Αδρενεργικοί Ανταγωνιστές
ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ Αποκλειστές η συμπαθητικολυτικοί παράγοντες Συνδέονται με τους αδρενεργικούς υποδοχείς Δεν πυροδοτούν τις ενδοκυττάριες δράσεις. Δρουν με την αναστρέψιμη η μη σύνδεση τους στον υποδοχέα εμποδίζοντας την ενεργοποίηση τους από τις ενδογενείς κατεχολαμίνες . Ταξινομούνται ανάλογα με τη σχετική τους συγγένεια προς τους α και β υποδοχείς του ΠΝΣ. α - ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ β- ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Δοξαζοσίνη Πραζοσίνη Ταμσουλοσίνη Τεραζοσίνη Φαινοξυβενζαμίνη Φαιντολαμίνη Ακεβουτολόλη Ατενολόλη Εσμολόλη Καρβεδιλόλη Λαβεταλόλη Μετοπρολόλη Ναδολόλη Πινδολόλη Προπρανολόλη Τιμολόλη
ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Ο αποκλεισμός αυτών των υποδοχέων επηρεάζει σημαντικά την αρτηριακή πίεση μέσω της μείωσης του συμπαθητικού τόνου των αιμοφόρων αγγείων και την ελάττωση της περιφερικής αγγειακής αντίστασης .Το συμπαθητικό ελέγχει τα αγγεία κατά μεγάλο μέρος με την δράση των αγωνιστών του επί των α- αδρενεργικών υποδοχέων.( οι β-υποδοχεις δεν επηρεάζονται από τον α-αποκλεισμό.) β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Συναγωνιστικοί ανταγωνιστές Μειώνουν την αρτηριακή πίεση χωρίς να προκαλούν ορθοστατική υπόταση . Οι καρδιοεκλεκτικοί β –ανταγωνιστές αποκλείουν κυρίως τους β1 υποδοχείς,δεν προκαλούν ορθοστατική υπόταση επειδή οι α –αδρενουποδοχείς παραμένουν λειτουργικοί και έτσι διατηρείται ο συμπαθητικός έλεγχος των αγγείων. Χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της στηθάγχης, των αρρυθμιών, του εμφράγματος του μυοκαρδίου, του γλαυκώματος και για την πρόληψη των ημικρανιών
α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Φαινοξυβενζαμίνη α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Φαινοξυβενζαμίνη Μη ειδικός αναστολέας που συνδέεται ομοιοπολικά με τους μετασυναπτικούς α1 και τους προσυναπτικούς α2 υποδοχείς Διάρκεια δράσης – 24 ώρες μετά την χορήγηση Καρδιαγγειακές ενέργειες: αντανακλαστική ταχυκαρδία, αύξηση καρδιακής παροχής Αναστροφή της δράση της επινεφρίνης: Ελάττωση της αρτηριακής πίεσης με ταυτόχρονη χορήγηση επινεφρίνης Θεραπευτική χρήση: Αντιμετώπιση φαιοχρωμοκυττώματος (όγκος από τον μυελό των επινεφριδίων που εκκρίνει κατεχολαμίνες) μέσω της προεγχειρητικής χορήγησης για την αποφυγή αδρενεργικής κρίσης είτε μέσω της χρόνιας χορήγησης για την θεραπεία Νόσος Raynaud Χορήγηση σε παραπληγικούς ασθενείς για την πρόληψη εγκεφαλικού Ανεπιθύμητες ενέργειες: ορθοστατική υπόταση, ρινική συμφόρηση, ναυτία, έμετο, ταχυκαρδία, παρεμπόδιση εκσπερμάτισης
α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Φαιντολαμίνη α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Φαιντολαμίνη Προκαλεί συναγωνιστικό αποκλεισμό των α1 και των α2 υποδοχέων Διάρκεια δράσης: 4 ώρες μετά την χορήγηση Προκαλεί ορθοστατική υπόταση και αναστέλλει την δράση της επινεφρίνης Ανεπιθύμητες ενέργειες: ταχυκαρδίες, αρρυθμίες, στηθαγχικό πόνο Αντενδείκνυται σε ασθενείς με ανεπάρκεια στεφανιαίας κυκλοφορίας
α – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Πραζοσίνη, τεραζοσίνη, δοξαζοσίνη, ταμσουλοσίνη Εκλεκτικοί και συναγωνιστικοί αποκλειστές των α2 υποδοχέων Καρδιαγγειακή δράση: Ελαττώνουν την περιφερική αγγειακή αντίσταση και την αρτηριακή πίεση μέσω χάλασης των αρτηριών και φλεβών Θεραπευτικές χρήσεις: Πραζοσίνη- τεραζοσίνη -δοξαζοσίνη: Αντιμετώπιση της υπέρτασης Tαμσουλοσίνη: Θεραπεία καλοήθους υπερτροφίας του προστάτη Ανεπιθύμητες ενέργειες: Ζάλη, απώλεια ενεργητικότητας, ρινική συμφόρηση, πονοκέφαλο, υπνηλία, ορθοστατική υπόταση
β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Προπρανολόλη Μη εκλεκτικός β- ανταγωνιστής Αποκλείουν τους β1 και β2 υποδοχείς Δράσεις: Καρδιαγγειακό – ελαττώνει την καρδιακή παροχή, το καρδιακό έργο και την κατανάλωση οξυγόνου Περιφερική αγγειοσύσπαση: ελάττωση αρτηριακής πίεσης Βρογχοσπασμός: αναπνευστική κρίση σε ασθενείς με ΧΑΠ Αυξημένη κατακράτηση νατρίου- συνδυασμός με διουρητικό για την αποφυγή κατακράτησης Διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης (π.χ. υπογλυκαιμία) Αποκλεισμός της δράσης της ισοπροτερενόλης στο καρδιαγγειακό σύστημα Θεραπευτικές δράσεις: μείωση υπέρτασης, γλαύκωμα (μείωση εδοφθάλμιας πίεσης), ημικρανία, υπερθυροειδισμός, στηθάγχη, έμφραγμα του μυοκαρδίου Ανεπιθύμητες ενέργειες: Βρογχοσπασμός, αρρυθμίες, σεξουαλική έκπτωση, διαταραχές του μεταβολισμού, αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα
β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Τιμολόλη & Ναδολόλη Μη εκλεκτικοί ανταγωνιστές Αποκλείουν τους β1 και β2 αδρενουποδοχείς Ναδοδόλη : Μεγάλη διάρκεια δράσεις (14-24 ώρες) Τιμολόλη: χρησιμοποιείτε για την αντιμετώπιση χρόνιου γλαυκώματος (ελαττώνει την παραγωγή υδατοειδούς υγρού του οφθαλμού) και την θεραπέια της υπέρτασης Ακεβουτολόλη, ατενολόλη, μετοπροπόλη, εσμόλόλη Εκλεκτικοί β1 αποκλειστές Αναπτύχτηκαν με σκοπό την αποφυγή της βρογχοσυσπαστικής (β2) δράσης της προπανόλης που παρατηρείται στους ασθματικούς Ελαττώνουν την αρτηριακή πίεση και είναι χρήσιμοι σε αρτηριακούς ασθενείς με έκπτωση της πνευμονικής λειτουργίας για την αποφυγή της παρενέργειας του αισθήματος της ψυχρότητας των άκρων
β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Πινδολόλη & Ακεβουτολόλη β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ Πινδολόλη & Ακεβουτολόλη Ανταγωνιστές με δραστηριότητα μερικού ανταγωνιστή Έχουν εγγενή συμπαθομιμητική δράση (ΕΣΔ) Διεγείρουν ασθενώς τους β1 και β2 υποδοχείς Έχουν μικρή επίδραση στην καρδιακή συχνότητα και παροχή και στο μεταβολισμό των λιπιδίων και υδατανθράκων Θεραπευτική χρήση για υπερτασικούς και διαβητικούς ασθενείς
β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ: Λαβεταλόλη & καρβεδιλόλη β – ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ: Λαβεταλόλη & καρβεδιλόλη Αναστρέψιμοι β αποκλειστές με ταυτόχρονη δράση α1 - αποκλειστή Προκαλούν περιφερική αγγειοδιαστολή Η λαβετατόλη δεν μεταβάλει τις συγκεντρώσεις λιπιδίων και υδατανθράκων στο αίμα Η καρβεδιδόλη μειώνει την υπεροξείδωση των λιπιδίων και την πάχυνση του αγγειακού τοιχώματος Θεραπευτική χρήση λαβεταλόλης: ηλικιωμένοι ή μαύροι υπερτασικοί ασθενείς, αντιμετώπιση υπέρτασης που οφείλεται σε εγκυμοσύνη, ταχεία ελάττωση επείγουσας υπέρτασης Ανεπιθύμητες ενέργειες: ορθοστατική υπόταση, αίσθημα ζάλης
Φάρμακα που επιδρούν στην απελευθέρωση ή την επαναπρόσληψη των νευροδιβιβαστών. Δεν ενεργούν απευθείας στον αδρενεργικό υποδοχέα, αντίθετα δρουν στον αδρενεργικό νευρώνα με έμμεσο τρόπο, προκαλώντας την απελευθέρωση νευροδιαβιβαστή από τα αποθηκευτικά κυστίδια. Έτσι και ορισμένες ουσίες επιδρούν στον αδρενεργικό νευρώνα παρεμποδίζοντας την απελευθέρωση των νευροδιαβιβαστών ή επηρεάζοντας την επαναπρόσληψή τους από τον αδρενεργικό νευρώνα.
Φάρμακα που επιδρούν στην έκλυση / επαναπρόσληψη νευροδιαβιβαστών Ρεζερπίνη Είναι ένα αλκαλοειδές φυτικής προέλευσης Μειώνει την έκλυση της νορεπινεφρίνης και προκαλεί έκπτωση της συμπαθητικής λειτουργίας Χρησιμοποιείται μόνο για την θεραπεία της υπέρτασης που δεν έχει ανταποκριθεί σε άλλες θεραπείες Εμφανίζει βαθμιαία πτώση αρτηριακής πίεσης με παράλληλη ελάττωση καρδιακής συχνότητας Παρουσιάζει βραχεία έναρξη και μακρά διάρκεια δράσης
Γουανεθίνη Αναστέλλει την απάντηση του αδρενεργικού νευρώνα προς τη διέγερση ή τις εμμέσως δρώσες συμπαθομιμητικές αμίνες Αναστέλλει την έκλυση της αποθηκευμένης νορεπινεφρίνης Προκαλεί βαθμιαία πτώση της αρτηριακής πίεσης και ελάττωση της καρδιακής συχνότητας Έχει σπάνια θεραπευτική χρήση λόγω παρενεργειών όπως προστατική υπόταση, παρακώλυση σεξουαλικής λειτουργία του άντρα, υπερτασικής κρίσεις σε ασθενείς με φαιοχρωμοκύτωμα Κοκαΐνη Χρήση ως τοπικό αναισθητικό Προκαλεί την συσσώρευση της νορεπινεφρίνης στο συναπτικό χάσμα και αύξηση της συμπαθητικής δραστηριότητας Ενισχύει την δράση και την διάρκεια δράσης της νορεπινεφρίνης και της επινεφρίνης
Συνοπτικός πίνακας β- ανδρενεργικών αποκλειστών ΦΑΡΜΑΚΟ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ ΧΡΗΣΕΙΣ Προπρανολόλη β1 β2 Υπέρταση, γλαύκωμα, ημικρανία, υπερθυρεοειδισμός, στηθάγχη, έμφραγμα μυοκαρδίου Ναδολόλη Τιμολόλη Γλαύκωμα, υπέρταση Ακεβουταλόλη Ατενολόλη Εσμολόλη Μετοπρολόλη β1 Υπέρταση Πινδολόλη Καρβεδιλόλη Λαβεταλόλη α1 β1 β2 Υπέρταση, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια
3. Κοκαΐνη Ξεχωρίζει από τα άλλα τοπικά αναισθητικά διότι αναστέλλει την αντλία Na-K -ATPάση (που χρειάζεται για την επαναπρόσληψη της νορεπινεφρίνης από το κύτταρο) της κυτταρικής μεμβράνης του αδρενεργικού νευρώνα. Κατά συνέπεια, η νορεπινεφρίνη συσσωρεύεται στο συναπτικό χάσμα και προκαλεί αύξηση της συμπαθητικής δραστηριότητας. Η κοκαίνη διεγείρει το ΚΝΣ και χρησιμοποιείται ως ναρκωτικό.
Το ginseng αποτελεί ένα κιτρινωπό βότανο το οποίο απαντά σε αρκετές ποικιλίες, με συχνότερα εμφανιζόμενη το Panax ginseng. Έχουν αναγνωριστεί 13 ουσίες οι οποίες προσομοιάζουν με τα στεροειδή και είναι γνωστές ως γλυκοσίδες των σαπονίνων (saponin glycosides). Δύο από αυτά το Rb1 και το Rg1, το μεν πρώτο μειώνει την αρτηριακή πίεση και εμφανίζει μία ήπια κατασταλτική δράση στον οργανισμό, ενώ το μεν δεύτερο μία ήπια διεγερτική δράση στο ΚΝΣ. Παρατεταμένη χρήση του ginseng εμφανίζει ανεπιθύμητες δράσεις όπως υπέρταση, αϋπνία, και διάρροια το πρωινό οι οποίες αποτελούν το «σύνδρομοκατάχρησης του ginseng». Αναφορές για την εμφάνιση του παραπάνω συνδρόμου σχετίζονται με την κατανάλωση έως και 15gr την ημέρα από το βότανο σε συνδυασμό με διάφορα διεγερτικά όπως καφεΐνη. Σύμφωνα με το ΑμερικάνικοΒοτανολογικό Συμβούλιο (American Botanical Council) άτομα που βρίσκονται σε θεραπεία με στεροειδή, ή χρησιμοποιούν αναστολείς της μονοάμινοξειδάσης(ΜΑΟ), ή εμφανίζουν διαταραχές στη λειτουργία της καρδιάς ή έχουν διαβήτη,συστήνεται να αποφεύγουν τη χρήση του ginseng.