Ποιοτικές Μέθοδοι Έρευνας Στη νοολογική ή ερμηνευτική παιδαγωγική και στην ποιοτική κοινωνική έρευνα χρησιμοποιούνται κυρίως η ερμηνευτική και η φαινομενολογική μέθοδος και η σύγκριση, ενώ κεντρικές μέθοδοι θεωρούνται σήμερα, μεταξύ των άλλων, και η έρευνα δράσης, η μελέτη περίπτωσης, η ποιοτική συνέντευξη, η ανάλυση περιεχομένου (ποιοτική ή ανάλυση λόγου), η συμμετοχική παρατήρηση και η βιογραφική μέθοδος. 1
Βασικό πυλώνα της ποιοτικής προσέγγισης, όπως αναφέρθηκε, συνιστά η ερμηνευτική, ως προσπάθεια επιστημονικής ερμηνείας κειμένων, η οποία μπορεί να βρει εφαρμογή σε μια σειρά από επιστημονικά πεδία,από τη νομική, τη φιλολογία και την ιστορία έως τη θεολογία και τη φιλοσοφία. Σύμφωνα με τον Dilthey, η ερμηνευτική αποτελεί την «τέχνη της κατανόησης γραπτών εκφράσεων της ζωής». H ερμηνευτική και η περιγραφική ψυχολογία συγκροτούν τα στηρίγματα των θεωρητικών επιστημών, έχουν, δηλαδή, έναν αντίστοιχο ρόλο με εκείνον των μαθηματικών για τις φυσικές επιστήμες 2
Στόχος του ερευνητή στο πλαίσιο της ερμηνευτικής είναι να «ξεκλειδώσει» τις υποκειμενικές νοηματοδοτήσεις των κειμένων, να ερμηνεύσει το υποκειμενικό τους νόημα. Για να επιτευχθεί αυτό, ο ερευνητής θα πρέπει να εισέλθει στη θέση του αντικειμένου/υποκειμένου έρευνας και να μεταφερθεί κατά το δυνατόν στη συναισθηματική και πνευματική του κατάσταση. 3
Η φαινομενολογία, από την άλλη πλευρά, με φιλοσοφική αφετηρία και προέλευση, έχει ως θεμελιωτή της τον Edmund Husserl και επιδιώκει την εστίαση στα φαινόμενα με την κυριολεκτική έννοια του όρου – σε αυτό που υποπίπτει στις αισθήσεις μας. Κατά τη φαινομενολογική προσέγγιση ο ερευνητής προσπαθεί «να αποστασιοποιηθεί από το αντικείμενο προκειμένου να έλθει σε άμεση επαφή μαζί του, απαλλαγμένος από κάθε προκατάληψη, προγενέστερη γνώση ή εμπειρία», αποφεύγοντας τις υποκειμενικές κρίσεις. 4
Σε αντίθεση με την αντίληψη των υποστηρικτών της ποσοτικής μεθοδολογίας ως προς την προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας στο πλαίσιο των κοινωνικών επιστημών, οι υπέρμαχοι της ποιοτικής μεθοδολογίας θεωρούν ότι τα κοινωνικά φαινόμενα διαφέρουν ως προς τη σύστασή τους από τα φυσικά φαινόμενα και συνεπώς η προσπάθεια για περιγραφή και εξήγηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς θα πρέπει να τεθεί σε διαφορετική βάση και να ακολουθήσει διαφορετική μεθοδολογία. 5
Υπό αυτό το πρίσμα, στην ποιοτική κοινωνική έρευνα μελετώνται καθημερινές καταστάσεις στο φυσικό τους περιβάλλον - γι’ αυτό και η έρευνα τέτοιου είδους ονομάζεται και «νατουραλιστική» – χωρίς να γίνεται κατ’ ανάγκη χρήση αυστηρά δομημένων εργαλείων, όπως στην ποσοτική προσέγγιση. Απορρίπτοντας τον θετικισμό του 19 ου αιώνα (Compte, Mill), τον νεοθετικισμό του Κύκλου της Βιέννης (Schlick, Carnap, Popper) το ντετερμινισμό ως προς την ανθρώπινη φύση και τη νομοθετική μεθοδολογία (διατύπωση νομοτελειακών σχέσεων) 6
Η ποιοτική προσέγγιση επιχειρεί την κατανόηση των υπό μελέτη φαινομένων παραμερίζοντας την έννοια της αντικειμενικότητας και εστιάζοντας στην υποκειμενικότητα. Ζητούμενο, μάλιστα, δεν είναι πια η αποστασιοποίηση του ερευνητή, όπως ισχύει στην ποσοτική προσέγγιση, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις η ταύτισή του με το αντικείμενο (ή καλύτερα «υποκείμενο», με αυτήν την οπτική) έρευνας. Βασική θέση των υποστηρικτών της ποιοτικής μεθοδολογίας είναι ότι ο άνθρωπος ως αντικείμενο έρευνας δεν παρουσιάζει την παθητικότητα ενός φυσικού φαινομένου. 7
Είναι ενεργητικό, δρα αυτόνομα και ανεξάρτητα, και -κυρίως- σκέπτεται. Η έμφαση δίνεται εδώ στην «ερμηνεία», δηλαδή στην κατανόηση της υφής, της λειτουργίας και της σημασίας ενός προβλήματος στην εκπαιδευτική πράξη ή ενός παιδαγωγικού συστήματος ή ενός εκπαιδευτικού θεσμού, γενικά ενός παιδαγωγικού φαινομένου με την ευρεία έννοια του όρου. Στόχος είναι η ένταξη του εξεταζόμενου φαινομένου ή προβλήματος ως μέρους στο σύνολο, στα «συμφραζόμενα». Ο έλεγχος της αμοιβαίας σχέσης τους και ο εντοπισμός της σημασίας του, ενώ δεν επιδιώκεται η γενίκευση των διαπιστώσεων. 8
Η ερευνητική διαδικασία της ποιοτικής έρευνας είναι προσανατολισμένη στην κατανόηση ενός ερευνητικού προβλήματος (και όχι στην εξήγησή του) και βασίζεται στις εμπειρίες των συμμετεχόντων στην έρευνα, καθώς στοχεύει κατά κύριο λόγο στη μελέτη των αναπαραστάσεων και τη διερεύνηση των νοημάτων που τα υποκείμενα της έρευνας αποδίδουν στα προς εξέταση φαινόμενα. 9
Στην ποιοτική έρευνα, τα δεδομένα προκύπτουν συνήθως από κείμενα ή εικόνες και από έναν μικρό αριθμό ατόμων, ενώ η ανάλυσή τους συνίσταται στην ανάλυση κειμένων με περιγραφική και θεματική ανάπτυξη. Η συγκέντρωση των δεδομένων (συχνά προτείνεται να μην χρησιμοποιείται ο όρος, διότι παραπέμπει σε ποσοτική έρευνα) εκλαμβάνεται συχνά ως μια διαδικασία επικοινωνίας ανάμεσα στον ερευνητή και το αντικείμενο/υποκείμενο της έρευνας, διαδικασία στενά συνδεδεμένη με το άτομο του ερευνητή. Συνήθως γίνεται αναφορά στο προς ανάλυση / ερμηνεία υλικό. 10
Η επιλογή της ερευνητικής μεθόδου καθορίζεται από το ποιο είναι το ερευνητικό ερώτημα και το αντικείμενο της έρευνας. Επειδή, όμως, σήμερα τα ερευνητικά ερωτήματα είναι ιδιαίτερα πολυσύνθετα, απαιτούνται και σύνθετες μέθοδοι για την προσπάθεια απάντησής τους. Γι’ αυτό και προτείνεται από αρκετούς ερευνητές ο συνδυασμός των δύο προσεγγίσεων («μεικτές μέθοδοι») για αποτελεσματική ανταπόκριση στα ερευνητικά ερωτήματα. Υπόμνηση: η χρήση της ερμηνευτικής μεθόδου συνδυάζεται με την ποσοτική έρευνα, εφόσον ενυπάρχει τόσο στη διατύπωση υποθέσεων όσο και στην ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων. 11
Βασικά χαρακτηριστικά της ποιοτικής προσέγγισης Φιλοσοφικές παραδοχές: Ιδεαλισμός (η πραγματικότητα είναι προϊόν ατομικής γνωστικής διαδικασίας). Υποκειμενικότητα, τα φαινόμενα δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από τον ερευνητή Ιδεογραφική προσέγγιση Μεθοδολογικά χαρακτηριστικά: Ερευνητικά ερωτήματα (για λεπτομερή κατανόηση του φαινομένου) 12
Επαγωγικός τρόπος έρευνας Σε βάθος κατανόηση του ερευνητικού προβλήματος και του κοινωνικού του πλαισίου, ένταξη του προβλήματος στα κοινωνικά του συμφραζόμενα Βάση αποτελούν οι εμπειρίες των συμμετεχόντων, οι οποίες ερμηνεύονται Υλικό της έρευνας Τα «δεδομένα» προκύπτουν από κείμενα/εικόνες και από μικρό αριθμό ατόμων Το ερευνητικό εργαλείο μπορεί να μεταβάλλεται και να αναπροσαρμόζεται κατά τη διάρκεια της έρευνας, δυνατότητα για αποφάσεις και κατά τη διάρκεια της έρευνας, ευελιξία στο σχεδιασμό 13
Ερμηνεία, ανάλυση κειμένων (κυρίως) με περιγραφικό τρόπο Ο ερευνητής εμπλέκεται σε μεγάλο βαθμό στην έρευνα, αλληλεπίδραση με τους συμμετέχοντες στην έρευνα Διαπιστώσεις (μη γενικεύσιμες) Δεν απασχολούν οι έννοιες της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας 14
Θα πρέπει να γίνει μια διάκριση ανάμεσα στη μελέτη/έρευνα του πραγματικού κόσμου που αφορά τα ανθρώπινα συστήματα (υποκείμενα/άτομα) και σε εκείνη που αφορά τη μελέτη προϊόντων της ανθρώπινης νόησης (γραπτών κειμένων, έργων τέχνης κ.λπ.). Οι ποιοτικές μεθοδολογίες και οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις είναι περισσότερο συναφείς και εφαρμόσιμες στη δεύτερη περίπτωση, ενώ για την πρώτη περίπτωση είναι αποτελεσματικές σε διερευνητικές προσπάθειες, οι οποίες λογικά θα πρέπει να προηγούνται των ποσοτικών ερευνών. 15
Τα τελευταία χρόνια έχει εμφανισθεί στον αντίποδα και των δύο προσεγγίσεων μια τρίτη προοπτική, με βάση την θεωρία μη-γραμμικών δυναμικών συστημάτων (Nonlinear Dynamics) και τη θεωρία πολυπλοκότητας (Complexity Theory), η οποία αναφέρεται ως το μη-γραμμικό παράδειγμα. Εφαρμογές στο νέο παράδειγμα έχουν γίνει σε πολλά ερευνητικά πεδία των επιστημών της συμπεριφοράς, στην αναπτυξιακή ψυχολογία και στην εκπαιδευτική έρευνα. Επιπλέον, ενδιαφέρουσες εφαρμογές αναφέρονται και στο πεδίο της γλωσσολογίας. 16