ιστορικισμός
Ιστορία : προκλήθηκε από την επιθυμία του ανθρώπου να εκλογικεύσει και να εξηγήσει τα γεγονότα και τη χρονική τους επαλληλία αποκαλύπτοντας πιθανές και όχι άμεσα αναγνωρίσιμες αιτιακές αλυσίδες. Ιστορικισμός: δεν είναι η άποψη ότι η έννοια «επιστήμη» πρέπει να διευρυνθεί κατάλληλα ώστε να περιλαμβάνει και τις κοινωνικές και ιστορικές επιστήμες αλλά η άποψη ότι οι γνωσιακές αυτές περιοχές δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τις φυσικές επιστήμες και ότι χαρακτηρίζονται από κριτήρια λειτουργίας παρεμφερή ή ίδια με εκείνα των θετικών επιστημών ή των επιστημών της φύσης.
Απαραίτητα συστατικά κάθε σύγχρονου ορισμού της έννοιας της επιστήμης. α) κατάλληλη διασύνδεση του θεωρητικού μέρους της κάθε συγκεκριμένης επιστημονικής περιοχής με ένα σύνολο σχετικών εμπειρικών δεδομένων, έτσι ώστε να είναι δυνατή μια διαδικασία επαληθευτικού χαρακτήρα. Η σχέση μεταξύ θεωρητικού μέρους και πειραματικού είναι τέτοια που να μην επιτρέπει να παρεισφρέουν μη διαψεύσιμες δοξασίες στο σώμα της περιοχής.
β) Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι αυτό της επιστημονικής εξήγησης β) Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι αυτό της επιστημονικής εξήγησης. Το θεωρητικό πλαίσιο της επιστημονικής περιοχής αφ’ ενός παρέχει τα εχέγγυα ενός εσωτερικού λογισμού αποκάλυψης νέων προτάσεων, αφ’ ετέρου εξηγεί τα φαινόμενα με την έννοια ότι οι εμπειρικές προτάσεις που τα περιγράφουν μπορούν να προκύψουν είτε ως ειδικές περιπτώσεις γενικών νόμων είτε ως στατιστικά προσδιορίσιμες εκδοχές μέσα από ένα σύνολο πιθανών περιπτώσεων.
γ) Διαδικασία ανεύρεσης νέων προτάσεων από ένα πλήθος γνωστών προτάσεων. Αυτή η μέθοδος μπορεί να είναι η επαγωγική για τη μετάβαση από το ειδικό στο γενικό είτε η παραγωγική για τη μετάβαση από το γενικό στο ειδικό.
δ) η προβλεψιμότητα σύμφωνα με την οποία το αποτέλεσμα που επαληθεύεται από μια ελεγκτική διαδικασία είναι προβλέψιμο. Ως ειδική επαληθεύουσα περίπτωση εμπεριέχεται στους γενικούς νόμους της επιστημονικής θεωρίας. Κάθε πείραμα του οποίου το αποτέλεσμα δεν επαληθεύει την επιστημονική θεωρία είναι βέβαια μη προβλέψιμο και φυσικά ανατρέπει την θεωρία επιβάλλοντας την μερική ή ολική τροποποίηση του θεωρητικού πλαισίου.
Για τους ιστορικιστές, τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά πρέπει να είναι επίσης χαρακτηριστικά μιας επιστήμης της ιστορίας και των κοινωνικών επιστημών. Η γνώση της ιστορικής πορείας και η γνώση των γενικών νόμων που τη διέπουν οδηγούν στην ασφαλή γνώση των μελλουμένων.
Popper: Ιστορικισμός είναι το δόγμα σύμφωνα με το οποίο η δουλειά των κοινωνικών επιστημών είναι να προτείνουν ιστορικές «προφητείες» και να προβάλλουν την άποψη ότι αυτές είναι αναγκαίες για τη διεξαγωγή της πολιτικής με ορθολογικό τρόπο. (αρνητικά φορτισμένος ορισμός)
Δυσκολίες ως προς την προβλεψιμότητα Η δυνατότητα πρόβλεψης του μέλλοντος γενέσθαι δεν ελευθερώνει αλλά περιορίζει και αιχμαλωτίζει γιατί οδηγεί στην υιοθέτηση ή και επιβολή εκδοχών δράσης που οδηγούν στην επίτευξη ενός σκοπού.
(2) Αυτή η γνώση χρησιμοποιούμενη για ένα σκοπό αλλαγής και οδηγημένη από ένα δέον, εμπεριέχει μια θεμελιώδη αντίφαση. Για να είναι επαρκής και αποτελεσματική θα πρέπει να εδράζεται στο επίστασθαι νομοτελειών ενός αιτιοκρατικά ρέοντος σύμπαντος. Αλλά ένα αιτιοκρατικά ρέον σύμπαν δεν επιτρέπει επιλογές δράσης. Πώς θα μπορούσε να έχει προβλεπτική δυνατότητα εάν οι επιλογές και οι αποφάσεις ήταν εντελώς ελεύθερες;
Έτσι υπάρχουν δυσχέρειες που εμποδίζουν την «επιστημονικοποίηση» της ιστορίας κατά το πρότυπο των θετικών επιστημών. Οι δυσχέρειες είναι 1) οντολογικού και 2) επιστημολογικού χαρακτήρα και συνδέονται κυρίως με την μη προβλεψιμότητα.
Οντολογικά προβλήματα 1α) Το πρώτο οντολογικό πρόβλημα είναι η αιτιοκρατική ή μη, φύση του ιστορικού γίγνεσθαι. Δεν υπάρχει όμως διαδικασία ούτε παραγωγική ούτε επαγωγική που θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε μια βέβαιη απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Είναι οριακό για τη γνώση πρόβλημα άρα φιλοσοφικού και όχι επιστημονικού χαρακτήρα. Σε αντίθεση με τις θετικές επιστήμες, η ιστορία έχει να λάβει υπόψη προθέσεις, βουλήσεις, συναισθήματα και άλλες συνειδησιακές κατηγορίες του ελλόγου όντος.
1β) Το δεύτερο οντολογικής υφής πρόβλημα είναι η οντολογική φύση του χρόνου και η οντολογική φύση του συνεχούς.
Επιστημολογικού χαρακτήρα δυσχέρειες 2α) Ριζική αδυναμία γνώσης που αποτελεί αποτέλεσμα μιας ακραίας ίσως μη αιτιοκρατικής οντολογίας του ιστορικού γίγνεσθαι. Περιγράψιμες ή μη αλλά άπειρες στο πλήθος εκδοχές του πιθανού μέλλοντος (ενός μέλλοντος απειρο-διακλαδούμενου). Πεπερασμένες αλλά μη περιγράψιμες εκδοχές του πιθανού άμεσου μέλλοντος.
2β) Προβλήματα σχετικά με το πλήθος και την πολυπλοκότητα σύνθεσης των παραγόντων διαμόρφωσης ενός αιτιοκρατικά εξηρτημένου και μοναδικού αύριον. (Ακόμα και αν το πλήθος των παραγόντων διαμόρφωσης είναι πεπερασμένο, αρκεί η πολυπλοκότητα σύνθεσης αυτών των παραγόντων να τους καθιστά μη περιγράψιμους.) Προβλήματα σχετικά με τη γνώση των συνθηκών έναρξης του ιστορικού γίγνεσθαι. Αδυναμίες αρχικών μαρτυριών και περιγραφών συμβάντων χαμένων μέσα στην αχλύ του διαφυγόντος χρόνου.
Η άποψη των ιστορικιστών ότι τα τέσσερα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των θετικών επιστημών είναι χαρακτηριστικά επίσης των κοινωνικών επιστημών και της ιστορίας ελέγχεται ως λανθασμένη. Α) Ως προς τη σύνδεση του θεωρητικού μέρους με το πειραματικό μέρος μιας επιστημονικής περιοχής: το πείραμα έχει χαρακτήρα επαναληψιμότητας και γι αυτό μπορεί να γίνει εργαλείο ελέγχου της θεωρίας. Οι φυσικές συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορεί να διεξαχθεί το πείραμα μπορούν να επαναληφθούν προσεγγιστικά ώστε η παγίωση του πειραματικού αποτελέσματος να περνά μέσα από μια στατιστικά κατοχυρωμένη διυποκειμενικότητα. Στην περίπτωση της ιστορίας κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό. Οι ανθρώπινες βουλήσεις, συναισθήματα κλπ. δεν επιτρέπουν επανάληψη των ίδιων συνθηκών.
Β) Ως προς το χαρακτηριστικό της επιστημονικής εξήγησης και από τη στιγμή που δεν λειτουργεί στην περίπτωση της ιστορίας η πειραματική επαλήθευση, δεν είναι δυνατόν να λειτουργεί και η εξηγητική εκδοχή του διπόλου θεωρία-πράξη στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Γ) Σχετικά με τις διαδικασίες της παραγωγής και της επαγωγής στην ιστορική επιστήμη, οι αντιρρήσεις δεν μπορεί να είναι ισχυρές. Δ) Ως προς την προβλεψιμότητα, ήδη έγιναν ορισμένες παρατηρήσεις. Η προβλεψιμότητα στην ιστορία είναι συνδεδεμένη με τη δυνατότητα επιστημολογικής αποδόμησης ενός ντετερμινιστικά δομημένου ιστορικού γίγνεσθαι. Οι δύο προϋποθέσεις, η οντολογική και η επιστημολογική είναι προϋποθέσεις οριακής για τη γνώση υφής και άρα μη γνωσιακά ελέγξιμες.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν την ύπαρξη ολικής αδυναμίας επιστημονικής αντιμετώπισης των ιστορικών φαινομένων. Μια αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων οφείλει να έχει εν μέρει πιθανολογικό, στατιστικό περιεχόμενο και να στηρίζεται στη δημιουργία προσομοιωτικών μοντέλων-προτύπων στηριγμένων όχι σε καθολικούς νόμους αλλά σε πιθανή ταξινόμηση κυρίαρχων παραγόντων διαμόρφωσης της ιστορίας σε χρονικά ή χωρικά τοπικό επίπεδο. Αυτά τα μοντέλα είναι προσεγγιστικά της ιστορικής πραγματικότητας, προσαρμοσμένα στην επιστημολογική φύση του κατασκευαστή τους και στηρίζονται σε πεπερασμένης πολυπλοκότητας συνδυασμό παραγόντων.
Η εκ των υστέρων δημιουργία προσομοιωτικών μοντέλων επιχειρεί την μερική σύλληψη της ήδη διαφυγούσας ιστορικής πραγματικότητας και τον προϊδεασμό για τα επικείμενα. Η δημιουργία τέτοιων μοντέλων είναι επιστημονική δραστηριότητα με μια διευρυμένη έννοια.
Παρεμφερή χαρακτηριστικά παρουσιάζουν και επιστήμες με κοινό χαρακτηριστικό τη μεθοδολογική υπαγωγή στη θεωρία των χαοτικών συστημάτων. Η μεθοδολογία αυτή εφαρμόζεται στη μελέτη των δυναμικών συστημάτων κατά την μεταβολή τους η οποία έχει συχνά απρόβλεπτο χαρακτήρα.