Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α Ε Π Α Γ Γ Ε Λ Μ Α Τ Α Π Ο Υ Χ Α Θ Η Κ Α Ν Σ Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ο ΜΕ ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΜΑΤΙΑ…
Ο A Μ Α Ξ Α Σ Ο αμαξάς γεννήθηκε από την ανάγκη τωνανθρώπων να μετακινηθούν είτε μόνοι, είτε με παρέα πιο γρήγορα από το ένα μέρος της πόλης στο άλλο. Έτσι μιας και είχε βρεθεί ο τροχός και τα πρώτα κάρα έκαναν την εμφάνισή τους, ξεκίνησαν και οι πρώτες ανθρωποκίνητες άμαξες. Κάποιες φορές έδιναν στον επιβάτη το καμτσίκι να δείρει το ζώο για να προχωρήσουν πιο γρήγορα. Υπήρχαν επίσης οι βασιλικές άμαξες που οι πρίγκιπες και οι βασιλιάδες έκαναν την βόλτα τους και έδειχναν την αρχοντιά τους, στους βασιλικούς γάμους. Από την αντίθετη πλευρά ήταν και οι αμαξάδες που μετέφεραν τους νεκρούς στις κηδείες, τις λεγόμενες νεκροφόρες.
Ο Κ Α Π Ν Ο Δ Ο Χ Ο Κ Α Θ Α Ρ Ι Σ Τ H Σ Ο καθαριστής της καμινάδας ήταν παλιός επαγγελματίας που κατά τη δουλειά του ανήκε στη μαύρη φυλή και όταν πήγαινε στο σπίτι του και πλενόταν ήταν στη λευκή. Ο καθαριστής ή μάλλον οι καθαριστές, γιατί ήταν δυό και τρείς, ήταν ειδικοί στον καθαρισμό της καπνιάς της καμινάδας των σπιτιών, γραφείων, δημοσίων χώρων, ταβερνών, φούρνων και αλλού. Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν ήταν πρωτόγονα γιατί δεν υπήρχαν τα σημερινά βοηθήματα. Είχαν σκοινιά, αφάνες, τσαλιά, πανιά ξύστρες, σκάλες και γάντζους. Πήγαιναν σε κάποια οικοδομή και άρχιζαν την εργασία τους.
ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ… Έκαναν αναγνώριση του χώρου. Κάποιος ανέβαινε στην κορυφή της καμινάδας και κρεμούσε ένα σκοινί. Ο άλλος που ήταν κάτω στο τζάκι, έδενε από το σκοινί τα φρόκαλα, τσαλιά, αφάνες και όσα άλλα είχε που θα μπορούσαν να ξύσουν την κάπνα που υπήρχε στο εσωτερικό της καμινάδας. Η μουτζούρα έπεφτε στο τζάκι και την μάζευαν και την έδειωχναν από αυτό. Επειδή πολλές φορές η κάπνα ήταν λαδωμένη και έπεφτε επάνω τους, δεν έβγαινε χωρίς σαπούνι. Έπρεπε να πάνε στα σπίτια τους, να πλυθούν με καυτό νερό για να βγεί. Δεν χρειαζόταν να τον ρωτήσεις τί δουλειά έκανε γιατί από τα ρούχα του και τη μουτζούρα του καταλάβαινες ότι ήταν καθαριστής μουτζούρας, καπνιάς καμινάδας και όχι μπαρουτοκαπνισμένος.
Ο Ξ Υ Λ Ο Κ Ε Ρ Α Τ Α Σ “Ξυλοκερατάς” λέγεται ο ειδικός τεχνίτης που χρησιμοποιεί σαν πρώτη ύλη το ξύλο και το κέρατο για την κατασκευή λαβών για μαχαίρια ή άλλα εργαλεία, για οικιακή ή άλλη χρήση. Πολλές φορές ο ξυλοκερατάς είχε ειδικευτεί και στην τέχνη του σιδερά. Αυτό τον βοηθούσε να φτιάχνει τις λάμες και τις αντίστοιχες λαβές τους ταυτόχρονα. Τα κέρατα που δούλευε ήταν από κριάρια, μοσχάρια ή βουβάλια, ενώ χρησιμοποιούσε και χαυλιόδοντες από αγριογούρουνα. Προτιμούσε δε το ξύλο της ελιάς που ήταν το πιο σκληρό ξύλο και είχε ωραία χρώματα και νερά. Παλιά τα κέρατα τα εύρισκαν από τους χασάπηδες που τα θεωρούσαν άχρηστα. Τα μάζευαν, τα καθάριζαν, τα δούλευαν με το πριόνι και αφού τα ζέσταιναν και μαλακώνανε, μπορούσαν μετά να τα πλάσουν και να τους δώσουν το σχήμα που ήθελαν. Έτσι έφτιαχναν λαβές για μαχαίρια ή σπαθιά, τσατσάρες, κουμπιά, κουτάλια, πιρούνια και άλλα.
Ε Ρ Γ Α Λ Ε Ι Α Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν ήταν απλά, π.χ. μία φαλτσέτα ή ένα μαχαίρι ή κάποιο αιχμηρό εργαλείο για σκάψιμο ή για ξύσιμο των κεράτων και του ξύλου. Χρησιμοποιούσαν ακόμη το “μαγγανοψάλιδο”, με το οποίο κτυπούσαν τις λαβές από κέρατα ή ξύλο, για να κάνουν τρύπα και τον “ζουμπά” για να κάνουν την αντίστοιχη τρύπα στη λεπίδα, την “ξύστρα” για να ξύνουν τη λεπίδα και τον “τροχό” για το τρόχισμά της, που τα παλιά χρόνια γύριζε με το πόδι.
ΑΠΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΠΟΨΗΣ… Το επάγγελμα του μαχαιροποιού δεν το είχαν εκείνη την εποχή σε μεγάλη υπόληψη ενώ τα χρήματα που έβγαζαν ήταν λίγα. Γύριζαν όλα τα χωριά διαλαλώντας το εμπόρευμά τους καθώς κάθε τεχνίτης είχε και το δικό του εργαστήρι. Μεταξύ των μερακλήδων ξυλοκερατάδων υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός. Η δουλειά του ξυλοκερατά υπήρχε από την αρχαιότητα όπου χρησιμοποιούσαν χαυλιόδοντες και ελεφαντόδοντες, για να κατασκευάσουν πολλά είδη στολισμού των γυναικών, όπως περιδέραια, αλλά και πολλά γεωργικά εργαλεία.