Μίνα Μπρούμου 1, Βασιλική Παππά 2 Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΓΟΝΕΩΝ ΩΣ ΘΕΣΜΟΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ Μίνα Μπρούμου 1, Βασιλική Παππά 2 ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ, M.Sc., ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΡΙΑ ΣΧΟΛΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ (Στοιχεία επικοινωνίας: Email: broumou_mina@hotmail.gr. Κιν. Τηλ.: 6938900415) ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ, M.Sc., PH.D., ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΣΧΟΛΩΝ ΓΟΝΕΩΝ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ Βοηθούν τους γονείς να προσαρμοστούν ομαλά στη νέα πραγματικότητα, αποφεύγοντας τη «γονική εξουθένωση» (parent burn-out) (Cowan & Cowan, 1998, 2000) Τους βοηθούν να κατανοήσουν ότι δεν είναι αυτές καθαυτές οι αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή που δημιουργούν πρακτικές ή οι ψυχολογικές δυσκολίες, αλλά ο τρόπος με τον οποίο οι ενήλικες διαχειρίζονται συναισθηματικά τις διάφορες συνθήκες, καθώς και άλλα πρακτικά (π.χ. ανεπαρκές υποστηρικτικό δίκτυο, περισσότερες ευθύνες) ή ψυχολογικά ζητήματα (π.χ. χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφάλεια γονέων) που προκύπτουν (Amato, 2000. Block, Block & Gjerde, 1986. Μπρούμου, 2010. Παππά, 2006). Ποιές είναι οι βασικές δεξιότητες τις οποίες μπορεί να αναπτύξει ο άνθρωπος προκειμένου να ενισχύσει την Ψ του υγεία ; α) Δεξιότητες για παραγωγική διαχείριση των δυσκολιών της ζωής β) Δεξιότητες για την αποτελεσματική διαχείριση του Stress γ) Δεξιότητες για την ανάπτυξη αυτογνωσίας και ταυτότητας δ) Δεξιότητες για την ανάπτυξη υγιούς αυτοεκτίμησης ε)Δεξιότητες για την ανάπτυξη των υγιών στοιχείων της προσωπικότητας στ)Δεξιότητες για την μεταβολή δυσλειτουργικών αντιλήψεων και στάσεων ζ) Δεξιότητες για την απόκτηση δημιουργικής αυτονομίας η)Δεξιότητες για την παροχή και απόκτηση κοινωνικής στήριξης (Βασιλειάδου, 2007). Εισαγωγή Η Συμβολή της Συμβουλευτικής Γονέων στην Πρόληψη της Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων Η μετάβαση στο γονικό ρόλο, συνδέεται συχνά με θετικά συναισθήματα, ιδιαίτερα όταν αποτελεί συνειδητή κι υπεύθυνη επιλογή των συζύγων και επιφέρει πολλά θετικά αποτελέσματα, όπως: α) η εκπλήρωση των ισχυρών βιολογικών αναγκών για αναπαραγωγή, β) η εκπλήρωση των κοινωνικών προσδοκιών, γ) μια αίσθηση επιτεύγματος, δ) η συνέχεια του ονόματος της οικογένειας, ε) η διασκέδαση, η αγάπη και η συντροφικότητα και, στ) θεωρείται συχνά ως ένα σύμβολο αγάπης και σταθερότητας στη σχέση (Feeney, Hohaus, Noller, & Alexander, 2001). Εντούτοις, η μετάβαση στη γονικότητα δεν παύει και σήμερα να θεωρείται ότι αποτελεί κρίσιμη καμπή στη ζωή του ζεύγους, καθώς απαιτεί νέες αλλαγές σε όλους τους τομείς της ζωής της οικογένειας, όπως είναι: 1)οι αλλαγές ως προς την ταυτότητα, και 2) η αλλαγή των ρόλων μέσα στο γάμο (π.χ. παραδοσιακή κατανομή εργασιών, η φύση της επικοινωνίας αλλάζει και εστιάζεται στο βρέφος, αλλάζει η σχέση μεταξύ των συντρόφων κ.ά.)(Cowan & Cowan, 2000). Η κρίση που συνοδεύει τη μετάβαση στη γονική ιδιότητα αποτελεί μια δοκιμασία για την ψυχική υγεία, απ’ όπου ο μελλοντικός γονέας μπορεί να βγει, σύμφωνα με τις συνθήκες, είτε ενδυναμωμένος, ή αντίθετα, αποδυναμωμένος, καθώς θέτει νέα θέματα διαπραγμάτευσης και δημιουργεί νέες σημαντικές απαιτήσεις και προκλήσεις (Δραγώνα, 1995). Μετά την αναγνώριση που έχει η επίδραση της οικογενειακής ζωής στην παιδική ηλικία για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και της ψυχικής υγείας (Χουρδάκη, 2000β, 2001), οι μελετητές της οικογένειας και των συζυγικών σχέσεων προτείνουν τη συμμετοχή των συζύγων σε ομάδες γονέων, όπου οι γονείς μπορούν να βρουν την απαραίτητη υποστήριξη και συμβουλευτική για μία πιο ομαλή μετάβαση στο γονικό τους ρόλο (Cowan & Cowan, 2000). Στην Ελλάδα, η προετοιμασία των γονέων για τη μετάβαση στο νέο τους ρόλο γίνεται κυρίως με τη συμμετοχή τους στις ομάδες Σχολών Γονέων που εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο το 1962, με πρωτοβουλία της Μαρίας Χουρδάκη και μέχρι σήμερα, έχουν επιτελέσει και επιτελούν εξαιρετικά σημαντικό έργο στο χώρο της πρωτογενούς πρόληψης. Οι βασικοί σκοποί λειτουργίας τους είναι: α) η στήριξη του δοκιμαζόμενου θεσμού της οικογένειας, β) η διαφύλαξη και προστασία της ψυχικής υγείας και θετικής εξέλιξης του παιδιού και όλων των μελών της οικογενειακής ομάδας, και γ) η εκπαίδευση του γονέα σε μεθόδους αποτελεσματικότερης επικοινωνίας με το παιδί του (Χουρδάκη, 2001. Παππά, 2006, 2008). Η δυσκολία στην επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών φαίνεται να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις, αφού πρόσφατα βρέθηκε ότι το 40% περίπου των μαθητών αντιμετωπίζουν προβλήματα με τους γονείς τους και μάλιστα επιλέγουν να μην τα συζητούν με κανένα (Μπρούμου, 2005, 2008). Για την πραγματοποίηση αυτών των σκοπών οι Σχολές Γονέων, σύμφωνα με το «Εξελικτικό Σύστημα» της Μαρίας Χουρδάκη (το οποίο βασίζεται στις αρχές της «Διεθνούς Ομοσπονδίας για την Εκπαίδευση των Γονέων») στοχεύουν: α) στην ενημέρωση-πληροφόρηση (information) των γονέων σχετικά με τα σύγχρονα δεδομένα της Εξελικτικής και της Οικογενειακής Ψυχολογίας και β) στη διαμόρφωση - διαφοροποίηση (formation) της στάσης και της συμπεριφοράς του γονέα, αλλά και όλων των μελών της οικογένειας και διαφοροποιούνται ανάλογα με το ηλικιακό επίπεδο των παιδιών σε: α) Σχολή Γονέων Βρεφικής - Προσχολικής ηλικίας, β) Σχολή Γονέων Σχολικής ηλικίας και γ) Σχολή Γονέων Εφηβικής ηλικίας (Χουρδάκη, 2000β). Σε μικρές ομάδες των 12-15 ατόμων, τις οποίες συντονίζει ειδικός ψυχικής υγείας και μέσα από τη γνωστή εργασία με ομάδες (group work) που ακολουθείται, οι γονείς οδηγούνται προς τη συνειδητοποίηση του ρόλου τους και σταδιακά και προοδευτικά προς τη διαφοροποίησή τους. Οι συναντήσεις γίνονται με εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη συχνότητα και διαρκούν 1:30'. Κάθε συνάντηση έχει ένα συγκεκριμένο θέμα που απασχολεί τους γονείς και για το οποίο οι ίδιοι οι γονείς έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον. Οι υποψήφιοι ή οι νέοι γονείς διαμορφώνουν το γονικό τους τύπο και σύμφωνα με έναν άλλον παράγοντα: την αυτογνωσία. Η διαδικασία της αυτογνωσίας αποτελεί τον πιο πολύτιμο βοηθό του μελλοντικού ή του νέου γονέα, στο δύσκολο έργο που πρόκειται να αναλάβει. Αν ο γονέας έχει δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα: «Ποιος είμαι;» «ποια στοιχεία συγκροτούν την προσωπικότητά μου;», «ποια βιώματα της παιδικής μου ηλικίας παραμένουν εκκρεμή;», «πώς αισθάνομαι τη συμβίωση με το άλλο φύλο;», «ποια είναι τα βαθύτερά μου κίνητρα για τη δημιουργία οικογένειας και την απόκτηση παιδιών;» (Χουρδάκη, 1989, 2000α), τότε θα συνειδητοποιήσει τις απόψεις, τις αξίες, τις πεποιθήσεις του, θα διαμορφώσει συνειδητά ένα γονικό τύπο, ο οποίος θα αντανακλά τις ιδέες του σχετικά με την ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού του. Η δύσκολη και επίπονη διαδικασία της απόκτησης αυτογνωσίας μπορεί να διευκολυνθεί σε μεγάλο βαθμό στα πλαίσια μιας Σχολής Γονέων. Οι Σχολές Γονέων: Παρέχουν υποστήριξη και ενθάρρυνση στους γονείς Διαμορφώνουν πρότυπα γονικού ρόλου Προωθούν τις ικανότητες των γονέων. Εστιάζουν στα θετικά στοιχεία και τις δυνάμεις (και όχι τις αδυναμίες) των γονέων Συντελούν στην καλλιέργεια των δεξιοτήτων τους Τους βοηθούν να ενδυναμώσουν την αυτοεκτίμησή τους Συντελούν στη βελτίωση της σχέσης των συζύγων Τους παρέχουν τις απαραίτητες γνώσεις ώστε να κατανοούν τις αναπτυξιακές ανάγκες των παιδιών Συμπεράσματα Οι ομάδες γονέων συμβάλλουν καθοριστικά στην ομαλή προσαρμογή των συζύγων στη νέα πραγματικότητα που σηματοδοτείται από τον ερχομό του νέου μέλους. Προετοιμάζουν τους γονείς ψυχολογικά και συναισθηματικά για τις αλλαγές που θα επέλθουν στη ζωή τους και τους θωρακίζουν ως προς τους πιθανούς κραδασμούς που τυχόν θα αντιμετωπίσουν. Επιπλέον, τους παρέχουν γνώσεις σχετικά με την εξέλιξη του παιδιού και δεξιότητες απαραίτητες για την αντιμετώπιση αυτής της τόσο μοναδικής και πρωτόγνωρης εμπειρίας. Τέλος, παρέχουν στους μέλλοντες γονείς ένα πλαίσιο κοινωνικής και συναισθηματικής υποστήριξης, η οποία παρέχεται τόσο από τον ειδικό ο οποίος συντονίζει την ομάδα, όσο και από τους υπόλοιπους γονείς που συμμετέχουν σε αυτήν. Οι Σχολές Μελλοντικών Γονέων αποτελούν ένα πολύ σημαντικό πλαίσιο πρόληψης που προωθεί την ψυχική υγεία όχι μόνο των γονέων, αλλά και των νέων επερχόμενων μελών της οικογενειακής ομάδας (Παππά, 2006). Οικογένεια και Ψυχική Υγεία Το θέμα της πρόληψης και της προαγωγής της υγείας ενός νέου ανθρώπου προέρχεται από όλα τα στοιχεία που τον περιβάλλουν δηλαδή τόσο από το οικογενειακό όσο και από το κοινωνικό περιβάλλον (π.χ. την οικογένεια, την κοινότητα, τη γειτονιά, το σχολείο, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τις ομάδες των φίλων). Σε ό,τι αφορά στην πρόληψη η ίδια η πραγματικότητα αλλά και τα επιστημονικά δεδομένα, φέρνουν την οικογένεια σε πρώτο επίπεδο σημασίας για ένα βασικό λόγο: είναι το πρώτο και το σημαντικότερο περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει το παιδί και από αυτό δέχεται τους πρώτους ερεθισμούς των ανθρώπινων και κοινωνικών σχέσεων (Χουρδάκη, 2000α). Τις απόψεις αυτές για τη σημασία του οικογενειακού περιβάλλοντος έρχονται να ενισχύσουν διεθνή συνέδρια και οι δημοσιεύσεις της «Διεθνούς Ομοσπονδίας για την Εκπαίδευση των Γονέων» (International Federation for Parent Education-FIEP). Πιο συγκεκριμένα: Η Ουνέσκο έχει χαρακτηρίσει τους γονείς «αναντικατάστατους παιδαγωγούς». Το Συμβούλιο της Ευρώπης αναφέρεται στην ανάγκη «εκπαίδευσης των γονέων» και επιμένει ότι όλα τα προγράμματα πρόληψης και εκπαίδευσης πρέπει να επεκτείνονται στους γονείς. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τοποθετεί την εκπαίδευση των γονέων στις βασικές στρατηγικές πρόληψης επισημαίνοντας ότι μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία της οικογένειας σε πολλούς τομείς, όπως βελτίωση της επικοινωνίας των συζύγων, αλλά και συζύγων-παιδιών, απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων σχετικά με τα στάδια ανάπτυξης των παιδιών για την έγκαιρη ανίχνευση τυχόν προβλημάτων (WHO, 2003). Η Εισηγητική έκθεση της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής για τα ναρκωτικά, διατυπώνει την άποψη πως η οικογένεια θεωρείται ο πρώτος βασικός πυρήνας της ανάπτυξης της προσωπικότητας του παιδιού και στη συνέχεια έρχεται το σχολείο. Εκτός από τα παραπάνω, και οι ίδιοι οι νέοι τα τελευταία χρόνια δίνουν μεγάλη σημασία στη διατήρηση της οικογένειας, δεν αμφισβητούν την αξία της, επιζητούν όμως την ανανέωσή της και τον επαναπροσδιορισμό της, ζητώντας διάλογο με τους γονείς, δικαίωμα στο λόγο, άρνηση καταπιεστικής εξουσίας (Georgas, 1989, 1999. Χουρδάκη, 2000α). Πολλοί μιλούν για το «επάγγελμα γονιός». Η Χουρδάκη (2000α), κάνοντας αναφορά στο Γάλλο ψυχίατρο André Berge, αναφέρει ότι στο βιβλίο του «Το επάγγελμα των γονέων» (1976), γράφει τα εξής: «Ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί υποχρέωσή του να προετοιμάζεται για όλα τα επαγγέλματα, δεν προετοιμάζεται για τα δύο σπουδαιότερα: του γονιού και του πολιτικού. Ο καθένας αισθάνεται έτοιμος να τα ασκήσει από τη μια στιγμή στην άλλη». Στη συνέχεια η Νίλσεν (2002) συμπληρώνει: «Η μόνη εκπαίδευση που έχουν οι νέοι άνθρωπο όταν γίνονται γονείς είναι αυτή που τους έχουν χαρίσει, μέσα από τον τρόπο που τους μεγάλωσαν, οι δικοί τους γονείς». Οι γονείς πίστευαν και πιστεύουν μέχρι σήμερα ότι επειδή διαθέτουν ένστικτο και αγάπη, έχουν εξασφαλισμένη τη σωστή αγωγή του παιδιού τους. Όμως για την προαγωγή της ψυχικής και της σωματικής υγείας του παιδιού και τη διαμόρφωση σωστής προσωπικότητας, οι γονείς χρειάζονται περισσότερα εφόδια από εκείνα που τους προσφέρει η αγάπη και το ένστικτο τους. Ειδικότερα, χρειάζονται γνώσεις και δεξιότητες, συνεχή ενημέρωση, διαρκή προβληματισμό και αναζήτηση, επαγρύπνηση και αφύπνιση, η οποία θα οδηγήσει τους γονείς στην αυτοσυνειδησία, στη γνωριμία με τον εαυτό τους, στην αυτό-αποδοχή και τελικά στην αποδοχή των άλλων, και κυρίως των παιδιών τους (Παππά, 2006). Αυτό το «κενό» έρχονται να καλύψουν οι Σχολές Γονέων. Στόχος Στόχος της παρουσίασης είναι να εξετάσει τη συμβολή της εκπαίδευσης και της συμβουλευτικής γονέων, στα πλαίσια των Σχολών Γονέων, στην πρόληψη και προσαγωγή της ψυχικής υγείας των παιδιών, καθώς και τη σημαντική συνεισφορά τους στην ενδυνάμωση του γονικού ρόλου. Βιβλιογραφία Amato, P. R. (2000). The consequences of divorce for adults and children. Journal of Marriage and the Family, 62, 1269-1287. Βασιλειάδου, Μ. (2007). Προαγωγή Ψυχικής Υγείας: Αρχές, Μέθοδοι, Στόχοι. Διαθέσιμο: http://www.mentalhealthpromotion.co.uk/. Ανασύρθηκε: 15/10/2010. Block, J. Η., Block, Ι., & Gjerde, Ρ. (1986). The personality of children prior to divorce: Α prospective study. Child Development, 57, 827-840. Γεώργας, Δ. (1999). Ψυχολογικές διαστάσεις της σύγχρονης οικογένειας. Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 98-99, σ. 21-47. Cowan, C. P., & Cowan, P. A. (1998). New families: Modern couples as new pioneers, In Mason, Μ. Α., Skdnik, A. & Sugarman, S. (eds.), The evolving America family. New policies for new families, Oxford University Press. Cowan, C. P., & Cowan, P. A. (2000). When Partners Become Parents: The Big Life Change for Couples. Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum. Δραγώνα, Θ., & Ναζίρη, Δ. (1995). Οδεύοντας προς την πατρότητα. Αθήνα: Εξάντας. Feeney, J. A., Hohaus, L., Noller, P., & Alexander, R. P. (2001). Becoming parents: Exploring the bonds between mothers, fathers, and their infants. New York: Cambridge University. Georgas, J. (1989). Changing family values in Greece, from collectivist to individualist. Journal of Cross-Cultural Psychology, 20, 80-91. Herrman, H., Saxena,S., Moodie, R., & Walker, L. (2005).Introduction: Promoting Mental Health as a Public Health Priority. In H. Herrman, S. Saxena, & R. Moodie (Eds), Promoting mental health: concepts, emerging evidence, practice,pp.2-17. Geneva, World Health Organization. Μπρούμου, Μ., & Μπρούζος, Α. (2005). Προβλήματα συμπεριφοράς παιδιών σχολικής και εφηβικής ηλικίας. Εκτίμηση, Καταγραφή. Η ψυχολογία απέναντι στις προ(σ)κλήσεις του σήμερα: 10ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ψυχολογικής Εταιρείας Ελλάδος. Ιωάννινα: Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία Ελλάδος, Τομέας Ψυχολογίας, Τμήμα Φ.Π.Ψ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (1- 4 Δεκεμβρίου). Μπρούμου, Μ. (2008). Ανάγκες Συμβουλευτικής Παιδιών Σχολικής και Εφηβικής Ηλικίας με Προβλήματα Συμπεριφοράς. ΕΛΕΣΥΠ, 84-85, 158-172. Μπρούμου, Μ. (2010, Μάιος). Αλλαγές στον τύπο της οικογένειας και συνέπειες που προκύπτουν: Η συμβολή της εκπαίδευσης και της συμβουλευτικής γονέων. Αναρτημένη ανακοίνωση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εξελικτικής Ψυχολογίας, Αλεξανδρούπολη. Νίλσεν, Μ. (2002). Η τέχνη να είσαι γονιός. Αθήνα: Καστανιώτη. Παππά, Β. (2006). Επάγγελμα Γονέας. Αθήνα: Καστανιώτη. Παππά, Β. (2008). Γονείς, Παιδιά και ΜΜΕ. Αθήνα: Καστανιώτης. WHO (2003). Investing in mental health. Geneva, World Health Organization. Χουρδάκη, Μ. (2000α). Οικογενειακή Ψυχολογία. Αθήνα: Leader Books. Χουρδάκη, Μ. (2000β). Σχολές Γονέων (1962-2000). Αθήνα: Σχολές Γονέων. Χουρδάκη, Μ. (2001). Οι αναντικατάστατοι Παιδαγωγοί. Η εκπαίδευση της Οικογένειας. Σχολές Γονέων. Σύγχρονη Εκπαίδευση, 118, 33-39. Βασικές έννοιες Η ψυχική υγεία αποτελεί το υπόβαθρο πάνω στο οποίο θεμελιώνεται ολόκληρη η πορεία του ατόμου. Τί σημαίνει όμως όρος «Ψυχική Υγεία»; Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει μέχρι σήμερα από την παγκόσμια ιατρική κοινότητα ώστε να ορισθεί τί είναι ακριβώς η ψυχική υγεία. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας δεν μπορεί να υπάρξει υγεία χωρίς ψυχική υγεία και, από την ίδρυσή του, συμπεριέλαβε την ψυχική ευημερία στον ορισμό της υγείας: «... είναι μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευημερίας και όχι απλώς η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας» (WHO, 2001 a.c in Herrman, Saxena, Moodie, & Walker, 2005). Τρεις ιδέες κεντρικής σημασίας για την βελτίωση της υγείας προκύπτουν από τον ορισμό αυτό: η ψυχική υγεία είναι αναπόσπαστο τμήμα της υγείας, η ψυχική υγεία είναι κάτι περισσότερο από την απουσία της ψυχικής ασθένειας, και η ψυχική υγεία είναι στενά συνδεδεμένη με τη σωματική υγεία και τη συμπεριφορά. Αναφορικά με την ψυχική υγεία ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έδωσε τελευταία τον εξής ορισμό: «...είναι μια κατάσταση ευημερίας, κατά την οποία το άτομο συνειδητοποιεί τις δυνατότητές του, είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τα συνηθισμένα άγχη της ζωής, μπορεί να εργάζεται παραγωγικά και αποτελεσματικά, και είναι ικανό να προσφέρει στο κοινωνικό του περιβάλλον» (WHO, 2001 a.c in Herrman, Saxena, Moodie, & Walker, 2005) . Τί είναι «Προαγωγή της Ψυχικής Υγείας» ; Η «Προαγωγή της Ψυχικής Υγείας» αποτελεί, σύμφωνα με τη Βασιλειάδου (2007), νέο ιατρικό αντικείμενο που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια με στόχο την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και των υγιών στοιχείων της προσωπικότητας του ατόμου καθώς και την εξασφάλιση υποστηρικτικών κοινωνικών δομών, προκειμένου να προαχθεί και να βελτιωθεί η ψυχική και η σωματική υγεία σε ατομικό επίπεδο και σε επίπεδο δημόσιας υγείας. Η εκπαίδευση αποτελεί την βασικότερη μέθοδο την οποία χρησιμοποιεί η ΠΨΥ για την επίτευξη των στόχων της (π.χ. η ανάπτυξη δεξιοτήτων που ενδυναμώνουν και διαφυλάσσουν την ψυχική υγεία, η ανάπτυξη δεξιοτήτων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και του άγχους, ο καθορισμός «προτύπων υγείας»).