Ελληνες ποιητεΣ που εχουν μελοποιηθει
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΠΟΥ ΜΕΛΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΦΗΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥΣ...ΕΤΣΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΜΕ ΝΑ ΑΣΧΟΛΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΥΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΟΥΜΕ ΚΑΠΟΙΑ ΕΡΓΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΛΕΞΑΜΕ ,ΜΑΣ ΕΚΑΝΑΝ ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΚΑΙ ΜΑΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΑΝ...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Ο Γιάννης Ρίτσος γεννηθηκε στην Μονεμβασιά την 1 Μαΐου 1909 ενω πεθανε στην Αθήνα στις 11 Νοεμβρίου 1990.Ηταν ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές με διεθνή φήμη και ακτινοβολία.Πολλά έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.Δημοσίευσε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα μυθιστορήματα, τέσσερα θεατρικά έργα και μελέτες. Πολλές μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα συμπληρώνουν το έργο του. Ο Ρίτσος που νόσησε από φυματίωση ξεπέρασε την ασθένεια (πράγμα δύσκολο για την εποχή) και πέρασε από υλικές και ηθικές δοκιμασίες. Στο σανατόριο του «Σωτηρία», όπου νοσηλευόταν, ήρθε κοντά με τον Μαρξισμό και την Αριστερά, πράγματα που επηρέασαν βαθύτατα την ποίησή του και τον τρόπο ζωής του. Αφού πέρασε από διάφορα σανατόρια, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως αυτοδίδακτος σκηνοθέτης στην Εργατική Λέσχη και ως ηθοποιός και χορευτής σε επιθεωρήσεις. Η αγωνιστική του έφεση και η επαναστατική του φύση τον οδηγούν στην προσχώρηση του κινήματος των «Πρωτοπόρων» και κατόπιν, το 1942, στο ΕΑΜ, ενώ έγινε μέλος και του Κ.Κ.Ε., στο οποίο παρέμεινε πιστός έως τον θάνατό του. Αργότερα αρχίζουν οι εξορίες στη Λήμνο, στη Μακρόνησο και στον Άγιο Ευστράτιο. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, προσχώρησε στην ΕΔΑ. Το 1956 ταξίδεψε στην ΕΣΣΔ και στην Κούβα. Κατά τη διάρκεια της Χούντας των Συνταγματαρχών, εξορίστηκε και πάλι, στη Γυάρο, αρχικά, και, κατόπιν, στη Λέρο. Με το πέρας της δικτατορίας, στη μεταπολίτευση, ο Ρίτσος, έγινε ευρέως γνωστός, τόσο στον ελλαδικό χώρο, όσο και στο εξωτερικό, ενώ ακολούθησαν πολλές διακρίσεις και βραβεύσεις.
Η Σονάτα του Σεληνόφωτος, ο Επιτάφιος, η Ρωμιοσύνη είναι κάποια από τα μεγαλύτερα ποιήματα του ποιητή, ενώ έχει κάνει και πολλές μεταφράσεις ξένων ποιητών όπως του Ναζίμ Χικμέτ, του Αλεξάνδρου Μπλοκ, του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη, κ.ά. Πολλά ποιήματα του Ρίτσου, έχουν μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη, γνωστότερα εξ αυτών: Η Ρωμιοσύνη και ο Επιτάφιος αλλά κ.ά. Ο Γιάννης Ρίτσος τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ποίησης και το βραβείο Λένιν.
Ύμνος και θρήνος για την Κύπρο Νησί πικρό, νησί γλυκό, νησί τυραγνισμένο κάνω τον πόνο σου να πω και προσκυνώ και μένω. Εσύ της θάλασσας ρυθμός, ολάνθιστο κλωνάρι, πώς σου μαδήσαν τ΄άνθια σου διπλοί, τριπλοί βαρβάροι. Τι θλιβερά που σεργιανάν τριγύρω σου τα ψάρια κι αντίχριστοι να παίζουνε την τύχη σου στα ζάρια. Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα Ύμνος και Θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα. Γιάννης Ρίτσος
Αναλυςη ποιηματος 1. Εισαγωγή: Το ποίημα αυτό ανήκει στην ποιητική συλλογή του Γιάννη Ρίτσου με τον τίτλο «`Υμνος και θρήνος για την Κύπρο», η οποία γράφτηκε και κυκλοφόρησε στα 1974. Ο ποιητής είναι σαφώς επηρεασμένος από την πρόσφατη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974. Τα τουρκικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν τότε στο νησί και κατέλαβαν το βόρειο τμήμα του, αναγκάζοντας τον ντόπιο πληθυσμό να εγκαταλείψει τα σπίτια του και να καταφύγει στο νότιο τμήμα του νησιού. Η τουρκική κατοχή του νησιού συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πρόκειται για ένα λυρικό ποίημα με πατριωτικό περιεχόμενο, όπου ο ποιητής αποφεύγει τις αναφορές στην ιστορία. Το ποίημα έχει εγκωμιαστικό και ελεγειακό χαρακτήρα, καθώς είναι ταυτόχρονα ένας ύμνος και ένας θρήνος για την Κύπρο. Η γλώσσα του είναι απλή και πλησιάζει αρκετά το λαϊκό ιδίωμα. Η στιχουργική μορφή είναι παραδοσιακή. Το ποίημα είναι γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο στίχο χωρισμένο σε δίστιχα, ενώ η ομοιοκαταληξία είναι ζευγαρωτή. 2. Νόημα :Στο ποίημα αυτό ο ποιητής, επηρεασμένος από τα πρόσφατα γεγονότα της τουρκικής εισβολής, θρηνεί για τα βάσανα της Κύπρου, αλλά συγχρόνως υμνεί το νησί για τις τόσες φυσικές ομορφιές του. Η Κύπρος είναι ένα νησί τυραννισμένο από τις πολλές συμφορές που το βρήκαν κατά καιρούς. Ωστόσο, ο ποιητής νιώθει την ανάγκη να προσκυνήσει τα ιερά χώματα του, εκφράζοντας έτσι το σεβασμό του προς αυτό. Η Κύπρος, που είναι γεμάτη φυσικές ομορφιές και πλούσια κάλλη, πολλές φορές σκλαβώθηκε από ξένους κατακτητές και έπαθε μεγάλες καταστροφές. Οι αντίχριστοι είναι αυτοί που αποφασίζουν τώρα για την τύχη του νησιού, καθώς έγινε πιόνι στα χέρια τους. Μολονότι όμως η Κύπρος βρίσκεται σε θλιβερή κατάσταση, το μήνυμα που θέλει να μας δώσει ο ποιητής για την τύχη του νησιού είναι ελπιδοφόρο και αισιόδοξο. Ζητάει από το νησί να κάνει κουράγιο, γιατί σίγουρα στο μέλλον τα πράγματα θα πάνε καλύτερα γι’ αυτό και θ’ ακουστεί επιτέλους η «καμπάνα της ανάστασης». 3. Δομή :Το ποίημα αποτελεί μια ενιαία ενότητα.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΟΚΡΟΥΣΗ: ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΦΩΣ ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ : ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Ο Τ. Λειβαδίτης γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1922 στο Μεταξουργείο Ο Τ.Λειβαδίτης γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1922 στο Μεταξουργείο.Ήταν μεγάλο Σάββατο και του έδωσαν δύο ονόματα. Αναστάσιος και Παντέλης...Ο πατερας του Λύσανδρος ,εύπορος μεγαλέμπορος, πρώχευσε λόγω του πολέμου.Καταγόταν από την Αρκαδία.Η μήτερα του Βασιλική.Τα παιδικά του χρόνια, ανέμελα και ευτυχισμένα,καθώς η οικονομική άνεση του πατέρα επέτρεπε να έχουν στο σπίτι υπηρεσία και δασκάλους μουσικής.Ο ίδιος έπαιζε πίανο και βιολί όπως και τα αδέρφια του.Τελειώνοντας το γυμνάσιο γράφτηκε στην νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών.Η Γερμανική κατοχή διέκοψε τις σπουδές του.Πήρε μέρος στην αντίσταση και οργανώθηκε στην Ε.Π.Ο.Ν. Το 1951 εξορίστηκε στην Μακρόνησο.Το 1946 παντρεύτηκε την Μαρία Στούπα με την οποία απέκτησαν μια κόρη την Βάσο.Το 1947 συνεργάστηκε με άλλους νέους της Αριστέρας στην έκδοση του λογοτεχνικού περιοδικού ‘’Θεμέλιο’’.Με την λήξη των Δεκεμβρινών συνελήφθει και φυλακίστηκε.Μετά την συμφωνία της Βάρκιζας, αφέθηκε ελεύθερος αλλά τον Ιούνιο του 1948 πιάστηκε ξανά και εξορίστηκε στον Μάδρο.Το 1949 μεταφέρθηκε στην Μακρόνησο. Επειδή δεν υπέγραφε δήλωση μετάνοιας τον πήγαν στον Αϊ-Στράτη μαζί με τον Γ.Ρίτσο και απο κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα , απ΄ όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951.
δραπετςωνα Μ’ αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός Μα όταν γυρίζαμε το βράδυ απ’ τη δουλειά εγώ και εκείνη όνειρα, φιλιά Το `δερνε αγέρας κι η βροχή μα ήταν λιμάνι κι αγκαλιά και γλυκιά απαντοχή Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε ψυχή. Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί Ένα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός κάθε παράθυρό του κι ουρανός Κι όταν ερχόταν η βραδιά μες στο στενό σοκάκι ξεφαντώναν τα παιδιά Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε καρδιά Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Αυτό το ποίημα είναι ένα από τα πρώτα τραγούδια του Μίκη που κυκλοφόρησαν σε δίσκο μετά τον επιτάφιο.Τους στίχους έχει γράψει ο Τάσος Λειβαδίτης.Ένα τραγούδι για αυτούς τους ταπεινούς ανθρώπους που αναγκάζονται και εγκαταλείπουν τον τόπο όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.Που τους ξερίζωσαν οι ‘’ειδικοί’’.Σαν σείσμος. Η ‘’Δραπετσώνα’’ έγινε αμέσως σύμβολο όλων εκείνων που ζουν στις γειτονιές της Αθήνας ,της Θεσσαλονίκης κι των άλλων πόλεων.Έγινε η φωνή των ‘’φτωχών αγίων’’ που περίμενουν καρτερικά μια άλλαγη στο ριζικό τους .Η ‘’Δραπετσώνα’’ γίνεται ξαφνικά σύμβολο πάλης και αισιοδοξίας αφού οι ήχοι του μπουζουκιού κομματιάζουν την ηρεμία μέσα στην μικρή ταβέρνα και καθώς ο εργάτης σηκώνεται να χορέψει το ζεΪμπέκικο ,βγάζει μαζί με τον τραγουδίστη μακροσύρτη, παραπονεμένη κραυγή.Ο βασανισμένος άνθρωπος που χορεύει, και οι άλλοι που τον παρακολουθούν αμίλυτοι ,αρχίζουν να βλέπουν καθαρά το μοναδικό δρόμο που θα αλλάξει το ριζικό τους.Πρέπει να διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους σε αυτό το μεράδι γης που τους ανήκει...
ΜΕΛΟΠΟΙΣΗ:ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΑΝΟΣ ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΟΚΡΟΥΣΗ: ΔΡΑΠΕΤΖΩΝΑ ΜΕΛΟΠΟΙΣΗ:ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΑΝΟΣ
Κωνςταντινος καβαφης
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γεννήθηκε στις 29 Απριλίου 1863 στην Αλεξάνδρεια, όπου οι γονείς του, εγκαταστάθηκαν εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη το 1840. Ήταν το ένατο παιδί του Πέτρου-Ιωάννη Καβάφη (1814-1870), μεγαλέμπορου βαμβακιού. Η μητέρα του, Xαρίκλεια Φωτιάδη, ανήκε σε παλιά Φαναριώτικη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Και τα δυο αυτά στοιχεία, η εμπορική ιδιότητα του πατέρα και η αρχοντιά της μητέρας συντέλεσαν σημαντικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ποιητή. Από το 1886 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα επηρεασμένα από τους Αθηναίους ρομαντικούς ποιητές, χωρίς να τον έχει επηρεάσει καθόλου η στροφή της γενιάς του 80. Από το 1891, όταν εκδίδει σε αυτοτελές φυλλάδιο το ποίημα Κτίσται, και ιδίως το 1896, όταν γράφει τα Τείχη,το πρώτο αναγνωρισμένο, εμφανίζονται τα χαρακτηριστικά των ώριμων ποιημάτων του. Ο Καβάφης είναι γνωστός για την ειρωνεία του, ένα μοναδικό συνδυασμό λεκτικής και δραματικής ειρωνείας. Πολλοί όμως από τους αλλόγλωσσους ομότεχνους και αναγνώστες του (π.χ. Όντεν, Φόρστερ) αρχικά γνώρισαν και αγάπησαν τον ερωτικό Καβάφη. Το 1932, ο Καβάφης, άρρωστος από καρκίνο του λάρυγγα, πήγε για θεραπεία στην Αθήνα, όπου παρέμεινε αρκετό διάστημα, εισπράττοντας μια θερμότατη συμπάθεια από το πλήθος των θαυμαστών του. Επιστρέφοντας όμως στην Αλεξάνδρεια, η κατάστασή του χειροτέρεψε. Εισήχθη στο Νοσοκομείο της Ελληνικής Κοινότητας, όπου και πέθανε στις 29 Απριλίου του 1933, τη μέρα που συμπλήρωνε 70 χρόνια ζωής.
Σήμερα η ποίησή του όχι μόνο έχει επικρατήσει στην Ελλάδα, αλλά και κατέλαβε μία εξέχουσα θέση στην όλη ευρωπαϊκή ποίηση, ύστερα από τις μεταφράσεις των ποιημάτων του αρχικά στα Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά και κατόπιν σε πολλές άλλες γλώσσες. Το σώμα των Καβαφικών ποιημάτων περιλαμβάνει: Τα 154 ποιήματα που αναγνώρισε ο ίδιος (τα λεγόμενα Αναγνωρισμένα), τα 37 Αποκηρυγμένα ποιήματά του, τα περισσότερα νεανικά, σε ρομαντική καθαρεύουσα, τα οποία αργότερα αποκήρυξε, τα Ανέκδοτα, δηλαδή 75 ποιήματα που βρέθηκαν τελειωμένα στα χαρτιά του, καθώς και τα 30 Ατελή, που βρέθηκαν στα χαρτιά του χωρίς να έχουν πάρει την οριστική τους μορφή. Τύπωσε ο ίδιος το 1904 μια μικρή συλλογή με τον τίτλο Ποιήματα, στην οποία περιέλαβε τα ποιήματα: Φωνές, Επιθυμίες, Κεριά, Ένας γέρος, Δέησις, Οι ψυχές των γερόντων, Το πρώτο σκαλί, Διακοπή, Θερμοπύλες, Τα παράθυρα, Περιμένοντας τους βαρβάρους, Απιστία και Τα άλογα του Αχιλλέως. Η συλλογή, σε 100-200 αντίτυπα, κυκλοφόρησε ιδιωτικά. Το 1910 τύπωσε πάλι τη συλλογή του, προσθέτοντας αλλά επτά ποιήματα: Τρώες, Μονοτονία, Η κηδεία του Σαρπηδόνος, Η συνοδεία του Διονύσου, Ο Βασιλεύς Δημήτριος, Τα βήματα και Ούτος εκείνος. Και αυτή η συλλογή διακινήθηκε από τον ίδιο σε άτομα που εκτιμούσε.Το 1935 κυκλοφόρησε στην Αθήνα, με επιμέλεια της Ρίκας Σεγκοπούλου, η πρώτη πλήρης έκδοση των (154) Ποιημάτων του, που εξαντλήθηκε αμέσως. Δύο ακόμη ανατυπώσεις έγιναν μετά το 1948. Ο ποιητής επεξεργαζόταν επίμονα κάθε στίχο, κάποτε για χρόνια ολόκληρα, προτού τον δώσει στην δημοσιότητα. Σε αρκετές από τις εκδόσεις του υπάρχουν διορθώσεις από το χέρι του και συχνά όταν επεξεργαζόταν ξανά τα ποιήματά του τα τύπωνε διορθωμένα.
Φωνες... Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες εκείνων που πέθαναν, ή εκείνων που είναι για μας χαμένοι σαν τους πεθαμένους. Κάποτε μες στα όνειρά μας ομιλούνε• κάποτε μες στην σκέψι τες ακούει το μυαλό. Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν ήχοι από την πρώτη ποίηση της ζωής μας - σα μουσική, την νύχτα, μακρυνή, που σβύνει. Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
ΑΝΑΛΥΣΗ Στο ποίημα Φωνές του Καβάφη κυριαρχεί η νοσταλγία για τα αγαπημένα πρόσωπα της ζωής του που χάθηκαν και ωθεί τον ποιητή σε μια αναδρομή στο παρελθόν με βασικό ερέθισμα την ανάκληση του ήχου της φωνής των αγαπημένων του ανθρώπων.Ο ποιητής χαρακτηρίζει ιδανικές και αγαπημένες τις φωνές των ανθρώπων που πέθαναν ή έχουν πια απομακρυνθεί από τη ζωή του ποιητή, τοπικά ή συναισθηματικά, τόσο ώστε να θεωρούνται χαμένοι σα να έχουν ήδη πεθάνει. Ο Καβάφης επιλέγει να μιλήσει για τις φωνές των αγαπημένων του και όχι για το πρόσωπό τους, καθώς η φωνή αποτελεί το βασικό μέσο έκφρασης συναισθημάτων και είναι συχνά φορέας πολύτιμων μηνυμάτων αγάπης ή σκέψεων ιδιαίτερης αξίας. Ο ποιητής, παράλληλα, επιλέγει να αναφερθεί στις φωνές των αγαπημένων του, μιας και στα πλαίσια του ιδιαίτερου υποβλητικού κλίματος που θέλει να δημιουργήσει, ο ήχος της φωνής παραπέμπει ευκολότερα στη μουσική. Το ποίημα Φωνές, άλλωστε, βασίζεται στην τεχνοτροπία του συμβολισμού, σύμφωνα με τον οποίο προέχει η δημιουργία μιας υποβλητικής συναισθηματικής κατάστασης. Ο ποιητής επιχειρεί εδώ να συσχετίσει τις μνήμες των αγαπημένων προσώπων με τη μουσική, δημιουργώντας μια σύνδεση ανάμεσα στις φωνές που επανέρχονται στη μνήμη μας με τη μουσική των νεανικών χρόνων, με το ιδιαίτερο εκείνο συναισθηματικό κλίμα που επικρατούσε στη ζωή μας κατά τα παιδικά μας χρόνια.Επιπλέον, ο ποιητής αξιοποιεί το γεγονός πως ένας ήχος, μια φράση ή κάποτε και μια λέξη, μπορεί να πυροδοτήσει συχνά μια σειρά συνειρμών που μας επιστρέφουν σε πρόσωπα του παρελθόντος. Ο ποιητής, μάλιστα, μη θέλοντας να καταστήσει το ποίημά του αυστηρά προσωπικό, χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό στις κτητικές αντωνυμίες, ώστε να μπορούν ευκολότερα οι αναγνώστες να ταυτιστούν με τις σκέψεις του ποιητή. Οι μνήμες, η νοσταλγία για τα αγαπημένα πρόσωπα και η ανάκληση της ομορφιάς των παιδικών χρόνων, δεν αποτελούν συναισθήματα και ψυχολογικές λειτουργίες μοναχά του ποιητή. Κάθε άνθρωπος που έχει χάσει κάποιο δικό του πρόσωπο, μπορεί να βρεθεί σε μια κατάσταση νοσταλγίας και ανάκλησης
Η ανάκληση της φωνής των αγαπημένων προσώπων γίνεται είτε συνειδητά με τη σκέψη είτε ασύνειδα στα όνειρα, καθώς ακόμη κι όταν εμείς δε σκεφτόμαστε τους ανθρώπους που χάσαμε, ο πόνος της απώλειας και η έντονη νοσταλγία δεν παύουν να υπάρχουν. Ακόμη και κατά τη διάρκεια του ύπνου τα συναισθήματά μας βρίσκουν τον τρόπο να επανέρχονται, υπενθυμίζοντας μας την αγάπη που αισθανόμασταν αλλά και την αγάπη που δεχτήκαμε από τους ανθρώπους που έχουν πια χαθεί από τη ζωή μας. Η ανάμνηση του ήχου της φωνής των αγαπημένων προσώπων όταν επανέρχεται στη σκέψη μας, είτε συνειδητά είτε όχι, επαναφέρει παράλληλα και μνήμες από την πρώτη ποίηση της ζωής μας. Τα αγαπημένα πρόσωπα του παρελθόντος μας υπενθυμίζουν την ομορφιά, τη γαλήνη και την ευδαιμονία που επικρατούσε στη ζωή μας, στα παιδικά μας χρόνια, όταν όλα έμοιαζαν αρμονικότερα και η ψυχή μας δεν είχε σημαδευτεί από τον πόνο της απώλειας. Η επαναφορά των ήχων από την πρώτη ποίηση της ζωής, η υπενθύμιση της γαλήνης και της ευτυχίας των παιδικών ή και νεανικών χρόνων, δεν είναι βέβαια παρά φευγαλέα, καθώς τα συναισθήματα αυτά αποτελούν απλώς ανάμνηση και δεν μπορούν να αποκατασταθούν σε μια ψυχή που έχει βιώσει τόσο πόνο. Ούτως ή άλλως τα πρόσωπα που πλαισίωναν τις ευδαιμονικές στιγμές του παρελθόντος έχουν πλέον χαθεί, οπότε οι μνήμες της χαράς των παλαιότερων χρόνων είναι στιγμιαίες κι έρχονται σαν ήχος μουσικής που ακούγεται από κάπου μακριά και σιγά – σιγά σβήνει. Η παρομοίωση που κλείνει το ποίημα μας παραπέμπει σε μια εμπειρία της καθημερινότητας, καθώς σε όλους έχει τύχει να ακούσουν κάποια νύχτα μουσική από κάποιο απομακρυσμένο μέρος που ακούγεται για λίγο και μετά σταδιακά σταματά. Ο ποιητής, βέβαια, αξιοποιεί το απλό αυτό γεγονός δίνοντάς του ιδιαίτερες προεκτάσεις, καθώς με την παρομοίωση αυτή εκφράζει την αδυναμία των αναμνήσεων και των συναισθημάτων που ανακαλούνται στην ψυχή μας να παραμείνουν ζωντανά για πολλή ώρα. Οι μνήμες της χαράς του παρελθόντος είναι παροδικές και δεν μπορούν παρά να διαρκέσουν ελάχιστα, καθώς η πραγματικότητα επανέρχεται και μας υπενθυμίζει πως όλα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν και δεν μπορούν να συμβούν ξανά.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΟΚΡΟΥΣΗ: ΦΩΝΕΣ ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ: Α.ΚΑΡΟΖΑΣ
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗς
Ο Οδυσσέας Ελύτης (Ηράκλειο Κρήτης 2 Νοεμβρίου 1911 - Αθήνα 18 Μαρτίου 1996), (πραγματικό ονοματεπώνυμο Οδυσσέας Αλεπουδέλλης), ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ. Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, Ήλιος ο πρώτος, Προσανατολισμοί κ.α. Διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλάμβανε ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Έργων Τέχνης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κριτικής, Αντιπρόσωπος στις Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura της Ρώμης.
ΠΟΙΗΜΑ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ) ΠΟΙΗΜΑ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ) Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος,στόν Παράδεισο Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές Τής παλάμης,η Μοίρα,σάν κλειδούχος Μιά στιγμή θά συγκατατεθεί ο Καιρός Πώς αλλιώς,αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι Θά παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας Καί θά χτυπήσει τόν κόσμο η αθωότητα Μέ τό δριμύ του μαύρου του θανάτου. ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΜΑΤΟΣ Στα 60 του χρόνια ο ποιητής θα δημιουργήσει έναν ερωτικό ύμνο γεμάτο νεανικότητα και πάθος, που κατορθώνει ν’ αποδώσει ακόμη και τις πιο λεπτές εκφάνσεις του ερωτικού συναισθήματος. Κινούμενος σε δύο βασικές θεματικές: α) στην ιδέα πως στο πρόσωπο της αγαπημένης του βρίσκει το απολύτως αναγκαίο συμπλήρωμα του εαυτού του, το άλλο του μισό, και β) στην αίσθηση πως ο κόσμος δεν είναι ακόμη έτοιμος να δεχτεί έναν έρωτα τέτοιας έντασης και αγνότητας, ο ποιητής μιλά στην εσώτατη προσδοκία κάθε ανθρώπου που επιθυμεί να βρει το ιδανικό του ταίρι για να ζήσει έναν έρωτα ανέλπιστα μοναδικό, έναν έρωτα πρωτόφαντο. Ο Ελύτης δημιουργεί εδώ μια σύγχρονη ερωτική τραγωδία, με ελλειπτική όμως αποτύπωση του μύθου, ώστε ο κάθε αναγνώστης να μπορεί να βρει τις δικές του προεκτάσεις και να ταυτιστεί με ποικίλους τρόπους με το ερωτευμένο ζευγάρι. Τα βασικά σημεία, πάντως, είναι πως οι δύο ερωτευμένοι αντιμετωπίζουν μια σφοδρή εναντίωση στον έρωτά τους από τους άλλους ανθρώπους, σε σημείο που η κοπέλα, μη αντέχοντας προφανώς την κατακραυγή, αυτοκτονεί. Ο τρόπος που πεθαίνει η κοπέλα υπονοείται στο ποίημα με τη διακειμενική αναφορά στην Οφηλία, ενισχύοντας έτσι τη σύνδεση του ποιήματος με τις ερωτικές τραγωδίες, όπου το πρωταγωνιστικό ζευγάρι καλείται ν’ αντιμετωπίσει τις έντονες αντιρρήσεις της οικογένειας και του γενικότερου κοινωνικού περιβάλλοντος. Έτσι,προσδίδει στο ποίημα την απαιτούμενη τραγική διάσταση και φέρνει την εξιδανίκευση του ερωτικού συναισθήματος, είναι ο χαμός της αγαπημένης. Με το ποιητικό υποκείμενο να περνά στο θρήνο του από την άρνηση, όπου εμφανίζεται να βιώνει ως ευλογημένο παρόν τη συνύπαρξη με την αγαπημένη, μέχρι την τελική συνειδητοποίηση της μεγάλης απώλειας. Ο πρόωρος θάνατος της αγαπημένης, λοιπόν, τερματίζει τον έρωτα αυτό που ξεπερνά τ’ ανθρώπινα μέτρα, προσδίδοντάς του όμως συνάμα τον αναγκαίο εξαγνισμό και διασώζοντάς τον από την αναπόφευκτη φθορά του χρόνου. Το ποίημα, αν και είναι επί της ουσίας ένας θρηνητικός μονόλογος, κερδίζει σε δραματικότητα, καθώς ο ποιητής απευθύνει όλα του τα λόγια προς την αγαπημένη γυναίκα. Έτσι με τη χρήση του β΄ προσώπου, αλλά και με τη φράση «μ’ ακούς» που λειτουργεί ως επωδός, το ποίημα λαμβάνει το χαρακτήρα μιας ερωτικής εξομολόγησης, έστω κι αν δεν υπάρχει πια η δυνατότητα να λάβει απόκριση.
Στο αποςπαςμα μας Η Μοίρα που έχει τον έλεγχο της ζωής των ανθρώπων θ’ αλλάξει τις γραμμές στην παλάμη του χεριού, θ’ αλλάξει τα γραμμένα και μαζί μ’ αυτή θα συγκατατεθεί κι ο Καιρός, θα συγκατατεθεί κι ο χρόνος, ώστε ό,τι συνέβη ν’ αλλάξει πορεία, όσο ανέκκλητο κι αν μοιάζει. Ο Καιρός και η Μοίρα θα υποχωρήσουν μπροστά στη δύναμη της αγάπης, ώστε ό,τι συνέβη κι ό,τι ήταν αναπόφευκτο να συμβεί, ν’ αναστραφούν, δίνοντας στους αγαπημένους την ευκαιρία να είναι και πάλι μαζί. Ο έρωτας αυτός, όσο κι αν κρίθηκε από τον κόσμο αρνητικά, όσο κι αν θεωρήθηκε ανάρμοστος, υπήρξε πάντοτε αγνός. Ο ίδιος ο ουρανός θα φανερώσει στον κόσμο τα «σωθικά» των δύο αγαπημένων, θα φανερώσει την ειλικρίνεια των προθέσεών τους και τότε η αθωότητα αυτής της αγάπης θα χτυπήσει τον κόσμο με τη δύναμη του θανάτου. Ο κόσμος που με τη σκληρότητά του ώθησε την αγαπημένη στο πρόωρο τέλος της, θα λάβει την απάντησή του, θα μάθει την αλήθεια και τότε θα νιώσει πόσο άδικα έκρινε τους δύο αγαπημένους.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΟΚΡΟΥΣΗ: ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ:Γ.ΖΟΥΓΑΝΕΛΗ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΒΟΥΛΑ ΚΟΤΣΟΦΙΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΙΩΑΝΝΑ ΟΥΡΑΝΙΤΣΑ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΤΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΤZΕΝΗ ΤΣΙΒΟΥΛΗ