ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ ΑΜΑΞΙ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ: ΤΕΛΛΟΣ αγρασ Τέλλος Άγρας (ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου) Καλαμπάκα 1899 -Αθήνα 1944 ήταν ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας. Ως ποιητής ανήκει στη Γενιά του 1920 και δέχτηκε την επίδραση των Γάλλων συμβολιστών. Τα θέματά του είναι απλά, καθημερινά και μελαγχολικά, ενώ απουσιάζουν από την ποίησή του τα μεγάλα προβλήματα της εποχής του.
ΤΟ ΕΡΓΟ: Αμαξι στη βροχη Το Αμάξι στη βροχή ακολουθεί το ρεύμα του συμβολισμού και έχει τα γνωρίσματα της ποίησης της Γενιάς του 1920. Ο ποιητής εμπνεύστηκε το ποίημα από μία άμαξα, απομεινάρι της παλιάς εποχής, που είδε να περιμένει μέσα στη βροχή μήπως και έρθει κανένας επιβάτης. Παράλληλα περιγράφονται εικόνες του παρελθόντος που νοσταλγεί ο ποιητής και έτσι παρουσιάζονται και τα συναισθήματα του ποιητή.
Ὧρα προσμένει μοναχὴ ἡ ἅμαξα κάτω ἀπ᾿ τὴ βροχή, καὶ δὲν τὴ μέλει, κι εἶναι σὰ νὰ τὴν τυραννᾶ πιότερη ἡ ξένη γειτονιὰ ποὺ δὲν τὴ θέλει. Τ᾿ ἀλογατάκια της, σιμά, κάτω ἀπ᾿ τὸν ἴδιο μουσαμὰ κάνουν καρτέρι, στὸν τόπο αὐτόν, τὸν θλιβερό, πρᾶμα δὲ μένει ἀπὸ καιρό, νὰ τὄχουν ταίρι. Ο ποιητής εκφράζει μια τάση φυγής στο παρελθόν σύμβολο του οποίου είναι η άμαξα του παλιού καιρού. Η άμαξα συμβολίζει την παλιά εποχή, την ψυχή του ποιητή, που δεν μπορεί να ζήσει στο ‘’θλιβερό τόπο’’ του σύγχρονου κόσμου, στην ‘’ξένη γειτονιά’’, και νοσταλγεί τα περασμένα.
Γρίλιες δὲν εἶναι, μήτε αὐλὲς περικοκλάδες βαθουλές, δὲν ἔμειν᾿ ἕνα ἀπ᾿ τὰ φανάρια στὴ σειρὰ μὲ τὰ δυὸ μπρούτζινα φτερά, τὰ σταυρωμένα. Τ᾿ ἀνώφλια ἐπέσαν κι οἱ ἀγκωνιὲς κι οἱ ἀνεμοπέραστες, στενές, οἱ γαλαρίες κι ἔφυγαν ἔντρομες, πολλὲς κι οἱ θύμησες, σὰν τὶς καλές, σεμνὲς κυρίες Το ποίημα παρακολουθεί την κατάρρευση του αστικού αθηναϊκού σκηνικού, την κατεδάφιση της παλιάς αισθητικής και τη βαθμιαία μετατροπή της αθηναϊκής πόλης σε γκρίζα τσιμεντούπολη. Ο χώρος, η γειτονιά , δεν προσδιορίζεται από τα στοιχεία που έχει αλλά από τα στοιχεία που δεν έχει. Η γειτονιά αυτή δεν έχει ‘’αγκωνιές, γρίλιες , αυλές, περικοκλάδες, ανώφλια’’
Ἄδεια βιτόρια καὶ φτωχή, πάρε μου ἐμένα τὴν ψυχή, πάρε με ἐμένα … Ἄδεια βιτόρια καὶ φτωχή, πάρε μου ἐμένα τὴν ψυχή, πάρε με ἐμένα … γιὰ ταξιδιώτη σου, κι εὐθὺς πᾶμε, ὅθε κίνησες νὰ ῾ρθεῖς: στὰ Περασμένα. Στο κατεστραμμένο σκηνικό έχουν μείνει ένα άδειο αμάξι κι ένας ποιητής… Στην τελευταία στροφή ο ποιητής απευθύνεται στην άμαξα και της ζητά να τον μεταφέρει στο παρελθόν…
Ἄδεια βιτόρια καὶ φτωχή, πάε μου ἐμένα τὴν ψυχή, πάρε με ἐμένα … … γιὰ ταξιδιώτη σου, κι εὐθὺς πᾶμε, ὅθε κίνησες νὰ ῾ρθεῖς: στὰ Περασμένα. Εχουμε σύζευξη άμαξας- συμβόλου – ποιητή σε λυρική εξωπραγματική εικόνα, στην οποία μεταφέρονται οι δυό τους στο παρελθόν. Το « όθε κίνησες να 'ρθείς» υποδηλώνει για έσχατη φορά ότι και ο ποιητής και η άμαξα ανήκουν σ΄εκείνη τη αλλοτινή εποχή και δεν μπορεί να τους αλλοτριώσει ο σύγχρονος κόσμος.
2ο Γεν.Λύκειο Αργοστολίου Τάξη: Β Τμήμα: 3 Σχ.Έτος: 2012-2013 Μάθημα:Λογοτεχνία Ομαδική Εργασία Μαθήτριες: Μαρκάτου Χριστίνα Ντόκο Ντονίκα Μούκα Τζέση Μεσσάρη Μαρία