ΤΟΚΟΦΟΡΙΑ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΟΤΑ
Είδη τόκων 1.Σε δικαιοπρακτικούς τόκους, όταν η υποχρέωση προς παροχή τόκων απορρέει από δικαιοπραξία (άρθρο 293 § 1 A.K.) 2.Σε νόμιμους τόκους, όταν η υποχρέωση προς παροχή τόκων δεν οφείλεται δυνάμει δικαιοπραξίας (π.χ. εκ συμβάσεως), αλλά απευθείας από το νόμο (άρθρο 293 § 2 A.K.)
Είδη τόκων Οι νόμιμοι τόκοι (άρθρο 293 § 2 A.K.) διακρίνονται σε: τόκους υπερημερίας νόμιμους τόκους υπό στενή έννοια
i. Tόκοι υπερημερίας Oι τόκοι αυτοί οφείλονται μόνο επί χρηματικού χρέους και προϋποθέτουν: Έγκυρη και αγώγιμη ενοχή ληξιπρόθεσμο χρέος υπερημερία του οφειλέτη χρηματικού χρέους, δηλαδή, υπαιτιότητα αυτού, για τη μη έγκαιρη καταβολή του χρέους στον δανειστή όχληση του οφειλέτη εκ μέρους του δανειστή, δηλαδή, πρόσκληση εκ μέρους του δανειστή, για να του καταβληθεί το χρέος εκ μέρους του οφειλέτη πταίσμα του οφειλέτη, δηλαδή, ευθύνη αυτού, για την καθυστέρηση, εκ μέρους του, της εξόφλησης του χρέους Είδη τόκων
ii. Nόμιμοι τόκοι υπό στενή έννοια Oι τόκοι αυτοί οφείλονται από τον οφειλέτη αυτοδικαίως δυνάμει ειδικής διάταξης του νόμου, χωρίς όχληση ή πταίσμα του οφειλέτη, αρκούσης μόνο της υπερημερίας αυτού. Eπί των εν λόγω τόκων δεν απαιτείται απόδειξη, ότι ζημιώθηκε ο δανειστής, και κατά τούτο διαφέρει η οφειλή εκ νομίμου τόκου υπό στενή έννοια από την αποζημίωση. Είδη τόκων
Περιπτώσεις οφειλής νόμιμων τόκων υπό στενή έννοια Περιπτώσεις οφειλής νόμιμων τόκων υπό στενή έννοια που προβλέπονται από ειδική διάταξη του νόμου είναι οι εξής: Eπί πωλήσεως αγαθών, ο αγοραστής, εφόσον δεν πιστώθηκε το τίμημα, οφείλει επ' αυτού (νόμιμους) τόκους από τη στιγμή, που θα παραλάβει το πράγμα (άρθρο 529 A.K.)άρθρο 529 A.K Eπί μισθώσεως έργου (παροχής υπηρεσιών), ο εργοδότης οφείλει (νόμιμο) τόκο επί της αμοιβής του εργολάβου από την παράδοση του έργου (άρθρο 694 § 1 A.K.)άρθρο 694 § 1 A.K. Eπί εντολής, ο εντολοδόχος, εάν χρησιμοποίησε, για τον εαυτό του, χρήματα του εντολέα, οφείλει (νόμιμο) τόκο επ' αυτών από της χρησιμοποίησής τους (άρθρο 720 A.K.)άρθρο 720 A.K. Eπί εμπορικών απαιτήσεων μεταξύ εμπόρων οφείλονται (νόμιμοι) τόκοι από τη στιγμή που καταστεί απαιτητό το χρέος (Eισ.N. 111) Είδη τόκων
Το ποσοστό του νόμιμου τόκου ή του τόκου υπερημερίας προσδιορίζεται όπως ορίζει ο νόμος. (άρθρο 293 ΑΚ)άρθρο 293 ΑΚ Ο νόμιμος τόκος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής των Ο.Τ.Α. ανέρχεται στο ποσοστό που ορίζεται για τις αντίστοιχες οφειλές του Δημοσίου. (παρ.3 άρθρο 276 Ν.3463/2006)παρ.3 άρθρο 276 Ν.3463/2006 Σύμφωνα με το άρθρο 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου (κ.δ. της 26-6/ , Α΄ 139), «Ο νόμιμος και ο της υπερημερίας τόκος πάσης του Δημοσίου οφειλής, ορίζεται εις 6% ετησίως, πλην εάν άλλως ωρίσθη δια συμβάσεως ή ειδικού νόμου. Ο ειρημένος τόκος άρχεται από της επιδόσεως της αγωγής».άρθρο 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου (κ.δ. της 26-6/ , Α΄ 139) Ποσοστό τόκων
Όροι σύμβασης για τόκους υπερημερίας πέραν του 6% Ο όρος σύμβασης για καταβολή τόκου υπερημερίας από συμβαλλόμενο ΟΤΑ σε ανάδοχο σε περίπτωση υπαίτιας καθυστέρησης της οφειλούμενης αμοιβής του δεν είναι νόμιμος και ως εκ τούτου δεν απορρέουν από αυτόν έννομες συνέπειες. (ΓνΝΣΚ 329/1997 Τμ. Α')ΓνΝΣΚ 329/1997 Τμ. Α' Δαπάνες μη νόμιμες, διότι οι τόκοι υπολογίστηκαν με επιτόκιο 10%, αντί του νομίμου 6%, (Ελ.Συν. Πράξη VII Τμήματος 371/2009) Ελ.Συν. Πράξη VII Τμήματος 371/2009 Η διάταξη της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 εφαρμόζεται επί συμβάσεων δημοσίων έργων και όχι επί συμβάσεων προμηθειών (ΣτΕ 1288/2013)παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 ΣτΕ 1288/2013 Ποσοστό τόκων
Το επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου: Α. ΣτΕ Αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. (ΣτΕ 1663/2009 Ολομέλεια, ΣτΕ 802/2007 Τμ.Α', ΣτΕ 3651/2002 Τμ. Α').ΣτΕ 1663/2009 ΟλομέλειαΣτΕ 802/2007 Τμ.Α'ΣτΕ 3651/2002 Τμ. Α' Β. Άρειος Πάγος Δεν παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας (804/2002 απόφαση του Ζ' Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου) 804/2002 απόφαση του Ζ' Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου) Με την υπ'αριθ. 3/2006 απόφαση της Ολομέλειάς του Αρείου Πάγου, έκρινε ότι η ρύθμιση του άρθρου 7 παρ. 2ΝΔ496/1974,εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση και διάκριση υπέρ των προσώπων αυτών και κρίνεται συνταγματική. υπ'αριθ. 3/2006 απόφαση της Ολομέλειάς του Γ. Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο Τελικώς, με την απόφαση 25/2012 του ΑΕΔ κρίθηκε ότι η ανωτέρω διάταξη δε βρίσκεται σε αντίθεση προς τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις.απόφαση 25/2012 του ΑΕΔ Συνταγματικότητα άρθρου 21 Κώδικα Νόμων περί δικών Δημοσίου
Υπάρχει διχασμός ανάμεσα στις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου σχετικά με το αν δημιουργείται υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί αναγνωριστικής ή καταψηφιστικής αγωγής. Καταψηφιστική είναι η αγωγή, με την οποία ο ενάγων ζητά να καταδικαστεί ο εναγόμενος σε πράξη ή παράλειψη Αναγνωριστική είναι η αγωγή, με την οποία ο ενάγων ζητά από το δικαστήριο να διαπιστώσει την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσης ή ενός δικαιώματος Έναρξη τοκογονίας
Συμβούλιο της Επικράτειας Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικράτειας έκρινε ως προς την έναρξη της τοκογονίας αρκεί η γένεση της επιδικίας. Δεν συνδέει την έννομη συνέπεια της τοκογονίας λόγω επιδικίας προς το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής αλλά μόνον προς τη γένεση της επιδικίας. Αναγνωρίζει και την περίπτωση της αναγνωριστικής αγωγής για την έναρξη της τοκογονίας. Έναρξη τοκογονίας
Ολομέλεια του Αρείου Πάγου Ως «αγωγή» νοείται εν προκειμένω η καταψηφιστική αγωγή, η επίδοση της οποίας επιφέρει έναρξη τοκοφορίας. Η επίδοση καταψηφιστικής αγωγής, της οποίας το αίτημα περιορίστηκε εν συνεχεία σε απλώς αναγνωριστικό, δεν αρκεί για να γεννηθεί η υποχρέωση του Δημοσίου προς τοκοδοσία κατά το άρθρο 346 Α.Κ. Έναρξη τοκογονίας
Ελεγκτικό Συνέδριο Με την 108/2009 Πράξη VII Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου έγινε δεκτό ότι δεν είναι νόμιμη η καταβολή τόκων υπερημερίας, λόγω μη έγκαιρης καταβολής στον δικαιούχο του τιμήματος από την πώληση ακινήτου ιδιοκτησίας του, σύμφωνα με ρητό όρο του συμβολαιογραφικού εγγράφου μεταβίβασης, διότι δεν έχει επιδοθεί προς το Δήμο σχετική αγωγή, προκειμένου να καταστεί υπερήμερος108/2009 Πράξη VII Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Η υποχρέωση δε του Δήμου για την καταβολή τόκων υπερημερίας αρχίζει από την επομένη της παραλαβής από την αρμόδια Επιτροπή των υπό προμήθεια κάδων και σε κάθε περίπτωση από την παρέλευση χρονικού διαστήματος δύο μηνών από την υποβολή του τιμολογίου για εξόφληση και λήγει την προτεραία της ημερομηνίας εξόφλησης του τιμολογίου αυτού. (Ελ. Συν. Πράξη 270/2011 Τμ. 7) Ελ. Συν. Πράξη 270/2011 Τμ. 7 Έναρξη τοκογονίας
Ελεγκτικό Συνέδριο Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 21 του Διατάγματος της 26 Ιουν./10 Ιουλ μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρέωσης του Δημοσίου προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση σ’ αυτό αντιγράφου της αγωγής, βάσει της οποίας επιδικάστηκε τελικά η σχετική οφειλή σε βάρος του. Νόμιμη η θέσπιση επιτοκίου 6% για τις οφειλές του Δημοσίου. (Ελ.Συν. Ολομ. 2333/2013)Ελ.Συν. Ολομ. 2333/2013 Έναρξη τοκογονίας
Καταργήθηκε το π.δ. 166/2003 (Α' 138) με την υποπαρ.Ζ.14 του Ν. 4152/13 (ΦΕΚ 107/ τεύχος Α') από την έναρξη ισχύος του ν.4152/13.π.δ. 166/2003 (Α' 138)υποπαρ.Ζ.14 του Ν. 4152/13 (ΦΕΚ 107/ τεύχος Α') Οι διατάξεις του όμως παραμένουν ισχυρές για τις συμβάσεις που υπογράφηκαν κατά τη διάρκεια ισχύος του. Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου Z αρχίζει από 16 Μαρτίου Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Βασικοί Ορισμοί 1) «Εμπορική συναλλαγή»: κάθε συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής. 2) «Δημόσια αρχή»: κάθε αναθέτουσα αρχή, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α' του π.δ. 59/2007 (Α' 63/ άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α' της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) και του άρθρου 2 παράγραφος 9 του π.δ. 60/2007 (Α' 64/ άρθρο 1 παράγραφος 9 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ), ανεξαρτήτως του αντικειμένου ή της αξίας της σύμβασης.άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α' του π.δ. 59/2007 (Α' 63/ άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α' της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)άρθρου 2 παράγραφος 9 του π.δ. 60/2007 (Α' 64/ άρθρο 1 παράγραφος 9 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ) 3) «Καθυστέρηση πληρωμής»: η μη πραγματοποίηση πληρωμής εντός της συμβατικής ή της νόμιμης προθεσμίας. 4) «Τόκος υπερημερίας»: ο νόμιμος τόκος υπερημερίας ή ο τόκος με επιτόκιο που έχει συμφωνηθεί μεταξύ επιχειρήσεων, υπό τους όρους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο Ζ.8. Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Βασικοί Ορισμοί 5) «Νόμιμος τόκος υπερημερίας»: ο απλός τόκος για την καθυστερημένη πληρωμή σε επιτόκιο το οποίο είναι ίσο προς το σύνολο του επιτοκίου αναφοράς συν οκτώ επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες. 6) «Επιτόκιο αναφοράς»: το επιτόκιο που ορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις πλέον πρόσφατες βασικές της πράξεις αναχρηματοδότησης. 7) «Οφειλόμενο ποσό»: το κυρίως ποσό που θα έπρεπε να έχει καταβληθεί μέσα στη συμβατική ή τη νόμιμη προθεσμία πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των επιβαλλόμενων φόρων, δασμών, τελών ή επιβαρύνσεων που καθορίζονται στο τιμολόγιο ή σε άλλο ισοδύναμο για την πληρωμή έγγραφο. Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Πότε επιβάλλονται οι τό κ οι υπερημερίας Κατά τις εμπορικές συναλλαγές στις οποίες ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, ο δανειστής δικαιούται, κατά την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζουν οι περιπτώσεις 3, 4 ή 6, νόμιμο τόκο υπερημερίας, χωρίς να απαιτείται όχληση, εφόσον έχει εκπληρώσει τις συμβατικές και νομικές του υποχρεώσεις και δεν έχει λάβει το οφειλόμενο ποσό εμπρόθεσμα, εκτός εάν ο οφειλέτης δεν ευθύνεται για την καθυστέρηση. Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Επιτόκιο αναφοράς Επιτόκιο αναφοράς για το πρώτο εξάμηνο του σχετικού έτους είναι το επιτόκιο που ίσχυε την 1η Ιανουαρίου του εν λόγω έτους και για το δεύτερο εξάμηνο του σχετικού έτους, το επιτόκιο που ίσχυε την 1η Ιουλίου του εν λόγω έτους. spx Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Προθεσμίες πληρωμής Στις εμπορικές συναλλαγές, στις οποίες ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, η προθεσμία πληρωμής δεν υπερβαίνει κανένα από τα ακόλουθα όρια: α) τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής από τον οφειλέτη του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου. β) εφόσον η ημερομηνία παραλαβής του τιμολογίου ή ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου δεν είναι βέβαιη, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή παροχής των υπηρεσιών. γ) εφόσον ο οφειλέτης παραλάβει το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο πριν από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών. δ) εφόσον προβλέπεται από το νόμο ή τη σύμβαση διαδικασία αποδοχής ή επαλήθευσης,τριάντα(30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία αυτή Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Εξαιρέσεις από την προθεσμία των τριάντα ημερών Οι προθεσμίες της περίπτωσης 3 υποπερίπτωση α' της παρούσας υποπαραγράφου ορίζονται σε εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες, για: α) κάθε δημόσια αρχή που ασκεί οικονομική δραστηριότητα βιομηχανικής ή εμπορικής φύσης, με την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά, και η οποία υπόκειται, ως δημόσια επιχείρηση. β) Νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1Β του ν. 2362/1995 (Α'247), που προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3871/2010 (Α'141), όπως ισχύει, που παρέχουν υγειονομική μέριμνα και είναι κατάλληλα αναγνωρισμένα για το σκοπό αυτόν, καθώς και ο ΕΟΠΥΥ (άρθρο 18 του ν. 3918/2011). Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Διαφορετικές ρυθμίσεις στις συμβάσεις Η προθεσμία πληρωμής που ορίζεται στη σύμβαση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από τα χρονικά όρια που προβλέπονται στην περίπτωση 3, εκτός εάν ρητά συμφωνήθηκε διαφορετικά στο κείμενο της σύμβασης και με την προϋπόθεση ότι τούτο δικαιολογείται αντικειμενικά από την ιδιαίτερη φύση ή τα χαρακτηριστικά της σύμβασης. Σε κάθε περίπτωση η προθεσμία δεν υπερβαίνει τις εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες. Η ημερομηνία παραλαβής του τιμολογίου δεν αποτελεί αντικείμενο συμβατικής συμφωνίας μεταξύ του οφειλέτη και του δανειστή. (υποπαρ.Ζ.5τουΝ.4152/13)υποπαρ.Ζ.5τουΝ.4152/13 Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Χρονοδιάγραμμα πληρωμής (δόσεις) Οι συμβαλλόμενοι μπορούν να συμφωνούν, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας, χρονοδιάγραμμα πληρωμής με το οποίο θα προβλέπεται η καταβολή του οφειλόμενου ποσού σε δόσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, εάν οποιαδήποτε από τις δόσεις δεν καταβληθεί έως τη συμφωνημένη ημερομηνία, ο τόκος και η αποζημίωση που προβλέπονται από την παρούσα παράγραφο Ζ' υπολογίζονται με αποκλειστική βάση τα ληξιπρόθεσμα ποσά. (υποπαρ.Ζ.6 του Ν.4152/2013)υποπαρ.Ζ.6 του Ν.4152/2013 Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης Ο δανειστής δικαιούται να λάβει ως αποζημίωση από τον οφειλέτη το κατ' αποκοπήν ποσό των σαράντα (40) ευρώ Το ποσό είναι απαιτητό χωρίς να απαιτείται όχληση και καταβάλλεται ως αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης του δανειστή Ο δανειστής δικαιούται, επιπλέον να ζητήσει από τον οφειλέτη και άλλα έξοδα είσπραξης όπως η δαπάνη για την αμοιβή πληρεξουσίου δικηγόρου ή οργανισμού είσπραξης οφειλών (υποπαρ.Ζ.7 του Ν.4152/2013)υποπαρ.Ζ.7 του Ν.4152/2013 Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Καταχρηστικοί όροι συμβάσεων και πρακτικές Συμβατικός όρος ή πρακτική που αφορά την ημερομηνία ή την προθεσμία πληρωμής, το επιτόκιο για την καθυστέρηση της πληρωμής ή την αποζημίωση για τα έξοδα είσπραξης, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα στην περίπτωση που έχει κατάφωρα καταχρηστικό χαρακτήρα για τον πιστωτή. Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές
Ευνοϊκότερες ή άλλες ρυθμίσεις Σε περιπτώσεις που οι κείμενες διατάξεις είναι, σε σύγκριση με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, ευνοϊκότερες για τον δανειστή, εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις (υποπαρ. Ζ.12 του Ν.4152/2013)υποπαρ. Ζ.12 του Ν.4152/2013 Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και επί δημοσίων έργων (παρ. 11 του προοιμίου της ανωτέρω οδηγίας) τροποποιούμενων εμμέσως σχετικά των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας [(ν. 3669/2008) Α.110] Οι διατάξεις του π.δ/τος 166/2003 παραμένουν ισχυρές για τις συμβάσεις που υπογράφηκαν κατά τη διάρκεια ισχύος του (υποπαρ. Ζ15) Καταπολέμηση καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές