Αρχιεπίσκοπος Τιράνων Αναστάσιος Θ.Ε 1: Η Χριστιανοσύνη στον σύγχρονο κόσμο Φώτης Έξαρχος Γ΄1 2014-2015
ΙΣΤΟΡΙΑ Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος (Γιαννουλάτος) γεννήθηκε στον Πειραιά (1929). Μετά τα εγκύκλια μαθήματα σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου και έλαβε το πτυχίο του το 1952. Το 1960 χειροτονήθηκε διάκονος και αρχιμανδρίτης το 1964. Παράλληλα ξεκίνησε ιεραποστολικά ταξίδια στην Αφρική και κυρίως στην Ουγκάντα. Εκεί έμαθε τις τοπικές διαλέκτους, αναγκάστηκε όμως να αποχωρήσει όταν προσβλήθηκε από μαλάρια. Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Αμβούργου και Μαρβούργου στη Γερμανία (1965-1969) ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος "Alexander von Humboldt".
Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα οργάνωσε και διεύθυνε το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο «Πορευθέντες», καθώς επίσης και το Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος (1971-1975). Η προσφορά του αναγνωρίστηκε σύντομα με τη χειροτονία του σε επίσκοπο Ανδρούσης το 1972. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας και Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1976 τακτικός καθηγητής. Έγινε επίσης γενικός διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Παράλληλα ανέπτυξε και επιστημονική δραστηριότητα Παράλληλα ανέπτυξε και επιστημονική δραστηριότητα. Εξέδιδε το περιοδικό «Πορευθέντες» στην ελληνική και αγγλική σε όλη τη δεκαετία 1960-1970. Το 1981, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Η δικαιοδοσία του εκεί περιλάμβανε την Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία, όπου πραγματοποίησε τεράστιο έργο αναφορικά με τη λειτουργία της εκεί εκκλησίας. Μετά από 10 χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα.
ΩΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ Τον Ιούλιο του 1991 επιλέχθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και εστάλη ως Έξαρχος στην Αλβανία, με σκοπό την αναζήτηση στελεχών για την επανασύσταση της τοπικής εκκλησίας, μετά την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Καθεστώτος. Εκεί βρήκε μόνο κάποιους γηραιούς, βιαίως αποσχηματισθέντες ιερείς, στους οποίους ήταν αδύνατο να βασιστεί η τοπική εκκλησία. Έτσι, αργότερα την ίδια χρονιά, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επέλεξε τον ίδιο για Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας. Στις 4 Ιουλίου 1992 ενθρονίστηκε ως νέος Αρχιεπίσκοπος της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας.
Το έργο που ξεκίνησε έκτοτε, μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορικό Το έργο που ξεκίνησε έκτοτε, μπορεί να χαρακτηριστεί ιστορικό. Παρέλαβε μια εκκλησία εντελώς κατεστραμμένη και την ανέστησε εκ βάθρων. Εν μέσω τεραστίων δυσκολιών, το έργο του μπόρεσε γρήγορα να ανατρέψει τη δυσπιστία προς το πρόσωπό του, που οφειλόταν εν πολλοίς στην ελληνική του καταγωγή, και να αποδείξει ότι δεν προωθεί ελληνικά συμφέροντα, αλλά σκοπός του είναι η προσφορά προς τον άνθρωπο, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Ανασυνέστησε ορθόδοξες ενορίες στις περισσότερες πόλεις και κωμοπόλεις με ορθόδοξο πληθυσμό και σε εκατοντάδες χωριά. Για το σκοπό αυτό χειροτόνησε πάνω από 120 νέους κληρικούς και αναστήλωσε πάνω από 300 ναούς (90 εκ θεμελίων).
Φρόντισε για τη μετάφραση και την έκδοση στα αλβανικά 50 λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων. Οργάνωσε Σύνδεσμους Γυναικών, Νεολαίας και Διανοουμένων. 'Ίδρυσε την Ορθόδοξη Θεολογική Ακαδημία «Ανάστασις» στο Δυρράχιο το 1992 και το εκκλησιαστικό Λύκειο «Τίμιος Σταυρός» στο Αργυρόκαστρο το 1998. Συνέστησε Τεχνική Υπηρεσία της Εκκλησίας, η οποία ασχολήθηκε, εκτός από την αναστήλωση των ναών, με το κτίσιμο πολλών εκκλησιαστικών κέντρων, μεταξύ των οποίων το κτίριο της αρχιεπισκοπής και μητροπόλεων, σχολεία, κλινικές, ξενώνες, κατασκηνώσεις νεολαίας, αλλά και δρόμοι, υδραγωγεία, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, γέφυρες, κ.ά. Ίδρυσε την πρώτη ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα “Ngjallja”, το παιδικό περιοδικό “Gezohu”, το δελτίο “News from Orthodoxy in Albania”, καθώς και Ραδιοφωνικό σταθμό.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Πρόεδρος της Συνέλευσης Παγκοσμίου Ιεραποστολής του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μεσογειακών και Αραβικών Σπουδών. Είναι Επίτιμο μέλος του Kuratorium του ρωμαιοκαθολικού Ιδρύματος Pro Oriente (Βιέννη, 1989). Από το 1998 είναι Επίτιμο μέλος της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας. Το έτος 2003 του απονεμήθηκε το «Δίπλωμα π. Δημητρίου Στανιλοάε», η ανώτερη θεολογική διάκριση που θεσπίσθηκε πρόσφατα στη Ρουμανία. Το έτος 2004 εξελέγη Αντιπρόεδρος της Συνελεύσεως των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών. Είναι επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας και Φιλοσοφίας 15 Πανεπιστημιακών Σχολών ή Τμημάτων. Το 2006 εξελέγη Πρόεδρος (για την Ευρώπη) του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.
ΠΗΓΕΣ http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=462&t=2756