Η εποχή του Swing Η Jazz γινεται ο θεμέλιος λίθος της Pop κουλτούρας Από το1935 και μέχρι το1946, η jazz, η το swing όπως επικράτησε να ονομάζεται, ήταν πιο δημοφιλές από οποιοδήποτε άλλο στιλ στην ιστορία της και επηρέασε τη μόδα και τον ρουχισμό τον χορό, ακόμη και τον τρόπο ομιλίας.
Η Jazz μεταξύ Βοήθησε την Αμερική να βγει από την Οικονομική Κρίση και να αντέξει στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο Βοήθησε τη μουσική βιομηχανία να ξανασταθεί στα πόδια της. Γέμισε τις αίθουσες χορού με νεαρούς χορευτές. Η Jazz απέκτησε τεράστιο ακροατήριο για πρώτη φορά στην ιστορία Οι μαέστροι των ορχηστρών Jazz έγιναν διασημότητες. Περιοδικά όπως το Downbeat και το Metronome ακολουθούσαν κάθε τους κίνηση. Ορχήστρες όπως των Benny Goodman, Duke Ellington, και του Count Basie ήταν από τις πιο διάσημες της εποχής. Από την εποχή αυτή ξεπήδησαν πολλοί διάσημοι σολίστες και τραγουδιστές.
Η Swing Μπάντα Η Jazz έγινε ένα εμπορικό προιόν του οποίου η προώθηση στους καταναλωτές δεν διέφερε από ένα ανψυκτικό η ένα σαπούνι. Οι μουσικοί στις Swing μπάντες έπρεπε να εμφανίζονται με τέλειο ντύσιμο ίδια κοστούμια και παπούτσια. Σχεδόν όλες οι μπάντες είχαν τον ίδιο ακριβώς αριθμό μουσικών: 4 τρομπέτες και 4 τρομπόνια, 5 σαξόφωνα (κλαρινέτα) και ένα ρυθμικό τμήμα από 4 μουσικούς (πιάνο, κοντραμπάσο, κιθάρα και ντραμς) Το ρεπερτόριο αποτελούνταν από ένα μίγμα χορευτικών και γρήγορων κομματιών με μπαλάντες, μερικές συνθέσεις ειδικά γραμμένες για την ορχήστρα, καθώς και από κομμάτια boogie woogie. Μερικές μπάντες προέβαλαν τη γυναικεία παρουσία στο πρόσωπο μιας τραγουδίστριας η οποία έπρεπε να είναι και όμορφη. Η έμφαση της μουσικής ήταν στο χορό και στη διασκέδαση του ακροατηρίου.
Big Band Διαφορές με την “πρώϊμη” Jazz: Μεγάλο μέγεθος ορχηστρών Εκτενής χρήση ενορχηστρώσεων Αίσθηση Swing και χρήση του Hi-Hat Αποφυγή συλλογικού αυτοσχεδιασμού Χρήση κοντραμπάσου και κιθάρας αντί τούμπας και μπάντζο Το Σαξόφωνο γίνεται κυρίαρχο όργανο
Υπόδειγμα Ενορχήστρωσης
Benny Goodman Ήδη στα 16 του χρόνια αποτελούσε μέλος ενός από τα κορυφαία συγκροτήματα του Σικάγο της εποχής εκείνης, την Ορχήστρα του Μπεν Πόλακ. Σε ηλικία 20 ετών παρουσιάζει και την πρώτη επώνυμη δισκογραφική του δουλειά. Mαζί με άλλους μουσικούς που συμμερίζονταν το πάθος του για την Τζαζ, το 1934 πληροφορούμενος ότι το κανάλι NBC αναζητά μουσικούς για την εκπομπή του Σαββατόβραδου, Let’s Dance οι οποίοι θα έπρεπε να εναλλάσσουν το «γλυκό», το «λάτιν» και το «hot» αποφασίζει να παρέμβει ενορχηστρωτικά στο στυλ του συγκροτήματός του. Το αποτέλεσμα μπορεί να περιγραφεί μόνο με μία λέξη: Σουίνγκ.
Benny Goodman Μετά από έξι μήνες παρουσίας στο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο NBC το συγκρότημα του Goodman μπορούσε πια να δώσει συναυλίες σε ολόκληρη τη χώρα, ωστόσο οι περιοδείες αρχικά δεν έτυχαν επιτυχίας λόγω έλλειψης συντονισμού. Παρόλα αυτά το νέο χορευτικό μουσικό είδος βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα κατακτώντας σταδιακά ολόκληρο σχεδόν το αμερικανικό κοινό που λάτρευε τον σπουδαίο κλαρινετίστα. O Goodman ήταν ο εμπνευστής διάφορων νέων ρευμάτων στη μουσική βιομηχανία. Ήταν ο πρώτος αρχηγός ορχήστρας που δημιούργησε ένα σχήμα μέσα σε αυτή. Το Goodman trio με τον πιανίστα Teddy Wilson και τον βιμπραφωνίστα Lionel Hampton. Όταν ο τελευταίος αποχώρησε από το γκρουπ ήρθαν ο εξαιρετικός κιθαρίστας Charlie Christian και ο μοναδικός τρομπετίστας Cootie Williams. Άλλα διάσημα, πρώτου μεγέθους αστέρια που έπαιξαν στην ορχήστρα του Βenny Goodman ήταν ο ντράμμερ Gene Krupa, ο περίφημος τρομπετίστας Ηarry James, ο αειθαλής πιανίστας Teddy Wilson και ο μουσικός που εισήγαγε το βιμπράφωνο στην τζαζ και αργότερα είχε και δική του ορχήστρα, ο Lionel Hampton. Επίσης και η τραγουδίστρια της τζαζ Billie Holiday. Ο Μπένι Γκούντμαν πέρασε στην ιστορία ως “Βασιλιάς της Swing” διαδίδοντας τη μουσική του σε όλο τον κόσμο με τεράστια επιτυχία. Το 1962 στο πλαίσιο πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ ΕΣΣΔ-ΗΠΑ, περιόδευσε στη Σοβιετική Ένωση για έξι εβδομάδες ενώ το 1976 έδωσε συναυλίες σε Βαρσοβία, Πράγα και Βουδαπέστη. Σημαντικός ήταν επίσης ο ρόλος του στην ανάδειξη σπουδαίων μουσικών ενώ η εξάπλωση του Σουίνγκ οφείλεται κυρίως σε αυτόν. Μπορεί επίσης να θεωρηθεί και ως ένα σύμβολο κατά των φυλετικών διακρίσεων γιατί οι ορχήστρες του ήταν μεικτές.
Duke Ellington Ο Ellington γεννήθηκε το 1899 στην Ουάσινγκτον. O πατέρας του εργαζόταν ως σερβιτόρος στον Λευκό Οίκο. Στα τέλη του 1917, σχημάτισε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα, The Duke's Serenaders, με το οποίο πραγματοποίησε εμφανίσεις σε μουσικά κέντρα και σε κοινωνικές εκδηλώσεις. Το Σεπτέμβριο του 1923, εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νέα Υόρκη, μαζί με το πενταμελές συγκρότημα The Washingtonians που είχε νωρίτερα σχηματίσει. Το συγκρότημα πραγματοποίησε εμφανίσεις σε διάφορα μουσικά κέντρα, πριν αποτελέσει την μόνιμη ορχήστρα του γνωστού Cotton Club, γεγονός που ενίσχυσε σημαντικά τη φήμη του Ellington.
Duke Ellington Tο καλοκαίρι του 1933, περιόδευσε με την ορχήστρα του, για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Πραγματοποίησε συναυλίες, αρχικά στη Βρετανία και αργότερα στην Ολλανδία και τη Γαλλία. Οι αρχές της δεκαετίας του 1940, θεωρούνται ως η περίοδος της δημιουργικής ακμής του Ellington, κυρίως διότι συνοδεύτηκαν από ορισμένες εκ των καλύτερων μουσικών συνθέσεών του. Σε αυτό συνέβαλαν και σημαντικοί νέοι μουσικοί που πλαισίωσαν την ορχήστρα του, όπως ο Τζίμι Μπλάντον (κοντραμπάσο), ο Μπεν Γουέμπστερ (τενόρο σαξόφωνο) ή ο Ρεξ Στιούαρτ (κόρνο), καθώς και η συνεργασία του με τον συνθέτη, πιανίστα και ενορχηστρωτή Μπίλλυ Στρέιχορν. Μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου, η εμπορική απήχηση του Έλινγκτον γνώρισε κάμψη, γεγονός που συνδυάστηκε με το τέλος της εποχής του σουίνγκ και τη στροφή σε άλλα είδη, όπως το μπίμποπ. Ο Έλινγκτον όμως κατάφερε να συντηρεί την ορχήστρα του, και να περιοδεύει. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, ο Έλινγκτον παρέμεινε μουσικά ενεργός. Το 1962, ξεχώρισαν οι συνεργασίες του με τον Τζον Κολτρέιν, τον Τσαρλς Μίνγκους καθώς και με τον Κόλμαν Χόκινς, με τους οποίους συμμετείχε σε ηχογραφήσεις. Το 1963 περιόδευσε στην Μέση Ανατολή, τον επόμενο χρόνο στην Ιαπωνία, ενώ το 1968 και το 1971 έδωσε συναυλίες στη Λατινική Αμερική και τη Σοβιετική Ένωση αντίστοιχα. Στα τελευταία χρόνια της καριέρας του, σημαντική εξέλιξη στο μουσικό του ύφος, αποτέλεσε η προσπάθειά του να ενσωματώσει στοιχεία της θρησκευτικής λειτουργίας στη τζαζ. Στα πλαίσια αυτού του εγχειρήματος, πραγματοποίησε τρεις συναυλίες (Sacred Concerts), που έλαβαν χώρα σε διαφορετικές εκκλησίες και καθεδρικούς ναούς, με συνοδεία χορωδίας και χορευτών. Ο Ellington έγραψε περισσότερες από συνθέσεις και μια σπουδαία αρετή του ήταν να αντιλαμβάνεται και να εκμεταλλεύεται καλά τις ικανότητες των συνεργατών του.
Count Basie Γεννήθηκε στο New Jersey και έμαθε να παίζει πιάνο από τον Fats Waller. Δούλεψε στη μουσική βιομηχανία παίζοντας όργανο σε θέατρα και πιάνο σε διάφορες θεατρικές παραστάσεις. Το 1925 έμενε για λίγο καιρό στο Kansas City όπου και συνάντησε τον Jimmy Rushing. Αφού δούλεψε σε διάφορες άλλες ορχήστρες το 1929 έγινε μέλος της ορχήστρας του Bennie Moten. Όταν ο Moten πέθανε, ο Basie δημιούργησε τη δική του ορχήστρα έχοντας συγχρόνως τελειοποιήσει το προσωπικό του στιλ με χαρακτηριστικά την οικονομία στο παίξιμο και την ελάχιστη έμφαση στο αριστερό χέρι και έχοντας έτσι θέσει τις βάσεις για το σύγχρονο Jazz πιάνο.
The All American Rhythm Section The “All-American Rhythm Section” όπως ονομάζονταν, ήταν το πρώτο μοντέρνο rhythm section στην ιστορία της Jazz. Αυτό βοήθησε την ορχήστρα του Basie να χτίσει τη φήμη ότι μπορούσε να «σουινγκάρει» καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη. Count Basie Piano Walter Page Bass Jo Jones Drums Freddie Green Guitar Ο Basie μαζί με τον μπασσίστα Walter Page και τον ντράμερ Jo Jones άλλαξαν για πάντα το ύφος στη jazz συνοδεία, εγκαταλείποντας την έμφαση σε κάθε παλμό με το μπάσο τύμπανο και εγκαινιάζοντας ένα πιο ελαφρύ παίξιμο στο Hi-Hat και το πιατίνι το οποίο σε συνδυασμό με το λιγοστό παίξιμο του Basie στο πιάνο, δημιούργησε τη σύγχρονη αντίληψη για το ρυθμό στη Jazz. To 1937 με την έλευση του κιθαρίστα Freddie Green καθιερώθηκε ο κλασσικός ήχος της ορχήστρας του Basie. Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ήχου της ορχήστρας του Basie, απετέλεσε η ιδιοφυία του τενόρου σαξοφωνίστα Lester Young ο οποίος σημάδεψε με την προσωπικότητα του τις επερχόμενες γενεές σαξοφωνιστών.
Άλλοι σημαντικοί ηγέτες ορχηστρών της εποχής του Swing Chick Webb – πολύ σημαντικός ντράμερ και ο άνθρωπος που ανέδειξε την Ella Fitzgerald. Jimmie Lunceford – με πανεπιστημιακή μουσική παιδεία και αρκετό show στις εμφανίσεις του. Cab Calloway – πολύ καλός τραγουδιστής με μεγαλύτερη επιτυχία το “Minnie the Moocher.” Artie Shaw - με μεγαλύτερη επιτυχία το “Begin the Beguine” Charlie Barnet – επονομαζόμενος και “White Ellington.” Ήταν ένας από τους πρώτους λευκούς που έπαιξαν με τη μπάντα τους στο Apollo Theatre (Harlem) και ένας από τους πρώτους που προσέλαβε λευκούς μουσικούς. Οι αδερφοί Tommy Dorsey and Jimmy Dorsey. Ο Glenn Miller, o οποίος χάθηκε στις 15/12/1944 με το αεροπλάνο που τον μετέφερε από Λονδίνο στο Παρίσι, πάνω από τη Μάγχη. Σημαντικοί Σολίστες &Τραγουδιστές Coleman Hawkins και Lester YoungRoy Eldridge Roy Eldridge και Django Reinhardt Billie Holiday Ella Fitzgerald Sarah Vaughn Hawkins and Lester Young