ΕΠΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΠΙΣΤΗ Θαλάσσια Ασφάλιση Ενιαίο ΠΜΣ Νομικής Σχολής Αθηνών Κατεύθυνση: Ναυτικό Δίκαιο Καντηλιεράκη Ανδριάνη Αθήνα, 2017
Επέλευση ασφαλιστικής περίπτωσης Άρθρο 1 παρ. 1 ΑσφΝ: Η ασφαλιστική περίπτωση επέρχεται όταν συντελεσθεί το περιστατικό από το οποίο συμφωνήθηκε να εξαρτάται η υποχρέωση του ασφαλιστή Ασφαλιστικός Κίνδυνος: όταν το αβέβαιο γεγονός από το οποίο εξαρτάται η υποχρέωση του ασφαλιστή καταστεί βέβαιο Συνήθως ταύτιση ασφαλιστικού κινδύνου και ασφαλιστικής περίπτωσης Διαφοροποίηση σε ορισμένους τύπους ασφάλισης και ανάλογα με τους όρους του ασφαλιστηρίου συμβολαίου
«Υποχρεώσεις» του λήπτη της ασφάλισης Αποτελούν ασφαλιστικά βάρη εκ του νόμου και συγκεκριμενοποίηση της έννοιας της καλής πίστης που πρέπει να διέπει τις σχέσεις των μερών και με βάση την οποία τα μέρη εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους Βαρυνόμενος με τις «υποχρεώσεις» του άρθρου 7 είναι ο λήπτης της ασφάλισης Άρθρο 9 παρ. 2: Αν ο λήπτης συνάπτει ασφαλιστική σύμβαση για «λογαριασμό άλλου», με τις ίδιες υποχρεώσεις βαρύνεται και ο ασφαλισμένος Άρθρο 7 παρ. 1 εδ. α’: Υποχρέωση ειδοποίησης του ασφαλιστή εντός 8 ημερών για την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης από το λήπτη της ασφάλισης Άρθρο 278 ΚΙΝΔ: Υποχρέωση αμελλητί ενημέρωσης του ασφαλιστή Σε κάθε περίπτωση οφείλει να ενημερώσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση από τότε που έλαβε γνώση της επέλευσης του κινδύνου Η αναγγελία γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο εκτός αν ορίζεται διαφορετικά
Άρθρο 7 παρ. 1 εδ. β’: υποχρέωση συνεργασίας με τον ασφαλιστή που συνίσταται στην παροχή αναγκαίων: α) πληροφοριών β) στοιχείων γ) εγγράφων Εκπλήρωση υποχρέωσης καλόπιστα, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση και με βάση τις οδηγίες που θέτει ο ασφαλιστής Άρθρο 7 παρ. 3 εδ. α’: Υποχρέωση λήψης καταλλήλων μέτρων για αποφυγή ή μείωση της ζημίας υποχρέωση που αναφέρεται αποκλειστικά στο διάστημα από την επέλευση του κινδύνου και μετά Τα έξοδα προς τον σκοπό αυτό εφόσον κρίνονται ως δικαιολογημένα καλύπτονται από τον ασφαλιστή ακόμα και αν υπερβαίνουν το ασφαλιστικό ποσό Διαφορετική συμφωνία επιτρέπεται σε περίπτωση που η ασφάλιση ενεργείται για επαγγελματικούς λόγους
Συνέπειες παράβασης βαρών Άρθρο 7 παρ. 2 και 4 Υπαίτια παράβαση των βαρών των άρθρων 1 και 3 αντίστοιχα γεννά στον λήπτη της ασφάλισης υποχρέωση προς αποζημίωση του ασφαλιστή Απαιτείται ζημία του ασφαλιστή που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την παράλειψη ενημέρωσης/συνεργασίας/μη αποφυγής/μείωσης της ζημίας εκ μέρους του λήπτη της ασφάλισης εφόσον αυτός ενήργησε υπαιτίως Ο λήπτης δεν μπορεί να επικαλεστεί άγνοια επέλευσης του γεγονότος για να απαλλαγεί από την υποχρέωση αποζημίωσης παρά μόνο αν αποδείξει οτι αυτή οφείλεται σε ελαφρά αμέλεια Η παραβίαση των ως άνω υποχρεώσεων μπορεί και να συνιστά το αδίκημα του άρθρου 388 ΠΚ (απάτη περί τις ασφάλειες) Στή θαλάσσια ασφάλιση άρθρο 33 παρ. 1: επιτρέπεται ο καθορισμός διαφορετικών κυρώσεων ακόμα και απαλλαγής του ασφαλιστή υπό τον όρο της μη καταχρηστικότητας
Υποχρέωση μη πρόκλησης του κινδύνου και συνέπειες Άρθρο 7 παρ. 5: Καθιέρωση περίπτωσης απαλλαγής του ασφαλιστή από την υποχρέωση καταβολής ασφαλίσματος εφόσον η επέλευση της άσφαλιστικής περίπτωσης οφείλεται: α) στην ασφάλιση προσώπων σε δόλο ορισμένων προσώπων β) στην ασφάλιση ζημιών σε δόλο ή βαριά αμέλεια Διαφορετικοί λόγοι απαλλαγής μπορούν να προβλεφθούν στη θαλάσσια ασφάλιση με βάση τα άρθρα 33 παρ. 1 και 7 παρ. 6 εδ. α’ Διάκριση πρόκλησης από αποφυγή ζημίας σημαντικό για την ένταξη στο κατάλληλο πλαίσιο συνεπειών (απαλλαγή ή αποζημίωση αντίστοιχα) Η προκληση συνιστα υποχρεωση ενω η αποφυγη βαρος. Μπορεί ενίοτε η παράλειψη αποτροπής του αποτελέσματος να εξομοιωθεί με πρόκληση από βαριά αμέλεια
Υποχρεώσεις Ασφαλιστή Η αναγγελία επέλευσης της περίπτωσης γεννά άμεσα τις υποχρεώσεις του ασφαλιστή Άρθρο 7 παρ. 7 Ο ασφαλιστής υποχρεούται στην καταβολή του ασφαλίσματος χωρίς υπαίτια καθυστέρηση Αν υπάρχει αμφισβήτηση σχετικά με την έκταση του ασφαλίσματος, ο ασφαλιστής υποχρεούται σε μερική καταβολή για το ποσό που δεν αμφισβητείται Η παραγραφή των αξιώσεων στην θαλάσσια ασφάλιση ακολουθεί τον κανόνα του άρθρου 291 παρ. 1 ΚΙΝΔ Μπορεί να θεμελιωθεί αδικοπραξία εκ μέρους του ασφαλιστή αν καθυστερήσει αδικαιολόγητα στην καταβολή του ασφαλίσματος 2ετής και όχι 4ετής η παραγραφή από το τέλος του χρόνου εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση εφόσον αυτή ήταν δικαστικά επιδιώξιμη