Η μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα Tο έργο του Όθωνα μετά την ενηλικίωσή του
Βασιλεύς Όθων
Όθωνας (Όττο φον Βίττελσμπαχ – Otto von Wittelsbach) Ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας ( ). Δευτερότοκος γιος του Λουδοβίκου Α’, βασιλιά της Βαυαρίας και της Θηρεσίας, κόρης του δούκα του Σάζεν Άλτενμπουργκ. Γεννήθηκε την 20 η Μαΐου (1 Ιουνίου) του 1815 στο Σάλσμπουργκ της Βαυαρίας. Επελέγη βασιλιάς της Ελλάδας από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις που υπέγραψαν το βασιλικό πρωτόκολλο του Λονδίνου 1/13 Φεβρουαρίου 1832 και έφθασε στο Ναύπλιο την 18 η Ιανουαρίου Ο Όθωνας αποδέχθηκε το στέμμα σε ηλικία 17 ετών και έφθασε σε ηλικία 18 ετών στη νέα του πατρίδα, ανάμεσα σε πολυπληθές στρατιωτικό και πολιτικό επιτελείο Βαυαρών, υπό την επίδραση των οποίων αποφάσιζε τα πρώτα έτη της βασιλείας του.
Μέτριας διανοητικότητας, κληρονόμος γονιδίων ψυχικών νοσημάτων, με αργή αντίληψη των πραγμάτων και δύσκαμπτη σκέψη, διστακτικός στη λήψη αποφάσεων, χωρίς την ικανότητα να παίρνει πρωτοβουλίες, δεν είχε την προσωπική δύναμη να διαχειριστεί το υψηλό αξίωμα που του δόθηκε στη νέα του πατρίδα, παρά την εξαιρετική του χρηστότητα, την ευθύτητα και το καλοκάγαθο του χαρακτήρα του, τις πολλές προσωπικές του αρετές και την ειλικρινή αγάπη που είχε για την Ελλάδα. Η βασιλεία του Όθωνα διαιρείται σε τρεις περιόδους: της αντιβασιλείας, της απόλυτης μοναρχίας και της συνταγματικής βασιλείας.
Απόλυτη Μοναρχία Ο Όθωνας δεν είχε καμία συμμετοχή στις ραδιουργίες και τα σφάλματα της αντιβασιλείας, αλλά μετά την ενηλικίωσή του ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Άρμανσμπεργκ τον οποίο και έχρισε αρχικαγγελάριο ανάμεσα στο στέμμα και τους άλλους υπουργούς των οποίων η γνώμη δεν είχε κανένα κύρος και δεν τους επιτρεπόταν καμία αυτόβουλη ενέργεια, ούτε καν στο στενό κύκλο των υπηρεσιών των υπουργείων τους. Όθωνας. Αλληγορική εικόνα από τη στέψη του Όθωνα. Λιθογραφία από το Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, του Άνθιμου Γαζή, Βιέννη, 1835
Αυτό το σφάλμα του επανόρθωσε τον επόμενο χρόνο ο Όθωνας, απομακρύνοντας τον Άρμανσμπεργκ και αντικαθιστώντας τον με τον Ρούδχαρτ. Κατά την περίοδο της απόλυτης μοναρχίας ο Όθωνας έκανε το σφάλμα να παραδώσει τις σπουδαιότερες κρατικές αρχές στα χέρια των Βαυαρών, αδυνατούσε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των τόσων πολιτικών και στρατιωτικών αρχηγών που είχαν καταστραφεί από τον μακροχρόνιο αγώνα, ενώ πολλές φορές ερχόταν σε αντίθεση στις τοπικές επιρροές τους. Ενθάρρυνε ακούσια τις εξωτερικές αντιθέσεις στις τάξεις δυσαρεστημένων, αποτέλεσμα των οποίων υπήρξε η συνωμοσία του Ιουλίου του 1843 και η βίαιη ανατροπή της απόλυτης μοναρχίας κατά τη νύχτα της 3 ης Σεπτεμβρίου.
Νύχτα, 3ης Σεπτεμβρίου Φανταστικός πινάκας αγνώστου ζωγράφου της εποχής. Ο ζωγράφος παρουσιάζει σε πρώτο πλάνο το συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη έφιππο έξω από τα ανάκτορα, να ζητά Σύνταγμα, από το βασιλέα Όθωνα και την Αμαλία. (Συλλογή Λάμπρου Ευταξία)
Συνταγματική Μοναρχία Ο Όθωνας δεν αποδέχθηκε την πρόταση συνταγματικού πολιτεύματος, αναγκάσθηκε όμως κατά την νύχτα της στάσης να αποδεχθεί την απαίτηση των στασιαστών, αφού πείσθηκε πως δεν μπορούσε να στηριχθεί πουθενά αλλού γιατί ο μεν στρατός της πρωτεύουσας τάχθηκε με τους στασιαστές, ο δε λαός παρέμενε αδιάφορος. Πορτραίτο του Όθωνα. Έργο του Karl Joseph Stieler.
Η Ελλάδα απαλλάχθηκε από τους Βαυαρούς, οι οποίοι απομακρύνθηκαν από τις στρατιωτικές και πολιτικές θέσεις, ενώ στο λαό και το κράτος παραδόθηκαν οι λειτουργίες του πολιτεύματος, γεγονός που δεν ήταν δυνατό να έχει τα αναμενόμενα θετικά αποτελέσματα λόγω της μη προετοιμασίας κατανόησης της εφαρμογής τους. Η εναντίωση του Όθωνα στην εφαρμογή φιλελεύθερου πολιτεύματος αποδείχτηκε δίκαιη. Η πολιτική διαμάχη, η οποία λάμβανε τις διαστάσεις εμφύλιου σπαραγμού σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, είτε βουλευτική είτε δημοτική, είχε ως αποτέλεσμα την κακοδαιμονία της χώρας.
Ο Όθωνας επενέβαινε πάντα στις εκλογές για την ανάδειξη στα αιρετά αξιώματα των ηθικότερων ατόμων. Αυτή η συμπεριφορά είχε ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλης δυσαρέσκειας και προκάλεσε εχθρότητα και μίση εναντίον του. Οι αντίπαλοί του από τις πολιτικές και στρατιωτικές τάξεις τον συκοφαντούσαν στο λαό ως απολυταρχικό και βίαιο και εργαζόμενο για την επαναφορά της απόλυτης μοναρχίας και των Βαυαρών, με τη βοήθεια των οποίων θα υποδούλωνε την Ελλάδα. Αργότερα οι συκοφαντίες έλαβαν χαρακτήρα προδοσίας και χρηματισμού.
Ολόσωμο πορτραίτο του Βασιλιά Όθωνα με φουστανέλα. Έργο του Νικηφόρου Λύτρα. Ο Όθωνας μη διαθέτοντας πολιτικό νου και άμοιρος διπλωματικής δεξιοτεχνίας, απέτυχε και στον τομέα της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής. Στα εσωτερικά εξέφραζε ευθέως και άμεσα την αντίθεσή του στους τοπάρχες του Μοριά και της Ρούμελης, οι οποίοι αντλούσαν την επιρροή τους από τους προεπαναστατικούς ακόμα καιρούς και ασκούσαν μεγάλη επιβλητικότητα στον άμαθο και δεισιδαίμονα λαό.
Ακόμα επιζητούσαν να διατηρήσουν την ισχύ τους σαν αληθινοί ηγεμονίσκοι, που τυραννούσαν και καταδυνάστευαν τον λαό, φορολογώντας το λαό αμείλικτα χωρίς να φορολογούνται ποτέ οι ίδιοι, υπέρτεροι πάντων και των αρχών και των νόμων του κράτους. Οι συνεχείς και αδιάλειπτες στάσεις και επαναστάσεις πήγαζαν από αυτά τα άτομα, τα οποία επιπλέον εκμεταλλεύονταν οι ξένες επιρροές και τα συμφέροντα των αντίζηλων προστάτιδων δυνάμεων κατά του στέμματος. Ο Όθωνας εξάλλου, δεν είχε συγγένεια με καμία εκ των βασιλικών οικογενειών αυτών των δυνάμεων, ούτε ήταν σε θέση να λάβει βοήθεια από την Αυλή του Μονάχου, επηρεαζόταν πάρα πολύ από την ορμητική και φιλόδοξη σύζυγό του και λόγω της αγάπης και πίστης που έτρεφε προς τα εθνικά ιδεώδη υπερέβη τις δυνάμεις του κράτους και της φυλής, αντιτέθηκε στα ζωτικά συμφέροντα των δύο δυτικών Δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και αφενός μεν έβαλε τα ελληνικά συμφέροντα σε μεγάλο κίνδυνο, αφετέρου δε υπονόμευσε ο ίδιος το θρόνο του.
Λόγω της ευθύτητας του χαρακτήρα του και της ειλικρίνειάς του δέχθηκε πολλές και μεγάλες ραδιουργίες από τα «ξένα» κόμματα, όπως ήταν γνωστά τα τρία μεγάλα πολιτικά κόμματα, τα οποία διαίρεσαν και καταδυνάστευσαν την Ελλάδα κατά την περίοδο της Α’ Δυναστείας. Οποιαδήποτε προτίμηση του Όθωνα σε ένα από τα τρία είχε ως αποτέλεσμα τα άλλα δύο να στρέφονται εναντίον του τρίτου. Οι αρχηγοί και οι ιθύνοντες των κομμάτων εμπνέονταν και δέχονταν οδηγίες από τους πρεσβευτές των Δυνάμεων στην Αθήνα που είχαν την εντύπωση πως υπηρετούν τα συμφέροντα της πατρίδας τους. Έτσι ο Όθωνας βρισκόταν συνεχώς ανάμεσα στις συμπληγάδες των ξένων και των τοπικών επιρροών καθ’ όλη τη διάρκεια της ταραχώδους βασιλείας του. Πιεζόμενος σκληρά από την Αγγλία, δεχόμενος απειλές από τη Γαλλία και παρασυρόμενος από τη Ρωσία, βρέθηκε στη δυσάρεστη θέση να εξαρτάται από εξαιρετικά τραγικούς όρους κατά την περίοδο της πρώτης κρίσεως του Ανατολικού ζητήματος (1854).
Ο Όθωνας θέλησε να οδηγήσει το κράτος σε πόλεμο και το λαό σε εξέγερση, παρά τις ρητές απαγορεύσεις των δύο Δυτικών Δυνάμεων, των οποίων οι πρεσβευτές στην Αθήνα απείλησαν έως και σε προσωπικό βαθμό το βασιλικό ζεύγος. Αποτέλεσμα της εθνικής μεν αλλά άστοχης πολιτικής του Όθωνα υπήρξε η ξένη κατοχή του Πειραιά και της Αθήνας και η απόφαση της Γαλλίας για εκθρόνισή του, η οποία και τελικά δεν έγινε πράξη λόγω δυσχερειών που προέκυψαν ως προς την αναπλήρωση του θρόνου αφενός και το βαθμό της δυσαρέσκειας του Ναπολέοντα Γ’ για τη Βαυαρία, την οποία και θεωρούσε σύμμαχο του ενάντια στον Πρωσικό κίνδυνο. Γι’ αυτό και μόνο ανατράπηκαν οι ενέργειες ορισμένων Ελλήνων τόσο στην Αθήνα όσο και στο Παρίσι για την εκθρόνιση του Όθωνα
Ο βασιλιάς Όθων έφιππος, ως συνταγματάρχης του 10ου συντάγματος πεζικού. Ο Όθωνας και σε αυτή την περίπτωση απέδειξε για μία ακόμη φορά ότι δεν μπορούσε να πάρει ορθές πολιτικές αποφάσεις, γιατί παρασυρόταν συναισθηματικά από το πλήθος και τη θέληση να γίνουν πράξη τα εθνικά ιδεώδη που βρίσκονταν στις καρδιές των γενναίων ψυχών. Οι προετοιμασίες των κρατικών δυνάμεων για ένοπλη αντίσταση κατά της απειλής των Άγγλων και των Γάλλων και η εισβολή του βασιλικού ζεύγους στη Θεσσαλία που ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή με την τολμηρή επέμβαση του Α. Μεταξά, είναι γεγονότα που πρέπει να κριθούν ψύχραιμα από την Ιστορία και δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθούν ως εκδηλώσεις ασυγχώρητης πολιτικής εγκατάλειψης.
Μετά τη λήξη της Ανατολικής κρίσης (1856) και τη Συνθήκη των Παρισίων, η αντιπολίτευση κατά του Όθωνα, που ενθαρρυνόταν από την Αθήνα, άρχισε και στις πρωτεύουσες των νομών. Η αχαλίνωτη ελευθερία του τύπου και η κάθοδος νέων και τολμηρών ανδρών στην πολιτική και δημοσιογραφική παλαίστρα έφθειραν το γόητρο της Δυναστείας και ενίσχυαν το στρατόπεδο των αντιδυναστικών. Ο Όθωνας ξεκίνησε τον εσωτερικό αγώνα, απέφευγε ωστόσο τις εκλογές, σχεδόν κατήργησε το πολίτευμα και διόριζε πρωθυπουργούς και υπουργούς της προτίμησής του, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη συνένωση των αντιπολιτευτικών δυνάμεων κατά του στέμματος. Όσο εξελισσόταν η πάλη δημιουργήθηκαν οι κύκλοι των «αφοσιωμένων» μέσω των οποίων αυξήθηκε η αντίθεση και η φθορά, η δε ενεργός ανάμειξη της βασίλισσας και οι επεμβάσεις της στα πολιτειακά, όπου αποφάσιζε για πρόσωπα του στρατού και της διοίκησης, η επίδραση που ασκούσε στις αποφάσεις του στέμματος και της κυβέρνησης, ενθάρρυναν αυτομάτως τους αντιδυναστικούς.
Εκτός από το ζήτημα των πολιτικών επεμβάσεων προστέθηκαν και δύο ακόμα κατά τα τελευταία χρόνια της Α’ Δυναστείας για την ενίσχυση των αντιδυναστικών: η διαδοχή του θρόνου και η ίδρυση εθνοφυλακής. Τόσο ο Όθωνας όσο και η Αμαλία αστόχησαν σε όλες τις προσπάθειες τους για τη διαδοχή. Όσον δε αφορά την εθνοφυλακή, τη σύσταση της οποίας επεδίωκαν οι πολιτικοί αρχηγοί, ο Όθωνας ήταν ανένδοτος προς τη δημιουργία σώματος ένοπλων πολιτών, λόγω των μεγάλων αντιθέσεων και των συγκρούσεων που επικρατούσαν στη χώρα.
Επανάσταση και έξωση του Όθωνα Κατά τα δύο τελευταία έτη της βασιλείας του ο Όθωνας υιοθέτησε και πάλι τη φιλοπόλεμο πολιτική, εξαιτίας της ιταλικής εξεγέρσεως και του δόγματος περί δικαίου των εθνοτήτων που είχε υψωθεί. Γι’ αυτόν τον λόγο προέβη σε μυστικές συνεννοήσεις με ικανούς Ιταλούς πατριώτες και Αλβανούς φυλάρχους, δαπανώντας από το ταμείο του εκατοντάδες χιλιάδες φράγκα. Αυτές οι συνεννοήσεις χαρακτηρίστηκαν από τους Άγγλους πολιτικούς ως φιλοτάραχες και κατά τα δύο τελευταία έτη ( ) αντιμετώπισε τρεις αιματηρές στάσεις και επαναστάσεις, με κυριότερη τη Ναυπλιακή Επανάσταση το Φεβρουάριο του Το αίμα που χύθηκε προς εμπέδωση της τάξεως, έκανε ακόμα πιο αποφασιστικό το λαό και τη νεολαία, την οποία και έριξε στην πολιτική διαπάλη ο ορμητικός και δημαγωγός πολιτικός Επαμ. Δεληγιώργης. Ο Όθωνας με πολιτική περιβολή κατά την εποχή της εκθρόνισής του. (Μουσείο Μπενάκη)
Από τη στιγμή δε που προστέθηκαν στις ενέργειες κατά του στέμματος πρόσωπα σαν τον πυρπολητή Κ. Κανάρη και μυήθηκαν οι σωματάρχες της φρουράς της πρωτεύουσας, εξασφαλίστηκε η επιτυχία της ανατροπής. Ο Όθωνας γνώριζε για τις συνομωτικές ενέργειες κατά του προσώπου του, αλλά δεν είχε υποπτευθεί την έκταση και το μέγεθός τους. Δημιούργησε το Υπουργείο της Αυλής, το οποίο και ήταν το τελευταίο της βασιλείας του, επιπλέον απομακρύνθηκε από την πρωτεύουσα, όπως τον συμβούλεψε η κυβέρνησή του, για να εξετάσει το πνεύμα και τα παράπονα των επαρχιών. Με αυτόν τον τρόπο άφησε την πρωτεύουσα στα χέρια των επαναστατών, με μία κυβέρνηση νωθρή και άβουλη, γεγονός που επίσπευσε την έκρηξη της επανάστασης και την ανατροπή του θρόνου (νύχτα της 10 Οκτωβρίου 1862).
Ο Όθωνας έφτασε εσπευσμένως την επόμενη ημέρα στον Πειραιά με την ατμοφρεγάτα «Αμαλία» και βρήκε την πρωτεύουσα και τον Πειραιά σε εξέγερση, όμως δεν κατέφυγε σε βίαια μέτρα, ούτε δημιούργησε εμφύλιο πόλεμο για την αποκατάστασή του στο θρόνο αν και μπορούσε να στηριχθεί στις επαρχίες του κράτους. Ακολούθησε τις συμβουλές των Άγγλων και Γάλλων πρεσβευτών και εγκατέλειψε την Ελλάδα με το αγγλικό ατμόπλοιο «Σκύλλα». Η αναχώρηση του Όθωνα. Λαϊκή λιθογραφία, Μουσείο Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας.
Μετά την απομάκρυνσή του από την Ελλάδα, ο Όθωνας εγκαταστάθηκε με τη βασίλισσα Αμαλία στο Μόναχο όπου παρέμεινε για ένα οκτάμηνο και αργότερα στη Βαμβέργη όπου και πέθανε στις 14/26 Ιουλίου 1867 σε ηλικία 52 ετών από ερυσίπελα.* Σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία του θάφτηκε στην εκκλησία Τεατίνερ-Κίρχε του Μονάχου με την ελληνική ενδυμασία. Η αγάπη του για την Ελλάδα παρέμεινε αδιάσειστη μέχρι και το θάνατό του. Στο Μόναχο, όπου έμεινε κατά τους πρώτους μήνες της εξορίας του είχε ελληνική Αυλή, αλλά και στη μικρή πάλι Βαμβέργη, όπου περιορίστηκε από τον άστοργο αδελφό του, δεχόταν πάντα με χαρά τους Έλληνες που ήθελαν να τον χαιρετίσουν και συζητούσε μαζί τους για θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα.
Ανώτερος χρημάτων, φιλεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος, έφυγε από την Ελλάδα φτωχός και μέχρι το θάνατό του επιβίωνε με 100 χιλιάδες φράγκα ετήσια επιχορήγηση του Στέμματος του Μονάχου. Η άδολη αγάπη του προς την Ελλάδα και τους αγώνες της εκδηλώθηκε ένα μήνα πριν το θάνατό του με μυστική δωρεά ολόκληρης της ετήσιας επιχορήγησής του υπέρ του Κρητικού αγώνα (Μάιος 1867), την οποία παρέλαβε ο Σ. Καραϊσκάκης, απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης με σκοπό μυστικό έρανο στην Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του υπήρξε ο μεγαλύτερος δωρητής σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και διδακτήρια, χωρίς δε την προσωπική του δωρεά, της τάξεως των 40 χιλιάδων φράγκων, ήταν αδύνατο να ιδρυθεί το Πανεπιστήμιο.**
Υποσημειώσεις ** Οθώνειο Πανεπιστήμιο. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών ιδρύθηκε στις 3 Μαΐου 1837 από τον τότε Βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα και ονομάσθηκε προς τιμή τουΟθώνειον Πανεπιστήμιον. Αποτελούσε το πρώτο πανεπιστημιακό ίδρυμα τόσο στο νέο Ελληνικό Κράτος όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Το πρώτο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το νεοσύστατο ίδρυμα συναποτελούσαν οι σχολές Θεολογίας, Νομικής, Ιατρικής και Τεχνών (στο γνωστικό πεδίο της οποίας συγκαταλέγονταν οι Εφαρμοσμένες Επιστήμες και τα Μαθηματικά). Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του, το ίδρυμα στελέχωναν 33 καθηγητές, ενώ μαθήματα παρακολουθούσαν 52 φοιτητές και 75 μη εγγεγραμμένοι ακροατές. Το πανεπιστήμιο στεγάσθηκε αρχικά στην κατοικία του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη στην Πλάκα που σήμερα φιλοξενεί το Μουσείο του ιδρύματος. Το Νοέμβριο του 1841 το ίδρυμα μεταστεγάσθηκε στο Κεντρικό Κτήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών, ένα κτήριο σχεδιασμένο από το Δανό αρχιτέκτονα Κρίστιαν Χάνσεν και διακοσμημένο από το ζωγράφο Karl Rahl, αποτελώντας την περίφημη “αρχιτεκτονική τριλογία της Αθήνας”, μαζί με τα κτίρια της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος και εκείνο της Ακαδημίας Αθηνών.
Το Πανεπιστήμιο διατήρησε την ονομασία Οθώνειο μέχρι το 1862, χρονιά κατά την οποία ο Όθων αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Στις 20 Οκτωβρίου 1862 το ίδρυμα μετονομάσθηκε σε Εθνικόν Πανεπιστήμιον. Το σημερινό του όνομα το Πανεπιστήμιο της ελληνικής πρωτεύουσας έλαβε το 1911 χάρη στον Ηπειρώτη ευεργέτη Ιωάννη Δόμπολη ( ), ο οποίος ήταν ένας πλούσιος έμπορος που ζούσε στη Ρωσία. Διαπνεόμενος από την ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας, η οποία τότε είχε απήχηση στους Έλληνες, διέθεσε όλη του την περιουσία στο ελληνικό Δημόσιο για να ιδρυθεί μετά από 50 χρόνια πανεπιστήμιο στην πρωτεύουσα της Ελλάδας, με τον όρο πως το νέο ίδρυμα θα ονομαζόταν Καποδιστριακό πανεπιστήμιο, προς τιμή του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια. Αποτελούσε ελπίδα του Δόμπολη ότι κατά την εκτέλεση της διαθήκης πρωτεύουσα της Ελλάδας θα είχε πια γίνει η Κωνσταντινούπολη. Το 1911, το Πανεπιστήμιο της Αθήνας (που παρά τους διακαείς πόθους του Δόμπολη παρέμενε πρωτεύουσα της χώρας), για να κληρονομήσει την τεράστια περιουσία του Δόμπολη, διχοτομήθηκε σε δύο τύπους ανεξάρτητες νομικά οντότητες, το Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον (στο οποίο ανήκαν οι θεωρητικές σχολές) και το Εθνικόν Πανεπιστήμιον (στο οποίο ανήκαν οι θετικές σχολές). Τα δύο νομικά πρόσωπα συγχωνεύθηκαν ξανά με τον οργανισμό του 1932 και το ίδρυμα μετονομάστηκε σε Αθήνησι Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, ονομασία που διατηρεί σχεδόν αναλλοίωτη μέχρι και σήμερα.
Το 1904 η Σχολή των Τεχνών διασπάστηκε σε δύο επιμέρους Σχολές: τη Σχολή Τεχνών και αυτή των Επιστημών. Στη Σχολή Επιστημών συμπεριλαμβάνονταν αρχικά οι Σχολές Μαθηματικών, Φαρμακευτικής και Φυσικής, ενώ το 1911 προστέθηκε σε αυτές και η Σχολή Οδοντιατρικής. Το 1919 συστάθηκε το τμήμα Χημείας και τρία χρόνια αργότερα, το 1922, η Σχολή Φαρμακευτικής μετέπεσε σε αυτόνομο τμήμα. Κατά τη δεκαετία του 1960 έγιναν οι πρώτες ενέργειες με σκοπό την μετεγκατάσταση του πανεπιστημίου και τη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων του σε ενιαίο χώρο (Πανεπιστημιούπολη) στην περιοχή Ζωγράφου. Σήμερα στην Πανεπιστημιούπολη βρίσκεται η Φιλοσοφική και Θεολογική Σχολή, η Σχολή Θετικών Επιστημών και μία από τις Φοιτητικές Εστίες.