ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Το Χρήμα και οι Τράπεζες
Έννοια και Λειτουργία του Χρήματος Χρήμα είναι οτιδήποτε γίνεται αποδεκτό ως μέσο πληρωμής για την απόκτηση αγαθών Με τη δημιουργία χρήματος έχει καταργηθεί η ανταλλαγή είδους με είδος (αντιπραγματισμός) Το χρήμα επιτελεί τέσσερις βασικές λειτουργίες: Είναι κοινό ανταλλακτικό μέσο δηλαδή χρησιμοποιείται στις συναλλαγές Είναι μέτρο της αξίας των αγαθών και υπηρεσιών γιατί η αξία τους εκφράζεται σε χρηματικές μονάδες και όχι σε μονάδες άλλων αγαθών και υπηρεσιών
Έννοια και Λειτουργία του Χρήματος Είναι μέσο διαφύλαξης του πλούτου που μπορεί να διατηρείται σε χρήμα Είναι μέσο σύναψης και εξόφλησης δανείων γιατί ο δανεισμός γίνεται σε χρήμα
Είδη χρήματος Το χρήμα που χρησιμοποιείται δεν έχει εσωτερική αξία αλλά η αξία του στηρίζεται στο ότι γίνεται αποδεκτό για αγορά αγαθών και υπηρεσιών Η προσφορά χρήματος με τη στενή έννοια (Μ1) περιλαμβάνει τη νομισματική κυκλοφορία και τις καταθέσεις όψεως Μ2 = Μ1 + καταθέσεις ταμιευτηρίου Μ3 = Μ2 + καταθέσεις προθεσμίας συν καταθέσεις σε αγορές ευρωδολαρίων.
Είδη χρήματος Στις σύγχρονες κοινωνίες ένα μέρος των συναλλαγών γίνεται με τη χρησιμοποίηση πιστωτικών καρτών. Οι πιστωτικές κάρτες δεν περιλαμβάνονται σε κανένα μέτρο της ποσότητας του χρήματος γιατί δεν αποτελούν μέσο πληρωμής αλλά μέσο με το οποίο αναβάλλεται η πληρωμή για αργότερα.
Το τραπεζικό σύστημα Το τραπεζικό σύστημα κάθε χώρας αποτελείται από την Κεντρική Τράπεζα, τις εμπορικές τράπεζες και τους ειδικούς πιστωτικούς οργανισμούς (εξειδικευμένες τράπεζες). Σε γενικές γραμμές, οι εμπορικές και εξειδικευμένες τράπεζες παίζουν το ρόλο του ενδιάμεσου μεταξύ των αποταμιευτών και των δανειοληπτών με σκοπό το κέρδος. Αντίθετα, ο ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας είναι περισσότερο θεσμικός παρά κερδοσκοπικός. Συμμετέχει στη χάραξη και έχει την επίβλεψη της νομισματικής και πιστωτικής πολιτικής, ενώ παράλληλα εποπτεύει τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Στη χώρα μας η κεντρική τράπεζα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Εκτός από την κεντρική τράπεζα υπάρχουν και οι εμπορικές τράπεζες, οι οποίες δέχονται καταθέσεις από το κοινό, χορηγού δάνεια και διενεργούν διάφορες τραπεζικές εργασίες.
Τραπεζικά Ιδρύματα Ένα τραπεζικό ίδρυμα είναι μια επιχείρηση που δέχεται καταθέσεις από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα δίνει δάνεια προς τις ίδιες οικονομικές μονάδες. Περιουσιακά στοιχεία μιας τράπεζας θεωρούνται τα δάνεια που χορηγεί, τα ρευστά διαθέσιμα που διακρατούνται από το ίδιο και τα διαθέσιμα που διακρατούνται νομοθετικά στην κεντρική τράπεζα.
Δάνειο θεωρείται το ποσό που δίνει η τράπεζα στον ιδιωτικό τομέα ή στην κυβέρνηση για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα και το οποίο συνοδεύεται από την υποχρέωση του ιδιωτικού τομέα ή της κυβέρνησης να το επιστρέψει μαζί με τους τόκους. Υποχρεώσεις της τράπεζας θεωρούνται οι διάφορες μορφές καταθέσεων που έχει δεχθεί από τον ιδιωτικό τομέα.
Το κέρδος του τραπεζικού ιδρύματος υπολογίζεται από τη διαφορά του επιτοκίου που κερδίζει μέσω της διαδικασίας δανειοδότησης και του επιτοκίου που υποχρεούται να καταβάλλει στις καταθέσεις που διακρατεί. Μια επιπλέον μορφή εσόδων για το τραπεζικό ίδρυμα προέρχεται από το ποσό χρέωσης των ιδιωτικών συναλλαγών μέσω των λογαριασμών καταθέσεων των ιδιωτών.
Η Κεντρική Τράπεζα Η Κεντρική Τράπεζα είναι υπεύθυνη για την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία. Επιπλέον, η κεντρική τράπεζα είναι υπεύθυνη για την ομαλή λειτουργία και ασφάλεια του εθνικού νομισματικού συστήματος. Τα τελευταία χρόνια όμως, και ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι κεντρικές τράπεζες έχουν πλήρως αυτονομηθεί από την κυβέρνηση, και επικεντρώνονται στους βασικούς στόχους της οικονομικής πολιτικής που είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού και η επίτευξη της πλήρους απασχόλησης.
Η Κεντρική Τράπεζα Ανεξάρτητα από τη δραστηριότητά του, κάθε πιστωτικό ίδρυμα πρέπει να διαθέτει ανά πάσα στιγμή ικανοποιητική ρευστότητα ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στη ζήτηση κεφαλαίων της πελατείας τους. Γι’αυτό το λόγο, κάθε τράπεζα είναι υποχρεωμένη να διατηρεί ένα ποσοστό των καταθέσεών της, σε μορφή ρευστών διαθεσίμων στην Κεντρική Τράπεζα ως εγγύηση.
Με τη δημιουργία της νομισματικής ένωσης και την υιοθέτηση του ευρώ, η νομισματική πολιτική στο Ευρωσύστημα χαράσσεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Με ποιο τρόπο οι τράπεζες «δημιουργούν» χρήμα Έστω η Τράπεζα Α δέχεται καταθέσεις αξία 1000€ και το ποσοστό υποχρεωτικών διαθεσίμων είναι 10%. Αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη τράπεζα μπορεί να δώσει δάνειο μέχρι το ποσό των 900€. Ο δανειολήπτης των 900€ καταθέτει το ποσό αυτό στην Τράπεζα Β, η οποία με τη σειρά της δανείζει μόνο 810€. Ο καινούριος δανειολήπτης καταθέτει το ποσό των 810€ σε μια Τράπεζα Γ, η οποία με τη σειρά της έχει τη δυνατότητα να δανείσει μόνο 729€.
Με ποιο τρόπο οι τράπεζες «δημιουργούν» χρήμα Στην συγκεκριμένη περίπτωση, με τη συμμετοχή των τριών τραπεζών, η συνολική ρευστότητα που έχει δημιουργηθεί είναι 1000+900+810+729=3439€. Παρατηρείται λοιπόν, πολλαπλασιαστική παρουσία της ρευστότητας. Πολλαπλασιαστής χρήματος ορίζεται ως: Πολ/σιαστής Χρήματος = 1/ποσοστό υποχρεωτικών διαθεσίμων. Έτσι, ο πολ/στής χρήματος υπολογίζεται ως 1/0,10=10.Δηλ. με αρχικό ποσό 1000€ και πολ/στη χρήματος 10, η συνολική ρευστότητα στο σύστημα θα είναι 10000€
Προσφορά χρήματος και τραπεζικό σύστημα Με τον όρο προσφορά χρήματος εννοούμε την ποσότητα χρήματος που υπάρχει στην οικονομία. Η προσφορά χρήματος αποτελείται από τη νομισματική κυκλοφορία και τις καταθέσεις όψεως. Επομένως, το τραπεζικό σύστημα έχει την ικανότητα να μεταβάλλει την ποσότητα του χρήματος στην οικονομία, μεταβάλλοντας το μέγεθος των καταθέσεων όψεως.
Τα όργανα της Νομισματικής πολιτικής Τα όργανα της Νομισματικής πολιτικής είναι εκείνα που επιτρέπουν στην πολιτική της κεντρικής τράπεζας να επιτελέσει τους στόχους της μέσω επηρεασμού της προσφοράς χρήματος. Τα όργανα νομισματικής πολιτικής είναι: Πολιτική ανοικτής αγοράς (open market operations) Πολιτική του Προεξοφλητικού Επιτοκίου (discount rate) Ποσοστό υποχρεωτικών διαθεσίμων των τραπεζών (minimum reserve requirements)
Πολιτική ανοικτής αγοράς Στην περίπτωση αυτή, η προσφορά χρήματος μεταβάλλεται μέσω των πράξεων αγοραπωλησίας ομολογιών μεταξύ κεντρικής τράπεζας και εμπορικών τραπεζών. Έτσι, σε περίπτωση που η κεντρική τράπεζα επιθυμεί την αύξηση της προσφοράς χρήματος, αυτή αγοράζει ομολογίες από τα χαρτοφυλάκια των εμπορικών τραπεζών. Οι εμπορικές τράπεζες πείθονται έτσι να αναδιαρθρώσουν τα χαρτοφυλάκιά τους υπέρ του χρήματος. Το επιπλέον χρήμα καταλήγει στις εμπορικές τράπεζες, οι οποίες αποφασίζουν να αυξήσουν την παροχή δανείων τόσο προς το κοινό όσο και προς τις επιχειρήσεις, βοηθώντας την αναπτυξιακή διαδικασία.
Προεξοφλητικό επιτόκιο Εάν επιθυμία της κεντρικής τράπεζας είναι η αύξηση της προσφοράς χρήματος, μειώνει το επιτόκιο που χρεώνει όταν οι εμπορικές τράπεζες στρέφονται σε αυτήν για να αναπληρώσουν τυχόν μειώσεις του επιπέδου καταθέσεων που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους.
Υποχρεωτικά διαθέσιμα Εάν οι εμπορικές τράπεζες βρεθούν με πλεόνασμα ρευστού χρήματος στα χαρτοφυλάκιά τους, τότε προχωρούν σε δανειοδότηση για να αποκομίσουν κέρδη. Όμως, δεν μπορούν να δανειοδοτούν τη μέγιστη ποσότητα ρευστότητας που κατέχουν. Εάν γίνει αυτό, υπάρχει ο κίνδυνος μη εξυπηρέτησης των δανείων, με αποτέλεσμα να τεθεί σε κίνδυνο η εξυπηρέτηση των καταθετών. Έτσι, η κεντρική τράπεζα επιβάλλει ένα ποσοστό της ρευστότητάς τους να κατατίθεται σε λογαριασμό της π.χ. 20% ως υποχρεωτικά διαθέσιμα.
Ζήτηση χρήματος Εκτός από την προσφορά χρήματος, χρειάζεται και η γνώση της ζήτησης χρήματος καθώς και οι παράγοντες που την επηρεάζουν. Ο Κέυνς στη Γενική Θεωρία για την Απασχόληση, τον Τόκο και το Χρήμα διέκρινε τη ζήτηση χρήματος σε τρεις κατηγορίες: Τη ζήτηση χρήματος για τη διευκόλυνση των συναλλαγών (transactions demand) Τη ζήτηση χρήματος για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών (precautionary demand) Τη ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπία (speculative demand)
Η ποσοτική θεωρία του χρήματος Η διατύπωση της Ποσοτικής Θεωρίας του Χρήματος στηρίζεται στην ταυτότητα: MV = PQ Όπου M = η ποσότητα του χρήματος στην οικονομία V = η εισοδηματική κυκλοφοριακή ταχύτητα του χρήματος Q = το πραγματικό προϊόν P = το επίπεδο τιμών που αντιπροσωπεύεται από τον αποπληθωριστή του ΑΕΠ. Η παραπάνω εξίσωση αναφέρεται ως ποσοτική εξίσωση των συναλλαγών γιατί ο όρος MV αντιπροσωπεύει το ποσό που πληρώνεται από τους αγοραστές του προϊόντος ενώ ο όρος PQ αντιπροσωπεύει το ποσό που εισπράττεται από τους πωλητές του