύτερη κινητικότητα. Και τα δύο είδη κυττάρων απελευθερώνουν ισταμίνη και ηπαρίνη και παρουσιάζουν παρόμοιες λειτουργίες. Παρά τις ομοιότητες που παρουσιάζουν, θεωρείται από μια ομάδα ερευνητών ότι τα σιτευτικά και τα βασεόφιλα δεν αντιπροσωπεύουν τον ίδιο κυτταρικό τύπο, αφού ακόμη και στο ίδιο είδος θηλαστικού έχουν διαφορετική υπερδομική εμφάνιση. Επίσης, δεν έχει διευκρινιστεί ακόμη εάν προέρχονται από τα ίδια ή διαφορετικά αρχέγονα κύτταρα. Εν τούτοις και τα δύο είδη αυτά των κυττάρων συνδέονται με μια ποικιλία διαταραχών που σχετίζονται με τις αλλεργικές αντιδράσεις. Τα βασεόφιλα και τα σιτευτικά κύτταρα φέρουν μεμβρανικούς υποδοχείς για το Fc τμήμα της ανοσοσφαιρίνης IgE , η οποία παράγεται από τα πλασματοκύτταρα ως απάντηση σε διάφορα περιβαλλοντικά αντιγόνα (αλλεργιογόνα). Η έκθεση στο αλλεργιογόνο οδηγεί στο σχηματισμό αντιγονικών γεφυρών μεταξύ των παρακείμενων μορίων IgE , γεγονός που διεγείρει την ταχεία εξωκυττάρωση του περιεχομένου των κοκκίων (αποκοκκίωση) των βασεόφιλων και σιτευτικών κυττάρων (Σχηματική παράσταση 3). Στην αλλεργική τοξική δερματίτιδα η IgE συνδέεται στα κύτταρα Langerhans του δέρματος. Η απελευθέρωση ισταμίνης και άλλων αγγειοδραστικών μεσολαβητών είναι υπεύθυνη για την άμεση αντίδραση (αναφυλακτοειδή) υπερευαισθησίας , που είναι χαρακτηριστική της αλλεργικής ρινίτιδας (πυρετός του χόρτου), μερικών μορφών άσθματος, της κνίδωσης και του αναφυλακτικού σοκ. Η ισταμίνη προκαλεί διαστολή των μικρών αγγείων (κυρίως τριχοειδή και φλεβίδια) και αύξηση της διαπερατότητάς τους. Αυτό οδηγεί στη τοπική έκλυση συστατικών του πλάσματος στους ιστούς, γεγονός που οδηγεί σε τοπική διόγκωση (οίδημα). Στους ασθενείς με άσθμα, η ισταμίνη προκαλεί σύσπαση των λείων μυϊκών ινών των αεραγωγών (κυρίως των βρογχιολίων) στους πνεύμονες και δυσχέρεια στην αναπνοή. Ο ρόλος της ηπαρίνης δεν έχει διευκρινιστεί. Αποτελεί μια αντιπηκτική ουσία, αλλά πιθανόν να έχει και άλλες λιγότερο γνωστές επιδράσεις. Επιπλέον, τα βασεόφιλα ευθύνονται για το 15% περίπου του κυτταρικού διηθήματος στην αλλεργική δερματίτιδα και στη δερματική απόρριψη του μοσχεύματος, ένα φαινόμενο γνωστό ως δερματική βασεόφιλη υπερευαισθησία . Η τελευταία προκαλείται από τα ευαισθητοποιημένα λεμφοκύτταρα, αποτελώντας επομένως ένα είδος κυτταρικής υπερευαισθησίας. Σ΄αυτήν την περίπτωση η αποκοκκίωση είναι μάλλον βραδεία παρά ταχεία, όπως στις αντιδράσεις άμεσης υπερευαισθησίας. 4. μονοκύτταρα: Τα μονοκύτταρα αποτελούν μόνο το 4-8 % των λευκών κυττάρων αίματος. Έχουν την ιδιότητα να περιμένουν τους επιβλαβείς οργανισμούς μήπως περάσουν μέσα στα λεμφοειδή όργανα, όπως η σπλήνα, καθώς και να  αυξάνονται σε αριθμό κατά τη διάρκεια μιας μακροπρόθεσμης ή χρόνιας, μόλυνσης. διαφοροποιούνται σε μακροφάγα. Οι κυτταροκίνες είναι δραστικές πρωτεΐνες που συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στις φυσιολογικές λειτουργίες, ανοσιακές απαντήσεις και φλεγμονώδεις αντιδράσεις του οργανισμού, ρυθμίζοντας και κατευθύνοντας τόσο την ομοιόσταση, όσο την πορεία και την έκβαση της ανοσιακής απάντησης και της φλεγμονής 5. Τα Β λεμφοκύτταρα παράγουν εξειδικευμένα αντισώματα ενάντια σε εισβολείς- μικροοργανισμούς (χυμική ανοσία) Υπάρχουν επίσης δύο κύριες κατηγορίες Τ λεμφοκυττάρων, τα Τ-βοηθητικά λεμφοκύτταρα , τα οποία απελευθερώνουν σηματοδοτικά μόρια για τη προσέλκυση των Β λεμφοκυττάρων και τα Τ-κυτταροτοξικά λεμφοκύτταρα (κυτταρική ανοσία), τα οποία εκκρίνουν τοξικές ουσίες για τη θανάτωση των κυττάρων που έχουν προσβληθεί από ιούς, των νεοπλασματικών κυττάρων ή των ξένων μοσχευμάτων. Επιπλέον, τα λεμφοκύτταρα εκκρίνουν ένα μεγάλο αριθμό σηματοδοτικών μορίων ( λεμφοκίνες ή κυτοκίνες ) που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των Β και Τ λεμφοκυττάρων και παίζουν σημαντικό ρόλο στο συγχρονισμό και στη ρύθμιση των διαφόρων ανοσολογικών μηχανισμών του οργανισμού.

Ουδετερόφιλα 50-70% των λευκοκυττάρων Περιέχουν χαρακτηριστικό πυρήνα με 3-5 τμήματα (λοβοί), συδεδεμένα με λεπτές χορδές χρωματίνης Η χρωματίνη εμφανίζει έντονη συμπύκνωση Αραιοχρωματικό κυτταρόπλασμα, με πολλά κοκκία Μια από τις πιο σημαντικές λειτουργίες στην άμυνα: την φαγοκυττάρωση Η χρωματίνη εμφανίζει έντονη συμπύκνωση εξαιτίας του χαμηλού βαθμού πρωτεϊνοσύνθεσης του κυττάρου. αραιοχρωματικό κυτταρόπλασμα (ρόδινο-σολωμού χρώμα), στο οποίο αναγνωρίζονται με τις συνήθεις χρωστικές λίγα μόνο από τα πολλά κοκκία που περιέχει

Ουδετερόφιλα Μόλις παράγονται, βρίσκονται στην κυκλοφορία για 7-10 ώρες και έπειτα μεταναστεύουν στους ιστούς όπου ζουν 1-4 μέρες Κατά τη διάρκεια λοίμωξης, ο αριθμός τους αυξάνεται πάρα πολύ Ουδετεροφιλία: προσφέρει βοήθεια στην άμυνα, αλλά και κλινική ένδειξη λοίμωξης

Ηωσινόφιλα Αποτελούν το 1-4% των λευκοκυττάρων Αποτελούν το 1-4% των λευκοκυττάρων Είναι λιγο μεγαλύτερα από τα ουδετερόφιλα Έχουν συνήθως δύο λοβούς στον πυρήνα Το κυτταρόπλασμά τους έχει κοκκία που χρωματίζονται κόκκινα Έχουν την ικανότητα της φαγοκυττάρωσης Λειτουργία: καταστροφή παρασίτων, αντιμετώπιση λοιμώξεων, φλεγμονώδης και αλλεργικές αντιδράσεις (πχ αλλεργική αντίδραση στα φάρμακα κλπ) Παραμένουν στην κυκλοφορία 6-12 ώρες και επιβιώνουν στους ιστούς 2-3 μέρες

Βασεόφιλα Αποτελούν το 0,1% των λευκοκυττάρων Οι πυρηνικοί λοβοί τείνουν να διπλώσουν, δημιουργώντας έναν συμπαγή πυρήνα Είναι πλούσια σε ισταμίνη, σεροτονίνη και ηπαρίνη (πολυ σημαντικές για τις αλλεργικές αντιδράσεις) Απελευθερώνουν χημικούς μεσολαβητές της φλεγμονής και της αλλεργικής αντίδρασης Δεν φαγοκυτταρώνουν: πιθανώς δρουν με απελευθέρωση τοξκών μορίων που επιδρούν πάνω στους εισβολείς – παράσιτα

Μονοκύτταρα Αποτελούν το 3-8% των λευκοκυττάρων Είναι τα μεγαλύτερα σε μέγεθος Έχουν μεγάλο, ακανόνιστο πυρήνα, σχήματος αυγού ή πετάλου Έχουν σχετικά λίγα κυτταροπλασματικά κοκκία Δρούν μέσω φαγοκυττάρωσης Η Μονοκυττάρωση εμφανίζεται σε χρόνιες λοιμώξεις (φυματίωση, νόσος του Crohn) και τη λευχαιμία Βρίσκονται στην κυκλοφορία μόνο για μερικές ώρες πριν μεταναστεύσουν στους ιστούς, όπου διαφοροποιούνται σε μακροφάγα

Λεμφοκύτταρα Αποτελούν το 20-25% των λευκοκυττάρων Παράγονται στον μυελό των οστών και το θύμο αδένα Έχουν ομοιόμορφο πυρήνα Είναι μικρού μεγέθους, με μικρό κυτταρόπλασμα που πολλές φορές περιέχει κοκκία Λειτουργία: παρέχουν στο ανοσοποιητικό σύστημα ποικιλία, ειδίκευση, μνήμη και την ικανότητα να ξεχωρίζει τα ξένα από τα κύτταρα του ίδιου του οργανισμού

Λεμφοκύτταρα Είδη: B – λεμφοκύτταρα: παράγουν αντισώματα T – λεμφοκύτταρα: επιτίθενται στα ξένα κύτταρα απ’ ευθείας Κύτταρα φυσικοί φονείς (Natural killer cells): ανιχνεύουν και καταστρέφουν μη φυσιολογικά κύτταρα ιστών, όπως τα καρκινικά. Το 85% των λεμφοκυττάρων είναι είτε T είτε NK

Ωρίμανση

Λεμφοκύτταρα

Κυριότεροι αιμοποιητικοί αυξητικοί παράγοντες Όνομα Διεγείρει αρχέγονα κύτταρα που καταλήγουν σε: Ερυθροποιητίνη Ερυθροκύτταρα Παράγοντες διέγερσης κυτταρικών αποικιών (CSF) Κοκκιοκύτταρα αι μονοκύτταρα Ιντερλευκίνες Διάφορα λευκοκύτταρα Θρομβοποιητίνη Αιμοπετάλια (από μεγακαρυοκύτταρα) Παράγοντας αρχέγονων κυττάρων Πολλούς τύπους αιματικών κυττάρων

Αιμοπετάλια 1-3µm Ø 150,000-450,000 σε 1 µl Κυτταροπλασματικά θραύσματα των μεγακαρυοκυττάρων (μυελός των οστών) Παράγονται στον μυελό των οστών Χρόνος ζωής: 7-10 μέρες Λειτουργία: αιμόσταση Απελευθερώνουν χημικές ουσίες απαραίτητες για τη διαδικασία της θρόμβωσης Σχηματίζουν το προσωρινό φράγμα στο κατεστραμένο αγγείο Σύσπαση των ιστών μετά τον σχηματισμό του θρόμβου

Αιμοπετάλια Αιμόσταση: Ένας φυσιολογικός μηχανισμός μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η αναστολή της αιμορραγίας και η ομαλή κυκλοφορία του αίματος μέσα στα αγγεία. Ενεργοποιείται από τη στιγμή της βλάβης του ενδοθηλίου ή του τραυματισμού του αγγείου Σημαντικές για την αιμόσταση είναι οι δράσεις τους: προσκόληση, έκκριση, συσσώρευση, συσσωμάτωση Σταματούν την αιμορραγία στα σημεία τραυματισμού του αιμοφόρου αγγείου επίπεδα αιμοπεταλίων μπορούν να προκαλέσουν αυθόρμητες αιμορραγίες Α. Vander et.al., κεφ 14ο

Φυσιολογικός μηχανισμός αιμόστασης Διακρίνεται σε 3 φάσεις: Πρωτογενής αιμόσταση Δευτερογενής αιμόσταση ή πήξη του αίματος Ινωδόλυση

Πρωτογενής αιμόσταση Αιμοφόρο Αγγείο Ενδοθήλιο Υπενδοθηλιακός χώρος PF3 Συσσώρευση αιμοπεταλίων Προσκόληση αιμοπεταλίων Ενδοθήλιο Η συμμετοχή των αιμοπεταλίων στην αιμόσταση προυποθέτει την προσκόλησή τους σε μια επιφάνεια. Στην περίπτωση αυτή δεν προσκολλώνται στα φυσιολογικά ενδοθηλιακά κύτταρα, αλλά στα μόρια του κολλαγόνου του συνδετικού ιστού. Η προσκόληση των αιμοπεταλίων πυροδοτεί την έκκριση πολλών χημικών παραγόντων, όπως το ADP και η σεροτονίνη και ο αιμοπεταλιακός παράγων 3. Η ADP συμβάλλει στην ενεργοποίηση κι άλλων αιμοπεταλίων, Η σεροτονίνη προκαλεί αγγειοσύσπαση.Ο αιμοπεταλιακός παράγων 3 είναι λιποπρωτεΐνη που περιέχει αραχιδονικό οξύ), οι οποίοι δρουν τοπικά και προκαλούν αλλαγές στο μεταβολισμό, το σχήμα και τις πρωτεΐνες της επιφάνειας των αιμοπεταλίων, δηλ τα ενεργοποιούν. Αυτό έχει σαν αποτελεσμα την εκκίνηση στη συσσώρευσης τους, το οποίο επιφέρει ταχύτατα την δημιουργία θρόμβου. Επίσης κατά την προσκόληση, παράγεται θρομβοξάνη Α2, η οποία απελευθερώνεται στο εξωκυττάριο υγρό, δρα τοπικά και διεγείρει περαιτέρω την συσσώρευση των αιμοπετάλίων και την απελευθέρωση των εκκριτικών κυστιδίων τους. Υπενδοθηλιακός χώρος Λείος μυς Μεσοκυττάριο υγρό Εκτεθιμένα μόρια κολλαγόνου

Δημιουργία θρόμβου Αγγειακή Βλάβη Μεταβολή επιφάνειας ενδοθηλίου (έκθεση κολλαγόνου) Πρωτογενής αιμόσταση έναρξη Αιμοπετάλια Ενεργοποίηση και συσσώρευση Απελευθέρωση μεσολαβητών Σύνθεση θρομβόξάνης Α2

Δευτερογενής αιμόσταση - Πήξη Η μετατροπή του αίματος σε ένα κολλώδες πήγμα – θρόμβος Ανενεργές πρωτεΐνες του πλάσματος  ενεργοποίηση Αποτέλεσμα: ινωδογόνο  ινώδες Το ινώδες πολυμερίζεται και σταθεροποιεί το αιμοπεταλιακό βύσμα (θρόμβος), εμποδίζοντας την αιμορραγία Ένα ανεπαρκές σύστημα πήξης οδηγεί σε αιμορραγίες Ένα υπερδραστήριο σύστημα πήξης οδηγεί σε θρομβώσεις

Καταράχτης πήξης http://www.youtube.com/watch?v=YqdJVPFbeUw Αγγειοσυστολή Πρωτογενής αιμόσταση: προσκόλληση αιμοπεταλίων – δημιουργία αιμοπεταλιακού βύσματος (θρόμβου) Δευτερογενής αιμόσταση (πήξη): σταθεροποίηση θρόμβου με την συνεισφορά του ινώδους http://www.youtube.com/watch?v=YqdJVPFbeUw

Γενικά δηλαδή... 1. Τραυματισμός του αγγείου 2. Συσσώρευση αιμοπεταλίων 3. Εμφάνιση ινώδους 4. Σχηματισμός θρόμβων 5. <απομάκρυνση θρόμβου

Καταράχτης πήξης Εξωγενής οδός Ενδογενής οδός Η ενεργοποίησή της γίνεται από παράγοντες που απελευθερώνονται από τους τραυματισμένους ιστούς. Η ενεργοποίησή της γίνεται από: Κύτταρα του αίματος Παράγοντες του πλάσματος

Ινωδόλυση Ο μηχανισμός της ενεργοποιείται προς την κατεύθυνση: λύσης του θρόμβου αποκατάστασης της ομαλής ροής του αίματος. Κεντρικό ένζυμο της ινωδόλυσης: η πλασμίνη. Αρχικά ενεργοποιείται η πλασμίνη. Σε δεύτερο στάδιο το ινώδες διασπάται υδρολυτικά σε προϊόντα αποδόμησής του.

Γενικά ο μηχανισμός αιμόστασης Τραυματισμός του αγγείου Προσκόλληση και Συσσώρευση Γενικά ο μηχανισμός αιμόστασης Αγγειακή φάση Αιμοπεταλιακή φάση Ενδογενής οδός Εξωγενής οδός Φάση πήξης Συστολή θρόμβου Περιορισμός θρόμβου

Συνοπτικά... Το αίμα αποτελείται από κύτταρα και τμήματα κυττάρων μέσα σε ένα υγρό μέσο Ερυθρά (rbc): μεταφορά O2 Λευκά (wbc): ειδική και μη-ειδική άμυνα Αιμοπετάλια: αιμόσταση Όλα τα είδη κυττάρων παράγονται στον μυελό των οστών