Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΠΡΙΓΚΗΠΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Αρχαία εποχή Τάφοι και νομίσματα, τα οποία κατά καιρούς βρέθηκαν στο νησί, αποδεικνύουν την ύπαρξη αρχαίου οικισμού, του οποίου ο χώρος δεν έχει ερευνηθεί. Πιθανότατα βρισκόταν κοντά στα αρχαία μεταλλεία, όπου μεταγενέστερα χτίστηκε το βυζαντινό χωριό «Καρυές». Το πιο χαρακτηριστικό εύρημα είναι ο λεγόμενος «Θησαυρός της Πριγκήπου», που ανακαλύφθηκε τυχαία στην περιοχή του Αγίου Νικολάου. Αποτελείται από αρχαία νομίσματα διαφόρων περιόδων: αρχαϊκά ήλεκτρα της Κυζίκου του 6ου αιώνα π.Χ. και χρυσούς στατήρες της Λαμψάκου και του Παντικάπαιου. Το νησί αναφέρεται από τον Αριστοτέλη ως «η κυρίως Δημόνησος», μιας και «Δημόνησοι» αποκαλούνταν στην αρχαιότητα τα Πριγκηπόνησα, από κάποιον πρώτο οικιστή ονόματι «Δημόνησο». Ο γεωγράφος Αρτεμίδωρος, το 100 π.Χ., την ονομάζει «Πιτυώδη», δηλαδή πευκόφυτο, ενώ ο Πλίνιος Σεκούνδος το 23 π.Χ. την αποκαλεί «Μεγάλην Προποντίδα Νήσον». Τέλος, ο Ησύχιος ο Μιλήσιος, τον 6ο αιώνα μ.Χ., την αποκαλεί «Πιτυούσα». Προφανώς, το όνομα αυτό είχε επικρατήσει για πολλούς αιώνες λόγω της σχετικής δασώδους βλάστησης.
Χριστιανική εποχή Στα μέσα του 6ου αιώνα το νησί υπήρξε ιδιοκτησία του αυτοκράτορα Ιουστίνου Β΄ Κουροπαλάτη, ο οποίος το 569 έκτισε ανάκτορο και μονή κοντά στο λιμάνι, σύμφωνα με τους βυζαντινούς ιστορικούς Γ. Κεδρηνό, Λέων Γραμματικό και Θεοφάνη. Το παλάτι αυτό του Ιουστίνου υπήρξε η αιτία να αποκληθεί το νησί: «Νήσος του Πρίγκηπος», ονομασία που διατήρησε μέχρι σήμερα. Κατά πάσα πιθανότητα το ανάκτορο του Ιουστίνου βρισκόταν στα πέριξ του σημερινού μητροπολιτικού ναού του Αγίου Δημητρίου, όπως προκύπτει από ανασκαφικά ευρήματα. Σε όλη τη βυζαντινή περίοδο η Πρίγκηπος υπήρξε εύκολη λεία για τους κατά καιρούς επιδρομείς που πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Άραβες, Σλάβοι, Λατίνοικαι Ρως λεηλάτησαν τις Καρυές ή Καρυά, που αποτελούσε το μοναδικό οικισμό του νησιού. Βρισκόταν στον όρμο του Αγίου Νικολάου, στα ανατολικά παράλια του νησιού και τον κατοικούσαν φτωχοί αλιείς. Κοντά στις Καρυές λειτουργούσε μεγαλοπρεπής γυναικεία μονή, τουλάχιστον από τον 9ο αιώνα. Οι Καρυές και η μονή πυρπολήθηκαν από Λατίνους σταυροφόρους το 1182, σε αντίποινα των σφαγών και λεηλασιών που είχαν υποστεί οι ομόδοξοί τους έμποροι στην Πόλη από το βυζαντινό όχλο. Οι φλόγες που κατέκαυσαν το χωριό και το μοναστήρι υψώνονταν σε τέτοιο ύψος που φαίνονταν από την Κωνσταντινούπολη. Το 14ο αιώνα ο φιλόδοξος ναύαρχος του βυζαντινού στόλου Μεγαδούκας Αλέξιος Απόκαυκος έκτισε τρεις ψηλούς πύργους στο νησί. Τα ερείπιά τους υπήρχαν ως τα τέλη του 19ου αιώνα στη θέση κάτω Πηγάδι της χώρας. Στους πύργους υπήρχε φρουρά τριάντα ανδρών, η οποία αμύνθηκε σθεναρά στην πολιορκία της Πριγκήπου από τον Μωάμεθ Β΄ στις 17 Απριλίου 1453. Παραδόθηκε μόνο όταν οι πολιορκητές άναψαν πυρ εξωτερικά, το ύψος του οποίου ξεπερνούσε το ύψος των πύργων και τους κατέπνιγε. Τότε ο Μωάμεθ τους μεν άνδρες της φρουράς τους θανάτωσε όλους, τους δε κατοίκους πούλησε ως σκλάβους ερημώνοντας το νησί.
Οθωμανική περίοδος Ο Σουλτάνος παραχώρησε την επικαρπία των Πριγκιποννήσων στον Καπουδάν πασά, τον αρχιναύαρχο του οθωμανικού στόλου. Αυτός έκτισε έναν πύργο, του οποίου τα ερείπια σώζονταν κοντά στον Άγιο Νικόλαο ως το 1980. Τον 16ο αιώνα ο Γάλλος περιηγητής Pierre Gylli αναφέρει ότι εκτός από τις αρχαίες Καρυές, είχε αρχίσει να αναπτύσσεται στα βορειοανατολικά του νησιού ένας νέος οικισμός, η σημερινή «Χώρα». Το 1545 σε οθωμανικό έγγραφο σημειώνονται στην Πρίγκηπο τρεις οικισμοί: Kariye-i Rumiyan: η κυρίως Χώρα. Kariye-i Kariye: οι παλιές Καρυές, στις οποίες κατοικούσαν 49 μόνο κάτοικοι. Kariye-i Serifiyan: άγνωστος σήμερα μικρός οικισμός που βρισκόταν μάλλον στην εύφορη κοιλάδα του Νιζαμιού. Από μεταγενέστερη απογραφή, στην οποία καταγράφονται όλα τα ονόματα των κατοίκων, προκύπτει ότι στο νησί ζούσαν μόνον Έλληνες. Οι Καρυές σταδιακά εγκαταλείπονται. Το τελικό πλήγμα στην παλιά πόλη προήλθε είτε από πυρκαγιά που την κατέκαυσε στα τέλη του 16ου αιώνα είτε από ένα μεγάλο σεισμό, στον οποίο καταποντίστηκε τμήμα του παράλιου οικισμού μαζί με το ναό του Αγίου Νικολάου. Οι συμφορές αυτές ανάγκασαν τους λίγους εναπομείναντες κατοίκους να μετακομίσουν οριστικά στη Χώρα. Έκτοτε στους οθωμανικούς κώδικες η θέση σημειώνεται ως: «Batimis manastir» δηλαδή: «βυθισμένο μοναστήρι». Το 1547 αναφέρεται για πρώτη φορά ο σημερινός ενοριακός ναός της Χώρας, ο Άγιος Δημήτριος. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση υπήρχε και ένας παλιότερος ενοριακός ναός, του Αγίου Ιωάννου, ο οποίος κατεδαφίστηκε το 1924 από τις τουρκικές αρχές. Ήταν κοιμητηριακός ναός. Τέλος, παλιές εκκλησίες της Χώρας Πριγκήπου αναφέρονται: η Θεοτόκος Ελεούσα και η Αγία Φωτεινή, από την οποία έχει απομείνει μόνον το ομώνυμο αγίασμα. Το 17ο αιώνα η Χώρα απλωνόταν γύρω από τους τρεις βυζαντινούς πύργους και τον τεράστιο αιωνόβιο πλάτανο. Υπήρχαν κωπήλατα καΐκια που εκτελούσαν τη συγκοινωνία με την Πόλη και τα υπόλοιπα Πριγκηπόνησα, τα οποία άραζαν στην αποβάθρα του Αγίου Δημητρίου. Στην περιοχή των Καρυών είχε ιδρυθεί η μονή Αγίου Νικολάου. Επίσης, υπήρχε η μονή του Χριστού, κοντά στη Χώρα. Στα μέσα του 18ου αιώνα ο μοναχός Ησαΐας έκτισε τη μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά στην κορυφή του υψηλότερου βουνού της Πριγκήπου, πάνω στα ερείπια βυζαντινών κτισμάτων. Ανάμεσά τους υπήρχε και μια θέση που οι κάτοικοι ονόμαζαν «Άγιος Γεώργιος», από κάποιο παλιό ξωκλήσι. Ο ελληνικός χαρακτήρας του νησιού είναι πασίδηλος και το αναφέρουν όλοι οι περιηγητές. Ο μοναδικός Τούρκος που κατοικούσε στο νησί ήταν ο γραμματέας του κυβερνήτη.
19ος αιώνας Στα μέσα του 19ου αιώνα μια πυρκαγιά κατέκαυσε τις παλιές γειτονιές της Χώρας, που βρίσκονταν γύρω από τον πλάτανο. Στη συνέχεια η πόλη ανοικοδομείται και σταδιακά αποκτά πιο αρχοντική όψη. Αρχίζει να εξελίσσεται σε παραθεριστικό θέρετρο των πλούσιων κατοίκων της Πόλης. Η παλιά κοινωνία των ψαράδων και των οινοπαραγωγών μετατρέπεται σε κοσμική κοινωνία. Στην παραλία περπατούν στολισμένες κυρίες της καλής κοινωνίας, στα μαγαζιά συχνάζουν εύποροι έμποροι και καπεταναίοι, όχι μόνον Έλληνες, αλλά και Αρμένηδες, Εβραίοι και Ευρωπαίοι. Επίσης, πρέσβεις και πρόξενοι μεγάλων χωρών με τις οικογένειές τους. Θέρετρα και βίλες κατακλύζουν τη βορειοδυτική περιοχή ως τη Χρυσή Γλώσσα και λαμπρά μέγαρα την ανατολική ως τον Άγιο Νικόλαο. Παράλληλα, η τοπική κοινότητα κτίζει και συντηρεί σχολεία αγοριών και κοριτσιών, ανακαινίζει τους ναούς, φροντίζει για τους ανήμπορους, τους γέροντες και τα ορφανά και γενικά λειτουργεί ένα σύστημα κοινωνικής μέριμνας. Επίσης, λειτουργούσαν δύο ιδιωτικά σχολεία: του Φωτίου και του Τριανταφυλλίδου με 42 μαθητές. Με το τέλος του αιώνα στην Πρίγκηπο κατοικούσαν 15.000 κάτοικοι, κυρίως Έλληνες. Το τέλος της «ανέμελης» αυτής περιόδου θα ξεκινήσει με την έναρξη των βαλκανικών πολέμων, το 1912.
Νεότερη εποχή Μετά την περίοδο της ανακωχής (1918-22) ακολουθούν τα γεγονότα του 1922. Η Πρίγκηπος δέχεται εκατοντάδες πρόσφυγες και ορφανά, που φιλοξενήθηκαν στο Ορφανοτροφείο της μονής του Χριστού. Την επιστροφή των Τούρκων το 1923, ακολουθεί η σταδιακή αποχώρηση πολλών Ελλήνων και η υποχρεωτική απαλλοτρίωση από το τουρκικό κράτος των ιδιοκτησιών τους που θεωρήθηκαν εγκαταλελειμμένες. Τότε εγκαθίστανται οι πρώτοι Τούρκοι μόνιμοι κάτοικοι στο νησί. Το 1924 η Πρίγκηπος γίνεται έδρα της νέας μητρόπολης Πριγκιποννήσων, η οποία ιδρύθηκε τότε αποσπώντας τα νησιά από τη μητρόπολη Χαλκηδόνος, στην οποία ανήκαν παλαιόθεν. Όμως, αυτό δεν βοηθάει και πολύ τη ζωή της τοπικής κοινωνίας. Το 1926 κατεδαφίζεται αυθαιρέτως από τους Τούρκους ο μικρός παλαιός ναός του Αγίου Ιωάννη. Επίσης, απαλλοτριώνεται και γκρεμίζεται ένα τμήμα της Παναγίας Ελεούσας και γενικά γίνεται κάθε προσπάθεια ώστε να γίνει δύσκολη η ζωή της ελληνικής μειονότητας. Μεταπολεμικά απαλλοτριώθηκαν πολλές εκτάσεις της μονής του Χριστού και το Ορφανοτροφείο που συντηρούσε η μονή αναγκάστηκε να κλείσει. Τα γεγονότα του 1955 με το πογκρόμ των ελληνικών εμπορικών μαγαζιών της Πόλης και του 1964 με τις απελάσεις, δείχνουν το δρόμο και στους Έλληνες της Πριγκήπου. Δηλαδή, ότι μόνη λύση είναι η αναχώρηση από την πατρίδα τους και εγκατάσταση στην Ελλάδα. Από τους 430 μαθητές και μαθήτριες που είχαν τα σχολεία του νησιού το 1908, μόλις 117 φοιτούσαν το 1961. Το 1970 είχαν απομείνει 55 και το 1980 μόνο 11. Το μεγαλόπρεπο λιθόχτιστο σχολικό κτίριο έχει πλέον εγκαταλειφθεί, έπειτα από τις ζημιές που έπαθε στο σεισμό του 1999. Άλλωστε οι Έλληνες μαθητές σήμερα δεν ξεπερνούν τους τρεις με τέσσερις και οι μόνιμοι Έλληνες κάτοικοι, κυρίως γέροντες, τους 40 στο σύνολο των 7.300 κατοίκων της νήσου. Στην κεντρική αγορά της Χώρας, που κάποτε ήταν αποκλειστικά ελληνική, δεν υπάρχει πλέον κανένα μαγαζί ελληνικής ιδιοκτησίας. Το καλοκαίρι του 2009, δέκα ακριβώς χρόνια μετά από το σεισμό του 1999, ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Δημητρίου λειτούργησε και πάλι (έχοντας πλέον ολοκληρωθεί οι εργασίες για την αποκατάσταση των ζημιών).
Πηγές http://www.omogeneia-turkey.com http://elekklesia.blogspot.gr http://www.rumvader.org
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΑΣ!!! ΤΕΛΟΣ…