Θέμα: Πληροφορίες για κάποια σπάνια στοιχεία και που χρησιμοποιούνται στη σημερινή εποχή!
Λίγα λόγια για τα σπάνια στοιχεία: Τα σπάνια στοιχεία, είναι μια σειρά από δυσεύρετα χημικά στοιχεία που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη προϊόντων υψηλής και «πράσινης» τεχνολογίας. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν απαραίτητα συστατικά για προϊόντα όπως τα ηλεκτρικά και υβριδικά αυτοκίνητα, τις ανεμογεννήτριες, τους σκληρούς δίσκους των υπολογιστών και οι επίπεδες οθόνες. Τα ορυκτά, στα οποία βρίσκονται αυτά τα στοιχεία εντοπίζονται κυρίως στην Κίνα, την Νορβηγία, τις ΗΠΑ, την Βραζιλία, την Ινδία και την Αυστραλία. Aν και τα στοιχεία αυτά δεν είναι τόσο σπάνιά στον πλανήτη όσο μαρτυρά το όνομά τους, ο εντοπισμός και η αξιοποίηση νέων κοιτασμάτων είναι πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες, που μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Στις επόμενες διαφάνειες θα δούμε κάποια από αυτά.
T ο Έρβιο είναι ένα τοξικό στοιχείο που έχει ατομικό αριθμό 68 και σύμβολο Er. Έχει επίσης αργυρόλευκο χρώμα και όταν το απομονώσουμε τεχνικά μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι είναι στερεό μαλακό μέταλλο, το οποίο αναμιγνύεται με άλλα πιο σκληρά μέταλλα όπως το βανάδιο για να τα κάνει πιο εύκολα επεξεργάσιμα. Το ανακάλυψε το 1843 ο Σουηδός χημικός Καρλ Γκούσταβ Μόσαντερ. Λιώνει περίπου στους 1.500°C· και είναι σιδηρομαγνητικό και υπεραγωγός.
Το συναντάμε κυρίως σε συσκευές που έχουν σχέση με την υγεία. Αυτό συμβαίνει γιατί το Έρβιο έχει την ιδιότητα να διαπερνά και να διεισδύει στο δέρμα. Χρησιμοποιείται λοιπόν: 1. Σε φωτογραφικά φίλτρα για την απορρόφηση των υπέρυθρων ακτινών και σε γυαλιά ηλίου. 2. Στις ογκώδεις συσκευές της μαγνητικής τομογραφίας (διότι σε σύγκριση με άλλα υλικά έχει πολύ μεγάλη ειδική θερμότητα, ιδιαίτερα στις χαμηλές θερμοκρασίες και βοηθάει στην εξοικονόμηση ενέργειας!) 3. Σε συσκευές λέιζερ (θεωρείται αρκετά ασφαλείς υλικό με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται από οδοντίατρους για τον καθαρισμό των δοντιών. 4. Το Έρβιο είναι ένα ζωτικής σημασίας συστατικό των οπτικών ινών που χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν κωδικοποιημένες με το φως πληροφορίες σε όλον τον πλανήτη.
Στις συσκευές λέιζερ που χρησιμοποιούνται για τατουάζ υπάρχει μια ακτίνα που διαπερνά την επιδερμίδα και προσβάλλει τους κόκκους του χρώματος του τατουάζ οι οποίοι βρίσκονται κάτω από το δέρμα και τους διασπά. Από τη φύση του το δέρμα διαθέτει μηχανισμούς που απομακρύνουν όσο γίνεται τα θραύσματα του χρώματος που προκύπτουν μετά από την εισχώρηση της ακτίνας στο δέρμα. Παρόλα αυτά χρειάζονται περισσότερες από μια συνεδρίες για να δημιουργηθεί ένα αισθητό αποτέλεσμα!
Το Τελλούριο είναι ένα στοιχείο το οποίο στη γη είναι σχεδόν έτοιμο να εξαφανιστεί αφού μελέτες έχουν δήξει ότι είναι πιο συνηθισμένο στο υπόλοιπο σύμπαν από ότι είναι πάνω στη Γη. Έχει ατομικό αριθμό 52 και χημικό σύμβολο Te. Επιπλέον, ανήκει στην 6 η ( VI A) κύρια ομάδα του περιοδικού πίνακα. Είναι ένα εύθραυστο αργυρόλευκο μέταλλο που φαίνεται (οπτικά) ίδιο με τον κασσίτερο, αλλά εάν το αναλύσουμε χημικά, θα διαπιστώσουμε ότι είναι συγγενικό με το σελήνιο και το θείο. Είναι τοξικό για όποιον έρθει σε επαφή μαζί του για μεγάλο χρονικό διάστημα και θα ταλαιπωρείται και από τη δυσοσμία της αναπνοής για αρκετό καιρό.
Το τελλούριο ανακαλύφθηκε περίπου το 1783 από τον Φραντς Γιόζεφ Μίλερ φον Ράιχενσταϊν ( ) στην πόλη Σιμπίου της Ρουμανίας. Βρέθηκε αρχικά σε ορυκτό που περιείχε χρυσό και μαζί με αυτό υπήρχε και το στοιχείο τελλούριο. Το 1798 ο Μάρτιν Χάιντριχ Κλάπροθ, του έδωσε το όνομα Τελλούριο, από το λατινική λέξη tellus (που σημαίνει γη).
Η βασική του χρήση είναι σε κράματα χάλυβα και χαλκού, αφού κάνει τα 2 αυτά μέταλλα πιο εύκολα στην επεξεργασία τους. Σε δίσκους αποθήκευσης στοιχείων (π.χ DVD, CD, Blu-Ray), με τη μορφή υποξειδίου του τελλουρίου, (TeO), το οποίο διασφαλίζει την αντοχή τους. Το 2009 τα φωτοβολταϊκά που φτιάχνονται με φιλμ τελλουρικού καδμίου ήταν τα πρώτα που ήρθαν να ανταγωνιστούν τα ογκώδη πάνελ πυριτίου σε κόστος ανά βατ ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό ίσως δείχνει ένα φθηνότερο μέλλον για την ηλιακή ενέργεια. Στην ανίχνευση υπεράριθμης ακτινοβολίας στο Διάστημα. Το τελλούριο βρίσκεται στην Wide Field Camera 3 που εγκαταστάθηκε το 2009 στο διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble. Σε συνδυασμό με τον υδράργυρο και το κάδμιο, επιτρέπει την μεγάλη ευκινησία των ηλεκτρονίων και ταυτόχρονα ευαισθησία στην εμφάνιση στης ηλεκτρικής ενέργειας!
Το ‘Αφνιο είναι ένα από τα ακριβότερα υλικά στον κόσμο, το οποίο δύσκολα αποκτάς. Είναι ένα μέταλλο με ατομικό αριθμό 72 και σύμβολο Ηf το οποίο ανήκει 4 η κύρια ομάδα και 6 η περίοδο του περιοδικού πίνακα. Έχει αργυρόλευκο χρώμα και δεν προσβάλλεται από τα οξέα και τα βάσεις. Η παραγωγή Αφνίου παγκοσμίως υπολογίζεται ότι είναι μόλις ανάμεσα στους 70 και 77 τόνους. Είναι ένα στοιχείο το οποίο δίνει υψηλή περιεκτικότητα στα κράματα.
Την ύπαρξή του προέβλεψε το 1840 ο Μεντελέγιεφ. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1923,οι Ντερκ Κόστερ και Γκέοργκ φον Χεβέσι δουλεύοντας σε εργαστήριο της Κοπεγχάγης με ορυκτό δείγμα ζιρκονίτη από τη Νορβηγία κατάφεραν με τη βοήθεια ακτινών Χ να διακρίνουν το άφνιο. Καθαρό το μέταλλο κατάφεραν να το έχουν άλλοι ερευνητές μετά από μόλις δύο χρόνια. Η αιτία καθυστέρησης της ανακάλυψης και της απομόνωσης του στοιχείου αυτού ήταν η μεγάλη ομοιότητα που έχει με το ζιρκόνιο.
Λόγω της ασύγκριτης αντοχής του στη θερμότητα χρησιμοποιήθηκε στα ακροφύσια των κινητήρων των πυραύλων της αποστολής «Απόλλων». Από το 2007 ωστόσο έχει βρεθεί πολύ πιο κοντά μας – μέσα στα μικροσκοπικά τρανζίστορ των ισχυρών μικροτσίπ των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Αυτό συμβαίνει επειδή το άφνιο είναι ένας εξαιρετικά αποτελεσματικός ηλεκτρικός μονωτής και αφήνει τις πληροφορίες να περάσουν πολύ ταχύτερα από τα άλλα υλικά που χρησιμοποιούνταν μέχρι πρόσφατα.
Το Ταντάλιο είναι ένα μέταλλο που ανήκει στην 5 η κύρια ομάδα και στην 6 η περίοδο του περιοδικού πίνακα. Έχει ατομικό αριθμό 73 και σύμβολο Ta. Το συναντάμε σε ορυκτά όπως στον τανταλίτη και στον κολυμπίτη. Σήμερα παρασκευάζεται με την ηλεκτρόλυση του φθοριοτανταλικού καλίου ή με την αντίδραση οξειδίου και καρβιδίου του.
Ανακαλύφθηκε από τον Σουηδό καθηγητής της Χημείας στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλας,Άντερς Έκεμπεργκ το Στην αρχή, πίστευαν ότι το ταντάλιο ήταν το ίδιο στοιχείο με το Νιόβιο, το οποίο είχε ανακαλυφθεί το 1801, και μέχρι το 1844 είχαν την ψευδαίσθηση ότι το νιοβικό και το τανταλικό οξύ ήταν τα ίδια. Καθαρό ταντάλιο παρασκευάστηκε το 1903 από τον Φον Μπόλτον και μπήκε στην βιομηχανία το 1922! Την ονομασία του πήρε από το μυθικό πλάσμα, τον Τάνταλο.
Το γεγονός ότι το ταντάλιο θεωρείται ακίνδυνο για τον ανθρώπινο οργανισμό αφού το σώμα μας δείχνει ανοχή στο στοιχείο αυτό, του επιτρέπει να χρησιμοποιείται συχνά στην ιατρική: Σε σοβαρά κατάγματα στο κρανίο μπορεί να προστεθεί ένα μικρό κομμάτι τανταλίου. Για οστά με κατάγματα να χρησιμοποιηθούν βίδες από αυτό το υλικό Αντικαθιστά συνδέσμους με τη μορφή σύρματος Επιπλέον: Διευκολύνει στο να διεξαχθούν οι ακτινογραφίες του θώρακα αφού με τη χρήση του τάνταλου, σκιαγραφούνται καλύτερα οι πνεύμονες. Σε εμφυτεύματα, σε ηλεκτρονικές συσκευές Θεωρείται και μονωτικό υλικό.
Το Ίνδιο είναι ένα σπάνιο και μαλακό μέταλλο, το οποίο έχει αργυρόλευκο χρώμα κα μεταλλική λάμψη. Το σύμβολό του είναι το In και έχει ατομικό αριθμό 49. Βρίσκεται στην 3 η κύρια ομάδα του περιοδικού πίνακα (IIIA) και στην 5 η περίοδο. Διατηρείται υγρό σε πολλές θερμοκρασίες. Είναι σταθερό στον αέρα και στο νερό, αλλά διαλύεται στα οξέα. Εξάγεται ως προϊόν της παραγωγής ψευδαργύρου και μολύβδου. Δεν υπάρχουν συστηματικές τοξικολογικές μελέτες για την επίδραση του ινδίου στον ανθρώπινο οργανισμό. Ωστόσο, δε φαίνεται να επιδρά σοβαρά στο δέρμα και οι επιδράσεις των ενώσεών του έχουν μελετηθεί μόνο σε πειραματόζωα.
Τον Ιούνιο του 1863, ο Γερμανός φυσικός και ορυκτολόγος Φέρντιναντ Ράιχ(καθηγητής στην περίφημη Σχολή Ορυκτών του Φράιμπουργκ της Σαξονίας), σε συνεργασία με τον βοηθό του Ιερώνυμο Τέοντορ Ρίχτερ μελετούσαν τα φάσματα ορισμένων ορυκτών, με την ελπίδα να βρουν σ’αυτά το χημικό στοιχείο Θάλλιο. Ο Ρίχτερ όμως είδε ότι η πράσινη γραμμή του θαλλίου δεν υπήρχε ενώ εμφανιζόταν στο φάσμα μια φωτεινή μπλε γραμμή Επειδή δε γνώριζαν κανένα στοιχείο που να δίνει τέτοια μπλε γραμμή στο φάσμα, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είχαν ανακαλύψει ένα νέο χημικό στοιχείο. Η αναζήτηση για ορυκτά του νέου στοιχείου δεν είχε ευχάριστο αποτέλεσμα μέχρι το 1876, όταν ανακαλύφθηκαν στο Κολοράντο και στην Ιταλία κοιτάσματα σφαλερίτη πλούσια σε ίνδιο. Ίνδιο εντοπίστηκε επίσης και στην ελαφρόπετρα που εκτινάχθηκε από το ηφαίστειο Krakatoa, όταν εξερράγη το 1883.
Σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός Ινδίου είναι η Κίνα. Ίνδιο παράγεται επίσης στη Νότια Κορέα, στην Ιαπωνία, σε Ευρωπαϊκές χώρες κ.ά. Αν και το Ίνδιο ανακαλύφθηκε το 1863, δε χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλη κλίμακα για πολλά χρόνια και η παγκόσμια παραγωγή του ήταν μερικά γραμμάρια για ερευνητικούς σκοπούς μέχρι τη δεκαετία του Μέχρι το 1982 παράγονταν λιγότεροι από 50 τόνοι Ινδίου το χρόνο. Tο 2009 η παγκόσμια παραγωγή Ινδίου εκτιμάται πάνω από 600 τόνους τον χρόνο!
Το Ίνδιο είναι το σπάνιο στοιχείο το οποίο το κοιτάζουμε πιο συχνά από όλα τα άλλα. Το κράμα που είναι γνωστό ως οξείδιο ινδίου – κασσιτέρου (ITO) διαθέτει τον σπάνιο συνδυασμό τού να είναι ταυτόχρονα ηλεκτρικά αγώγιμο και οπτικά διάφανο. Αυτό το καθιστά ζωτικής σημασίας για τις επίπεδες οθόνες των υπολογιστών και των τηλεοράσεων, όπου σχηματίζει το διάφανο ηλεκτρόδιο που ελέγχει το κάθε πίξελ. Μια στρώση ITO στην οθόνη ενός smartphone τής προσδίδει αγωγιμότητα ευαίσθητη στην αφή, καθιστώντας τη συσκευή ικανή να αναγνωρίζει τα χτυπήματα και το γλίστρημα των δαχτύλων. Στις περισσότερες αλκαλικές μπαταρίες (πράγμα που τις κάνει πιο φιλικές προς το περιβάλλον. Εκτός απ’αυτό το ίνδιο παρέχει περισσότερη ενέργεια ανά μπαταρία) Ακόμη και αν σας φαίνεται παράξενο το ίνδιο υπάρχει ακόμη και μέσα μας !Συσσωρεύεται στα νεφρά, στη σπλήνα, στο συκώτι και στους σιελογόνους αδένες.
Το Δυσπρόσιο είναι ένα μέταλλο με ατομικό αριθμό 66 και ατομικό βάρος 162,50. Το χημικό του σύμβολο είναι Dy. Το στοιχείο αυτό ανήκει στη κατηγορία των σπάνιων γαιών και β ρίσκεται στο υπέδαφος με την Κίνα να είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός. Ανακαλύφθηκε το 1886 αλλά απομονώθηκε με πολύ δυσκολία το 1906 και η βιομηχανική παρασκευή του ξεκίνησε το Το όνομα του προέρχεται από την ελληνική λέξη «δυσπρόσιτος» που αποδίδει την δυσκολία διαχωρισμού του από τα ορυκτά. Είναι τόσο μαλακό που κόβεται με το μαχαίρι ενώ οξειδώνεται εύκολα και έτσι δεν χρησιμοποιείται όπου μπορεί να μείνει εκτεθειμένο σε δύσκολες συνθήκες.
Το Δυσπρόσιο είναι από τα από τα ακριβότερα μέταλλα λόγω της δυσκολίας εξόρυξης και ένα κιλό στοιχίζει 3600 δολάρια. Η τιμή του εκτοξεύθηκε στα ύψη χάρη στη χρήση του στους κινητήρες των υβριδικών αυτοκινήτων, στις ανεμογεννήτριες και στα φώτα που κάνουν τη νύχτα μέρα. Η μεγάλη αξία του Δυσπροσίου προέρχεται από την ιδιότητα που έχει να διατηρεί τον μαγνητισμό του σε ιδιαίτερα ψηλές θερμκρασίες. Το Δυσπρόσιο χρησιμοποιείται πέρα από την παραγωγή μαγνητών, στους πυρηνικούς αντιδραστήρες, στις λυχνίες υψηλής έντασης καθώς επίσης και για την κατασκευή φακών για γυαλιά ηλίου, επειδή έχει την ιδιότητα να απορροφά τις υπεριώδεις ακτίνες.
Το Τεχνήτιο είναι μέταλλο με ατομικό αριθμό 43 και ατομικό βάρος 98,9062. Έχει θερμοκρασία τήξης 2200±50 °C και θερμοκρασία βρασμού 4877 °C. Η ύπαρξη του προβλέφθηκε το 1871 από τον Ντιμίτρι Μεντελέγεφ αλλά ανακαλύφθηκε το 1937 από τους Carlo Perrier και Emilio Segrè το 1937 Είναι ασημόχρωμο και κηλιδώνεται στον αέρα. Πρόκειται για το ελαφρύτερο στοιχείο του οποίου όλα τα ισότοπα είναι ραδιενεργά. Το Τεχνήτιο είναι ένα από τα τρία τελευταία στοιχεία που ανακαλύφθηκαν, με ατομικό αριθμό μικρότερο του Ουρανίου. Στη φύση το στοιχείο απαντά σε ασήμαντες ποσότητες, δηλαδή γραμμάρια σε ένα τόνο ναστουράνη. Επειδή δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί στην φύση δημιουργήθηκε τεχνητά το 1937 στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ από τους Έμιλ Σέγκρε και Σαρλ Περιέ. Επειδή ήταν το πρώτο στοιχείο που σχηματίστηκε εξ ολοκλήρου εργαστηριακά ονομάστηκε Τεχνήτιο. Το Τεχνήτιο είναι εξαιρετικά ασταθές στοιχείο. Το σταθερότερό του ισότοπο, έχει χρόνο ζωής μόνο χρόνια, που είναι μικρό χρονικό διάστημα σε σύγκρισή με την ηλικία της Γης.
Χρησιμοποιείται κυρίως στην ιατρική, μέσω ραδιενεργών φαρμάκων, για την θεραπεία και διάγνωση πολλών νόσων, για παράδειγμα τον καρκίνο. Μια από τις μορφές του στοιχείου, το ισομερές τεχνήτιο-99m, έχει ημιζωή μόλις 6 ωρών _ αρκετά μεγάλη ώστε να μπορεί να εγχυθεί σε έναν ασθενή και να φωτίσει το τμήμα του σώματος που ενδιαφέρει τους γιατρούς αλλά και αρκετά σύντομη ώστε να ελαχιστοποιήσει την έκθεση στην ακτινοβολία. Συνολικά περίπου 30 εκατομμύρια ιατρικές εξετάσεις με Τεχνήτιο γίνονται κάθε χρόνο.
Το Ευρώπιο είναι μέταλλο με ατομικό αριθμό 63, ατομικό βάρος 151,96 και χημικό σύμβολο: Eu. Έχει θερμοκρασία τήξης 822 C° και θερμοκρασία βρασμού 1597 C°. Είναι ένα τοξικό και λαμπερό μέταλλο και ανακαλύφθηκε το 1901 από τον Γάλλο χημικό Ζενέ-Ανατόλ Ντεμερσαί. Παρουσιάζεται σε καθαρή κατάσταση από το οξείδιό του (Eu2O3) με διύλιση σε κενό, στους 1.200°C, παρουσία λανθανίου. Είναι μέταλλο σταχτόχρωμο, μαλακό, το οποίο μεταβάλλεται εύκολα με τον υγρό αέρα.
Χρησιμοποιείται στα μελάνια εκτύπωσης των χαρτονομισμάτων των Ευρώ για να αποδεικνύεται η γνησιότητα τους. Το Ευρώπιο όταν φωτιστεί με τις κατάλληλες ακτίνες εκπέμπει πράσινο και μπλε φως. Επίσης το βρίσκουμε στις λάμπες οικονομίας. Χρησιμοποιείται ακόμα και στην κατασκευή ειδικών φακών και σε μερικά κράματα στην ηλεκτρονική. Χάρη στην ισχυρή επιβραδυντική του ικανότητα πάνω στα νετρόνια, εφαρμόζεται και σε μερικούς τύπους ράβδων ελέγχου για πυρηνικούς αντιδραστήρες.
Το χημικό στοιχείο Τέρβιο είναι ένα μέταλλο με ατομικό αριθμό 65 και ατομικό βάρος 158,9254. Έχει θερμοκρασία τήξης 1360 C° και θερμοκρασία βρασμού 3041 C°. Εντοπίστηκε από τον Καρλ Γκούσταφ Μοσάντερ το 1843 υπό την μορφή του οξειδίου του τερβίου. Το ίδιο το στοιχείο τέρβιο απομονώθηκε το 1904 από τον γάλλο χημικό Ζορζ Υρμπέν. Πήρε το όνομα του από το χωρίο Ytterby, λίγο έξω και βόρεια της Στοκχόλμης. Σε καθαρή μορφή το τέρβιο είναι ένα ασημόχρωμο μαλακό μέταλλο που κοστίζει αρκετά, περίπου τέσσερις φορές περισσότερο από τον λευκόχρυσο, διότι η περιεκτικότητά του στα πετρώματα είναι πολύ μικρή. Το Τέρβιο δεν βρίσκεται ποτέ ελέυθερο στην φύση σαν ελέυθερο στοιχείο παρά μόνο στα ορυκτά. Η περιοχή από όπου γίνεται η εξόρυξη και όπου βρίσκεται η μεγαλύτερη ποσότητα από αυτά τα ορυκτά είναι η Κίνα.
Η κύρια χρήση του Τερβίου είναι στα φθορίζοντα τμήματα της οθόνης διαφόρων συσκευών και τα άλατα του χρησιμοποιούνται για ακτίνες λέιζερ. Επίσης χρησιμοποιείται σε ηλεκτρονικά εξαρτήματα και συστήματα ηχοβολισμού (σόναρ). Χρησιμοποιείται ως σταθεροποιητής κρυστάλλων που χρησιμοποιούνται σε κελιά καυσίμων σε υψηλές θερμοκρασίες. Όπως και το Ευρώπιο χρησιμοποιείται για τον έλεγχο των πλαστών χαρτονομισμάτων στο ευρωπαϊκό νόμισμα. Η πρόσπτωση UV φωτός στο χαρτονόμισμα που περιέχει Τέρβιο δίνει πράσινο χρώμα.
Το Ύττριο ανακαλύφθηκε από τον Johan Gadolin στο 1794 στη Φινλανδία. Η καταγωγή του ονόματος προέρχεται από το όνομα του ιδίου χωριού του «Ytterby» κοντά στο Vaxholm της Σουηδίας, όπου ανακαλύφτηκε και το Τέρβιο. Ο Friedrich Wöhler πήρε το μη καθαρό στοιχείο το 1828 από τη μείωση του άνυδρου χλωριούχου (YCl3) με κάλιο. Το Ύττριο δεν βρίσκεται ελεύθερο στην φύση. Βρίσκεται σε μέταλλα στην άμμο και σε άλλα ορυκτά και είναι δύσκολο να διαχωριστεί από άλλα σπάνια στοιχεία της γης.
Το οξείδιο του Υττρίου χρησιμοποιείται για την παραγωγή γρανατών οι οποίοι είναι πολύ αποτελεσματικά φίλτρα μικροκυμάτων. Αυξάνει την δύναμη στα κράματα μετάλλων όπως το χρώμιο, το αλουμίνιο και μαγνήσιο. Ο σίδηρος Υτρίου, αλουμινίου και τα γρανιτικά πετρώματα γαδολινίου έχουν ενδιαφέρουσες μαγνητικές ιδιότητες.
Το Λανθάνιο είναι ένα μέταλλο με ατομικό αριθμό 57 και ατομικό βάρος 138,9055. Έχει θερμοκρασία τήξης 920 C° και θερμοκρασία βρασμού 3469 C°. Το Λανθάνιο ανακαλύφθηκε από τον Carl Gustaf Mosander το 1839 στην Σουηδία. Η καταγωγή του ονόματος προέρχεται από την ελληνική λέξη «λανθάνειν» που σημαίνει κρύβομαι. Ο Carl Gustaf Mosander αναγνώρισε το στοιχείο λανθάνιο σε μη καθαρό νιτρικό Δημήτριο το Η εξαγωγή του είχε ως αποτελέσματα το οξείδιο του λανθανίου La2OH3. Το λανθάνιο δεν βρίσκεται ποτέ στη φύση ως ελεύθερο στοιχείο. Bρίσκεται σε μέταλλα στην άμμο μοναζίτη
Οι ενώσεις που περιέχουν λανθάνιο χρησιμοποιούνται στις εφαρμογές φωτισμού, ειδικά από τη βιομηχανία κινηματογραφικών ταινιών για το φωτισμό και την προβολή σε στούντιο Βελτιώνει την αλκαλική αντίσταση του γυαλιού και χρησιμοποιείται στην κατασκευή των πρόσθετων οπτικών γυαλιών. Επειδή έχει την ιδιότητα να απορροφά μεγάλο όγκο υδρογόνου (μέχρι και 400 φορές μεγαλύτερο από το δικό του όγκο, όταν βρίσκεται υπό σπογγώδη μορφή) απελευθερώνοντας θερμότητα διερευνάτε η χρήση του σε μηχανισμούς εξοικονόμησης ενέργειας.
Το χημικό στοιχείο Δημήτριο είναι μέταλλο με ατομικό αριθμό 58 και ατομικό βάρος 140,12. Έχει θερμοκρασία τήξης 795 C° και θερμοκρασία βρασμού 3257 C°. Το στοιχείο Δημήτριο ανακαλύφθηκε το 1803 από τους Χίζινγκερ και Μπερτζέλιους και από τον Κλάπροτ σε ορυκτό Σουηδικής προέλευσης, το οποίο ονομάστηκε, αργότερα, δημητριίτης. Το Δημήτριο έλαβε το όνομα αυτό προς τιμή της ανακάλυψης του αστεροειδούς "Δήμητρα".
Χρησιμοποιείται ως συστατικό κράματος μετάλλου για την κατασκευή ορυκτών αυτοαναφλέξιμων κραμάτων για τους αναπτήρες, κ.λπ. (Το πυροφόρο κράμα έχει την ιδιότητα όταν προστρίβετε σε χαλύβδινο τροχό με εγκοπές να δημιουργεί σπινθήρες). Το οξείδιο είναι ένα σημαντικό συστατικό των πυρακτωμένων μανδυών αερίου και λειτουργεί ως καταλύτης στους «αυτοκαθαριζόμενους» φούρνους. Σε αυτή την εφαρμογή είναι ενσωματωμένο σε εντοιχισμένους φούρνους, για να αποτρέψει την συγκέντρωση των υπολειμμάτων μαγειρέματος. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή γυαλιού και ως συστατικό στον αποχρωματισμό. Το οξείδιο χρησιμοποιείται ως μέσο γυαλίσματος,μιας και είναι πιο γρήγορο για γυάλισμα επιφανειών γυαλιού. Επίσης χρησιμοποιείται ως καταλύτης στην διάλυση πετρελαίου.
Άντρεα Λοϊζίδου Α’1