Μαριέττα Μαρία
Η λέξη Ακρόπολη προέρχεται από το συνδυασμό των λέξεων άκρος και πόλις και κυριολεκτικά σημαίνει πόλη στην άκρη (ή σε ακρότατο). Για αμυντικούς σκοπούς, οι οικιστές επέλεγαν ένα υπερυψωμένο σημείο, συχνά ένα λόφο με απότομες πλευρές. Σε πολλά μέρη στον κόσμο, αυτοί οι πρώιμοι οχυροί οικισμοί γίνονταν ο πυρήνας μεγάλων πόλεων, που επεκτείνονταν στο επίπεδο έδαφος γύρω από την Ακρόπολη. Τέτοια παραδείγματα είναι οι πόλεις της Αθήνας και της Ρώμης. Η Ακρόπολη, παρ' όλο που συνδέεται κυρίως με ελληνικές πόλεις, όπως η Αθήνα, το Άργος, η Αρχαία Θήβα και η Αρχαία Κόρινθος, μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά για όλους τους οχυρούς οικισμούς πάνω σε λόφους, μεταξύ αυτών στη Ρώμη, στην Ιερουσαλήμ, στην κελτική Μπρατισλάβα και σε πολλές πόλεις της Μικράς Ασίας. Η πιο γνωστή ακρόπολη είναι η Ακρόπολη της Αθήνας [1], όπου δεσπόζει το μνημείο του Παρθενώνα. Παρόλο που αρχικά οι ακροπόλεις εντοπίζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα, η κατασκευή τους γρήγορα εξαπλώθηκε στις ελληνικές αποικίες όπως η Δωρική Λατώ στην Κρήτη κατά την Αρχαϊκή περίοδο. Η λέξη Ακρόπολη προέρχεται από το συνδυασμό των λέξεων άκρος και πόλις και κυριολεκτικά σημαίνει πόλη στην άκρη (ή σε ακρότατο). Για αμυντικούς σκοπούς, οι οικιστές επέλεγαν ένα υπερυψωμένο σημείο, συχνά ένα λόφο με απότομες πλευρές. Σε πολλά μέρη στον κόσμο, αυτοί οι πρώιμοι οχυροί οικισμοί γίνονταν ο πυρήνας μεγάλων πόλεων, που επεκτείνονταν στο επίπεδο έδαφος γύρω από την Ακρόπολη. Τέτοια παραδείγματα είναι οι πόλεις της Αθήνας και της Ρώμης. Η Ακρόπολη, παρ' όλο που συνδέεται κυρίως με ελληνικές πόλεις, όπως η Αθήνα, το Άργος, η Αρχαία Θήβα και η Αρχαία Κόρινθος, μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά για όλους τους οχυρούς οικισμούς πάνω σε λόφους, μεταξύ αυτών στη Ρώμη, στην Ιερουσαλήμ, στην κελτική Μπρατισλάβα και σε πολλές πόλεις της Μικρές Ασίας. Η πιο γνωστή ακρόπολη είναι η Ακρόπολη της Αθήνας [1], όπου δεσπόζει το μνημείο του Παρθενώνα. Παρόλο που αρχικά οι ακροπόλεις εντοπίζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα, η κατασκευή τους γρήγορα εξαπλώθηκε στις ελληνικές αποικίες όπως η Δωρική Λατώ στην Κρήτη κατά την Αρχαϊκή περίοδο.
Ο Παρθενώνας αποτελεί το λαμπρότερο μνημείο της Αθηναϊκής πολιτείας και τον κολοφώνα του δωρικού ρυθμού. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 448/7 π.Χ. και τα εγκαίνια έγιναν το 438 π.Χ. στα Μεγάλα Παναθήναια, ενώ ο γλυπτός διάκοσμος περατώθηκε το 433/2 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές, οι αρχιτέκτονες που εργάστηκαν ήταν ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης και πιθανόν ο Φειδίας, που είχε και την ευθύνη του γλυπτού διάκοσμου. Είναι ένας από τους λίγους ολομάρμαρους ελληνικούς ναούς και ο μόνος δωρικός με ανάγλυφες όλες του τις μετόπες. Πολλά τμήματα του γλυπτού διακόσμου, του επιστυλίου και των φατνωμάτων της οροφής έφεραν γραπτό διάκοσμο με κόκκινο, μπλε και χρυσό χρώμα. Χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο, εκτός από το στυλοβάτη που κατασκευάστηκε από ασβεστόλιθο...
Πρόκειται για ένα ιδιότυπο κτίριο αφιερωμένο στη λατρεία διάφορων πανάρχαιων θεοτήτων. Κατασκευάστηκε από πεντελικό μάρμαρο στη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου, μεταξύ 421 και 406 π.Χ., μάλλον από τον αρχιτέκτονα Μνησικλή. Ο ναός πυρπολήθηκε πολλές φορές και πολλές φορές ανοικοδομήθηκε, ώσπου τον έκτο μ.Χ. αιώνα μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό. Όταν η Ακρόπολη έγινε τουρκικό φρούριο, χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα από τον Τούρκο διοικητή της φρουράς, για να έχει μέσα το χαρέμι του. Όταν η Ελλάδα ελευθερώθηκε το Ερέχθειο πήρε και πάλι την αρχική του μορφή.