Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

Η παρουσίαση φορτώνεται. Παρακαλείστε να περιμένετε

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Παρουσίαση με θέμα: "ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ"— Μεταγράφημα παρουσίασης:

1 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2018-2019
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ - ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΤΑΜΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ – ΕΦΗ ΚΙΝΙΝΗ ΑΘΗΝΑ,

2 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ)
Η παρ. 4 του άρθρου 15 ΑσφΝ ορίζει την έννοια της συνασφάλισης. «με το σύστημα της συνασφάλισης, οι ασφαλιστές συνάπτουν ασφάλιση ποσοστού για τον επιμερισμό του κινδύνου» (Εισηγ. Έκθ. ΚΝοΒ 1997, 592). Συνασφάλιση υπάρχει όταν ασφαλιστές του ίδιου συμφέροντος, για τον ίδιο χρόνο κατά του ίδιου κινδύνου είναι περισσότεροι και κάθε ασφαλιστής εξ αυτών ασφαλίζει ένα ποσοστό ή μέρος μόνον του ασφαλιστικού συμφέροντος.

3 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ)
Η συνασφάλιση προϋποθέτει περισσότερες ασφαλιστικές συμβάσεις, οι οποίες είναι έγκυρες, όταν το σύνολο των ασφαλιστικών ποσών δεν είναι ανώτερο από την αρχική ασφαλιστική αξία. Ο κάθε ασφαλιστής ευθύνεται ανάλογα με το ποσοστό που του αναλογεί, π.χ. αν η ασφαλιστική αξία του πράγματος είναι € και τα ασφαλιστικά ποσά έχουν κατανεμηθεί σε δύο ασφαλιστές κατά το ήμισυ, ο καθένας ασφαλιστής θα ευθύνεται για το ποσοστό 50% που του αναλογεί. Στην περίπτωση αυτή έχουμε δύο ασφαλιστικές συμβάσεις που καλύπτουν το ίδιο ασφαλιστικό συμφέρον, αλλά το σύνολο των επιμέρους ασφαλιστικών ποσών (50.000€) δεν υπερβαίνει την ασφαλιστική αξία.

4 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ)
Οι δύο ασφαλιστικές συμβάσεις είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Στην συνασφάλιση ο κάθε ασφαλιστής, ασφαλίζει με χωριστή ασφαλιστική σύμβαση ποσοστό ή μέρος του ασφαλισμένου συμφέροντος. Η συνασφάλιση συνεπώς αφορά την ίδια περιουσία, τους ίδιους κινδύνους, και τον ίδιο λήπτη, είναι δηλ. για τον λήπτη μία ασφαλιστική κάλυψη που εκτελείται από περισσότερους ασφαλιστές που μοιράζονται έτσι τον κίνδυνο στα πλαίσια της οριζόντιας κατανομής των κινδύνων. Η συνασφάλιση χρησιμεύει για μια ευρύτερη κατανομή των μεγάλων κινδύνων ιδίως στη θαλάσσια ασφάλιση σε περισσότερους ασφαλιστές.

5 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ)
Απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη συνασφάλισης είναι η κοινή συμφωνία των μερών και η δυνατότητα ύπαρξης ή μη κοινού συντονιστή (leader, ηγήτρια εταιρία, leading, βλ. και την ΑΠ 1400/2007). Στη συνασφάλιση κάθε ασφαλιστής ευθύνεται ανάλογα με το ασφαλισμένο ποσοστό που έχει αναλάβει. Με άλλα λόγια, εφόσον η ασφάλιση έχει συναφθεί με αποδοχή από τους συμβαλλόμενους ότι υπάρχουν και άλλοι συνασφαλιστές (κοινή συμφωνία) τότε πρόκειται για συνασφάλιση όπου καθένας από τους συνασφαλιστές ευθύνεται μόνο μέχρι τη συμμετοχή του.

6 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΡΗΤΡΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ)
Η παρ. 4 του άρθρου 15 ΑσφΝ, προβλέπει τη δυνατότητα στους περισσότερους ασφαλιστές της συνασφάλισης να ορίσουν «συντονιστή ασφαλιστή». Συνεπώς, δεν είναι υποχρεωμένοι να ορίζουν συντονιστή, πολύ δε περισσότερο, ο ορισθησόμενος συντονιστής να είναι ασφαλιστής. Μπορεί να είναι και άλλο πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, με ιδιαίτερες γνώσεις τέχνης και επιστήμης περί την ιδιωτική ασφάλιση. Συνηθίζεται η ρήτρα αυτή να περιλαμβάνει και ορίζει τις εξουσίες, δικαιώματα και υποχρεώσεις του συντονιστή.

7 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΓΝΗΣΙΑ) Αν υπάρχει συντονιστής συνασφαλιστής ή, όπως λέγεται στη διεθνή ασφαλιστική αγορά, ηγέτης συνασφαλιστής (leader), τότε μπορούμε να την ονομάσουμε γνήσια συνασφάλιση. Στην περίπτωση αυτή, ο λήπτης θα έχει να κάνει με ένα ασφαλιστήριο, με κοινούς ασφαλιστικούς όρους, με κοινό δέκτη των ασφαλιστικών ανακοινώσεων (το συντονιστή συνασφαλιστή). Ο συντονιστής (ηγέτης) συνασφαλιστής δεν είναι ανάγκη να είναι εκείνος που έχει αναλάβει ποσοστιαία το μεγαλύτερο μέρος του κινδύνου. Αρκεί να ορίζεται ως συντονιστής στο ενιαίο ασφαλιστήριο.

8 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΜΗ ΓΝΗΣΙΑ)
Όταν στη συνασφάλιση δεν έχει οριστεί συντονιστής (ηγέτης) συνασφαλιστής και κάθε συνασφαλιστής συμβάλλεται με τους δικούς του ασφαλιστικούς όρους και το δικό του ασφαλιστήριο, όπου αναφέρεται το ποσοστό του κινδύνου που έχει αναλάβει, καθώς και το ποσοστό και τα στοιχεία των λοιπών συνασφαλιστών, μπορεί να γίνει λόγος για μη γνήσια συνασφάλιση. Και σ’ αυτήν την περίπτωση ο συνασφαλιστής που έχει το μεγαλύτερο σε σχέση με τους λοιπούς ποσοστό κινδύνου συνηθίζεται να ονομάζεται ηγέτης συνασφαλιστής, χωρίς τούτο να έχει κάποια νομική σημασία για τον λήπτη.

9 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΔΙΗΡΗΜΕΝΗ ΕΝΟΧΗ)
Η συνασφάλιση δημιουργεί για κάθε ασφαλιστή υποχρέωση εκπλήρωσης μέρους μόνο της παροχής του ασφαλίσματος. Επομένως, το ασφάλισμα διαιρείται σε περισσότερα μερίδια, τόσα όσα οι περισσότεροι ασφαλιστές, και καθένας υποχρεούται μόνο για τη μερίδα που του αναλογεί (πολυπρόσωπη παθητική διηρημένη ενοχή). Συνέπεια της κατάτμησης είναι ότι, αν ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος, στραφεί κατά ενός συνασφαλιστή απαιτώντας ολόκληρο το ασφάλισμα, ο εναγόμενος μπορεί να τον αποκρούσει με την ένσταση της διαίρεσης.

10 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ)
Πολλαπλή ή διπλή ασφάλιση υπάρχει όταν το σύνολο των ασφαλιστικών ποσών των περισσοτέρων ασφαλιστικών συμβάσεων που καταρτίσθηκαν για το ίδιο ασφαλιστικό συμφέρον, για τον ίδιο κίνδυνο και τον ίδιο χρόνο είναι ανώτερο από την αρχική ασφαλιστική αξία, π.χ. ασφαλίζεται ακίνητο αξίας € στον ασφαλιστή Α για το πλήρες της αξίας του, κατά του κινδύνου του σεισμού, και στον ασφαλιστή Β για τον ίδιο κίνδυνο και για το ίδιο ποσό. Τα ασφαλιστικά ποσά των δύο ασφαλίσεων ανέρχονται σε €, ποσό ανώτερο της αρχικής ασφαλιστικής αξίας του ακινήτου.

11 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ)
Η πολλαπλή ή διπλή ασφάλιση ρυθμίζεται στο άρθρο 15 παρ. 1-3 ΑσφΝ. Για να είναι έγκυρη μία πολλαπλή ασφάλιση, ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος οφείλουν να γνωστοποιήσουν χωρίς καθυστέρηση σε κάθε ασφαλιστή την ύπαρξη της άλλης ασφάλισης και το ασφαλιστικό ποσό (άρθρο 15 παρ. 1 ΑσφΝ). Στην πολλαπλή ασφάλιση είναι τουλάχιστον δύο ασφαλιστές ή αλλιώς, περισσότεροι από δύο. Λήπτης ή ασφαλισμένος, μπορεί να είναι ένα ή περισσότερα πρόσωπα, τόσα όσα είναι οι φορείς του ασφαλιστικού συμφέροντος.

12 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ)
Όλες οι μερικότερες συμβάσεις του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου, με καθένα από τους περισσότερους ασφαλιστές, παράγουν τα συμφωνημένα αποτελέσματά τους από το χρονικό σημείο της γνωστοποίησης σε κάθε ασφαλιστή, του πραγματικού γεγονότος της πολλαπλής ασφάλισης (όρος του Νόμου). Αποδέκτης της γνωστοποίησης ύπαρξης πολλαπλής ασφάλισης είναι καθένας από τους περισσότερους ασφαλιστές. Η γνωστοποίηση της πολλαπλής ασφάλισης πρέπει να γίνεται «χωρίς καθυστέρηση» (άρθρο 15 παρ. 1 ΑσφΝ).

13 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ)
Με το μηχανισμό της γνωστοποίησης αποτρέπεται ο πολλαπλά ασφαλισμένος να πετύχει αδικαιολόγητο πλουτισμό. Ασφάλιση ζημίας – αποζημιωτική αρχή ή αρχή της απαγόρευσης πλουτισμού – αρχή του αστικού δικαίου «κανείς δεν μπορεί να αντλήσει ωφελήματα από το δόλο του» (ΟλΑΠ 702/1979). Η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 ΑσφΝ, ιδρύει ευθύνη του λήπτη της ασφάλισης ή ασφαλισμένου, έναντι καθενός των περισσότερων ασφαλιστών, σε περίπτωση παράλειψης της υποχρέωσης γνωστοποίησης σ’ αυτούς της πολλαπλής ασφάλισης.

14 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ)
Η από δόλο (άμεσο – ενδεχόμενο) παράλειψη γνωστοποίησης της πολλαπλής ασφάλισης στους περισσότερους ασφαλιστές παρέχει στον ασφαλιστή, κατά τις παρ. 6 και 7 του άρθρου 3 ΑσφΝ, δικαίωμα καταγγελίας της ασφαλιστικής σύμβασης με άμεσα αποτελέσματα (βλ. και άρθρο 15 παρ. 3 εδ. 3 ΑσφΝ). Η κύρωση παράλειψης γνωστοποίησης με πρόθεση της πολλαπλής ασφάλισης, είναι η απαλλαγή των ασφαλιστών, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ πρώτου και επόμενων ασφαλιστών (Εισηγ. Έκθ. ΚΝοΒ 1997, 592) κατ’ εφαρμογή των παρ. 6 και 7 του άρθρου 3 ΑσφΝ.

15 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ)
Οι περισσότερες ασφαλίσεις είναι ισχυρές μέχρι του ύψους της ασφαλιστικής αξίας του ασφαλισμένου συμφέροντος, αθροιζόμενες όμως δεν υπερβαίνουν την έκταση της ζημίας (άρθρο 15 παρ. 2 ΑσφΝ) κι αυτό για να μην μπορεί η πολλαπλή ασφάλιση να οδηγήσει σε πλουτισμό του ασφαλισμένου. Στο παραπάνω παράδειγμα, αν η ζημία που προκληθεί από το σεισμό ανέλθει σε €, αυτή μόνο θα αποκατασταθεί, μια φορά, ανεξάρτητα από τον αριθμό των ασφαλίσεων. Σε καμία περίπτωση ο λήπτης δεν μπορεί να εισπράξει εις διπλούν το ασφαλιστικό ποσό.

16 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕ ΠΟΣΟΣΤΑ)
ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕ ΠΟΣΟΣΤΑ) Μία πολλαπλή ασφάλιση μπορεί ν’ αφορά ξεχωριστό ποσοστό του κινδύνου της ασφαλιστικής περιουσίας ή/και το ίδιο. Στην τελευταία περίπτωση, αν λ.χ. πέντε ασφαλιστές ασφαλίσουν την ίδια περιουσία με ανάληψη και οι πέντε 100% του κινδύνου, ευθύνεται ο καθένας σε αποκατάσταση ζημιάς που έστω ήταν το 50% της αξίας του αντικειμένου της ασφάλισης. Συνεπώς ο λήπτης μπορεί να στραφεί κατά οποιουδήποτε ασφαλιστή απ’ τους πέντε, αλλά θα ικανοποιηθεί πλήρως μία φορά, η δε κατανομή που θ’ ακολουθήσει μεταξύ των λοιπών ασφαλιστών προκειμένου να επιβαρυνθεί ο καθένας με το 1/5 της ζημιάς είναι ζήτημα που δεν αφορά τον λήπτη.

17 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕ ΠΟΣΟΣΤΑ)
ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕ ΠΟΣΟΣΤΑ) Αν όμως αφορά ξεχωριστό ποσοστό, γιατί λ.χ. ο ένας από τους πέντε είχε ασφαλίσει, στο ίδιο ως άνω παράδειγμα, μόνο το 30% της αξίας του αντικειμένου της ασφάλισης (ασφάλιση ποσοστού), ενώ οι άλλοι τέσσερις, όπως και στο προηγούμενο παράδειγμα, από 100%, αυτός δεν θα ευθύνεται περισσότερο του ανώτατου ορίου κάλυψης που συμφώνησε, δηλ. του 30% της ζημίας, ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις θα ευθύνονται σε ολόκληρο για το 100% αυτής, στη δε αναγωγή που τυχόν θ’ ακολουθήσει, ο ασφαλιστής του 30% θα επιβαρυνθεί με το μειωμένο ποσοστό της αναλογίας του (που είναι το 6% και οι λοιποί με τη σχετική προσαύξηση από 23,5% ο καθένας).

18 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ)
ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ) Οι περισσότεροι ασφαλιστές, αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, ευθύνονται σε ολόκληρο μέχρι το ύψος του ασφαλιστικού ποσού της σύμβασης που συνήψαν (άρθρο 15 παρ. 3 εδ. 1 ΑσφΝ) έναντι του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου (βλ. και ΑΠ 1336/2001). Αν όμως, κατ’ άρθρο 15 παρ. 3 εδ. 1 ΑσφΝ, οι περισσότεροι ασφαλιστές δεν ευθύνονται σε ολόκληρο, γιατί προβλέφθηκε διαφορετικά στο ασφαλιστήριο, τότε η δεύτερη ή τρίτη ασφάλιση δεν θα είναι ισχυρές.

19 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ)
ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ) Η εις ολόκληρον ενοχή είναι η πολυπρόσωπη ενοχή με περισσότερους οφειλέτες και ένα δανειστή (η έννοια και οι βασικές αρχές της εις ολόκληρον ευθύνης-οφειλής (ή παθητικής εις ολόκληρον ενοχής) προκύπτουν από τις ΑΚ 480 επ.). Η απαίτηση αφορά στην ίδια παροχή, το ασφάλισμα. Ο λήπτης της ασφάλισης ή ασφαλισμένος μια φορά μπορεί να ζητήσει την καταβολή του ασφαλίσματος. Δικαιούται να απαιτήσει την καταβολή του από οποιοδήποτε συνοφειλέτη ασφαλιστή, που δεν μπορεί να προτείνει την ένσταση της διαίρεσης ή της δίζησης ή συνυπαιτιότητας άλλου ασφαλιστή.

20 ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΚΑΤΑΒΟΛΗ-ΚΑΤΑΝΟΜΗ-ΑΝΑΓΩΓΗ)
ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ (ΚΑΤΑΒΟΛΗ-ΚΑΤΑΝΟΜΗ-ΑΝΑΓΩΓΗ) Με την καταβολή του ασφαλίσματος εξαντλείται το δικαίωμα του λήπτη της ασφάλισης ή ασφαλισμένου και απαλλάσσονται οι ασφαλιστές. Με την καταβολή της ασφαλιστικής ζημίας στο λήπτη της ασφάλισης ή ασφαλισμένο, παράγεται η ανάγκη κατανομής μεταξύ τους του ασφαλίσματος, έτσι ώστε καθένας να επιβαρυνθεί μέχρι το ασφαλιστικό ποσό της σύμβασής του. Δικαίωμα αναγωγής έχει ο ασφαλιστής που ικανοποίησε το λήπτη της ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο. Ασκείται συνήθως μετά την ικανοποίηση του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου.

21 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. «Πλείονες ασφαλίσεις του αυτού συμφέροντος, γενόμεναι άνευ δόλου, ισχύουν άπασαι μέχρι της αξίας του συμφέροντος, των πλειόνων ασφαλιστών ενεχομένων εις ολόκληρον.»

22 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΓΕΝΙΚΑ) Ο χαρακτήρας της θαλάσσιας ασφάλισης είναι αποζημιωτικός. Κάθε ασφάλιση δεν είναι δυνατό να αποτελέσει υπόβαθρο για τον πλουτισμό του ασφαλισμένου. Έτσι, εάν ο ασφαλισμένος έχει συνάψει διπλή ή πολλαπλή ασφάλιση του ίδιου συμφέροντος και επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση, ο νομοθέτης στο δίκαιο της θαλάσσιας ασφάλισης παρεμβαίνει, προκειμένου να αποκλείσει τον αδικαιολόγητο πλουτισμό τούτου. Η πολλαπλή ασφάλιση παρατηρείται συνήθως στην ασφάλιση φορτίου, σε περιπτώσεις που ο αποστολέας ασφαλίζει τούτο για λογαριασμό του παραλήπτη και ο τελευταίος, εν αγνοία της ύπαρξης της ασφάλισής του, συνάπτει και δεύτερη.

23 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ)
Για να υπάρξει πολλαπλή ασφάλιση (βλ. και τη διάταξη του άρθρου 15 του Ν. 2496/1997), δεν αρκεί το ότι το ίδιο αντικείμενο έχει ασφαλιστεί δύο ή περισσότερες φορές. Πρέπει η ασφάλιση να αφορά τον ίδιο κίνδυνο, το ίδιο συμφέρον και τα ασφαλιστικά ποσά να υπερβαίνουν συνολικά την πραγματική αξία τούτου. Έτσι, αν π.χ. το πλοίο ασφαλίσθηκε σε δύο ασφαλιστές και για το ίδιο χρονικό διάστημα, στον πρώτο για πυρκαγιά και σε άλλο για πολεμικούς κινδύνους ή στον πρώτο για ορισμένο χρονικό διάστημα και στον άλλο για άλλο χρόνο, δεν υπάρχει πολλαπλή ασφάλιση κατά την έννοια του νόμου.

24 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ)
Το άρθρο 15 παρ. 1 του Ν. 2496/1997 καθιερώνει υποχρέωση του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου, να γνωστοποιήσει χωρίς καθυστέρηση την ασφάλιση σε κάθε ασφαλιστή και για κάθε ποσό. Οι διατάξεις του γενικού ασφαλιστικού δικαίου εφαρμόζονται στη θαλάσσια ασφάλιση για θέματα τα οποία δεν ρυθμίζονται από τα άρθρα του Κ.Ι.Ν.Δ..

25 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ)
Εφόσον το άρθρο 260 Κ.Ι.Ν.Δ., που ρυθμίζει το θέμα της θαλάσσιας πολλαπλής ασφάλισης, δε θέτει ως προϋπόθεση της εγκυρότητας και λειτουργίας των κατ’ ιδίαν συμβάσεων τη γνωστοποίηση της ασφάλισης και του ασφαλιστικού ποσού σε κάθε ασφαλιστή, η υποχρέωση αυτή δεν βαρύνει τον δέκτη της πολλαπλής θαλάσσιας ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο. Για τον ίδιο λόγο εξάλλου, δεν έχουν εφαρμογή και οι κυρώσεις των δεύτερου και τρίτου εδαφίου της τρίτης παραγράφου του άρθρου 15 του Ν. 2496/1997.

26 Άρθρο 260 Κ.Ι.Ν.Δ.: «μέχρι της αξίας του συμφέροντος»
ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΕΚΤΑΣΗ) Το άρθρο 260 Κ.Ι.Ν.Δ. καθιερώνει ανώτατο όριο, μέχρι το οποίο είναι έγκυρες και επομένως δεσμευτικές για τα μέρη οι πολλαπλές θαλάσσιες ασφαλιστικές συμβάσεις. Ως όριο ορίζεται η αξία του συμφέροντος ή των συμφερόντων τα οποία έχουν καλυφθεί ασφαλιστικά. Ως προς το υπερβάλλον οι ασφαλιστές δεν ευθύνονται. Άρθρο 260 Κ.Ι.Ν.Δ.: «μέχρι της αξίας του συμφέροντος» = Άρθρο 15 παρ. 2 Ν. 2496/1997: «μέχρι την έκταση της ασφαλιστικής ζημίας».

27 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΕΥΘΥΝΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ)
ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΕΥΘΥΝΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ) Ο κάθε ασφαλιστής ευθύνεται εις ολόκληρον. Το άρθρο 260 Κ.Ι.Ν.Δ. δεν περιέχει τη διευκρινιστική διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 εδ. 1 του Ν. 2496/1997, ότι δηλαδή η ευθύνη αυτή εκτείνεται «μέχρι το ασφαλιστικό ποσό της σύμβασής του». Τούτο όμως συνάγεται ερμηνευτικά από τη διάταξη του Κ.Ι.Ν.Δ.. Έτσι, αν το ασφαλιστικό ποσό κατά τη μια ασφαλιστική σύμβαση ανέρχεται λ.χ. σε € και κατά την άλλη σε €, η δε ζημία η οποία επήλθε στον ασφαλισμένο πλοιοκτήτη ανέρχεται σε €, η εις ολόκληρον ευθύνη του πρώτου εξικνείται μέχρι του ποσού των € και ο ασφαλισμένος, ως προς το υπόλοιπο των 5.000€ δεν δύναται να στραφεί, παρά μόνο κατά του δεύτερου ασφαλιστή.

28 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΔΟΛΟΣ) Προϋπόθεση του πραγματικού της διάταξης είναι το ότι η σύναψη περισσότερων ασφαλιστικών συμβάσεων για το ίδιο ασφαλιστικό συμφέρον σε περισσότερους ασφαλιστές έχει γίνει χωρίς δόλο (π.χ. όταν υπήρξε ηθελημένη παράβαση της συμφωνημένης υποχρεωτικής δήλωσης των επόμενων ασφαλίσεων από το δέκτη της ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο). Εάν δολίως παραλείφθηκε η κατά τη συμφωνία δήλωση των επόμενων ασφαλίσεων, επέρχονται οι συνέπειες του άρθρου 3 παρ. 6 και 7 του Ν. 2496/1997. Συνέπεια της ύπαρξης δόλιας συμπεριφοράς του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου είναι το ότι, εάν επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση, ο ασφαλιστής απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του ασφαλίσματος.

29 ΑΡΘΡΟ 260 Κ.Ι.Ν.Δ. (ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ)
Η διάταξη δεν περιλαμβάνει ρύθμιση για τη συγγενή προς την πολλαπλή ασφάλιση μορφή της συνασφάλισης, η οποία υπάρχει, όταν οι περισσότερες συμβάσεις θαλάσσιας ασφάλισης του ιδίου συμφέροντος έχουν συναφθεί με κοινή συμφωνία και ο κάθε ασφαλιστής έχει αναλάβει την κάλυψη ποσοστού της ζημίας. Η συνασφάλιση επιδιώκει το μερισμό της ευθύνης των ασφαλιστών, εφόσον επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση. Σε περίπτωση συνασφάλισης με κοινό συντονιστή (ή και χωρίς αυτόν), ο κάθε ασφαλιστής ευθύνεται ανάλογα με το ποσοστό του συμφέροντος που έχει ασφαλίσει. Έτσι, η ευθύνη του συνασφαλιστή περιορίζεται στο ποσοστό το οποίο έχει καλύψει, υπό τους όρους της σύμβασης που έχει συνάψει και κάθε σύμβαση είναι αυτοτελής.

30 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Δημήτριος Χριστοδούλου, Ιδιωτική ασφάλιση, 2016.
Ιωάννης Κ. Ρόκας, Ασφαλιστική σύμβαση (κατ’ άρθρο ερμηνεία του Ν. 2496/1997), 2014. Ιωάννης Χ. Κοροτζής, Ναυτικό δίκαιο, Τόμος Τρίτος, 2007. Ιωάννης Ρόκας, Ασφαλιστικό δίκαιο - Εισηγήσεις, 2012. Ράνια Χατζηνικολάου - Αγγελίδου, Ιδιωτικό ασφαλιστικό δίκαιο, 2017. Αριστέα Σινανιώτη - Μαρούδη, Ασφαλιστικό δίκαιο, 2014. Άλκης Απ. Αργυριάδης, Στοιχεία ασφαλιστικού δικαίου, 1986.


Κατέβασμα ppt "ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ"

Παρόμοιες παρουσιάσεις


Διαφημίσεις Google