Παιχνίδια που δεν άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου Ξεχασμένα παιχνίδια Παιχνίδια που δεν άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου
Κόκαλο- ξεκόκαλο Αυτό το παιχνίδι παίζεται καλύτερα με πολλά παιδιά. Κάποιος μετράει από το 1 μέχρι το 10 και αρχίζει να κυνηγάει τα άλλα παιδιά. Αν προσπαθήσει να πιάσει ένα παιδί, το παιδί αυτό πρέπει να πει κόκαλο και να μείνει ακίνητο για να μη το πιάσει. Το παιδί αυτό μπορεί να ξανακινηθεί μόνο αν το ακουμπήσει κάποιο από τα άλλα παιδιά, λέγοντας ξεκόκαλο. Αν μείνει μόνο ένα παιδί που έχει δικαίωμα να τρέχει δεν μπορεί να πει κόκαλο και να ακινητοποιηθεί αν δεν απελευθερώσει κάποιο άλλο παιδί. Το παιδί που θα πιαστεί τελικά είναι και αυτό που θα είναι ο κυνηγός στον επόμενο γύρο.
Κόκαλο ξεκόκαλο
Τζαμί Παίζουν το λιγότερο με 10 παίκτες οι οποίοι χωρίζονται σε δύο ομάδες. Βάζουμε τα κεραμίδια μέσα σε ένα μικρό κύκλο το ένα πάνω στο άλλο και από το σημείο εκείνο μετράμε 7 βήματα και κάνουμε μία γραμμή σε εκείνο το σημείο. Η μία ομάδα στέκετε πίσω από τη γραμμή και η άλλη πίσω από τα κεραμίδια. Η ομάδα που είναι πίσω από την γραμμή παίρνει τη μπάλα και προσπαθεί να σημαδέψει και να ρίξει τα κεραμίδια. Κάθε παίκτης έχει 3 ευκαιρίες να ρίξει τη μπάλα, σε περίπτωση που κανείς δεν πετύχει να ρίξει κάτω τα κεραμίδια αλλάζουν ρόλους. Σε περίπτωση που κάποιος ρίξει τα κεραμίδια η ομάδα του τρέχει προς όλες τις κατευθύνσεις και προσπαθεί να βάλει τα κεραμίδια το ένα πάνω στο άλλο όπως ήταν πριν. Η άλλη ομάδα προσπαθεί να χτυπήσει με τη μπάλα τους αντιπάλους της έτσι ώστε να τους βγάλει από το παιχνίδι. Όποιος έχει τη μπάλα πρέπει να είναι ακίνητος. Την ώρα εκείνη μπορεί να ακινητοποιήσει έναν αντίπαλο ή να δώσει πάσα σ' ένα συμπαίκτη του. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατ' αυτόν τον τρόπο μέχρις ότου ή η μία ομάδα να στήσει τα κεραμίδια και να πει "ΤΖΑΜΙ" ή η άλλη ομάδα να ακινητοποιήσει όλους τους αντιπάλους της.
Τζαμί
Τζαμί
Το τσιλίκι (Θεσσαλονίκη) Αποτελείται από δύο ξύλινες βέργες. Η μία είναι κοντή, η άλλη μακριά και μυτερή. Παίζεται εύκολα. Αφήνουμε τη μικρή βέργα κάτω στη γη και με τη μεγάλη τη σηκώνουμε ψηλά και όταν είναι στον αέρα τη χτυπάμε. Όποιος την πετάξει μακρύτερα είναι ο νικητής.
Το τσιλίκι (Θάσος) Παιζόταν από δυο παίκτες. Ο κάθε παίκτης κρατούσε μια βέργα, περίπου μισό μέτρο, την τσιλικόβεργα. Το τσιλίκι ήταν ένα μικρότερο κομμάτι ξύλου περίπου 25 εκατοστών. Το τσιλίκι ήταν πελεκημένο στις άκρες έτσι ώστε να είναι μυτερό και να εκτινάσσεται προς τα πάνω όταν το χτυπούσαν με την τσιλικόβεργα στις άκρες. Κάθε παίκτης έπαιζε με τη σειρά του. Στο παίξιμό του έμοιαζε με το αμερικάνικο παιχνίδι "μπεηζμπωλ". Ζωγράφιζαν ένα κύκλο μέσα από τον οποίο το παιδί που έπαιζε πρώτο προσπαθούσε να διώξει όσο μπορούσε μακρύτερα το "τσιλίκι" που κρατούσε με το ένα του χέρι χτυπώντας το με την τσιλικόβεργα που είχε στο άλλο. Αν το άλλο παιδί κατάφερνε να πιάσει το τσιλίκι στον αέρα τότε έχανε το πρώτο κι άλλαζαν ρόλους. Αν δεν τα κατάφερνε τότε είχε μια ακόμα ευκαιρία να "κάψει" τον αντίπαλό του αν πετύχαινε με το τσιλίκι που πετούσε από το σημείο στο οποίο είχε καταλήξει τον πρώτο παίκτη που καθόταν μέσα στον κύκλο. Ο πρώτος παίκτης τώρα δεν καθόταν να δεχτεί μοιρολατρικά το χτύπημα του αντίπαλου. Με την τσιλικόβεργα προσπαθούσε να χτυπήσει το τσιλίκι και να το επιστρέψει πίσω και μάλιστα όσο πιο μακριά γινόταν. Κι αυτό γιατί στη συνέχεια μετρούσαν πόσα βήματα μακριά από τον κύκλο είχε καταλήξει το τσιλίκι και για κάθε βήμα έπαιρνε πόντους. Νικητής ήταν αυτός που συγκέντρωνε τους περισσότερους πόντους.
Οι πατάτες Στις πατάτες παίζουν όσα παιδιά θέλουν. Κάνουν ένα κύκλο και παίζουν βόλεϊ. Όποιο παιδί δεν μπορεί να ρίξει καλή πάσα και πέσει κάτω η μπάλα, μπαίνει στη μέση του κύκλου με το ένα πόδι γονατισμένο και προσπαθεί να πιάσει τη μπάλα. Όποιο παιδί ρίξει τη μπάλα, μπαίνει μέσα. Αν πιάσει τη μπάλα κάποιος από εκείνους που βρίσκονται στη μέση του κύκλου, βγαίνει έξω μαζί με τους άλλους, που είναι μέσα και μπαίνει όποιος πέταξε τη μπάλα. Νικητής είναι εκείνος που μένει μόνος στον κύκλο έξω.
Τα λεμόνια Το παιχνίδι αυτό παίζεται με πολλά παιδιά. Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα αναλαμβάνει το πέταγμα της μπάλας. Τα παιδιά αυτής της ομάδας μοιράζονται και στέκονται απέναντι σε αρκετή απόσταση. Ανάμεσά τους στέκονται τα παιδιά της άλλης ομάδας. Τα παιδιά που πετάν τη μπάλα πρέπει να βγάλουν από το παιχνίδι όλα τα παιδιά της άλλης ομάδας. Αυτό γίνεται με τον παρακάτω τρόπο: Πετούν τη μπάλα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην χάνει την επαφή της από το έδαφος. Καλύτερα είναι αν την κλωτσάνε ελαφρά. Τα παιδιά που βρίσκονται στη μέση πρέπει υποχρεωτικά να πηδήξουν την μπάλα και να μην τους ακουμπήσει. Αν προσπαθήσουν να την αποφύγουν χωρίς να την πηδήξουν, βγαίνουν από το παιχνίδι.
Βασιλιά βασιλιά - Βασιλιά, βασιλιά με τα δώδεκα σπαθιά! - Τι δουλειά; - Τεμπελιά. - Τεμπελιά; Γρήγορα δουλειά! Τα παιδιά προσπαθούν να δείξουν με νοήματα και κινήσεις στον βασιλιά, μια δουλειά που αποφάσισαν από πριν, να κάνουν. Ο βασιλιάς πρέπει να μαντέψει τη δουλειά.
Ο βεζύρης και ο βασιλιάς Γι' αυτό το παιχνίδι χρησιμοποιούσαν μικρά κοκαλάκια από τα πόδια κατσικιών. Αυτά έχουν τέσσερις πλευρές. Δυο πιο φαρδιές και δυο πιο στενές. Αυτές οι πλευρές δεν είναι όλες ίδιες. Από τις στενές πλευρές η μια είναι πιο ομαλή (βεζίρης) και η άλλη έχει δυο βαθουλώματα (Βασιλιάς). Οι φαρδιές πλευρές έχουν πάλι η μια βαθούλωμα (κλέφτης) και η άλλη εξόγκωμα (ψωμάς). Τα παιδιά έριχναν τους αστραγάλους και ανάλογα από την πλευρά που θα έφερναν γίνονταν Βασιλιάς, Βεζίρης, Κλέφτης και Ψωμάς. Αν έφερνες ψωμά δεν πάθαινες τίποτα. Αν όμως έφερνες "κλέφτη" τότε περίμενες την τιμωρία που αποφάσιζε ο "Βασιλιάς" και εκτελούσε ο "Βεζίρης". Η τιμωρία ήταν συνήθως ξυλιές με ένα λουρί. Κάθε παιδί έριχνε με τη σειρά του. Γι' αυτό και οι ρόλοι εναλλάσσονταν αφού αν κάποιος έφερνε "Βασιλιά" ή "Βεζίρη" έπαιρνε τον τίτλο από εκείνον που τον είχε πιο πριν. Το παιχνίδι αυτό παιζόταν και στην αρχαιότητα σαν παραλλαγή των αστραγάλων με την ονομασία "πλειστοβολίνδα".
Το γαϊτανάκι Το γαϊτανάκι αποτελείται από ένα ξύλινο κοντάρι. Στην κορυφή του είναι πιασμένες αρκετές πολύχρωμες κορδέλες, που είναι μακριές. Κάθε κορδέλα την κρατάει ένα παιδί και τραγουδώντας κάποιο τραγούδι γυρνάει γύρω γύρω. Το ένα παιδί περνάει τη μια φορά μέσα και την άλλη από έξω από το άλλο παιδί και έτσι οι κορδέλες πλέκονται πολύχρωμες πάνω στο κοντάρι δημιουργώντας διάφορα χρωματιστά σχέδια.
Γαϊτανάκι Τα παιδιά σχηματίζουν κύκλο πιασμένα απ' τα χέρια. Ένα παιδί κάνει το ποντίκι κι άλλο τη γάτα. Ο ποντικός στέκεται στο κέντρο του κύκλου, ενώ η γάτα περιμένει απ' έξω. Το ποντίκι έχει το δικαίωμα να μπαινοβγαίνει απ' όπου θέλει. Η γάτα, όμως, μπορεί να μπαινοβγαίνει απ' ορισμένα μόνο σημεία, που θα καθορίσουν. Αν η γάτα, στην προσπάθειά της να πιάσει το ποντίκι, κάνει λάθος και μπει ή βγει απ' αλλού, τότε «χάνει», και τη θέση της παίρνει το παιδί που στεκόταν στη θέση απ' όπου πέρασε. Αν όμως καταφέρει να πιάσει το ποντίκι, τότε αλλάζουν οι ρόλοι.
Το δαχτυλίδι Παίζεται με 3-4 παιδιά. Ένας έχει στα χέρια του ένα δαχτυλίδι και το περνάει από τα χέρια των παιδιών. Κάποια στιγμή αφήνει το δαχτυλίδι σε κάποιον χωρίς να το πάρουν είδηση τα άλλα παιδιά. Πρέπει να βρουν σε ποιον έχει αφήσει το δαχτυλίδι. Όποιος το βρει παίρνει το δαχτυλίδι και ξαναρχίζει το παιχνίδι. Όση ώρα περνάνε το δαχτυλίδι από χέρι σε χέρι λένε και ένα τραγούδι: "Πούντο, πούντο το δαχτυλίδι, νάτο νάτο δε θα το βρεις. Το δαχτυλίδι που φορείς, δε θα το βρεις, δε θα το βρεις".
Ένα δύο τρία, κόκκινο φώς Το παιδί που κάνει τη «μάνα» στέκεται γυρισμένο στον τοίχο, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή αρκετά μέτρα μακριά του. Στο διάστημα που το παιδί απαγγέλλει: «Ένα δύο τρία κόκκινο φως», τα παιδιά παίρνουν διάφορες στάσεις. Μόλις η «μάνα» σταματήσει, γυρίζει απότομα προς το μέρος των παιδιών, που έχουν στο μεταξύ ακινητοποιηθεί. Αν κάποιο απ' αυτά κουνιέται, «καίγεται» και δεν παίζει άλλο. Το παιχνίδι επαναλαμβάνεται μέχρι τη στιγμή που κάποιο παιδί θα πλησιάσει τη «μάνα» πολύ κοντά και θα τη χτυπήσει στον ώμο. Τότε όλα τα παιδιά αρχίζουν να τρέχουν, για να περάσουν τη γραμμή της αφετηρίας. Αν κάποιο παιδί πιαστεί απ' τη «μάνα», πριν περάσει τη γραμμή, τότε τα «φυλάει». Αλλιώς, τα φυλάει πάλι το ίδιο παιδί.
Καμάρα Στην καμάρα παίζουν όσα παιδιά θέλουν, αλλά όχι πάρα πολλά. Δύο παιδιά βγαίνουν έξω και γυρνάν το σχοινάκι. Τα παιδιά πηδούν. Όποιο μπερδευτεί στο σχοινάκι, χάνει, βγαίνει έξω και γυρνάει το σχοινί. Ο άλλος που γυρνούσε, μπαίνει μαζί με τα άλλα παιδιά και έτσι το παιχνίδι συνεχίζεται.
Χελωνάκια Τα χελωνάκια είναι παιχνίδι που παίζεται με μπάλα. Παίζεται με δύο και πάνω παιδιά. Πρέπει να υπάρχει τοίχος. Τα παιδιά που το παίζουν μπαίνουν σε σειρά και κάνουν «ουρά». Όταν έρχεται η σειρά ενός παιδιού πετάει την μπάλα στον τοίχο και πηδάει για να περάσει η μπάλα κάτω απ' τα πόδια του. Εάν τον ακουμπήσει η μπάλα, καίγεται και πάει και στέκεται όρθιος μπροστά στον τοίχο. Αν καούν όλοι και μείνει μόνο ένας τότε δίνει την μπάλα σ' εκείνον που κάηκε πρώτος. Εκείνος παίρνει την μπάλα και τη χτυπάει στον τοίχο. Αν την πιάσει αυτός που δεν κάηκε ο άλλος που κάηκε βαράει άλλες δύο φορές. Άμα δεν μπορέσει να βγει ο πρώτος που κάηκε συνεχίζει ο δεύτερος και πάει λέγοντας. Εάν κάποιος μπορέσει και βγει τότε συνεχίζει με αυτόν που είναι έξω. Αν καεί κάποιος απ' τους δύο τότε αρχίζουν πάλι τα ίδια.
Οι κούκοι Τρεις παίχτες πήγαιναν από μια μεριά και στήνανε " κούκους " (με μεγάλες πέτρες). Σε μεγάλη απόσταση από αυτούς πήγαιναν άλλοι τρεις και κάνανε το ίδιο. Ο κάθε ένας από κάθε ομάδα έπαιρνε τρεις πέτρες και προσπαθούσε να πετύχει τους " κούκους ". Όποιος δεν πετύχαινε τους "κούκους" πήγαινε στην άλλη ομάδα και έπαιρνε έναν στην πλάτη του. Αν δεν τα κατάφερνε και τον έριχνε στη διαδρομή, τότε έχανε και η ομάδα του.
Δρόμος με πηδήματα Οι παίχτες 20-40, χωρισμένοι σε πολλές μικρές ομάδες) στέκονται ο ένας πίσω απ' τον άλλον και η κάθε ομάδα δίπλα στην άλλη σε μία ευθεία γραμμή. Με το σφύριγμα, ο πρώτος παίχτης κάθε ομάδας κάνει ένα πήδημα μπροστά χωρίς να πάρει φόρα. Από το σημείο που έφτασαν οι πρώτοι παίχτες κάθε ομάδας από εκεί ξεκινούν οι δεύτεροι και κάνουν κι αυτοί ένα πήδημα χωρίς φορα. Απ' το σημείο που έφτασαν οι δεύτεροι ξεκινούν οι τρίτοι, και αυτο συνεχίζεται με όλη την ομάδα. Η ομάδα που Θα διανύσει τη μεγαλύτερη απόσταση κερδίζει.
Τα μανιταράκια Τα μανιταράκια παίζονται από τέσσερα άτομα και πάνω. Τα παιδιά βγάζουν κάποιον να «φυλάει». Αυτός μετράει μέχρι το δέκα και αρχίζει να κυνηγάει. Όταν πάει να πιάσει κάποιο παιδί, τότε αυτό το παιδί κάθε¬ται κάτω. Έτσι εκείνος που κυνηγάει δεν μπορεί να το πιάσει. Για να ξανασηκωθεί κάποιο παιδί πρέπει κάποιο άλλο παιδί να περάσει από πάνω του. Όταν όλοι έχουν κάτσει κάτω και μείνει μόνο ένας όρθιος, αυτός δεν πρέπει να κάτσει κάτω γιατί θα τα «φυλάει ». Αν καταφέρει να πιάσει αυτόν που έμεινε τον κάνει να φυλάει αυτός. Ενώ αν καταφέρει, αυτός που έμεινε όρθιος, να περάσει πάνω από κάποιο παιδί, το παιχνίδι συνεχίζεται. Τον πρώτο τελικά που θα καταφέρει να πιάσει, θα είναι ο επόμενος που θα τα φυλάει.
Τα κουηνακια ή κουρσούμια Τα παιδιά τοποθετούσαν τις μπίλιες σε σχήμα Δέλτα. Ο κάθε παίκτης έπαιρνε από μια μπίλια και βαρούσε το Δέλτα, προσπαθώντας να βγάλει έξω όσο το δυνατόν περισσότερες μπίλιες. Οταν κάποιος έσπαγε το Δέλτα κέρδιζε. Αν ομως δεν το έσπαγε και η μπίλια του έμενε μέσα, την άφηνε εκεί και βαρούσε ο επόμενος. Αυτός που Θα χτυπούσε τη μπίλια του προηγούμενου, έπαιρνε ολες τις μπίλιες. Το παιχνίδι λεγόταν κουηνάκια οταν οι μπίλιες ήταν χωμάτινες, ή κουρσουμια όταν οι μπίλιες ήταν από ρολιμάν. Τις πρώτες τις αγόραζαν, ενώ τις δεύτερες τις έφτιαχναν μόνοι τους.
Το σκυλάκι Τα παιδιά διαλέγουν απο ένα ζώο.Ενα από αυτά είναι το σκυλάκι που απομονώνεται από τα υπόλοιπα. Κάποιο άλλο παιδί είναι η κυρά αλεπού. Τα υπόλοιπα ζώα σχολιάζουν το σκυλάκι στην αλεπού και αυτή μεταφέρει κάποιο απο τα σχόλια στο σκυλάκι που πρέπει να μαντέψει ποιο ζώο το είπε. Αν το καταφέρει, σκυλάκι γίνεται το παιδί που έκανε το σχόλιο, διαφορετικά το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι το σκυλάκι να μαντέψει σωστά.
Το φιδάκι Αυτό το παιχνίδι παίζεται με δύο ή περισσότερα άτομα. Κάθε παίκτης έχει μια μπίλια.Ενα μεγάλο φίδι σχεδιάζεται στο χώμα και το παιχνίδι ξεκινά αφού αποφασιστεί ποιος Θα παίξει πρώτος. Οι παίκτες ορίζουν την αρχή και το τέλος του φιδιού και προσπαθούν να ρίξουν τη μπίλια μέσα στο περίγραμμα του φιδιού, κοντά στην αρχή του. Αν κάποιος το καταφέρει, αφήνει τη μπίλια του στο σημείο που έπεσε και από αυτό το σημείο ξεκινά την επόμενη προσπάθειά του. Αν κάποιος ρίξει τη μπίλια του έξω απο το φιδάκι, ξαναγυρνάει στην αρχή. Νικητής είναι όποιος φτάσει πρώτος στο τέλος.
Το πέταλο Σχεδιάζουμε πάνω στο έδαφος τέσσερις ζώνες σε σχήμα πετάλου. Στην πρώτη ζώνη βάζουμε 10 δραχμές, στη δεύτερη 15 στην τρίτη 20 και στην τέταρτη 25. Ορίζουμε κάποιο σημείο σε μεγάλη απόσταση απ' όπου ρίχνουμε ένα οποιοδήποτε κέρμα πάνω στις ζώνες. Αν πετύχουμε τη ζώνη των 25 δραχμών, παίρνουμε όλα τα χρήματα που είναι στις άλλες ζώνες. Αν πετύχουμε τη ζώνη των 20 δραχμών, παίρνουμε τα χρήματα των υπολοίπων ζωνών και αναλόγως προχωράμε προς τη ζώνη των 10 δραχμών Μπορούν να παίξουν όσοι Θέλουν. Αν αδειάσει το πέταλο ξαναποντάρουμε.
Το κλοτσοσκούφι Μια ομάδα παιδιών κανονίζει ποιος "Θα τα φυλάει". Υστερα κάνουν έναν κύκλο στο χώμα και μέσα σ' αυτόν βάζουν ένα σκουφάκι, συνήΘως αυτουνού που τα φυλάει. Αυτός μπαίνει μέσα στc κύκλο και τρέχει γύρω - γύρω προσπαθώντας να εμποδίσει τους άλλους να βγάλουν το σκούρο έξω από τον κύκλο. Ολες αυτές προσπάθειες γίνονται με τα πόδια, δηλαδή με κλοτσιές, γι' αυτο και το παιχνίδι λέγεται κλοτσοσκούφι. Αν ο φύλακας κατορθώσει να χτυπήσει κάποιον απ' τους άλλους στην πλάτη, τοτε τα φυλάει ο άλλος.
Ο κυνηγός Ένα από τα παιδιά είναι ο κυνηγός και τα άλλα είναι οι λαγοί. O κυνηγός κυνηγάει τους λαγούς. Οταν ο κυνηγός πλησιάσει πολύ κάποιο λαγό και αυτός καταλαβαίνει οτι δεν μπορεί να ξεφύγει μπορεί να φωνάξει "κουνέλι" και να σταθεί ακίνητος. Τοτε ο κυνηγός δεν έχει δικαίωμα να τον πιάσει. Μόλις ο κυνηγός απομακρυνθεί από το κουνέλι, κάποιος άλλος λαγός τον πλησιάζει και του λέει "κουνέλι".Ετσι μπορεί πλέον να κινηθεί. Ο λαγος που συλλαμβάνεται από κυνηγό ή λέει τη λέξη "κουνέλι" χωρίς λόγο παίρνει τη Θέση του κυνηγού.
Τα τσιγαροποτά Τα τσιγαροποτά είναι σαν κυνηγητό. Διαλέγουμε έναν παίκτη για να κυνηγήσει όλους τους άλλους. Όταν ο παίκτης κυνηγήσει έναν άλλον, τότε ο άλλος μπορεί να πει μία μάρκα ποτού ή τσιγάρου και να μείνει ακίνητος, έτσι ώστε ο παίκτης που κυνηγάει να μη μπορεί να τον πιάσει. Αν οι περισσότεροι παίκτες έχουν πει μάρκες (ποτών ή τσιγάρων) και είναι ακίνητοι, οι υπόλοιποι μπορούν να ακουμπήσουν έναν από τους παίκτες και να πουν την λέξη «νερό». Με αυτόν τον τρόπο ελευθερώνουν τους παίκτες που έχουν πει μάρκες (ποτών ή τσιγάρων ). Αυτό γίνεται μέχρι ο παίκτης που κυνηγάει πιάσει όλους τους άλλους που παίζουν.
Η τσουλίκα Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες και κανονίζουν ποια ομάδα Θα παίξει πρώτη. Κάθε παιδί κρατάει στο χέρι του ένα ξύλο περίπου μισο μέτρο, τη "τζουμάκα". Επίσης για το παιχνίδι αυτο είναι απαραίτητο και ένα άλλο μικρότερο ξύλο γύρω στους 15 πόντους, η "τσουλίκα". Μέσα σ' έναν κύκλο, που τον φτιάχνουν στο έδαφος, μπαίνει ο πρώτος παίχτης, παίρνει το μικρό ξυλάκι την ΄΄τσουλίκα΄΄, την πετάει ψηλά και με το μεγάλο ξύλο, τη "τζουμάκα", τη χτυπάει για να τη στείλει μακριά. Αν ο παίχτης αποτύχει σε τρεις προσπάθειες να απομακρύνει την τσουλίκα από τον κύκλο, βγαίνει απ' το παιχνίδι και στον κύκλο μπαίνει άλλος παίχτης απ' την αντίπαλη ομάδα. Αν ομως καταφέρει να στείλει την τσουλίκα έξω απο τον κύκλο, η απόσταση αυτή μετριέται με βήματα και ο παίχτης κερδίζει ανάλογους πόντους. Νικητές αναδεικνύονται ο παίκτης και η ομάδα που συγκεντρώνουν τους περισσότερους πόντους.
Το κλέψιμο της σημαίας Δύο ομάδες τοποθετούνται η μία απέναντι στην άλλη σε απόσταση 20-30 μέτρων. Στο μέσο της απόστασης που τις χωρίζει τοποθετείται μια σημαιούλα ή ένα μαντήλι. Μόλις δοθεί το σύνθημα για την έναρξη του παιχνιδιού, δύο παίχτες, ένας από κάθε ομάδα, πλησιάζουν τη σημαία και όποιος απο αυτούς προλάβει, την αρπάζει και τρέχει προς την ομάδα του. Ο άλλος τον κυνηγά και προσπαθεί να τον πιάσει.Οταν ο παίκτης που πήρε τη σημαία κατορθώσει να φτάσει στο στρατόπεδο του χωρίς να πιαστεί απ' τον άλλο, κάνει αιχμάλωτο αυτόν που κυνηγούσε. Εάν όμως τον πιάσει ο αντίπαλος, τότε αιχμαλωτίζεται αυτός από τον παίχτη που τον κυνηγούσε. Το παιχνίδι εξακολουθεί με τον ίδιο τρόπο με όλους τους παίχτες μέχρι να παίξουν άλλοι. Η ομάδα που έχει τους περισσότερους αιχμαλώτους τους κερδίζει
Ήλιος ή βροχή; Ο ένας αρχηγός παίρνει μια πλακίτσα (κομματάκι πλακερής πέτρας) τη φτύνει στη μια μεριά (όψη) και ρωτάει τον δεύτερο αρχηγό: Τι θέλεις, ήλιο ή βροχή; (άβρεχη ή βρεγμένη) κι εκείνος δηλώνει. 0 πρώτος ρίχνει στριφτά την πλακίτσα στον αέρα και πέφτει στη γη με τη μια όψη. Κερδίζει εκείνος που μάντεψε.
Οι αναβάτες Αριθμός παιχτών : 10-40 Οι παίχτες σχηματίζουν δύο κύκλους, τον ένα μέσα στον άλλο.Με το πρώτο σφύριγμα του αρχηγού του παιχνιδιού, τα παιδιά τού έξω κύκλου ανεβαίνουν στις πλάτες των παιδιών τού μέσα κύκλου. Στο δεύτερο σφύριγμα, ο αρχηγός του παιχνιδιού δείχνει δεξιά ή αριστερά και αμέσως οι αναβάτες ξεκαβαλικεύουν, i κάνουν το γύρο τού μέσα κύκλου προς αριστερά ή δεξιά, ανάλογα με την κατεύθυνση που έδειξε ο αρχηγός, και ανεβαίνουν ξανά Ι. στην πλάτη του ίδιου παιδιού. Οποιο παιδί τα καταφέρει και ανέβει πρώτο, κερδίζει.
Πίκο πίκο Ένας τα φυλάει και ένα από τα παιδιά βαράει μια μπάλα που έχουν τοποθετήσει μέσα σε κύκλο. Μόλις χτυπηθεί η μπάλα, αυτός που φυλάει τρέχει να την πιάσει ενώ οι άλλοι κρύβονται. Πιάνει τη μπάλα και την στήνει πάλι μέσα στον κύκλο. Αμέσως ξεκινάει να ψάχνει τους άλλους. Όταν ανακαλύψει κάποιον πάει στον κύκλο, σηκώνει το πόδι του πάνω από τη μπάλα και λέει : «πίκο πίκο» στο όνομα αυτού που είδε. Αν όμως όσο ψάχνει προλάβει κάποιος να βαρέσει τη μπάλα ελευθερώνονται όλοι και τα ξανά φυλάει πάλι ο ίδιος. Τελειώνει το παιχνίδι όταν ανακαλύψει όλους όσους κρύβονται.
Βάδισμα Οι αρχηγοί των δυο ομάδων βαδίζουν ο ένας απέναντι του άλλου συγχρόνως, από απόσταση 2-3 μέτρων και μετρούν με τα πόδια τους κολλημένα εναλλάξ 1, 2, 3, 4 κτλ. ώσπου να κολλήσουν (ενωθούν) τα δάχτυλα των ποδιών τους. Κερδίζει εκείνος που τα δάχτυλα του ποδιού του θα πλησιάσουν γρηγορότερα στα δάχτυλα του άλλου.
Τα κοκόρια Τα παιδιά σχηματίζουν μικρούς κύκλους κάτω στο έδαφος. Σε κάθε κύκλο μπαίνουν μέσα δύο παιδιά, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος τους. Προσπαθούν να σπρώξουν το ένα το άλλο μόνο με το πλάι και χωρίς την επέμβαση των χεριών. Όποιο παιδί κατορθώσει να βγάλει τον αντίπαλό του έξω από τον κύκλο, κέρδισε. Το παίζουν παιδιά της προσχολικής ηλικίας.
Το κυνήγι της αλεπούς Τα παιδιά ρίχνουν κλήρο ποιο θα είναι η αλεπού. Η αλεπού πρέπει να είναι εφοδιασμένη με είκοσι πέντε χαρτονάκια αριθμημένα. Ξεκινά και παίρνει ένα δρόμο. Περπατώντας κρύβει τα χαρτονάκια κάτω από μια πέτρα ή ανάμεσα στα χόρτα. Μετά από λίγη ώρα, τα σκυλιά, δηλαδή οι υπόλοιποι παίκτες, ξεκινούν. Όταν κάποιος από τους σκύλους ανακαλύψει ένα χαρτονάκι από αυτά που έχει κρύψει η αλεπού, φωνάζει και τους άλλους παίκτες κοντά του. Κοιτάζουν τον αριθμό του χαρτονιού. Το παιδί που θα βρει το μεγαλύτερο αριθμό στη διάρκεια της ανίχνευσης, μπαίνει εκείνο αρχηγός του παιχνιδιού και το διευθύνει. Την αλεπού δεν μπορούν να την πιάσουν, ακόμα κι αν την προλάβουν. Αυτό γίνεται, όταν οι παίκτες δεν έχουν βρει όλα τα χαρτονάκια. Όταν τελειώσουν τα χαρτονάκια της αλεπούς, τρέχουν τα σκυλιά να την πιάσουν κι όταν την πιάσουν, τελειώνει το παιχνίδι.
Δολοφόνος Αυτό το παιχνίδι παίζεται με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά που κάθονται σ' ένα κύκλο. Το πρώτο παιδί σηκώνεται και ψιθυρίζει σ' ένα παιδί τη λέξη "δολοφόνος" σ' ένα άλλο παιδί τη λέξη "αστυνόμος" και στα υπόλοιπα παιδιά τη λέξη "θύμα". Μετά, το πρώτο παιδί φεύγει από το παιχνίδι και ο "δολοφόνος" κλείνει το μάτι σ' ένα άλλο παιδί. Αν το παιδί είναι ο "αστυνόμος" τότε συλλαμβάνει τον "δολοφόνο". Αν είναι "θύμα" τότε το "σκοτώνει" ο "δολοφόνος". Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι ο "δολοφόνος" να "σκοτώσει" όλα τα "θύματα" ή ο "αστυνόμος" να τον συλλάβει.
Το λιοντάρι Το παιχνίδι αυτό παίζεται με πολλά παιδιά και το προτιμούν τα κορίτσια. Σχηματίζονται δυο σειρές, που η μια έχει δύο κορίτσια και η άλλη 5 - 7. Ένα από τη σειρά με τα δυο κορίτσια λέει στις άλλες: - Πολλές πέρδικες που ‘χεις εσύ κι εγώ καμιά δεν έχω. Μια από τη σειρά με τα 5 κορίτσια απαντά: - Αν έχω κι αν δεν έχω, σένα δε σου δίνω. - (Το ένα): Θα στείλω το λιοντάρι μου να ‘ρθει ν' αρπάξει μια - (Το άλλο): Για στείλε το, για στείλε το κλοτσιές που θε να φάει... Τότε, βγαίνει από τη γραμμή των δύο κοριτσιών η μία και προσπαθεί τρέχοντας να σπάσει τα χέρια της σειράς των πέντε κοριτσιών και να πάρει ένα. Αυτό επαναλαμβάνεται, ώσπου η ομάδα που έχει δυο κορίτσια να κατορθώσει να πάρει όλα της άλλης ομάδας.
Πέντε ποντικοί, δεκαοχτώ νυφίτσες - Πέντε ποντικοί, δεκαοχτώ νυφίτσες - γάμο κάνανε κοντή, νεραντζούλα φουντωτή - Γάμο κάνανε, παντρεύαν τη χελώνα - και της δίνανε κοντή νεραντζούλα φουντωτή - Και της δίνανε ένα κλωνί σιτάρι - και τ' αλέθανε κοντή νεραντζούλα φουντωτή - Και τ' αλέθανε στου ψύλλου το ποδάρι - βάζει ο ψύλλος μια φωνή, το ποδάρι μου πονεί - Τρέξτε όλοι οι γειτόνοι, γιατ' ο ψύλλος δε γλιτώνει - Ένας ποντικός τον κυρ γιατρό φωνάζει - έλα μέσα κυρ γιατρέ, κάθισε στον καναπέ - για να πιεις καφέ - Να διατάξεις αλοιφή - για του ψύλλου την πληγή (Τα παιδιά χωρίζονται σε δυο ομάδες αντικριστά. Η κάθε ομάδα δένεται με τα χέρια σταυρωτά και λέει από ένα στίχο. Η ομάδα που λέει το στίχο κάνει δυο - τρία βήματα μπροστά στο μισό στίχο και στον άλλο μισό γυρίζει στη θέση της).
Η αμπάριζα Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ισάριθμες ομάδες. Η κάθε ομάδα έχει την έδρα της που ονομάζεται Μάνα. Σκοπός του παιγνιδιού είναι ο ένας να ακουμπήσει τον άλλο. Θα πρέπει όμως πριν από τον άλλο να έχει ήδη ακουμπήσει τη μάνα, να φωνάξει "παίρνω αμπάριζα και βγαίνω" και μετά να προσπαθήσει να ακουμπήσει τον άλλο. Αν το καταφέρει τότε ο άλλος γίνεται αιχμάλωτος της ομάδας. Σκοπός του παιχνιδιού είναι να αιχμαλωτίσει η μια ομάδα τα παιδιά της άλλης.
Αμπάριζα
Τα άλογα (Θεσσαλία) Η πυροστιά (Μακεδονία) Γελαδίτσα (Ήπειρος) Τα άλογα (Θεσσαλία) Η πυροστιά (Μακεδονία) Γελαδίτσα (Ήπειρος) Τα παιδιά χωρίζονται σε δυο ομάδες με κλήρο. Η πρώτη ομάδα καβαλικεύει τη δεύτερη και ύστερα μπαίνουν στη σειρά, ο ένας πίσω απ' τον άλλο. Ο πρώτος της ομάδας που είναι καβάλα παίρνει την μπάλα και τη ρίχνει στον πίσω του, εκείνος πάλι στον πίσω του, ως τον τελευταίο. Αν κανείς αφήσει την μπάλα να πέσει, τότε καίγεται και το παιχνίδι συνεχίζεται με τους υπόλοιπους. Στο δεύτερο παιχνίδι οι θέσεις αλλάζουν. Σε ορισμένες παραλλαγές, αν κανείς αφήσει την μπάλα να πέσει, τότε γίνεται άλογο και εκείνος που τον βαστάει γίνεται καβαλάρης. Νικήτρια βγαίνει η ομάδα εκείνη που θα της πέσει λιγότερες φορές η μπάλα.
Ο Λύκος και το αρνί Τα παιδιά σχηματίζουν κύκλο πιασμένα απ' τα χέρια. Ένα παιδί κάνει τον λύκο, που στέκει απ' έξω, και άλλο το αρνί. Ο λύκος κοιτάζει αγριωπά το αρνί και λέει: «Αν μπω μέσα;». «Αν βγω έξω;» λέει τ' αρνί. Μπαίνει λοιπόν ο λύκος μέσα στον κύκλο και το αρνί βγαίνει και ο λύκος το κυνηγάει. Ο λύκος επιτρέπεται να πιάσει το αρνί μόνον, όταν είναι έξω από τον κύκλο. Μέσα στον κύκλο δεν επιτρέπεται. Σε παραλλαγή του ίδιου παιχνιδιού ο λύκος και τ' αρνί βρίσκονται μέσα στον κύκλο, αλλά του λύκου του δένουν τα μάτια και κυνηγάει το αρνί στα τυφλά. Πότε - πότε ένα παιδί του κύκλου τραβάει το αυτί του αρνιού και τότε εκείνο κάνει: «Μπεε!» και ο λύκος κατατοπίζεται πού βρίσκεται και προσπαθεί να το πιάσει.
Γερμανικό Στο γερμανικό υπάρχουν δύο εξωτερικοί παίκτες και οι υπόλοιποι εσωτερικοί. Οι εξωτερικοί προσπαθούν να σημαδέψουν τους μέσα παίκτες, χωρίς η μπάλα να σκάσει κάτω. Αν ο εσωτερικός παίκτης πιάσει την μπάλα, παίρνει τη θέση του εξωτερικού που την έριξε. Παλιά οι μανάδες φτιάχνανε μπάλες από παλιές κάλτσες που τις γέμιζαν με κουρέλια και μετά τις έραβαν.
Τα τσιγκάκια Τάπες ή καπάκια από πορτοκαλάδες. Με τα λιγότερα δυνατά κτυπήματα πρέπει να διανύσουν μια απόσταση συγκεκριμένη ως προς το μήκος και το φάρδος του διαδρόμου.
Τυφλόμυγα Δωδεκανήσου Ένα παιδί βγαίνει με κλήρο τυφλόμυγα και ένα άλλο παιδί κάνει τη μάνα. Δένουν τα μάτια της τυφλόμυγας μ' ένα μαντήλι κι ενώ τα άλλα παιδιά στέκονται γύρω, η μάνα την κρατάει από το ρούχο της και της κάνει μια βόλτα, διαλαλώντας: - Πουλώ, πουλώ, τυφλόμυγα πουλώ! - Πόσο, πόσο την πουλείς, που να μη τηνε χαρείς; - Ένα μόδι τραχανά κι ένα κόσκινο αυγά κι ως τα βρεις κι ως ημπορείς να τα πιάσεις και να ‘ρθεις! Με τα λόγια αυτά η μάνα σπρώχνει την τυφλόμυγα προς τ' άλλα παιδιά κι εκείνα την τριγυρίζουν και αρχίζουν να την πειράζουν. Αν η τυφλόμυγα καταφέρει να πιάσει κανένα, τότε γίνεται εκείνο με τη σειρά του τυφλόμυγα.
Τυφλόμυγα Θράκης Παίρνουν ένα μακρύ σχοινί και ενώνουν τις δυο άκρες. Ύστερα τα παιδιά πιάνονται γύρω - γύρω από το σχοινί και με τα δυο χέρια σχηματίζοντας κύκλο. Έχουν ορίσει από πριν με κλήρο ή λάχνισμα ποιο παιδί θα κάνει την τυφλόμυγα και το βάζουν στη μέση, αφού του δέσουν τα μάτια. Εκείνο γυρίζει μέσα στον κύκλο και προσπαθεί να πιάσει κανένα από τα παιδιά , που κρατώντας πάντα το σχοινί γυρίζουν γύρω - γύρω λέγοντας διάφορα πειράγματα.
Η αλεπού ή πιάνω ξύλο Τα παιδιά ορίζουν με ξύλο αυτόν που θα τα φυλάει και θα κάνει την αλεπού. Ύστερα σχηματίζουν όλα έναν κύκλο και κάθονται γύρω - γύρω με την αλεπού στη μέση. Μετρούν ως τα τρία και τότε η αλεπού φωνάζει: «Βγαίνω!» και αρχίζει να τα κυνηγάει. Μόλις ένα παιδί δει πως κινδυνεύει να το πιάσουν, τρέχει και πιάνει μια πόρτα, ένα δέντρο, ένα παράθυρο ή οτιδήποτε άλλο από ξύλο και φωνάζει: «Πιάνω ξύλο!» οπότε η αλεπού πρέπει να κυνηγήσει ένα άλλο. Αν τύχει και έχουν πιάσει το ίδιο ξύλο δυο ή περισσότερα παιδιά, πρέπει να σκορπιστούν, γιατί μόλις τα ιδεί η αλεπού τους φωνάζει: «Σκουλήκιασες! Σκουλήκιασες!» και μπορεί να πιάσει όποιον απ' αυτούς θέλει, έστω κι αν κρατούν ξύλο. Το παιχνίδι συνεχίζεται, ώσπου να πιάσει κάποιον η αλεπού.
Γάτος και ποντικός Οι παίκτες σχηματίζουν ένα κύκλο, εκτός από δυο που στηρίζουν τα χέρια τους ο ένας πάνω στους ώμους του άλλου. Από τα δυο παιδιά που μείνανε έξω από τον κύκλο, ο ένας κάνει τον ποντικό και ο άλλος το γάτο. Ο ποντικός στέκεται στο ένα μέρος του κύκλου και ο γάτος στο απέναντι. Όταν δοθεί το σύνθημα για ν' αρχίσει το παιχνίδι, ο γάτος προσπαθεί να πιάσει τον ποντικό που τρέχει γύρω από τον κύκλο των παιδιών. Αν, σε χρονικό διάστημα λεπτών, μετά το σύνθημα ο γάτος δεν μπορέσει να πιάσει τον ποντικό, τότε ο ποντικός είναι ο νικητής. Το παιχνίδι συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο, αλλά τους ρόλους του γάτου και του ποντικού τους παίζουν άλλα παιδιά.
Άρρωστος Αυτό το παιχνίδι παίζεται με 2-8 παίκτες και με μπάλα. Ο παίκτης, που έχει τη μπάλα τη δίνει στον άλλον. 'Όταν πέσει η μπάλα από κάποιον παίκτη πρώτη φορά λέμε ότι είναι άρρωστος. Την επόμενη λέμε είναι λίγο άρρωστος, πολύ άρρωστος, πάει στο νοσοκομείο, κάνει εγχείρηση, στον τάφο, και μετά βρικόλακας. 'Όταν γίνει βρικόλακας παίρνει την μπάλα και κυνηγάει τους άλλους. Όποιον πιάσει βγαίνει απ' το παιχνίδι.
Παππούς Γιαγιά Το παιχνίδι παίζεται το λιγότερο με έξι άτομα. Ένα από τα παιδιά αφού τα "βγάλουνε" κάνει τη μάνα. Η μάνα δίνει ονόματα στους παίκτες. Τα ονόματα αυτά πρέπει να έχουν σχέση με την οικογένεια έτσι κάποιος μπορεί να ονομαστεί παππούς, γιαγιά, μαμά, μπαμπάς κτλ.. Τα παιδιά μέλη της οικογένειας κάθονται στη σειρά ανάλογα με την ηλικία τους και αποφασίζουν να κάνουν κάτι (π.χ. να ανέβουν στα δέντρα, να κάνουν κύκλο κτλ.). Η "μάνα" κάθεται χώρια από τους άλλους παίκτες "κουλουριασμένη" μα το κεφάλι προς τα κάτω. Τα παιδιά περνάνε ένα-ένα πάνω από τη μάνα λέγοντας της τι έχουν αποφασίσει να κάνουν και το κάνουν. Αφού περάσει και ο τελευταίος παίκτης τότε η μάνα σηκώνεται και αρχίζει να τους κυνηγάει ώστε να μην πραγματοποιήσουν το αποφασισμένο σχέδιο. Αν πιάσει κάποιο παίκτη αυτός παίρνει το ρόλο της μάνας και το παιχνίδι αρχίζει ξανά.
Καμήλα Παιζόταν με δυο ομάδες παιδιών και ένα παιδί που έκανε το μεσολαβητή (ο καμηλιέρης). Τα παιδιά της μιας αγκαλιαζόταν σε μικρό κύκλο με τα κεφάλια κάτω. Αυτή ήταν η καμήλα. Τα άλλα παιδιά προσπαθούσαν να ανέβουν στην καμήλα χωρίς να τους κλοτσήσει ο καμηλιέρης. Αν τους κλοτσούσε τότε άλλαζαν πλευρές. Αν όμως αυτοί που στήνανε δεν αντέχανε το βάρος και σπάζανε τον κύκλο (έσπαζε η καμήλα) τότε ξανά-στήνανε Γκαντρανάρι.
Ο λαγός Τα παιδιά είναι χωρισμένα σε δυο ομάδες. Η κάθε ομάδα κάθεται η μια απέναντι στην άλλη σε απόσταση περίπου 15 μέτρων με τα παιδιά το ένα δίπλα στο άλλο. Στη μέση της απόστασης των παιδιών υπάρχει μια μπάλα ή μια μικρή κεραμίδα ή οτιδήποτε άλλο. Τα παιδιά της α΄ ομάδας έχουν αριθμούς από το 1-10 ( αν φυσικά πρόκειται για 10 παιδιά). Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά της β΄ ομάδας. Ένα παιδί που κάθεται έξω από τις δυο ομάδες φωνάζει ένα νούμερο, π.χ. το 3. τρέχουν τότε τα παιδιά που έχουν το 3 και από τις δυο ομάδες προς το κέντρο της απόστασης που είναι τοποθετημένη η μπάλα. Αν την πάρει ο παίκτης της α΄ ομάδας τρέχει να την πάει στην ομάδα του και αν το καταφέρει παίρνει η ομάδα του 2 βαθμούς. Τη στιγμή που ο παίκτης της α΄ ομάδας πάρει τη μπάλα και προσπαθεί να την πάει στην ομάδα του ο παίκτης της β΄ ομάδας τον κυνηγάει να τον πιάσει. Αν το καταφέρει τότε τους 2 βαθμούς τους κερδίζει η δική του ομάδα. Έτσι παίζουν όλα τα παιδιά. Νικήτρια είναι φυσικά η ομάδα που θα συγκεντρώσει τους περισσότερους βαθμούς
Τα φίτσια Ετοιμάζαμε τα «φίτσια», μικρά κεραμίδια στρογγυλά και επίπεδα. Τα «φίτσια» παίζονται με δύο ομάδες των 5 με 6 ατόμων. Βάζουμε τα κεραμίδια μέσα σε ένα μικρό κύκλο το ένα πάνω στο άλλο, κάνοντας έναν πύργο, και από το σημείο εκείνο μετράμε 7 βήματα και κάνουμε μία γραμμή σε εκείνο το σημείο. Η μία ομάδα στέκετε πίσω από τη γραμμή και η άλλη πίσω από τα κεραμίδια. Η ομάδα που είναι πίσω από την γραμμή παίρνει τη μπάλα, που τις περισσότερες φορές φτιαγμένη από πανιά, και προσπαθεί να σημαδέψει και να ρίξει τα κεραμίδια. Κάθε παίκτης έχει 3 ευκαιρίες να ρίξει τη μπάλα, σε περίπτωση που κανείς δεν πετύχει να ρίξει κάτω τα κεραμίδια αλλάζουν ρόλους. Σε περίπτωση που κάποιος ρίξει τα κεραμίδια η ομάδα του τρέχει προς όλες τις κατευθύνσεις και προσπαθεί να βάλει τα κεραμίδια το ένα πάνω στο άλλο όπως ήταν πριν. Η άλλη ομάδα προσπαθεί να χτυπήσει με τη μπάλα τους αντιπάλους της έτσι ώστε να τους βγάλει από το παιχνίδι. Όποιος έχει τη μπάλα πρέπει να είναι ακίνητος. Την ώρα εκείνη μπορεί να ακινητοποιήσει έναν αντίπαλο ή να δώσει πάσα σ’ ένα συμπαίκτη του. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο μέχρις ότου ή η μία ομάδα να στήσει τα κεραμίδια και να πει «ψήθηκε» ή η άλλη ομάδα να ακινητοποιήσει όλους τους αντιπάλους της.
Άρματα με σχέδιο Είδους κρυφτού που παιζόταν με δυο ομάδες παιδιών, από πέντε ή έξη ατόμων. Η μία ομάδα τα φύλαγε και η άλλη κρυβόταν. Η ομάδα που κρυβόταν έπρεπε να ζωγραφίσει κάποιο σχέδιο (κάτι σαν χάρτη), για το που θα πήγαιναν να κρυφτούν. Το σχέδιο θα χρησιμοποιούσε η άλλη ομάδα για να τους βρει. Αν η ομάδα που κρυβόταν γυρνούσε πρώτη πίσω στο σημείο χωρίς να τους ανακαλύψει η άλλη ομάδα, τότε κέρδιζε και ξανα κριβότανε στο καινούργιο σχέδιο.
Γκιλαντρό Μαζευόμασταν πολλά παιδιά μαζί, έχοντας ο καθένας από ένα μεταλλικό στεφάνι, συνήθως από κάποιο βαρέλι και με ένα σύρμα που ήταν έτσι κατάλληλα διαμορφωμένο σπρώχναμε το στεφάνι ώστε να κυλάει. Το σύρμα αυτό ήταν αρκετά σκληρό και στην άκρη του είχε αυτοσχέδια λαβή, για βοηθά στο γύρισμα του τροχού. Έτσι λοιπόν κάναμε αγώνες στο ποιος θα έχει το καλύτερο τροχοφόρο, το πιο γρήγορο γκίλαντρο, και έτσι κάναμε πάρα πολλά χιλιόμετρα, έχοντας τις περισσότερες φορές την ψευδαίσθηση και τη φαντασία, ότι είχαμε και αυτοκίνητο. Επίσης ένα πιο εύκολο γκίλαντρο ήταν ένα ξύλο περίπου ενός μέτρου, που στην άκρη του καρφώναμε ένα καπάκι ενός δοχείου συνήθως από τυρί.
Η τριώτα Η γνωστή τρίλιζα. Μόνο που το σχήμα της τρίλιζας γινόταν κάτω στο χώμα με ένα ξυλαράκι ή στο τσιμεντένιο πεζούλι της περίφραξης της πλατείας με ένα κεραμίδι. Τα πούλια ήταν μικρά πετραδάκια, τα γνωστά «μπάκαλα». Νικητής βέβαια ήταν αυτός που θα έκανε πρώτος τρίλιζα.
Τριώτα
Η λιµνούλα του βατράχου Χαράζουµε έναν κύκλο µε διάµετρο τουλάχιστον 8 µέτρα. Αυτό θαείναι και το «λιβάδι». Έξω απ’ αυτόν τον κύκλο βρίσκεται το «ποτάµι»και στη µέση του «λιβαδιού» ορίζουµε µ’ ένα µικρό κύκλο τη «λιµνούλα».Μετά χαρακτηρίζουµε τρία παιδιά «πελαργούς». Τα υπόλοιπα παιδιά είµαστε «βάτραχοι» και πη-γαίνουµε µέσα στη λιµνούλα. Από εδώ προσπαθούµε, περνώντας το «λιβάδι», να φτάσουµε για ασφά-λεια στο «ποτάµι». Αλλά όµως οι πεινασµένοι πελαργοί προσπαθούν να πιάσουν τους «βατράχους»και να τους «καταβροχθίσουν».Το παιχνίδι τελειώνει, όταν οι πελαργοί «φάνε» όλους τους «βατράχους». Τότε ορίζουµε τρειςνέους «βατράχους» και ξαναρχίζουµε.Αυξάνοντας τη δυσκολία του παιχνιδιού, συµφωνούµε οι «βάτραχοι» να µετακινούνται µε πηδηµα-τάκια και οι «πελαργοί» µόνο µε κουτσό.
Η λιμνούλα του βατράχου
Ο κούκος Στη µέση του χώρου τοποθετούµε ένα τενεκεδένιο κουτάκι.Χαράζουµε µια γραµµή σε απόσταση 10µ. περίπου από το κουτάκι.Ένα παιδί φυλάει το κουτάκι και τα υπόλοιπα παιδιά στέκονταιπίσω από τη γραµµή, κρατώντας στα χέρια τους τις πέτρες, πουλέγονται «αµάδες» (από µια πέτρα το καθένα).Ένα ένα παιδί ρίχνει την πέτρα του µε σκοπό να χτυπήσει το κουτάκι. Αν δεν το χτυ-πήσει, πρέπει να τρέξει να µαζέψει την πέτρα του, προσέχοντας όµως να µην το πιάσει τοπαιδί που φυλάει το κουτάκι. Αν τα καταφέρει, µπορεί να ξαναρίξει την πέτρα του.Αν κάποιο παιδί χτυπήσει το κουτάκι και αυτό µετακινηθεί, ο φύλακας πρέπει να τρέξεινα ξανατοποθετήσει το κουτάκι στη θέση του. Όσο γίνεται αυτό, τα άλλα παιδιά προσπαθούν, όσο πιο γρήγορα µπορούν, να πιάσουν τις πέτρες τους και να επιστρέψουν πίσω απότη γραµµή, πριν ο φύλακας βάλει στη θέση του το κουτάκι και τους πιάσει. Όποιος πιάνεταιπαίρνει τη θέση του φύλακα κι αυτός τη δική του.Άλλη ονοµασία: Ο µπούκος
Ο κούκος
Ελευθερία Αφού φτιάξουµε ένα µικρό κύκλο (αλώνι), βάζουµε µέσα µιακουκουνάρα. Με τις «αµάδες» µας, που τις ρίχνουµε από µια µι-κρή απόσταση, προσπαθούµε να βγάλουµε την κουκουνάρα έξω απότον κύκλο. Όποιος το καταφέρει κερδίζει.
Ελευθερία
Γουβάκια Κάθε παιδί ανοίγει στο χώµα από ένα «γουβάκι». Τα «γουβάκια»ανοίγονται σε ευθεία γραµµή. Η κάθε γούβα έχει βάθος 10εκ. και διά-µετρο τόση όση είναι η διάµετρος της µπάλας. Ρίχνουν κλήρο ή «ταβγάζουν» για να ορίσουν τη σειρά µε την οποία θα ρίξουν την µπάλα.Το πρώτο παιδί στέκεται σε απόσταση 3µ. σε ευθεία γραµµή απότις γούβες και ρίχνει συρτά την µπάλα. Το καθένα από τα υπόλοιπα παιδιά στέκεται κοντά στη γούβατου. Αν η µπάλα µπει σε κάποια γούβα, ο «ιδιοκτήτης» της πρέπει να πιάσει γρήγορα την µπάλα καινα προσπαθήσει να πετύχει µε την µπάλα κάποιο από τα υπόλοιπα παιδιά που τρέχουν να αποµα-κρυνθούν. Αν χτυπήσει κάποιο παιδί, το χτυπηµένο παιδί ρίχνει ένα πετραδάκι στη γούβα του. Αν δεχτυπήσει κανένα παιδί, ρίχνει στη δική του γούβα ένα πετραδάκι.Όποιο παιδί συγκεντρώσει τα περισσότερα πετραδάκια στη γούβα του, είναι ο χαµένος και στήνε-ται µε το πρόσωπο στον τοίχο και τα υπόλοιπα παιδιά ρίχνουν την µπάλα πάνω του από µία φορά τοκαθένα.
Γουβάκια
Ο Ντάλιος Τα παιδιά ανοίγουν στο χώµα µια µακρόστενη λακκουβίτσα µήκους30εκ. και βάθους 15εκ. Ο παίκτης που παίζει πρώτος τοποθετεί τοΝτάλιο κάθετα µέσα στη λακκουβίτσα. Με το ραβδί του χτυπά δυνατάτο Ντάλιο προς τα εµπρός και πάνω. Οι αντίπαλοι, σκορπισµένοι στοχώρο του παιχνιδιού, προσπαθούν ή να πιάσουν το Ντάλιο ή να τοναποκρούσουν µε τα ραβδιά τους.Αν πιάσουν το Ντάλιο ή τον αποκρούσουν µε τα ραβδιά τους και τον στείλουν πέρα από τη λακ-κουβίτσα, κερδίζουν πόντο και αλλάζουν θέσεις και ρόλους.Αν δεν τα καταφέρουν, από το σηµείο που είναι πεσµένος ο Ντάλιος, προσπαθούν µια µόνο φοράνα χτυπήσουν µε το Ντάλιο το ραβδί του παίκτη που έκανε την εκτόξευση, ο οποίος το έχει ήδη το-ποθετήσει κάθετα µέσα στη λακκουβίτσα.Αν το πετύχουν, κερδίζουν πόντο και αλλάζουν θέσεις και ρόλους
Ο Ντάλιος
Η ασετυλίνη Το παιχνίδι ήταν ευρύτατα διαδεδομένο στα πρώτα μετα κατοχικά χρόνια. Τα παιδιά μιμούνταν τους μεγάλους και κατασκεύαζαν όλμους και να πώς: Παίρναν ένα άδειο κονσερβοκούτι, αφαιρούσαν εντελώς τον ένα πάτο και στον άλλον άνοιγαν μια τρύπα. Επειτα έσκαβαν στο χώμα μια λακκούβα που να χωρέσει ίσα-ίσα το κονσερβοκούτι. Εριχναν στη λακκούβα λίγο νερό και λίγη ασετυλίνη και τη σκεπάζαν τοποθετώντας το κονσερβοκούτι ανάποδα, με τον τρυπημένο πάτο προς τα πάνω. Προφανώς, οι αναθυμιάσεις της ασετυλίνης που συγκεντρώνονταν στο κονσερβοκούτι αποτελούσαν εκρηκτικό μίγμα.Τα παιδιά κρατώντας ένα, μακρύ ξύλο που στην άκρη του είχαν δέσει ένα αναμμένο χαρτί πλησιάζαν το κονσερβοκούτι και έφερναν τη φωτιά κοντά στη τρύπα. Αμέσως γινόταν έκρηξη και το κονσερβοκούτι πεταγόταν επάνω με Θόρυβο. Νικούσε τοπαιδί που το κονσερβοκούτι του Θα πεταγόταν ψηλότερα.
Το λουρί της μάνας Τα παιδιά σχηματίζουν έναν κύκλο καθισμένα γύρω απο τη "μάνα", που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ' αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα μήλο, ένα αχλάδι, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα πρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Οποιο το βρει του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τα άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη Θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: "Τρεις και το λουρί της μά- νας!". Εκείνος που κρατεί το λουρί συνεχίζει το κυνήγι του και οποιο παιδί κτυπήσει βγαίνει απο το παιχνίδι. Οταν ομως η μάνα Θα έχει φωνάξει: "Τρεις και το λουρί της μάνας" τοσες φορές όσοι είναι οι παίχτες, τότε αυτος που κυνηγάει πρέπει αμέσως να γυρίσει πίσω και να παραδώσει το λουρί στη μάνα, αλλιώς τα άλλα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τον κυνηγήσουν, να του πάρουν το λουρί και ν' αρχίσουν μ' αυτο να τον χτυπούν
Ο γουρνας Το παιχνίδι αυτό παιζόταν από δύο ομάδες 4-5 παικτών.Ανοιγαν στο έδαφος μια τρύπα δέκα περίπου πόντων. Κάθε παιδί κρατούσε ένα ξύλο σαν μπα- στούνι και προσπαθούσε να βάλει στην τρύπα έναν τενεκέ. Η ομάδα που κέρδιζε ήταν αυτή που Θα έβαζε τον τενεκέ περισσότερες φορές μέσα στην τρύπα. Ο αγώνας ήταν σκληρός και πολλές φορές υπήρχαν και τραυματίες. Οταν κάποιος έκανε σε κάποιον άλλον πάσα και ο τενεκές βρισκοταν στον αέρα, ο αγώνας μεταφερόταν εκεί κι έτσι πολλοί τραυματίζονταν στο πρόσωπο. Αλλά και όταν όλα τα παιδιά μαζεύονταν γύρω από τον τενεκέ και το καθένα προσπαθούσε να τον χτυπήσει, αντί γι' αυτον χτυπούσαν τα ποδια των άλλων. Αυτό το παιχνίδι ήταν πολύ δημοφιλές στα μέσα της δεκαετίας του '50.
Η πινακοτή Τα παιδιά χωρίζονταν σε δύο ομάδες. Κάποιος ήταν η μάνα (πινακοτή) και κάποιος ο βασιλιάς. Πήγαινε λοιπόν ο αρχηγός της μιας ομάδας και της έλεγε "Κυρά Πινακοτή είπε ο βασιλιάς να μου δώσεις το πιο καλό αρνί", και αυτή του απαντούσε "Διάλεξε όποιο Θέλεις". Τότε αυτός πήγαινε στην άλλη ομάδα και προσπαθούσε να πιάσει τα παιδιά τα οποία έτρεχαν. Οσα παιδιά έπιανε τα έβαζε στον τοίχο και τα έδινε στο βασιλιά. Αυτο γινόταν και με την άλλη ομάδα. Κέρδιζε η ομάδα που έπιανε ολα τα παιδιά πιο γρήγορα.
Οι μπακίρες Παιζόταν με δεκάρες και κατά κανονα χάλκινες. Οι παίχτες κρατούσαν στο χέρι τους τη δεκάρα τους και μπαίναν στη γραμμή o ένας πλάι στον άλλο. Σε απόσταση 10μ. περίπου από το σημείο που στέκονταν φτιάχναν μια γραμμή. Το κάθε παιδί έριχνε τη δεκάρα του, προσπαθώντας να φτάσει οσο το δυνατον πιο κοντά στη γραμμή. Αφού έριχναν ολα τα παιδιά τις δεκάρες τους, ο παίχτης που είχε πλησιάσει πιο πολύ το στόχο μάζευε απο χάμω όλα τα νομίσματα και τα έριχνε στον αέρα. Οσα από τα νομίσματα πέφτοντας στέκονταν από την κορώνα τα κέρδιζε παίχτης αυτός. Τα υπόλοιπα τα έπαιρνε και τα έριχνε στον αέρα ο δεύτερος κατά σειρά παίχτης που είχε πλησιάσει το στόχο, μετά ο τρίτος κ.ο.κ., ώσπου να τελειώσουν ολα τα νομίσματα. Το παιχνίδι αυτό παιζοταν συνήθως από αγόρια
Βιβλιογραφία- Δικτυογραφία Σαγώνας.Κ.Γιώργος-Παραδοσιακά Παιγνίδια- APEX E.Π.Ε Μ. Γ. Μερακλής «Ελληνική Λαογραφία 2 - Ήθη και Έθιµα» Αθήνα 1998, εκδ. Οδυσσέας Τ. Γ. Καρατασάκης«Λαϊκά παιχνίδια - Αγωνίσµατα - Τραγούδια» Αθήνα 2001 Μαρούλα Κλιάφα - Ζωή Βαλάση «Ας παίξουµε πάλι» Αθήνα 2002, εκδ. Κέδρος «Τα παιχνίδια των γονιών μας – τα παιχνίδια μας» 31ο Δημοτικό Περιστερίου- Αθήνα 2002-2003 www.paidika.gr http://www.tsiraki.gr/paixnidia.html