Έγκαιρη Παρέμβαση για Παιδιά με Ειδικές Ανάγκες ή Παράγοντες Κινδύνου Η οργανωμένη παροχή μίας σειράς ιατρικών, κοινωνικών συμβουλευτικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών υποστήριξης σε παιδιά που παρουσιάζουν βιολογική ή περιβαλλοντική ευπάθεια ή διαγνωσμένες ειδικές ανάγκες από τη γέννησή τους μέχρι και την προσχολική ηλικία. Νεογνό: 1η-30η ημέρα ζωής, βρέφος: 1-12ος μήνας , νήπιο: 1-3οs χρόνος , προσχολική ηλικία: 3ος -6ος χρόνος.
H έγκαιρη παρέμβαση - παρόλο που σχετίζεται άμεσα - δεν θα πρέπει να ταυτίζεται με την ειδική εκπαίδευση γιατί οι στόχοι της είναι η πρόληψη πριν ακόμα εμφανισθούν ή παγιωθούν οι όποιες αναπτυξιακές δυσκολίες των παιδιών η παροχή υπηρεσιών στήριξης για την ενδυνάμωση της οικογένειας η προώθηση της ανάπτυξης των παιδιών με την εξάσκησή τους σε κοινωνικές και γνωστικές δεξιότητες, σε λιγότερο περιοριστικά περιβάλλοντα μάθησης, με σκοπό την ένταξή τους στην οικογένεια, στο σχολείο και αργότερα στην κοινότητα.
Οι θεωρίες της αλληλεπίδρασης μεταξύ γενετικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων συνέβαλαν σημαντικά στην αναγνώριση της αναγκαιότητας παροχής υπηρεσιών έγκαιρης παρέμβασης στα παιδιά που κινδυνεύουν να εμφανίσουν διαταραχές της ανάπτυξης και στις οικογένειές τους. (Meisels & Shonkoff, 2000). Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ του παιδιού και των ενηλίκων του παρέχουν ευκαιρίες για δραστηριότητα και μάθηση. Η ποιότητα και η ποσότητα των ανταλλαγών αυτών, καθώς και οι ικανότητες των γονέων μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στο ρυθμό ανάπτυξης του παιδιού (Ramey & Ramey, 1999; 2003).
Ο ρόλος των γονέων στην ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού και ιδιαίτερα η σχέση μεταξύ μητέρας και παιδιού μελετήθηκε από τους Bowlby (1980) και Ainsowrth, Blehar, Waters και Wall (1978), κύριους εκφραστές της θεωρίας της προσκόλλησης. Με την σειρά τους οι Bandura (1969) και Vygotsky (1978) μελέτησαν τη σημασία των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων στην προώθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι, μέσω των θεωριών της κοινωνικής μάθησης και της κοινωνικής ανάπτυξης αντίστοιχα
O Bronfenbrenner (1974) πραγματοποίησε μία συστημική ανάλυση της οικολογικής ανάπτυξης του παιδιού και ερμήνευσε τον τρόπο με τον οποίο το μικροσύστημα (το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον και το σχολείο), το μεσοσύστημα (οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ της οικογένειας και του σχολείου), το εξω-σύστημα (η κοινωνικο- οικονομική θέση της οικογένειας) και το μακρο- σύστημα (η ιδεολογία, οι αντιλήψεις και οι νόμοι του κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζει το παιδί και η οικογένεια) αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν την ανάπτυξή του.
Σύμφωνα με την θεωρία του, τα προγράμματα Ε. Π Σύμφωνα με την θεωρία του, τα προγράμματα Ε.Π. θα πρέπει (α) να είναι εξατομικευμένα, (β) να παρέχονται στο φυσικό πλαίσιο της οικογένειας και της κοινότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις αξίες, τα ήθη και τα έθιμα και (γ) να έχουν ως στόχο την διαμόρφωση ενός θετικού οικογενειακού-κοινοτικού-σχολικού περιβάλλοντος που προωθεί την ενεργή συμμετοχή του παιδιού από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του (Τurnbull, Blue-Banning, Turbiville & Park, 1999)
Η έγκαιρη παρέμβαση είναι μέτρο κοινωνικής ευθύνης για τη στήριξη που παρέχει η κοινότητα στους γονείς που επιφορτίζονται με το δύσκολο έργο να μεγαλώνουν ένα παιδί με ειδικές ανάγκες. Τα προγράμματα Ε.Π. αποσκοπούν στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και στην πρόληψη ή ελαχιστοποίηση των αναπτυξιακών διαταραχών των παιδιών που συμμετέχουν σ’ αυτά.
ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ: ΣΕ ΠΟΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ; Ι. Ανίχνευση στο γενικό παιδικό πληθυσμό. Η ανίχνευση των παιδιών που παρουσιάζουν νευροαναπτυξιακές διαταραχές προϋποθέτει τη συστηματική παρακολούθηση όλων των παιδιών από τη νεογνική μέχρι τη σχολική ηλικία.
Ελέγχουμε αν κατακτώνται οι διάφορες δεξιότητες με τη σειρά και μέσα στο ανάλογο χρονικό περιθώριο, λαμβάνοντας υπόψη τις στατιστικές διακυμάνσεις του «φυσιολογικού» για κάθε ηλικία. Σε όλα τα παιδιά, στην χρονική περίοδο από τη γέννηση μέχρι τη συμπλήρωση του 3ου έτους. Επιπλέον, συστήνεται να χορηγούνται δοκιμασίες ανίχνευσης σε όλα τα παιδιά στην ηλικία των 9, 18 και 30 μηνών. Τα ίδια ηλικιακά ορόσημα προτείνουν και οι Amiel-Tison και Gosselin για τη Γαλλία και τον Καναδά αντίστοιχα (2009). Όταν υπάρχει καθυστέρηση ή διαταραχή μιας λειτουργίας, το παιδί παραπέμπεται για εξέταση με τα κατάλληλα διαγνωστικά εργαλεία.