Οργανολογία Ι Μάθημα IV Κιθάρες - Λύρες
Κιθάρες κοίλης βάσεως Κατά τον 8 ο αιώνα υπήρχε ένας τύπος κιθάρας με κοίλη βάση και τέσσερις χορδές που κατά πάσα πιθανότητα ήταν η φόρμιγξ. Το όργανο ήταν μεγάλο (ξεκινούσε από τη μέση και κατέληγε στο κεφάλι του οργανοπαίχτη). Από τον 7 ο αιώνα αρχίζουν να εμφανίζονται οι επτάχορδες κιθάρες (μέρος αυτών συνεχίζει να έχει κοίλη βάση). Στο εσωτερικό των βραχιόνων υπήρχαν σπειροειδή σχήματα. Πιθανότατα δεν ήταν διακοσμητικά στοιχεία αλλά κάποιος μηχανισμός που χρησίμευε για το τεζάρισμα των βραχιόνων.
Κιθάρες κοίλης βάσεως Το ηχείο είχε μια καμπύλη που έμοιαζε με πρύμνη βάρκας. Η κοίλης βάσεως κιθάρα εξακολουθεί να εμφανίζεται σε αγγεία της κλασικής περιόδου. Μετά το 530 π. Χ. εμφανίζεται μόνο σε διονυσιακές τελετές, από το 500 π. Χ. την παίζουν μόνο γυναίκες και από τον 4 ο αιώνα π. Χ. εξαφανίζεται.
Κιθάρες με τετράγωνη βάση Ήταν το όργανο του επαγγελματία κιθαρωδού. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι η κιθάρα ήταν «όργανον τεχνικόν» (επαγγελματικό). Η κιθάρα είχε επιχρυσωμένους βραχίονες ή σκαλιστό ελεφαντόδοτο.
Θρακική κιθάρα 1.Απεικονίζεται στα χέρια του Ορφέα ή του Θάμυρι. 2.Η βάση της ήταν είτε κοίλη είτε τετράγωνη με βαθιά αυλακωμένες άκρες. 3.Η πάνω άκρη του ηχείου ήταν κυρτό τόξο και οι βραχίονες ήταν λεπτοί και λυγεροί και είχαν διαφορετική κλίση.
Ιταλιώτικη κιθάρα Διέθετε ορθογώνιου σχήματος ηχείο και οι βραχίονές της ήταν ευθείς. Λύρες τέτοιου τύπου υπήρχαν στους Σημίτες και στους Αιγύπτιους και πιθανώς ήταν εισαγόμενο όργανο απευθείας από την ανατολική μεσόγειο.
Κοίλης βάσεως λύρες - Χέλυς Κατά την μυθολογία την επινόησε ο Ερμής. Ηχείο από όστρακο χελώνας. Βραχίονες από ξύλο ή σπανιότερα από κέρατα ζώων.
Κοίλης βάσεως λύρες - Χέλυς Οι χορδές ήταν από στριμμένο έντερο προβάτου, από νεύρα ή από λινάρι. Δεν απεικονίζεται σε καμία μινωική ή μυκηναϊκή αναπαράσταση. Οι απεικονίσεις της εμφανίζονται στα τέλη του 8 ου αιώνα π. Χ. και από τον 6 ο εμφανίζονται όλο και πιο συχνά. Ήταν όργανο των ερασιτεχνών και το χρησιμοποιούσαν σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις.
Κοίλης βάσεως λύρες – Η βάρβιτος Διέφερε από την κοινή λύρα στο σχήμα των βραχιόνων. Οι βραχίονες ήταν μακρύτεροι. Ήταν ευθείς στο ξεκίνημα τους από το ηχείο, ακολουθούσαν αποκλίνουσα πορεία μέχρι που σε κάποια απόσταση λύγιζαν οριστικά ο ένας προς τον άλλο και σχημάτιζαν απότομη κάθετη γωνία. Με αυτό τον τρόπο γίνονταν παράλληλοι και στήριζαν την εγκάρσια ράβδο.
Κοίλης βάσεως λύρες – Η βάρβιτος Οι χορδές της ήταν επτά αν και υπάρχουν ενδείξεις για πέντε ή έξι. Το μήκος τους ήταν μεγάλο και γι’ αυτό το λόγο ανταποκρινόταν σε μεσαίες και χαμηλές συχνότητες σε σχέση με την κοινή λύρα. Εμφανίζεται κατά το τελευταίο τέταρτο του 6 ου π. Χ. αιώνα και εξαφανίζεται στο δεύτερο μισό του 5 ου. Παρουσιάζεται πάντα σε συμπόσια και σε ερωτικές περιπέτειες, ενώ αρκετές φορές απεικονίζεται να την έχει ο Διόνυσος στα χέρια του.
Άλλες λύρες Φοίνιξ (φοινικικής προέλευσης). Την πρωτοαναφέρει ο Αλκαίος. Ο Αριστόξενος το θεωρούσε ξενικό όργανο. Είχε τη δυνατότητα να παίζει κατά ζεύγη όγδοες. Λυροφοίνιξ. Υβρίδιο μεταξύ λύρας και φοίνικος. Πυθικόν ή δαχτυλικόν. 1.Χρησιμοποιούταν στην ψιλοκιθαριστική χωρίς ύπαρξη άσματος. 2.Ήταν όργανο συναυλιακού χαρακτήρα και απαράμιλης δεξιοτεχνίας. 3.Ονομαζόταν δαχτυλικό επειδή πιθανώς ο εκτελεστής χρησιμοποιούσε και τα δέκα δάχτυλά του και πυθικόν επειδή συμμετείχε στους μεγάλους μουσικούς διαγωνισμούς των Πυθίων.
Άλλες λύρες Πεντάχορδον. Είναι η πλέον πρωτόγονη λύρα με πέντε βοδινά λουριά που παιζόταν με πλήκτρα από χηλές αιγών. Ο σκινδαψός ή κινδαψός. Τετράχορδο όργανο με βραχίονες από βλαστούς ιτιάς. Θεωρούταν γελοίο όργανο και ο Αριστόξενος πίστευε ότι ήταν ξενικής προέλευσης. Ο σπάδιξ Η βύρτη ή ψάλτιγξ. Η κρούση των χορδών ήταν πιο συνηθισμένη σε αυτό το όργανο.
Οι χορδές Οι χορδές προσδένονταν στο χορδοτόνιο που βρισκόταν στη βάση του ηχείου. Έπειτα περνούσαν από τη γέφυρα (μαγάδιον) που τις κρατούσε σε απόσταση από το ηχείο και μετέφερε τις ταλαντώσεις σε αυτό. Στην απόληξή τους δένονταν στην εγκάρσια ράβδο και εκεί ρυθμιζόταν το τεζάρισμα. Από τον 7 ο αιώνα π. Χ, το στρίψιμο των χορδών γινόταν γύρω από τον ζυγό και στη συνέχεια προσδενόταν σε ένα στερεό εξάρτημα του οργάνου το οποίο ο εκτελεστής ωθούσε προς τα πάνω ή προς τα κάτω ρυθμίζοντας το τεζάρισμα των χορδών.
Οι χορδές Στον 2 ο αιώνα π. Χ. υπάρχει μαρτυρία για την ύπαρξη κλειδιών. Ο αριθμός των χορδών ήταν στις περισσότερες περιπτώσεις επτά, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για τρεις ή τέσσερις κατά τον 8 ο αιώνα και πέντε ή έξι σε ορισμένες βαρβίτους. Μια εννιάχορδη λύρα κάνει την εμφάνισή της στα 560 π. Χ.. Στις φιλολογικές μαρτυρίες γίνεται λόγος για κιθαρωδούς που προσέθεταν επιπλέον χορδές στις λύρες τους.
Οι χορδές Οι χορδές είχαν τα εξής ονόματα: νήτη, παρανήτη, τρίτη, παραμέση, μέση, λιχανός, παρυπάτη, υπάτη. Η νήτη ήταν η ψηλότερη χορδή και η υπάτη η χαμηλότερη. Οι χορδές που βρίσκονταν κοντά στον εκτελεστή αντιστοιχούσαν στους χαμηλότερους φθόγγους. Ο φθόγγος που αντιστοιχούσε στον λιχανό ήταν ο βαρύτερος φθόγγος της κλίμακας.