ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Βασικές έννοιες: μητρική γλώσσα Μητρική γλώσσα Η γλωσσική μορφή με την οποία έρχεται σε επαφή το παιδί μετά τη γέννησή του και την οποία μαθαίνει με την έκθεσή του στο γλωσσικό περιβάλλον ή η κοινή καθομιλουμένη, η γλώσσα δηλαδή που χρησιμοποιούμε σε περιστάσεις του ευρύτερου κοινωνικού χώρου στον οποίο ζούμε, ή η τυποποιημένη επίσημη γλώσσα, η οποία μπορεί να διαφέρει αρκετά από τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας.
Μητρική γλώσσα Η Skutnabb-Kangas (1981) κατηγοριοποιεί διάφορα κριτήρια που χαρακτηρίζουν τη μητρική ή πρώτη (Γ1) γλώσσα, περιγράφοντας όλες τις διαστάσεις και τις ποικίλες εκφάνσεις του όρου. Η μητρική γλώσσα ορίζεται ως προς: το χρόνο / την προέλευση της γλώσσας: Η γλώσσα που μαθαίνουμε πρώτα την ικανότητα / την επάρκεια του ομιλητή: Η γλώσσα που γνωρίζουμε και χειριζόμαστε καλύτερα τη λειτουργία / τη χρήση της γλώσσας: Η γλώσσα που χρησιμοποιούμε περισσότερο τις στάσεις απέναντι στις γλώσσες: α) Η γλώσσα με την οποία ταυτιζόμαστε (εσωτερική ταύτιση) β) Η γλώσσα με την οποία μας ταυτίζουν οι άλλοι (εξωτερική ταύτιση) τους γλωσσικούς αυτοματισμούς: Η γλώσσα στην οποία σκεφτόμαστε, ονειρευόμαστε, κλπ.
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Βασικές έννοιες: δεύτερη γλώσσα Δεύτερη γλώσσα Η γλωσσική μορφή που διδάσκεται σε άτομα που δε γνωρίζουν τη γλώσσα του περιβάλλοντος, αλλά ζουν και δρουν μέσα σε ένα περιβάλλον που χρησιμοποιεί τη διδασκόμενη γλώσσα είτε γενικά είτε σε ειδικές συνθήκες (π.χ. Αιγύπτια που μαθαίνει ελληνικά στην Ελλάδα ή Ινδός που μαθαίνει αγγλικά στην Ινδία)
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Βασικές έννοιες: ξένη γλώσσα Ξένη γλώσσα Η γλωσσική μορφή που διδάσκεται σε άτομα που ζουν και δρουν μέσα σε ένα περιβάλλον που χρησιμοποιεί μια γλώσσα διαφορετική από τη διδασκόμενη τόσο σε γενικές όσο και σε ειδικές συνθήκες (π.χ. Ελληνίδα που μαθαίνει ολλανδικά στην Ελλάδα).
Ψυχολογικοί παράγοντες (Μήτσης 1998) ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Παράγοντες επίδρασης: ψυχολογικοί Ψυχολογικοί παράγοντες (Μήτσης 1998) Ικανότητα αντίληψης του όλου και του μέρους Παρορμητικότητα και στοχαστικότητα Αυτοπεποίθηση Γλωσσική ανεκτικότητα Εξωστρέφεια και εσωστρέφεια Απάθεια και ένταση Κίνητρα (εξωτερικά και εσωτερικά)
Κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες (Μήτσης 1998) ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Παράγοντες επίδρασης: κοινωνικοί Κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες (Μήτσης 1998) Πολιτισμικά στερεότυπα και στάσεις Πολιτισμική προσαρμογή και πολιτισμική απόσταση Η δομική γειτνίαση ή διαφοροποίηση των γλωσσών
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Διγλωσσία Η χρήση από ένα άτομο δύο διαφορετικών γλωσσών για να ανταποκριθεί στις επικοινωνιακές του ανάγκες Η επίσημα καθιερωμένη σε μια χώρα χρήση δύο γλωσσών Η χρήση δύο διαφορετικών μορφών της ίδιας γλώσσας
Ορισμοί διγλωσσίας Ι Haugen (1956): Διγλωσσία είναι η ικανότητα παραγωγής καλοσχηματισμένων με νόημα εκφωνημάτων σε δύο ή περισσότερες γλώσσες. Δίγλωσσος είναι αυτός που είναι ικανός να σχηματίσει - εν γνώσει του - εκφωνήματα με συγκεκριμένο νόημα σε μια άλλη γλώσσα πέραν της μητρικής του. MacΝamara (1967): Διγλωσσία είναι η ικανότητα, έστω και περιορισμένη, σε μία από τις τέσσερις γλωσσικές δεξιότητες (κατανόηση, παραγωγή, ανάγνωση, γραφή) σε δύο ή περισσότερες γλώσσες.
Ορισμοί διγλωσσίας ΙΙ Oksaar (1971): Διγλωσσία είναι η ικανότητα ενός ατόμου να χρησιμοποιεί δύο γλώσσες σε διαφορετικές καταστάσεις και κάθε φορά να αλλάζει αυτόματα, χωρίς δυσκολίες, τον γλωσσικό κώδικα.
Ορισμοί διγλωσσίας ΙΙΙ Van Overbeke (1972): Διγλωσσία είναι ένας προαιρετικός ή υποχρεωτικός τρόπος αποτελεσματικής αμφίδρομης επικοινωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων διαφορετικών «κόσμων» και διαφορετικών γλωσσικών συστημάτων. H διγλωσσία μπορεί να προσδιοριστεί ως ο ενδιάμεσος γλωσσικός χώρος, ο οποίος γινόταν παραδοσιακά αντιληπτός ως απαρτιζόμενος από διακριτές οντότητες, δύο ξεχωριστές γλώσσες. Τα δίγλωσσα άτομα μας υπενθυμίζουν ότι ο γλωσσικός χώρος αποτελεί μάλλον ένα συνεχές και για τα δίγλωσσα άτομα, δεν είναι μόνο οι γλώσσες οι οποίες συγκατοικούν στον ίδιο γλωσσικό χώρο, αλλά ένα μίγμα από κουλτούρες και οπτικές γωνίες, το οποίο για κάποιους είναι ακατανόητο και για άλλους ανησυχητικό. (Brutt-Griffler & Varghese, 2004)
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Μορφές διγλωσσίας Τέλεια ή ισότιμη (χρήση δύο γλωσσών ισότιμα) Ατελής ή εξαρτημένη υποτακτική (ανισότιμη χρήση δύο γλωσσών με προτεραιότητα στη μητρική)
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Πολυγλωσσία Η χρήση από το ίδιο άτομο πολλών γλωσσών Η επίσημα καθιερωμένη χρήση πολλών γλωσσών σε μια χώρα
Πλεονεκτήματα διγλωσσίας ( Τσοκαλίδου 2012) Επικοινωνιακά πλεονεκτήματα Ευρύτερο φάσμα επικοινωνιακών δυνατοτήτων (οικογένεια, κοινότητα, διεθνείς επαφές, εργασία) Γραφή και ανάγνωση σε δύο γλώσσες Πολιτισμικά πλεονεκτήματα Ευρύτερη και βαθύτερη πολιτισμική συνειδητότητα, πολυπολιτισμική ταυτότητα, εμπειρία από δύο γλωσσικούς κόσμους Μεγαλύτερη ανοχή και λιγότερος ρατσισμός Γνωστικά πλεονεκτήματα Ανάπτυξη της σκέψης (π.χ. δημιουργικότητα, ευαισθησία στην επικοινωνία)
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Αποδέκτες της νέας ελληνικής ως δεύτερης/ξένης Ι Συνηθισμένες ομάδες που διδάσκονται τη νέα ελληνική ως δεύτερη/ξένη Κάτοικοι των Βαλκανίων Κάτοικοι στην πρώην Σοβιετική Ένωση Ομογενείς στην Ευρώπη Ομογενείς στην Αυστραλία, Η.Π.Α. Καναδά
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Αποδέκτες της νέας ελληνικής ως δεύτερης/ξένης ΙΙ Συνηθισμένες ομάδες που διδάσκονται τη νέα ελληνική ως δεύτερη/ξένη Μουσουλμάνοι της Θράκης Ρομ Ομογενείς από όλον τον κόσμο που ζουν στην Ελλάδα
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Βασικές μεθοδολογικές αρχές Ι Μαθητοκεντρική αντίληψη Χρήση κειμένων που έχουν νόημα για τους διδασκόμενους Διδασκαλία της δομής της νέας ελληνικής μέσα από κείμενα Εκμετάλλευση της επικαιρότητας Χρήση του λόγου από τους/τις εκπαιδευόμενους/ες
ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ Βασικές μεθοδολογικές αρχές ΙΙ Εκμετάλλευση των οικείων πολιτιστικών προϊόντων Δημιουργία κινήτρων Επαφή με φυσικούς ομιλητές της νέας ελληνικής Επεξεργασία του παραγόμενου λόγου Εκμετάλλευση των οπτικοακουστικών μέσων